1.
NIK BÄRTSCH'S RONIN: Awase
[GER. ECM]
Οι Nik Bärtsch's Ronin είναι ένα από τα ελάχιστα συγκροτήματα σύγχρονης μουσικής (ίσως να τους ταιριάζει καλύτερα αυτός ο όρος), που προετοιμάζουν και προτείνουν έναν ήχο εντελώς δικό τους, τελείως προσωπικό. Μια τζαζ δωματίου, με πολλά μινιμαλιστικά στοιχεία, που, στα μεγάλης διάρκειας κομμάτια τους, οδηγείται σε εκστατικές καταστάσεις.
Η μονοτονία και βασικά τα κρουστά-ρυθμικά passages (πολλές φορές και το πιάνο τού Bärtsch δρα σαν ρυθμικό όργανο), που αποτελούν αναφορά στον Steve Reich, ενσωματώνονται με μαγικό τρόπο μέσα σε απλές αλλά πολύ λειτουργικές τζαζ δομές, επεκτείνοντάς τες σε κάτι πρωτόγνωρο – δηλαδή πρωτάκουστο.
Σπανίως ένα τζαζ σχήμα τέτοιου setting (σχεδόν ακουστικού) μπορεί να μεταφέρει τέτοιας ποιότητας φευγάτα vibes, όπως αυτά που μεταφέρουν εδώ οι Nik Bärtsch's Ronin.
2.
FRED HERSCH TRIO: Live in Europe
[USA. Palmetto]
Στο "Live in Europe" το τρίο του πιανίστα της τζαζ Fred Hersch βρίσκεται σε διαβολεμένη φόρμα, η ηχογράφηση είναι εντυπωσιακή, ενώ και το ρεπερτόριο συμβάλλει τα μάλα προς το οριστικό υψηλό επίπεδο της γενικότερης παραγωγής.
Ο Hersch έχει την ευκαιρία και εδώ, για μιαν ακόμη φορά, να καταδείξει την ιστορία της τζαζ με το δικό του συμπυκνωμένο, αλλά τόσο, επιστημονικά και αισθητικά, κατασταλαγμένο τρόπο, περνώντας από την Νέα Ορλεάνη, τα calypsos (που τόσο σηματοδότησαν την πορεία τής μεγάλης μαύρης μουσικής, κυρίως στη δεκαετία του '50), τον Thelonious Monk, τις μπαλάντες με στοιχεία ρομάντζας κ.λπ. (από Keith Jarrett και πέρα δηλαδή), καταλήγοντας στις πιο σύγχρονες αυτοσχεδιαστικές τάσεις.
Ένα άλμπουμ πρώτης τάξεως, προϊόν ενός οριακού, αμερικανικού, τζαζ-τρίο.
3.
JIN JIM: Weisse Schatten / : young german jazz
[GER. ACT Music + Vision]
Δεν ξέρω αν είναι το setting (διάφοροι τύποι φλάουτων, ηλεκτρική κιθάρα, μπάσο, ντραμς) εκείνο που κάνει τους Jin Jim να ξεχωρίζουν –αν και τούτο, το setting εννοώ, δεν είναι συνηθισμένο– εκείνο που ξέρω είναι πως οι Γερμανοί είναι έξοχοι συνθέτες (και φυσικά οργανοπαίκτες), έτοιμοι να προσφέρουν το καλύτερο σ' αυτό το μεταίχμιο της τζαζ με το ροκ, καθώς ακούγονται άλλοτε σαν κιθαριστικό ροκ γκρουπ και άλλοτε σαν μιαν όλο φωτιά τζαζ μπάντα.
Βεβαίως, στις περισσότερες των περιπτώσεων τα στυλ ανακατεύονται με τον τρόπο όχι των... Jethro Tull, ούτε των Focus, μα με μια δική τους, πιο προσωπική συνταγή, που μπορεί να δανείζεται στοιχεία και από την κλασική μουσική, το φολκ, ακόμη και τη λάτιν, πριν ολοκληρωθεί σ' αυτό το πυρωμένο χαρμάνι.
Δεν έχει νόημα να γράφουμε πληθώρα κοσμητικών επιθέτων, ούτε να επιμένουμε για την αξία μιας εγγραφής, όταν τούτη είναι αυταπόδεικτη. Απλώς, ένα μεγάλο άλμπουμ!
4.
ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΚΑΜΑΡΩΤΟΣ: Electromagnetic Landscapes / Unreleased Recordings / 1983-2016
[GR. Intersonik Recordings]
Το "Electromagnetic Landscapes" είναι ένας δίσκος βινυλίου του συνθέτη της avant-ηλεκτρονικής Δημήτρη Καμαρωτού, που τυπώθηκε σε 150 μόλις αντίτυπα. Κρίμα, πολύ κρίμα, για ένα τόσο αξιόλογο άλμπουμ, που θα μπορούσε να εκτιμηθεί και να πουληθεί παντού (και στο εξωτερικό εννοείται).
Εδώ ακούγονται συνθέσεις του Καμαρωτού από το στούντιο του Κ.ΣΥ.Μ.Ε. (Κέντρο Σύγχρονης Μουσικής Έρευνας), ηχητικές καλύψεις για ντοκιμαντέρ της γαλλικής τηλεόρασης, συνδυαστικές συνθέσεις διαφορετικών ηλεκτρονικών πηγών (αναλογικών συνθεσάιζερ με τη μηχανή UPIC, που είχε επινοήσει ο Ιάννις Ξενάκης, εκεί όπου θα μπορούσες να συνθέσεις με τη βοήθεια της... ιχνογραφίας, ακόμη και αν δεν είχες γνώσεις μουσικής ή πληροφορικής), συνθέσεις για το IRCAM (φημισμένο γαλλικό ινστιτούτο, που μελετά, παράγει και προωθεί την avant-ηλεκτρονική), στις οποίες αναπαριστούνται ηχητικά (ας το πούμε έτσι) οι απόψεις του αείμνηστου ψυχίατρου-ψυχαναλυτή R.D. Laing γύρω από τη χρήση της ποίησης στη θεραπεία της σχιζοφρένειας και άλλα πολλά και εντελώς συναρπαστικά.
Ένα θαυμάσιο και όσον αφορά στην αισθητική τού τυπώματός του άλμπουμ, που είναι κρίμα να περάσει απαρατήρητο.
5.
LOST BODIES: Specific Ocean
[GR. Underflow Records]
Η τελευταία κυκλοφορία (διπλό LP) των Lost Bodies περιλαμβάνει μουσικές τους για το θέατρο (κυρίως), που ενοποιημένες δημιουργούν ένα μάλλον ανεπανάληπτο βινύλιο.
Όπως διαβάζουμε στο μέσα μέρος του gatefold cover: «Οι Lost Bodies είναι το δημιούργημα δύο φίλων από την Αθήνα, του Θάνου και του Αντώνη. Ξεκίνησαν με τον αυτοσχεδιασμό το 1985 και το 1988 κυκλοφόρησαν τις δύο πρώτες τους κασέτες με underground art-punk μουσική. Οι L.B. έχουν πια 33 χρόνια συνεχούς παρουσίας στην μουσική σκηνή της Αθήνας και έχουν κυκλοφορήσει έντεκα CD, τρία άλμπουμ βινυλίου και δύο κασέτες.(...)».
Και όπως γράφει ο Θάνος Κόης: «Οι μουσικές που παρουσιάζονται σ' αυτό το δίσκο είναι μια συλλογή από έργα που έχουν φτιαχτεί για το θέατρο, τον χορό και τον κινηματογράφο. Μια εντελώς διαφορετική προσέγγιση της μουσικής των Lost Bodies, με έμπνευση τις ίδιες τις παραστάσεις.(...)».
Το "Specific Ocean" δείχνει, απλά, το πόσο μακριά βρίσκονται πια οι Lost Bodies σαν δημιουργοί (κάτι που είναι μάλλον αδύνατο να το φανταστούν όσοι έχουν μείνει στις πιο παλιές δουλειές τους).
Χωρίς πολλή σκέψη... το κορυφαίο ελληνικό άλμπουμ για το 2018.
6.
MAHOBIN: Live at Big Apple in Kobe
[JAP. Libra Records]
Mahobin είναι η δανή σαξοφωνίστρια Lotte Anker, το ντούο Natsuki Tamura τρομπέτα, Satoko Fujii πιάνο και ακόμη η Ikue Mori ηλεκτρονικά.
Αυτοί οι τέσσερις κατήλθαν στον ιαπωνικό «ναό» Big Apple στο Kobe τον προηγούμενο Φλεβάρη (εκεί όπου έχει ηχογραφηθεί, ζωντανά, κόσμος και κοσμάκης), δίνοντας ένα άπιαστο live, που περνά πλέον και στη δισκογραφία μέσω του παρόντος.
Λέμε για ένα CD, που είναι τυπωμένο με τον κλασικό ιαπωνικό τρόπο (άψογα επιμελημένο all paper cover, ένθετο & obi) και που εντάσσεται στη δωδεκάδα των άλμπουμ που κυκλοφόρησαν μέσα στο 2018, με αφορμή τα εξηκοστά γενέθλια τής πιανίστριας Fujii.
Στο "Live at Big Apple in Kobe" καταγράφονται δύο tracks, ένα 42 λεπτών κι ένα 7λεπτο, τα οποία είναι αδύνατον να περιγραφούν συνολικά παρά μόνον κατά τόπους... έτσι όπως διαρρηγνύουν, συνεχώς, κάθε θεμιτή ή αθέμιτη εξέλιξη.
Χωρίς προσυνεννοήσεις, χωρίς πλάνο, χωρίς αισθητικούς ή άλλους στόχους, οι τέσσερις μουσικοί υπάρχουν αυστηρά για τη στιγμή και για τον τρόπο μέσω του οποίου αυτή η συγκεκριμένη στιγμή θα μετατραπεί σε κάτι αθάνατο.
Ξέρουν, θέλω να πω, πως ηχογραφούνται και τούτος, ίσως, να είναι και ο μοναδικός σκόπελος, που θα μπορούσε να τους μεταβάλει ψυχολογικά – να θέσει κάποια εμπόδια, εννοώ, στην επικοινωνία τους με το εκρηκτικό και το αυθόρμητο.
Μόνον αυτοσχεδιαστές της κλάσης των Anker, Tamura, Fujii και Mori θα μπορούσε να επιτύχουν ένα ακρόαμα σαν αυτό που καταγράφεται στο "Live at Big Apple in Kobe".
7.
MARC RIBOT / CERAMIC DOG: YRU Still Here?
[GER. enja yellowbird / ENJA RECORDS / Werner Aldinger]
«Ζούμε στο Μπρούκλιν. Κάθε μέρα η Ομοσπονδιακή Υπηρεσία Μεταναστών και Τελωνείων (γνωστή και ως ΙCE ή και ως La Migra) στέλνει ενόπλους εγκληματίες στις γειτονιές μας, με πολιτικά αυτοκίνητα (όχι επισημασμένα), προκειμένου να χωρίσει βίαια παιδιά από γονείς (πολλοί από τους οποίους είναι αμερικανοί πολίτες), σπρώχνοντας τους φίλους μας, τους γείτονές μας και τους συναδέλφους μας στις φυλακές, για όσο καιρό ο ICE θεωρεί κατάλληλο. Όσο τα πράγματα θα κυλάνε με αυτό τον τρόπο, εμείς, σαν μουσικοί, δεν πρόκειται ν' αφήσουμε το μικρόφωνο από τα χέρια μας, ενισχύοντας μέσω αυτού τις φωνές της οργής στην κοινότητά μας. La Migra γαμιέσαι!».
Κάτι τέτοια διαβάζουμε και ακούμε στο πιο τελευταίο άλμπουμ τού σπουδαίου Marc Ribot, που υπογράφεται από το συγκρότημά του, τους Ceramic Dog.
Τι είναι το "YRU Still Here?" δεν μπορείς εύκολα να το πεις. Οπωσδήποτε από στιχουργικής πλευράς είναι ένα σκληρό άλμπουμ, που λέει αλήθειες για τη ζωή στη Νέα Υόρκη, όχι εκείνη τη γυαλισμένη, που πουλιέται στους παγκόσμιους τουρίστες, αλλά την άλλη των αποσαθρωμένων συνοικιών, οι κάτοικοι των οποίων (βασικά μειονότητες) ζουν αποκλεισμένοι από κάθε δυνατότητα ή ευκαιρία, έχοντας να αντιμετωπίσουν κατά πρώτον τη συστημική βία. Αυτήν καυτηριάζει το "YRU Still Here?" και πάνω στην ενδυνάμωση των εν λόγω κοινωνικών περιθωρίων βασίζεται η (στιχουργική) ύπαρξή του.
Μουσικά, τώρα, το όλον πράγμα είναι απρόβλεπτο. Ο Marc Ribot και οι φίλοι του στήνουν ένα ιδιότροπο σκηνικό με νύξεις παρμένες από μεγάλες στιγμές της μαύρης μουσικής (The Last Poets, Gil Scott-Heron, Oscar Brown Jr. κ.ά.), ανακατεύοντας με στοιχεία τζαζ, φανκ, πανκ, r&b ακόμη και progressive ροκ! Το αποτέλεσμα είναι ένα εκρηκτικό ηλεκτρικό χαρμάνι, που σμπαραλιάζει τα πάντα στο διάβα του.
8.
THOUGHT GANG (ANGELO BADALAMENTI – DAVID LYNCH): Thought Gang
[USA. Sacred Bones Records]
Είναι μία από τις κυκλοφορίες της χρονιάς όχι μόνο γιατί έχουμε να κάνουμε μ' ένα άλμπουμ που υπογράφουν οι Angelo Badalamenti και David Lynch, κάτω από το όνομα Thought Gang, ηχογραφημένο στις αρχές των 90s, αλλά και γιατί το περιεχόμενο είναι τέτοιο, που θα αιτιολογούσε ακόμη και τους διθυράμβους.
Ακούγοντας τις πρώτες νότες, τα πρώτα δυο-τρία tracks από το "Thought Gang" και διαβάζοντας τους στίχους τού David Lynch στο ένθετο η σκέψη γυρίζει αμέσως πίσω στο παλιό Twin Peaks, που παιζόταν και στην ελληνική τηλεόραση (στην ET1) στις αρχές της δεκαετίας του '90. Και αυτό δεν είναι τυχαίο.
Το άλμπουμ των Thought Gang είναι ηχογραφημένο, κυρίως, στο διάστημα Μάιος 1992-Μάιος 1993, εκτός από δύο tracks, που είναι γραμμένα το 1991. Μάλιστα, αυτά τα δύο tracks είναι και τα μόνα γνωστά, αφού περιλαμβάνονταν σ' ένα CD εκείνης της εποχής, που αφορούσε στο prequel του Twin Peaks.
Το άλμπουμ είναι... επτάστερο, σε στιγμές εντελώς διαφορετικό από τα γνωστά OSTs του Badalamenti (για τις ταινίες του Lynch), αλλά και με κάποιες κοινές συνιστώσες, αν συζητάμε για το αυστηρά κινηματογραφικό έργο τού αμερικανού συνθέτη.
Η τζαζ, στο πιο ελεύθερο κομμάτι της (αυτό που λέμε free), έχει ισχυρή παρουσία εδώ, αλλά δεν είναι μόνη. Υπάρχει και το ροκ, το blues (σε τελείως... διεστραμμένες ή απλώς διεστραμμένες εκδοχές) και βεβαίως η σκληρή ηλεκτρονική ambience (ανακατεμένη με ροκ improv στοιχεία), που κυριαρχεί σε κάμποσα tracks. Τι άλλο;
Εντυπωσιακές μουσικές ακούγονται στο "Thought Gang" από τον Angelo Badalamenti, αλλά και ανάλογα λόγια από τον David Lynch, τα οποία απαγγέλλει ο ίδιος. Λόγια σκοτεινά, που συνδέουν πάθη, σχέσεις και χωρισμούς μ' αυτή την ασυνείδητη μαγεία των κινηματογραφικών εικόνων του.
9.
VIBRAVOID: Vibrations from the Cosmic Void
[GER. Stoned Karma]
Οι Vibravoid είναι μια... παλαιολιθική μπάντα κάπως all around. Οι άνθρωποι είναι με τα μπούνια χωμένοι στον παλαιό ψυχεδελικό ήχο, που φτάνει μέχρι το δικό τους krautrock (ναι, Γερμανοί είναι), τον οποίο επαναφέρουν στο τώρα μ' ένα σύγχρονο και πληθωρικό πρόσωπο.
Φαίνεται, ή μάλλον είναι σίγουρο, πως γουστάρουν πολύ αυτό που κάνουν, αλλιώς δεν εξηγείται εύκολα τέτοια προσήλωση και τέτοιο «χάσιμο» στις παλαιές και ακαταμάχητες αξίες.
Τracks πνιγμένα στα εφφέ και την ψυχεδελική παραζάλη με υπαινιγμούς από Hawkwind, Cosmic Dead, Tangerine Dream, Michael Hoenig, Klaus Schulze και Pink Floyd (για να πούμε μερικά βασικά), που αποτελούν το καλύτερο εισιτήριο για ένα ακαταμάχητο όσο και... ασφαλές ψυχεδελικό ταξίδι.
10.
WEB WEB: Dance of the Demons
[GER. Compost]
Πολυεθνικό συγκρότημα, που παίζει ethnic-oriental hard bop / σόουλ τζαζ /spiritual τζαζ και... σπέρνει.
Λέμε για τους Web Web, που αποτελούνται από τον Ιταλό Roberto Di Gioia πιάνο, όργανο, fender rhodes, κρουστά, τον γνωστό μας Ούγγρο Tony Lakatos τενόρο, σοπράνο (παλαιός συνεργάτης του Γιώργου Τρανταλίδη από τις πάλαι ποτέ Debrecen Jazz Days του 1982), δύο Γερμανούς, τον μπασίστα Christian Von Kaphengst και τον ντράμερ Peter Gall και ακόμη, σαν special guest, αλλά πολύ βασικό καθότι έχει συν-γράψει τις επτά από τις εννέα συνθέσεις του άλμπουμ, τον Μαροκινό Majid Bekkas σε φωνητικά, gembri και qarqabou (καστανιέτες των νομάδων).
Στο άλμπουμ καταγράφονται εννέα κομμάτια, τα οποία έχουν το groove στο είναι τους. Είτε αυτό είναι περισσότερο, γήινο, χορευτικό κ.λπ. είτε περισσότερο «φυλετικό», διανθισμένο με στοιχεία «πνευματικότητας» του '60 και ανακατεμένο με... διαστημικό Canterbury sound.
Ένα άπιαστο άλμπουμ, ένα από τα πανάξια «δεκάρια με τόνο» της χρονιάς που φεύγει.
Web Web - Meh Te
σχόλια