Γεννήθηκα σε ένα πολύ μικρό διαμέρισμα στα Ιλίσια. Ονομάστηκα Μαρίνα γιατί μέναμε ακριβώς απέναντι από την εκκλησία της Αγίας Μαρίνας. Ο μπαμπάς μου ήταν ένας ρομαντικός παραδοσιακός αριστερός, ΚΚΕ, και η μαμά μου μια πολύ γλυκιά εργοθεραπεύτρια στο Κέντρο Αποκατάστασης Σπαστικών Παιδιών. Πολύ σύντομα μετακομίσαμε στην Αγία Παρασκευή.
• Στα δέκα μου είχα μια πολύ τραυματική εμπειρία. Μπήκα στο χειρουργείο για ένα απλό χειρουργείο σκωληκοειδίτιδας, κάτι πήγε στραβά και έπαθα σηπτικό σοκ. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να μείνω έναν ολόκληρο χρόνο στο κρεβάτι. Ξαφνικά, από ένα πολύ κοινωνικό και χαρούμενο παιδάκι, έγινα ένα πάρα πολύ εσωστρεφές παιδί, πολύ διαφορετικό από τ’ άλλα, ανίκανο να τρέξει, που δεν μπορούσε να πάει σχολείο. Αυτό σημάδεψε όλη μου τη ζωή, γιατί ξαφνικά σταμάτησα να φοβάμαι. Ήταν μια εμπειρία που με γέμισε δύναμη και με έκανε καλύτερο άνθρωπο. Αν φτάσεις κοντά στον θάνατο στην τρυφερή παιδική ηλικία, μπορείς στο εξής να τον αντιμετωπίζεις πολύ διαφορετικά.
• Αυτό με καθόρισε. Όταν με ρωτούσαν τι θα γίνω, έλεγα «γιατρός», γιατί αυτό θα με έσωζε και θα βοηθούσα κι άλλα παιδιά να γίνουν καλά. Επειδή ήμουν εσωστρεφής, θεωρούσα ότι δεν ήμουν καθόλου καλή στα θεωρητικά μαθήματα, οπότε στράφηκα στα μαθηματικά. Πέρασα στην πρώτη μου επιλογή, στο τμήμα Μαθηματικών του Πανεπιστημίου Αθηνών, και αυτές ήταν οι πρώτες μου σπουδές, αν και δεν πήρα ποτέ το πτυχίο ‒ κι ας έφτασα πολύ κοντά. Σήμερα μπορώ να αναγνωρίσω ότι χάρισαν μεθοδικότητα στη σκέψη μου, γιατί τελικά τα μαθηματικά είναι ένας τρόπος σκέψης.
Κάποιες επιλογές σου μπορεί να αποβούν μοιραίες. Έκανα κάποιες κινήσεις που σήμερα δεν θα άφηνα έναν δικό μου άνθρωπο να κάνει, αν με ρώταγε. Αν δεν πάρεις ρίσκο όμως, δεν θα μάθεις ποτέ τι γίνεται παρακάτω στο παιχνίδι. Πρέπει να λες «ναι, θα συνεχίσω και στον επόμενο γύρο».
• Στο πανεπιστήμιο κατάλαβα ότι η εσωστρέφεια δεν θα με άφηνε να προοδεύσω ως άνθρωπος, έτσι είχα την ανάγκη να αλλάξω, να πάρω μια άλλη κατεύθυνση. Αποφάσισα να κάνω το απόλυτα εξωστρεφές: όχι μόνο να αλλάξω την καθημερινότητά μου αλλά και να μάθω να εκτίθεμαι. Αποφάσισα να σπουδάσω ηθοποιός για να μπορώ να εκφράζω αυτά που σκέφτομαι και αυτά που αισθάνομαι.
• Ως ηθοποιός έπαιξα πάρα πολύ λίγο. Όσο ήμουν ακόμη φοιτήτρια στη δραματική σχολή της Δήμητρας Χατούπη, κατάλαβα ότι με το να είσαι ηθοποιός δεν είσαι ο αρχηγός. Δεν είσαι εσύ αυτός που θα φτιάξει το παραμύθι και θα θέσει τους όρους. Είσαι ο εκτελεστής και θα πρέπει να αφεθείς στο όραμα κάποιου άλλου. Εγώ είχα τη δική μου κοσμοθεωρία και επειδή έκανα τέχνη γιατί ήθελα να πω κάτι, να εκφραστώ, γιατί ήταν εσωτερική ανάγκη, όχι ανάγκη προβολής, κατάλαβα ότι η σκηνοθεσία είναι αυτό που με εκφράζει.
Έτσι έκανα την πρώτη μου μικρού μήκους ταινία, τον Χρονοπειρατή, η οποία έχει να κάνει με την αναπηρία. Μεγαλώνοντας με μια μητέρα η οποία που δούλευε στην αποκατάσταση σπαστικών παιδιών, ήξερα ότι οι άλλοι άνθρωποι βλέπουν τους ανάπηρους με μια τελείως διαφορετική οπτική από τη δική μου, οπότε ήθελα να κάνω μια ταινία με την οποία να δείξω αυτή την οπτική. Γι’ αυτό έκανα την πρώτη μου ταινία.
• Βέβαια, όταν την πήγα στο φεστιβάλ, όλοι μου έλεγαν ότι η πρωταγωνίστριά μου, η παιδική μου φίλη, η Μαρία, ήταν μια πολύ ταλαντούχα και έξυπνη κοπέλα που μπορούσε να καταφέρει τα πάντα. Εγώ όμως δεν ήθελα να πω αυτό. Πολλές φορές οι ανάπηροι δεν μπορούν να καταφέρουν τα πάντα. Έτσι, έκανα μια εντελώς διαφορετική μικρού μήκους ταινία με πρωταγωνιστή τον Διονύση, ο οποίος είναι τετραπληγικός με νοητική υστέρηση. Ένας άνθρωπος που, δυστυχώς, δεν μπορεί να κάνει τίποτα μόνος του. Έκανα δύο διαμετρικά αντίθετες ταινίες για να πω αυτό που ήθελα.
Η τρίτη μου ταινία, η οποία επίσης έγινε από μια έντονη ανάγκη μου, ήταν το Σωματείο Ρακοσυλλεκτών, μια πολύ δύσκολη ταινία. Έμεινα κοντά στους ρακοσυλλέκτες δύο ολόκληρα χρόνια για να κερδίσω την εμπιστοσύνη τους, γιατί προερχόμουν από έναν τελείως διαφορετικό χώρο. Γι’ αυτούς ήμουν ουρανοκατέβατη. Την ταινία αυτή την έκανα γιατί η μητέρα του πατέρα μου ήταν για πολλά χρόνια ρακοσυλλέκτρια. Είχε ψυχιατρικά προβλήματα και της άρεσε να μαζεύει πράγματα από τα σκουπίδια. Για την οικογένεια η γιαγιά ήταν κάτι που δεν συζητιόταν. Κι επειδή δεν ήθελα να αισθάνομαι άσχημα όταν μιλούσα για τη γιαγιά μου, σκέφτηκα ότι, αν έκανα μια ταινία για τους ρακοσυλλέκτες, όποτε με ρωτούσαν «γιατί αποφάσισες, μικρό κορίτσι, να ασχοληθείς με τους ρακοσυλλέκτες;», να λέω «μα, ήταν και η γιαγιά μου!». Έτσι έφυγε όλο αυτό το πράγμα από πάνω μου και το απενοχοποίησα.
• Έκανα πάρα πολλά ντοκιμαντέρ στην πορεία, και για την τηλεόραση ‒ πάντα ψάχνω να βρω πώς με «ακουμπάει» κάθε θέμα. Ακόμα και παραγγελία να είναι, πρέπει να ακουμπήσει μέσα μου για να μπορέσω να το κάνω και πάντα βρίσκω κάτι με το οποίο να ταυτιστώ. Η αφετηρία μου ήταν πάντα ψυχοθεραπευτική και παρόλο που έχω μπει πιο επαγγελματικά στον χώρο κι έχω περάσει σε άλλο επίπεδο, μου αρέσει να γνωρίζω ανθρώπους και τις ιστορίες τους, να μαθαίνω τον εαυτό μου μέσα από τις ιστορίες των άλλων. Είναι ένα πολύ περίεργο δούναι και λαβείν το να γνωρίζεις τον εαυτό σου μέσα από τον άλλον, θέλει πολύ μεγάλο δόσιμο όλο αυτό. Κι έχει πάρα πολύ μεγάλο ενδιαφέρον.
• Νομίζω ότι κάνω την πιο ωραία δουλειά του κόσμου. Ξυπνάω κάθε πρωί με τρομερή όρεξη να δουλέψω, γι’ αυτό δεν με νοιάζουν οι πολλές ώρες δουλειάς. Λατρεύω τη δουλειά μου και νομίζω ότι δεν υπάρχει πιο μεγάλη ευτυχία από το να μπορείς να συνδυάσεις την επιβίωσή σου με την έκφραση. Επίσης, μαθαίνω συνέχεια κάτι καινούργιο και μου αρέσει πάρα πολύ να μπαίνω σε καινούργιους κόσμους. Οι φίλοι μου γελούν μαζί μου γιατί ταυτίζομαι με κάθε θέμα με το οποίο καταπιάνομαι. Π.χ. κάνω ένα ντοκιμαντέρ για τα τατουατζίδικα και θέλω να γεμίσω τατουάζ. Μετά κάνω τα μεταλάδικα και παρόλο που δεν έχω ακούσει ποτέ στη ζωή μου μέταλ, αναρωτιέμαι τι έκανα στην εφηβεία μου, γιατί αυτή είναι η απόλυτη μουσική! Αυτό θεωρώ εξέλιξη, το να μαθαίνεις και να ταυτίζεσαι, ενώ, μετά από κάποιο καιρό, κάνεις πολλές αναγνώσεις. Η αντιληπτικότητά σου οξύνεται.
• Από πάρα πολύ μικρή, η ανάγκη να αλλάζω συνέχεια δρόμο και ο χωρίς φόβο πειραματισμός μου, τα οποία ενέχουν ένα ρίσκο τεράστιο, έχουν ορίσει τη ζωή μου. Έχω αποφασίσει πολλές φορές να αλλάξω τη ζωή μου, συνεχώς παίρνω αποφάσεις. Το τελευταίο μεγάλο γεγονός της ζωής μου είναι ότι, μετά την απώλεια του Νίκου (σ.σ. Τριανταφυλλίδη), που έμεινα για αρκετό καιρό μόνη μου, ερωτεύτηκα ξανά, παντρεύτηκα τον Οκτώβριο και έγινα και μαμά. Αυτό είναι για μένα η επόμενη διαφορετική πίστα, κάτι πολύ χαρμόσυνο. Ξαφνικά, νιώθεις ότι υπάρχει ένας άλλος άνθρωπος που εξαρτάται από σένα.
• Κάποιες επιλογές σου μπορεί να αποβούν μοιραίες. Έκανα κάποιες κινήσεις που σήμερα δεν θα άφηνα έναν δικό μου άνθρωπο να κάνει, αν με ρώταγε. Αν δεν πάρεις ρίσκο, όμως, δεν θα μάθεις ποτέ τι γίνεται παρακάτω στο παιχνίδι. Πρέπει να λες «ναι, θα συνεχίσω και στον επόμενο γύρο».
• Το πιο ριψοκίνδυνο πράγμα που έχω κάνει είναι να ανοίξω εταιρεία στην Ελλάδα, όπου η επιχειρηματικότητα αντιμετωπίζεται πολλές φορές ως έγκλημα. Όταν άνοιξα την εταιρεία, την άνοιξα καθαρά και μόνο για να κάνω καλλιτεχνικά έργα, να κάνω ταινίες, που στην Ελλάδα έχουν έσοδα μηδέν και πάντα μπαίνουν μέσα. Νομίζω ότι αυτό ήταν το μεγαλύτερο ρίσκο που έχω πάρει, που εκείνη τη στιγμή δεν το συνειδητοποιούσα. Μάλλον είχα άγνοια κινδύνου, γι’ αυτό και οι Αισθηματίες, που ήταν η πρώτη μου δουλειά, ήταν καταστροφή. Ήταν η πρώτη παραγωγή της εταιρείας μου, μια ταινία του Νίκου Τριανταφυλλίδη, που ήταν ο σύντροφός μου. Ουσιαστικά, άνοιξα την εταιρεία γιατί κανείς δεν ήθελε να τη χρηματοδοτήσει και έπρεπε να έχει μια νομική μορφή. Είπα του Νίκου: «Μη στενοχωριέσαι, θα ανοίξω εγώ μια εταιρεία».
Η ταινία, όσο περνάει ο καιρός, αποκτάει ένα cult following, το οποίο τώρα έχω αρχίσει κι εγώ να το συνειδητοποιώ ‒ ο Νίκος ήταν πάρα πολύ χαρούμενος με αυτή την εξέλιξη. Ήταν μια ταινία που έγινε χωρίς πολλά χρήματα. Η μόνη που μας βοήθησε ήταν η Θεοδώρα Βαλέντη, πολύ καλή φίλη και αγαπημένη του Νίκου, η συμπαραγωγός της ταινίας. Μας έδωσε κάποια χρήματα, αλλά με τους Αισθηματίες συνέβη το εξής: από τα χρήματα που θα έδινε η συμπαραγωγός στην Κύπρο πήραμε τα μισά, επειδή τον Μάρτιο έγινε το κραχ. Τον Ιούνιο, που τελειώσαμε τα γυρίσματα και περιμέναμε να πάρουμε τα λεφτά από τις οφειλές της ΕΡΤ, έπεσε το μαύρο στην ΕΡΤ και τον Ιούλιο, που ήταν να περάσει από το διοικητικό συμβούλιο του Ελληνικού Κέντρο Κινηματογράφου για να αποφασιστεί η χρηματοδότηση, παραιτήθηκε ο πρόεδρος και η διαδικασία καθυστέρησε. Οπότε, ενώ η ταινία ήταν άρτια καλλιτεχνικά και ήμασταν πάρα πολύ ευχαριστημένοι, για μένα ήταν μια οικονομική καταστροφή. Η απόλυτη καταστροφή. Έτσι είναι οι αισθηματίες ‒«όποιοι είναι αισθηματίες, την πατάνε στη ζωή». Απλώς είχα ένα ΑΦΜ που ήταν μέσα ογδόντα χιλιάδες ευρώ.
• Δεν το έβαλα κάτω όμως, γιατί είμαι φύσει αισιόδοξη. Δεν απογοητεύτηκα καθόλου, είπα «θα κάνουμε κι άλλες ταινίες, κάτι θα βγει». Μας πήρε κάποια χρόνια να συνέλθουμε από αυτό το οικονομικό σοκ, γιατί δεν γνώριζα κιόλας πώς γίνεται μια παραγωγή, με αποτέλεσμα να έχω κάνει όλους τους υπολογισμούς λάθος. Οικονομικά ήταν όλα λάθος και καλλιτεχνικά, όλα τέλεια.
• Ο Νίκος ήταν ο απόλυτος αισθηματίας. Είχε ένα συγκλονιστικό πάθος, γι’ αυτό είχε πολύ μεγάλο ενδιαφέρον να είσαι μαζί του, γιατί δεν ήξερες τι σου ξημερώνει. Έλεγες: «τι θα με βρει σήμερα; Κάτι θα γίνει, δεν μπορεί». Και ήμασταν σε μια διαρκή περιπέτεια. Μετά τους Αισθηματίες, σχεδόν αμέσως, πήραμε τα Στέκια. Μετά από δική μου πίεση, στη δική μου εταιρεία. Είπαμε «ας κάνουμε κάτι που να είναι πιο safe» και τον έπεισα να καταθέσουμε την πρόταση. Του έδωσα ένα μπουκάλι Jack Daniels και του είπα «γράψε τώρα κάτι που δεν θα μπει τόσο μέσα» ‒ το έχει πει ο ίδιος σε συνέντευξή του. Έτσι ξεκίνησαν τα Στέκια, από μια πρόταση ανάμεσα σε εξακόσιες άλλες, όταν άνοιξε το ΝΕΡΤ.
• Οι πρώτες σπουδές του Νίκου ήταν κοινωνιολογίας, μετά σπούδασε σινεμά. Είχε, λοιπόν, μια πολύ καλή οπτική πάνω στις υποκουλτούρες και στον αγοραίο πολιτισμό. Ήταν και ένας άφοβος άνθρωπος και απενοχοποιημένος. Το μότο του καλτ κινηματογράφου που διοργάνωνε ήταν «πάμε ενάντια στη σοβαροφάνεια, πάμε κόντρα, θα βγούμε από τα λαγούμια μας και θα σας επιτεθούμε». Μισούσε τους ανθρώπους που έπαιρναν πάρα πολύ σοβαρά τον εαυτό τους. Είχε ένα φοβερό χιούμορ και όλο αυτό είχε και μια αθωότητα. Μια περίεργη αθωότητα.
• Τους δύο πρώτους κύκλους από τα Στέκια τους κάναμε μαζί με τον Νίκο. Όταν έφυγε από τη ζωή εκείνος, έπρεπε να πάρω μια απόφαση, αν θα συνεχίσω ή όχι. Επειδή σκηνοθετούσα τα μισά επεισόδια και επειδή η παραγωγή ήταν δική μου, θεώρησα ότι δεν είχε κάνει τον κύκλο της και ότι ο Νίκος θα ήθελε να συνεχίσω. Έτσι, ζήτησα από την ΕΡΤ να πάρω ξανά τα Στέκια, όπερ και εγένετο. Έγιναν συνολικά εβδομήντα δύο ντοκιμαντέρ. Ένας τεράστιος αριθμός, με μια θεματολογία που σιγά-σιγά άνοιγε. Μέχρι που αισθάνθηκα ότι αυτό το πράγμα έκανε τον κύκλο του, έτσι τον Σεπτέμβριο του ’20 κάναμε το τελευταίο στέκι, τα «Στέκια του Νίκου Τριανταφυλλίδη», ένα επεισόδιο αφιερωμένο στον Νίκο. Με αυτόν τον τρόπο έκλεισε αυτή η πολύ ωραία ιστορία για μένα, που είναι μια ιστορία ζωής. Πάρθηκαν πάνω από 1.400 συνεντεύξεις συνολικά και νομίζω ότι όλο αυτό θα μείνει στη δημόσια τηλεόραση ως προίκα. Είναι μια πολύ ωραία καταγραφή ενός αγοραίου πολιτισμού που σπανίως και δύσκολα προσεγγίζεται από τα μέσα.
• Νομίζω πως το υλικό δεν τελειώνει ποτέ. Ακολούθησε το Κλεινόν Άστυ, δώδεκα επεισόδια, και τώρα εγκρίθηκε ο δεύτερος κύκλος, άλλα δεκαέξι, συνολικά είκοσι οκτώ. Δηλαδή έχουμε κάνει εκατό ντοκιμαντέρ και όλο αυτό δεν τελειώνει, γιατί συνέχεια γεννιούνται ιδέες. Οι άνθρωποι, οι ιστορίες τους δεν τελειώνουν ποτέ, αρκεί να είσαι ανοιχτός. Πρωταγωνιστής μπορεί να γίνει οποιοσδήποτε, όλοι έχουν κάτι να αφηγηθούν. Το πρόβλημα είναι ότι δεν έχουμε μάθει να ακούμε, να ακούμε τον διπλανό μας.
• Το Κλεινόν Άστυ έχει κάτι που δεν είχαν τα Στέκια. Η βεντάλια ανοίγει αρκετά, ώστε η θεματολογία μας να αγγίζει και ιστορικά θέματα και πιο εναλλακτικά. Βασικό περιβάλλον είναι πάντα η Αθήνα. Νομίζω ότι αυτό το μωσαϊκό και όλα τα παράδοξα που συνυπάρχουν σε αυτή την πόλη, αυτά την κάνουν γοητευτική, η συνύπαρξη παράδοξων ανθρώπων και γεγονότων. Δεν είναι όμορφη πόλη. Είναι γοητευτική. Είναι κάτι πολύ διαφορετικό. Άλλος τη βρίσκει γοητευτική και άλλος όχι. Τη γοητεία πρέπει να εξασκηθείς για να την αγαπήσεις. Δεν είναι Παρίσι. Συνυπάρχουν Ευρώπη και Βαλκάνια και Ανατολή.
• Με γοητεύουν οι μειονότητες και οι αθέατοι άνθρωποι ίσως γιατί αισθάνομαι κι εγώ μία από αυτούς. Ταυτίζομαι σε έναν βαθμό, ίσως γιατί αισθάνομαι κι εγώ έξω από τα νερά μου. Με έχουν αλλάξει πάρα πολύ αυτοί οι άνθρωποι. Καταρχάς, έχω μάθει πάρα πολλά πράγματα. Από τους ρακοσυλλέκτες έμαθα τη χαρά του ενός ποτηριού κρασί στις δέκα το πρωί, έξω, την ώρα που πουλάς πάνω στην κουβέρτα. Βλέπεις τι είναι χαρά γι’ αυτόν τον άνθρωπο και λες «γιατί κι εγώ δεν αισθάνομαι την ίδια χαρά; Γιατί εγώ θέλω περισσότερα για να είμαι ευτυχισμένη;». Οπότε επαναξιολογείς λίγο τι σημαίνει χαρά, τι σημαίνει ευτυχία, ευτυχισμένη στιγμή. Έχω δει και σκληρά πράγματα, ανθρώπους που έχουν φτάσει στο όριο του κυνισμού και λες ότι εγώ δεν είμαι αυτό. Βλέπεις τα όριά σου, γνωρίζεις τον εαυτό σου. Δεν είσαι πάντα μαζί τους. Μπορεί να είσαι και απέναντι ή να σε φτάνουν στα όριά σου. Άρα, ξαφνικά, κάπου οριοθετείσαι κι εσύ ως άνθρωπος.
• Υπάρχει κόσμος που αγνοεί ότι η Μαρίνα του Gagarin είναι η ίδια Μαρίνα των Στεκιών και του Κλεινόν Άστυ. Εγώ, βέβαια, ζω εδώ και χρόνια ανάμεσα σε αυτές τις δύο ζωές.
• Έχω μεγάλη ανεκτικότητα γενικά. Και επειδή πάντα ψάχνω στον άλλον το σημείο που θα τον πιάσω και θα ταυτιστώ μαζί του, πολύ δύσκολα θα εκνευριστώ. Με ενοχλεί να μην μπορείς να ακούσεις καθόλου αυτό που σου λέει ο άλλος, να είσαι κλειστός. Να φοράς παρωπίδες και να μη θέλεις καθόλου να τον καταλάβεις. Να μην καταβάλλεις προσπάθεια. Αυτό είναι κάτι που με ενοχλεί και με στενοχωρεί αλλά και με βγάζει από τα ρούχα μου, αν είναι οριακό.
• Με εκνευρίζει πάρα πολύ η μεγάλη ανοχή που δείχνει η κοινωνία στη βία. Έχω βρεθεί στη λαϊκή αγορά της Κυψέλης, όπου ένας χρήστης ουσιών έχει κλέψει ένα πορτοφόλι και φεύγει παραπατώντας, δεν έχει χτυπήσει κάποιον. Τον πιάνουν, τον ρίχνουν κάτω και τον κλοτσάνε στο κεφάλι. Και είμαι η μόνη που έχω βγάλει το κινητό μου και ουρλιάζω «αφήστε τον άνθρωπο». «Μα έχει κλέψει» λένε και συνεχίζουν να τον κλοτσάνε στο κεφάλι. Τον χρήστη. Κανένας δεν με υπερασπίστηκε. Έβγαλα το κινητό και τραβούσα φωτογραφίες γιατί ήταν ο μόνος τρόπος για να σταματήσω τη βία. Αυτό με βγάζει από τα ρούχα μου. Δεν μπορεί να υπάρχει τόση βία.
• Ήταν αυτό που συνέβη και στον Ζακ που τον λιντσάρανε στη μέση του δρόμου, μέρα μεσημέρι. Οι νοικοκύρηδες, αν είσαι έξω από τη δική τους νόρμα θα σου επιτεθούν, μπορεί και να σε σκοτώσουν. Και είναι κοινωνικά αποδεκτό αυτό και το συζητάμε, η βία των νοικοκυραίων γίνεται θέμα συζήτησης και δεν είναι καταδικαστέα άμα τη εμφανίσει. Είναι τρελό.
• Μου αρέσει πάρα πολύ να ταξιδεύω. Για καιρό και εκτός Ελλάδας, πάρα πολύ. Αλλά επειδή δεν μπορούμε να ταξιδεύουμε συνέχεια, ταξιδεύουμε μέσα στην πόλη μας και συνέχεια γνωρίζουμε κάτι καινούργιο. Τώρα έχω αφοσιωθεί στον γάμο και στο παιδί μου, εκτός από τη δουλειά. Νομίζω ότι η μητρότητα είναι πολύ σημαντική, αλλά μπορείς να τη συνδυάσεις με όσα κάνεις. Η πρόκληση των γυναικών που αποφασίζουν να γίνουν μητέρες σήμερα είναι να μπορούν να συνεχίσουν τη ζωή τους. Πάντα υπό ένα άλλο πρίσμα, αλλά συνεχίζοντας πραγματικά. Γιατί μια ευτυχισμένη μαμά είναι καλή μαμά. Μια δυστυχισμένη μαμά, που θα αλλάξει η ζωή της, μπορεί να μην είναι καλή μαμά.
• Η ζωή μου έχει μάθει να είμαι αισιόδοξη και να μην τη φοβάμαι. Να είμαι κατά πάνω. Ο άντρας μου με κοροϊδεύει, αλλά εγώ, ό,τι και να συμβαίνει, και το χειρότερο πράγμα, πάντα βλέπω μισογεμάτο το ποτήρι. Θα πω «αχ, τι, μας έσκασε το λάστιχο; Καλύτερα, γιατί κουράστηκα να οδηγώ. Κάηκε το φαγητό; Καλύτερα, ίσως γιατί είναι ανοιχτό το αγαπημένο μας εστιατόριο και θα παραγγείλουμε ντελίβερι». Έτσι κι αλλιώς, δεν μαγειρεύω καλά. Αυτή η υπέρμετρη αισιοδοξία και το καλό που θα βρω μέσα σε ό,τι και να συμβαίνει είναι κάτι που διδάχτηκα από τη ζωή. Και έτσι πορεύομαι.
Ολόκληρη η σειρά ντοκιμαντέρ «Κλεινόν Άστυ - Ιστορίες της πόλης» της Μαρίνας Δανέζη προβάλλεται από την ErtFlix. Το Gagarin θα ανοίξει μόλις το επιτρέψουν οι συνθήκες.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.