23/12: Η μέρα που θα τιμωρηθούμε για τις αμαρτίες μας
Ξυπνάω με γδαρμένο λαιμό. Κάνω το 6ο self test μέσα σε τρεις μέρες. Βγαίνει αρνητικό, αλλά επιμένω ότι πρέπει να κάνουμε μοριακό. («Έλεος, με το PCR 60 ευρώ το άτομο», «100 rapid έχουμε κάνει», «Θα πάω να το κάνω και αν θα βγει αρνητικό, θα σου κοπανάω συνέχεια ότι με έβαλες να το κάνω»).
Βγαίνουμε και οι δύο θετικοί. Εμείς φταίμε. Το Σάββατο, για πρώτη φορά μετά από μήνες, βγήκαμε μαζί σε μπαρ, μεθυσμένοι από την απρόσμενη ελευθερία του babysitting. Δεν ήμασταν οι μόνοι. Οι δρόμοι ήταν φρακαρισμένοι με αμάξια, τα πεζοδρόμια ήταν γεμάτα κόσμο κάτω από τα χριστουγεννιάτικα φώτα. Παρατήσαμε το αμάξι κάπου στην Ομήρου και αρχίσαμε να περπατάμε σαν υπνωτισμένοι οπαδοί κάποιας ουράνιας φωτεινής προφητείας προς την Κολοκοτρώνη.
Μέσα στο μπαρ είχε πρώιμο 2019 – κανένας έλεγχος για πιστοποιητικό, κάπνισμα παντού, αλλά χωρίς τασάκια (για να σβήνεις το αποτσίγαρο με το τακούνι στο παρκέ), ενώ ένας βετεράνος καραφλός DJ έπαιζε περήφανα παλιακές ροκιές.
Εκείνη την ώρα γνώριζα κατά βάθος πως αυτό που έκανα ήταν ηλίθιο. Έχω περάσει μήνες που προσέχω μην κολλήσω και έχω ένα παιδάκι δεκάεξι μηνών στο σπίτι, που το προσέχουν παππούδες και γιαγιάδες. Παρ’ όλα αυτά, είχα κάνει την τρίτη δόση πριν από δεκαπέντε μέρες, οπότε είπα ψέματα στον εαυτό μου πως θα ήταν οk. Δεν ήταν.
Αναρωτιέμαι τι ακριβώς εννοούν αυτοί που λένε ότι ο Covid είναι μια γριπούλα ή να κολλήσουμε όλοι να τελειώνουμε. Αυτή η αρρώστια δεν έχει τίποτα το αναμενόμενο, ούτε κάποια γραμμική πορεία. Κάθε μέρα είναι και μια έκπληξη. Πολλές φορές η πορεία της θυμίζει καρδιογράφημα – καλά, λίγο πιο καλά, κακά, χάλια, καλά, μέτρια.
25/12: Τα Χριστούγεννα της γλυκιάς μιζέριας
Oι γονείς μου μας αφήνουν φαγητό έξω από την τζαμαρία της εξώπορτας. Φοράμε όλοι μάσκες και χαιρετιόμαστε αγωνιστικά. Απομακρύνονται για να ανοίξω την πόρτα και να πάρω το φαγητό. Είμαστε και οι δύο απύρετοι και με καλό οξυγόνο (το οξύμετρο έχει γίνει κάτι σαν το απόλυτο γκάτζετ του σπιτιού), αλλά μόνο ασυμπτωματικά δεν το περνάμε.
Εγώ έχω ένα παράξενο σφίξιμο στο στήθος, σαν ένα μεγάλο, βαρύ χέρι να μου πατάει αποφασιστικά το στέρνο. Ο Θ. έχει τρομερούς πόνους στην πλάτη και δεν μπορεί να σηκωθεί από το κρεβάτι, να ντυθεί ή να γδυθεί μόνος του. Του βάζω και του βγάζω τις κάλτσες του σαν δούλα σε βιβλική ιστορία.
Ντύνουμε τον μικρό με μια στολή Άγιου Βασίλη που του αγόρασε η νονά του και τρώμε ζεσταμένη γέμιση και γαλοπούλα – μια εικόνα γλυκιάς μιζέριας.
28-30/12: «Μια γριπούλα είναι»
Ο μικρός βγαίνει θετικός. Περνάω τα βράδια στην πολυθρόνα με το μωρό γαντζωμένο πάνω μου σαν κοάλα, να βογκάει από τον πυρετό.
Ένα πρωί, δεν θυμάμαι ποιο, γιατί οι μέρες είναι όλες ίδιες, γύρω στις 6, πριν καν χαράξει, με πιάνει απόγνωση. Νιώθω πραγματική απελπισία. Κοντεύει να μου στρίψει από την αϋπνία, την ανησυχία και την κούραση. Αναρωτιέμαι τι ακριβώς εννοούν αυτοί που λένε ότι ο Covid είναι μια γριπούλα ή να κολλήσουμε όλοι να τελειώνουμε.
Αυτή η αρρώστια δεν έχει τίποτα το αναμενόμενο, ούτε κάποια γραμμική πορεία. Κάθε μέρα είναι και μια έκπληξη. Πολλές φορές η πορεία της θυμίζει καρδιογράφημα – καλά, λίγο πιο καλά, κακά, χάλια, καλά, μέτρια. Επίσης, αν είναι έτσι ο Covid με τρία εμβόλια, δεν θέλω καν να φανταστώ πως θα ήταν χωρίς εμβόλιο.
1/1
Είμαστε και οι τρεις καλά, αλλά ακόμα θετικοί. Κανονικά αυτές τις μέρες θα ήμασταν στην Καρδαμύλη σε μια εκδρομή με φίλους, αλλά, αντί γι’ αυτό, ζούμε σε κατ’ οίκον περιορισμό – και τσακωνόμαστε για το τι φαγητό θα παραγγείλουμε.
Το μόνο καλό είναι πως ο μικρός έχει ξαναβρεί τον κεφάτο εαυτό του. Σηκώνει θριαμβευτικά ξύλινα παιχνίδια πάνω από το κεφάλι του, σκαρφαλώνει από την πολυθρόνα στην αλλαξιέρα, σπρώχνει πολυθρόνες και μετά κάνει τσουλήθρα. («Το παιδάκι σας έχει πολύ δυνατά χέρια», μου είπε πριν από λίγο καιρό μια παιδαγωγός. «Α, ωραία», ψέλλισα αμήχανα).
Σκέφτομαι πόσο παράξενη είναι και αυτή η Πρωτοχρονιά. Αν μου έλεγε κάποιος πέρσι, τέτοια μέρα, ότι μέσα σε έναν χρόνο θα είχα προλάβει να κάνω τρία εμβόλια και να νοσήσω, σίγουρα δεν θα τον πίστευα.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.