«Η ΕΛΛΑΔΑ ΕΙΝΑΙ ΜΙΑ ΧΩΡΑ με καταπληκτική ποιότητα ζωής. Αν μπορεί να προσφέρει καλή εργασία και καλές απολαβές, για κάποιον ο οποίος είναι Έλληνας η επιστροφή είναι περίπου μονόδρομος και αυτό είναι κάτι που αρχίζουμε και το βλέπουμε να γίνεται», είπε προ ημερών ο πρωθυπουργός σε επίσκεψή του στα γραφεία της εταιρίας Viva Wallet. Δήλωση που, εκτός από τα –πες αναμενόμενα– πυρά της αντιπολίτευσης προκάλεσε κακό χαμό στα social media.
Μα, ήταν τόσο φάουλ αυτό που είπε; Μήπως απλώς ψαχνόμαστε για «καβγά»; Είναι δηλαδή μύθος ότι ζούμε στη χώρα «πρώτο τραπέζι πίστα» με τις 211 μέρες ηλιοφάνεια τον χρόνο κατά μέσο όρο, με το κλίμα, τις φυσικές ομορφιές και τα μνημεία της να την καθιστούν από τους ελκυστικότερους προορισμούς στην Ευρώπη όχι μόνο για τουρισμό αλλά και για διαμονή;
«Greece, a small piece of heaven on earth», «Destination Serenity, Joy, Relaxation, Rejuvenation» καυχιούνται τα διαφημιστικά σλόγκαν του ΕΟΤ, ψέματα λένε;
Τα περισσότερα διαφημιστικά σλόγκαν ακόμα κι όταν λένε αλήθειες –ή δυνάμει αλήθειες– τείνουν να υπερβάλλουν, να τις ωραιοποιούν ή να μην τις λένε ολόκληρες. Έτσι λειτουργεί η διαφήμιση, έτσι όμως δεν πρέπει υποτίθεται να λειτουργεί η πολιτική, ακόμα κι αν συχνότατα οι πολιτικές δηλώσεις περισσότερο στοχεύουν στην επικοινωνιακή διαχείριση –και άρα στη διαφήμιση– παρά στο να απαντήσουν ειλικρινά στις ανάγκες και τις αγωνίες των πολιτών.
Η χώρα με την «καταπληκτική ποιότητα ζωής» είδε να αυξάνεται κατακόρυφα μέσα σε μια δεκαετία η χρήση ναρκωτικών και αντικαταθλιπτικών ουσιών, είναι επιπλέον 58η στο δείκτη διαφθοράς, σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας για το ’21, και 70ή αναφορικά με την ελευθερία του Τύπου κατά τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (RFS).
Η επίμαχη πρωθυπουργική δήλωση ξεκινάει από μια δυνάμει αλήθεια για να καταλήξει σε ένα οδυνηρό ψέμα. Τα στερεότυπα δεν είναι αναληθή: Η Ελλάδα ως τόπος είναι ή μάλλον θα μπορούσε πράγματι να είναι μια υπέροχη χώρα για να ζεις –όχι η ωραιότερη, ούτε είναι παντού το ίδιο ωραία– για όλα αυτά που μας μακαρίζουν οι Βορειοευρωπαίοι φίλοι μας, τον ήλιο, τη θάλασσα, το ήπιο κλίμα, τη χαλαρότητα, την ευζωία, την ανοιχτοσύνη των ανθρώπων, μολονότι ακόμα κι αυτά είναι πια υπό αναίρεση. Το κλίμα αλλάζει, καιγόμαστε στους καύσωνες, πνιγόμαστε στις πλημμύρες, αποκλειόμαστε και στα χιόνια, στις θάλασσές μας πνίγονται πρόσφυγες και προγραμματίζονται εξορύξεις υδρογονανθράκων.
Η χαλαρότητα και η ευζωία ανήκουν σε ένα αχνό παρελθόν, οι άνθρωποι έχουν ξεφύγει από τις κρίσεις που στριμώχνονται στην πόρτα τους και τη χρόνια έκθεσή τους σε τοξικές κουλτούρες και υποκουλτούρες, σε παρωχημένα εθνικά και πολιτικά και εκπαιδευτικά αφηγήματα και στο κυνήγι μιας επιβίωσης ολοένα πιο επισφαλούς.
«Χῶρες τοῦ ἥλιου καὶ δὲν μπορεῖτε ν᾿ ἀντικρίσετε τὸν ἥλιο. Χῶρες τοῦ ἀνθρώπου καὶ δὲν μπορεῖτε ν᾿ ἀντικρίσετε τὸν ἄνθρωπο», έγραφε ο Σεφέρης σε καιρούς επίσης ταραγμένους αλλά πιο αισιόδοξους, όπου η ζωή δεν είχε τόσο φτηνύνει – είχαμε κάποτε να λέμε για τη χαμηλή εγκληματικότητα και τα «ανοικτά παράθυρα», όμως, πια, και σκληρό έγκλημα υπάρχει, έγκλημα που ενίοτε διαπλέκεται και με διαδρόμους της εξουσίας, και βία διάχυτη, βία ρατσιστική, οπαδική, οικογενειακή, έμφυλη, κρατική, βία δυστοπική που δεν γυρεύει καν αφορμές.
Αλλά και στατιστικά να το πάρουμε, η 51η θέση που κατέλαβε πέρσι η χώρα στην Παγκόσμια Έκθεση Ευτυχίας του ΟΗΕ δεν είναι και η πιο επίζηλη. Να είναι άραγε εγκυρότερη η αντίστοιχη έκθεση του US News and World Report που μας «ανεβάζει» στην 27η;
Η πραγματικότητα πάντως λέει ότι την προηγούμενη δεκαετία κάπου μισό εκατομμύριο συμπολίτες μας ξενιτεύτηκαν αναζητώντας αλλού μια καλύτερη τύχη. Το «brain drain» παίρνει παραμάζωμα τα καλύτερα και κατά τεκμήριο προοδευτικότερα μυαλά. Οι περισσότεροι έχουμε έναν ή παραπάνω φίλους και γνωστούς που ζουν κι εργάζονται στο εξωτερικό είτε σπουδάζουν –πάλι στο εξωτερικό– με σκοπό να το καταφέρουν. Ξέρουμε, αλήθεια, πολλούς που να θέλουν να επιστρέψουν μόνιμα; Ελάχιστοι το επιχειρούν από όσους έχουν καταφέρει να ορθοποδήσουν στην αλλοδαπή.
«Νόστιμον το ήμαρ», πλην όμως οι χαμηλές αμοιβές ακόμα και σε δουλειές που έχουν ένα κάποιο πρεστίζ, το δυσανάλογα ακριβό κόστος ζωής, η έλλειψη ευκαιριών και υποδομών και η αυξανόμενη εργασιακή ασυδοσία απωθούν.
Η Ελλάδα με τα 774 ευρώ βασικό μισθό (στην καλύτερη των περιπτώσεων) βρίσκεται βαθμολογικά κοντά στη «ζώνη υποβιβασμού» της Ευρωζώνης, πίσω ακόμα κι από τη Ρουμανία, έχει το δεύτερο μεγαλύτερο ποσοστό ανεργίας στην Ευρωζώνη, το ακριβότερο ρεύμα στην Ε.Ε. (227,3 έφτασε η μεγαβατώρα τον Ιανουάριο) και τη δεύτερη ακριβότερη βενζίνη (στοιχεία Ευρωπαϊκής Επιτροπής), έχει επίσης έναν από τους μεγαλύτερους δείκτες θανάτων από Covid συγκριτικά με τον πληθυσμό και τα κρούσματα.
Η χώρα με την «καταπληκτική ποιότητα ζωής» είδε να αυξάνεται κατακόρυφα μέσα σε μια δεκαετία η χρήση ναρκωτικών και αντικαταθλιπτικών ουσιών, είναι επιπλέον 58η στον δείκτη διαφθοράς, σύμφωνα με έκθεση της Διεθνούς Διαφάνειας για το ’21, και 70ή αναφορικά με την ελευθερία του Τύπου κατά τους Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα (RFS),
Οι διεθνείς συγκυρίες παίζουν σίγουρα τον ρόλο τους, σημασία έχει όμως και πώς αντιδρά μια κυβέρνηση, ένα πολιτικό σύστημα αλλά και μια ολόκληρη κοινωνία στις προκλήσεις. Και το καταρχήν ζητούμενο σε αυτήν τη χώρα σήμερα δεν είναι μια «καταπληκτική» αλλά μια τουλάχιστον αξιοπρεπής ποιότητα ζωής, μια ζωή που να έχει κάποιο δικό της όνειρο να πιστέψει, μια ζωή που να αξίζει τελικά να βιωθεί ή να της δοθεί μια δεύτερη ευκαιρία στον τόπο αυτό, κι ας μη μοιάζει και τόσο με εκείνη που προβάλλουν οι διαφημιστικές καμπάνιες του ΕΟΤ και τα γραφεία δημοσίων σχέσεων των κυβερνώντων της. Και που ο «μονόδρομος» που προορίζεται για τους ξενιτεμένους της να μην είναι σπαρμένος από τις μαύρες πέτρες που έριξαν πίσω τους φεύγοντας.