Οι ανταποκρίσεις του και οι εκπομπές του όπως η «Εμπόλεμη Ζώνη» μάς έκαναν όλους μάρτυρες και κοινωνούς μοναδικών ιστοριών από τις τέσσερις γωνιές του πλανήτη που είχαν στον πυρήνα τους τη σύγκρουση και τον άνθρωπο. Ο Σωτήρης Δανέζης μιλούσε άλλοτε για πολέμους και άλλοτε για σύγκρουση συμφερόντων, θρησκειών, πολιτισμών, για οικονομικές και κοινωνικές αντιπαραθέσεις, δίνοντας βήμα σε όσους ήθελαν να ακουστεί η φωνή τους.
Δεν έχει πολύ καιρό που επέστρεψε από τη Μαριούπολη, συντετριμμένος όσο ποτέ πριν εξαιτίας μιας θηριωδίας που, όπως εξηγεί, δεν περίμενε να αντικρίσει στην Ευρώπη του εικοστού πρώτου αιώνα. Αυτά και άλλα πολλά ξεδιπλώνει στη συνέντευξη που ακολουθεί λίγο πριν από τα εγκαίνια της νέας έκθεσης φωτογραφιών του από την εικοσάχρονη περιδιάβαση ανά τον πλανήτη με τίτλο «Non-Returns» στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά.
— Όταν αποφάσισες να σπουδάσεις Δημοσιογραφία στην Αγγλία είχες στο μυαλό σου αυτό που κάνεις όλα αυτά τα χρόνια;
Δημοσιογραφία ήθελα να κάνω, αλλά σε εκείνη την ηλικία δεν είχα κατασταλάξει αν θα ήταν τηλεοπτική, έντυπη, έρευνα, ρεπορτάζ στην Ελλάδα ή ανταποκρίσεις για μεγάλα διεθνή θέματα.
— Το ενδιαφέρον σου ήταν αποκλειστικά το πολιτικό ρεπορτάζ;
Ένας καθηγητής μου έλεγε ότι «ο δημοσιογράφος είναι αυτός που γράφει το πρώτο draft της Ιστορίας». Αν Ιστορία είναι ένα μεγάλο ψηφιδωτό, ο δημοσιογράφος βάζει τις πρώτες ψηφίδες. Εκείνα τα χρόνια μού ακουγόταν πολύ ιδιαίτερο και συναρπαστικό να βρίσκεσαι εκεί όπου γράφεται η Ιστορία, στα μεγάλα γεγονότα, στις πιο «θερμές» περιοχές του πλανήτη. Εκεί είναι που η μηχανή της Ιστορίας κινείται.
Οι δημοσιογράφοι είναι οι μάρτυρες της τραγωδίας του πολέμου και εκείνοι που φέρνουν στο φως τα εγκλήματα που συντελούνται σε κάθε σύγκρουση εις βάρος των αμάχων. Στον πόλεμο στη Συρία έγιναν φρικαλεότητες, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τη χώρα για λόγους ασφαλείας. «Η δημοκρατία πεθαίνει στο σκοτάδι» είναι το σλόγκαν της «Washington Post».
— Ιστορία είναι μόνο οι πόλεμοι;
Όχι βέβαια, συμβαίνουν τόσα σημαντικά γεγονότα που επηρεάζουν τις ζωές όλων μας και μας αφορούν άμεσα ή έμμεσα. Δυστυχώς ο πόλεμος είναι ένα γεγονός που σημαδεύει τις ζωές των ανθρώπων, αλλάζει σύνορα κρατών, έχει σοβαρό αντίκτυπο σε πολύ περισσότερους ανθρώπους απ’ όσους εμπλέκονται σε μια σύγκρουση. Είναι μια κορυφαία ανθρώπινη τραγωδία.
— Άρχισες να δημοσιογραφείς σε εποχή που η ελληνική ιδιωτική τηλεόραση κάλυπτε πια η ίδια τα διεθνή γεγονότα. Πώς ξεκίνησες τις διεθνείς ανταποκρίσεις;
Ήταν ένα ανοιξιάτικο πρωινό του 1996, είχα πάει νωρίς στο γραφείο. Οι ειδήσεις έφταναν τότε στην αίθουσα σύνταξης με ένα τηλεφώνημα ή ένα τηλεγράφημα που έσκαγε σαν βόμβα στα δημοσιογραφικά γραφεία. Η αιγυπτιακή τρομοκρατική οργάνωση Γκαμά αλ Ισλαμίγια είχε γαζώσει με σφαίρες δύο λεωφορεία με τουρίστες στο Κάιρο, πιστεύοντας πως είναι Ισραηλινοί. Είχε πάρα πολλούς νεκρούς και τραυματίες και ήταν όλοι Έλληνες.
Ο τότε διευθυντής μου άρχισε να ψάχνει απεγνωσμένα στην αίθουσα ποιος είχε μαζί του διαβατήριο. Για άγνωστο μέχρι σήμερα λόγο, είχα στην τσάντα μου διαβατήριο. Μου λέει σε μισή ώρα φεύγει από την Ελευσίνα ένα C130, κοίτα να το προλάβεις. Πήγα στο Κάιρο για να καλύψω το γεγονός και κάπως έτσι ξεκίνησα να κάνω αυτού του είδους τις αποστολές και τα θέματα στην Ελλάδα και στο εξωτερικό.
Το ’97 βρέθηκα στην Αλβανία, στη μεγάλη «κρίση των πυραμίδων» και του παραλίγο αλβανικού εμφυλίου, το ’99 κάλυψα τους νατοϊκούς βομβαρδισμούς στο Κόσοβο, το 2000 πήγα στο Mega και συνέχισα με τέτοιου είδους διεθνείς ανταποκρίσεις, όπως τα γεγονότα της 11ης Σεπτεμβρίου στη Νέα Υόρκη, ο πόλεμος στο Ιράκ, το τσουνάμι στη Νοτιοανατολική Ασία κ.ά.
— Το Κόσοβο το τελευταίο διάστημα επανέρχεται στη δημόσια συζήτηση με αναφορές στους βομβαρδισμούς στην πρώην Γιουγκοσλαβία.
Η Ιστορία γράφεται με μια απόσταση από τα γεγονότα. Νομίζω πως όλοι γνωρίζουν πλέον τι συνέβη στο Κόσοβο και τι συνέβη κατά τη διάρκεια των νατοϊκών βομβαρδισμών. Βρέθηκα σε πολλά βομβαρδισμένα χωριά όπου δεν υπήρχε η παραμικρή παρουσία σερβικού στρατού για να «δικαιολογήσει», έστω ως παράπλευρη απώλεια, τις απώλειες των αμάχων από απαγορευμένες βόμβες διασποράς. Υπήρχαν περιοχές με έντονη στρατιωτική παρουσία, όπου οι βομβαρδισμοί θα έλεγε κανείς πως στόχευαν τον σερβικό στρατό. Σε άλλα σημεία όμως, μέναμε με την απορία γιατί να βομβαρδίζονται κατοικημένες περιοχές, προκαλώντας τόσο πολλούς άδικους θανάτους.
Έχω καλύψει τόσο πολλά διαφορετικά μέτωπα και αργότερα, με την «Εμπόλεμη Ζώνη», βρέθηκα σε τόσες διαφορετικές συγκρούσεις ανά τον κόσμο, που μου είναι πάρα πολύ δύσκολο να αναλύσω τη βία και τη φρίκη του πολέμου αναζητώντας ποιος έχει δίκιο και ποιος άδικο. Όταν χάνονται ανθρώπινες ζωές και στοχοποιούνται άμαχοι θα έχει πάντα άδικο ο επιτιθέμενος και πάντα δίκιο τα θύματα.
— Διαφέρει κάτι το σήμερα από το παρελθόν;
Όσα συμβαίνουν στην Ουκρανία σοκάρουν και όχι άδικα. Βλέπουμε δρόμους σπαρμένους με πτώματα αμάχων, πόλεις ισοπεδωμένες όπως η Μαριούπολη, ανθρώπους δεμένους πισθάγκωνα, πυροβολημένους εξ επαφής, αιχμαλώτους πολέμου που εκτελούνται, εικόνες που νομίζαμε ότι αφήσαμε πίσω μας στον άγριο εικοστό αιώνα. Εικόνες από τις πιο αιματοβαμμένες σελίδες της παγκόσμιας ιστορίας και από πολέμους που δεν θα βλέπαμε ξανά στην Ευρώπη, στις μέρες μας.
— Τρομερές εικόνες είδαμε τα τελευταία χρόνια και από το ISIS.
Ναι, είδαμε ένα ισλαμικό τρομοκρατικό κίνημα που πιστεύει ότι ο κόσμος πρέπει να γυρίσει στον έβδομο αιώνα, να κατακρεουργεί όλους όσοι θεωρούνται άπιστοι. Εδώ, στην Ουκρανία, έχουμε κάτι διαφορετικό. Μιλάμε για τακτικό στρατό που επιβάλλει στρατιωτικές τακτικές πολιορκίας και εξουθένωσης του άμαχου πληθυσμού, πυροβολεί αμάχους καθώς διασχίζει και εγκαταλείπει χωριά και κωμοπόλεις, βομβαρδίζει ανελέητα και αδιακρίτως κατοικημένες περιοχές. Οι εικόνες από τη Μαριούπολη θυμίζουν το Γκρόζνι της Τσετσενίας το 2000 και το Χαλέπι της Συρίας. Στην Ουκρανία έχουν καταστρατηγηθεί όλοι οι κανόνες, ακόμη και αυτοί οι κανόνες του πολέμου.
— Γιατί συμβαίνει αυτό;
Στρατιωτικοί αναλυτές λένε πως οφείλεται στο ότι οι τακτικές που χρησιμοποιεί ο ρωσικός στρατός με την ευρεία χρήση πυροβολικού και πολλαπλών εκτοξευτών ρουκετών, στο έδαφος όπου διεξάγονται οι μάχες και στο γεγονός ότι ο πόλεμος μεταφέρεται στους δρόμους των πόλεων, σε αστικό περιβάλλον, και διεξάγεται από γειτονιά σε γειτονιά, από δρόμο σε δρόμο, από σπίτι σε σπίτι. Στη Μαριούπολη βλέπουμε στις εικόνες να έχουν ισοπεδωθεί ολόκληρα οικοδομικά τετράγωνα, υπάρχουν περιοχές δίχως ίχνος ζωής.
Φταίει ο τρόπος που έμαθαν να πολεμούν οι Τσετσένοι, οι οποίοι τώρα δρουν στην περιοχή, φταίνε οι εντολές που έχουν από τα επιτελεία τους για περισσότερες επιτυχίες στα πεδία των μαχών; Δεν υπάρχουν δικαιολογίες γι’ αυτή την καταστροφή και τη φρίκη.
— Έχεις αντικρίσει φοβερές βαρβαρότητες όλα αυτά τα χρόνια. Γιατί σε σοκάρουν ακόμα;
Γιατί δεν παύεις να είσαι άνθρωπος και να ελπίζεις πως σήμερα είναι αλλιώς, ο κόσμος είναι αλλιώς, δεν είμαστε στη Ρουάντα το 1994, στη σφαγή ενός εκατομμυρίου ανθρώπων, έχουμε αφήσει πίσω μας τη Γιουγκοσλαβία και τη Σεμπρένιτσα. Η Ουκρανία δεν βρίσκεται στον δρόμο μιας χούφτας παρανοϊκών τζιχαντιστών, ο πόλεμος, όσο σκληρός κι αν είναι, έχει κανόνες, πρέπει να έχει κανόνες.
— Ποια είναι η πιο σκληρή εικόνα που έχει μείνει ανεξίτηλη στη μνήμη σου;
Στο Κόσοβο, λίγα χιλιόμετρα βόρεια της Πρίστινα, Πρωτομαγιά του 1999. Μας είπαν πως βομβαρδίστηκε ένα λεωφορείο την ώρα που περνούσε μια μικρή γέφυρα. Όταν φτάσαμε εκεί είδαμε τη φωτιά να σιγοκαίει στις παραμορφωμένες μαύρες λαμαρίνες. Ήταν κομμένο στα δύο, το μισό βρισκόταν κάτω από τη γέφυρα, μαζί με πολλούς απανθρακωμένους και διαμελισμένους επιβάτες. Ήταν ένα εφιαλτικό σκηνικό και μια φρικτή και παράξενη εικόνα από μακριά ο τρόπος που ο θάνατος συνυπήρχε με τη ζωή.
Κάτω από τη γέφυρα περνούσε ένα ρυάκι, το τοπίο ήταν καταπράσινο, γεμάτο λουλούδια. Εκεί, σε αυτό το ανοιξιάτικο τοπίο, κείτονταν τα πτώματα δέκατα-δεκαπέντε ανθρώπων. Λίγο πιο πέρα θυμάμαι έναν πανύψηλο στρατιώτη που ούρλιαζε, έκλαιγε και κάρφωνε μια ξιφολόγχη στο χώμα. Έβλεπα μόνο την πλάτη του, κάτι υπήρχε στη γη μπροστά στα πόδια του. Καθώς πλησίασα είδα το χέρι ενός μωρού παιδιού. Μας είπαν ότι ο στρατιώτης είχε βάλει νωρίτερα στο λεωφορείο τη γυναίκα του και το παιδί του για να τους στείλει στο Βελιγράδι.
— Είναι πολύ φορτισμένο αυτό που περιγράφεις, αλλά δεν είδες παρόμοιες δραματικές εικόνες και σε άλλα μέρη του κόσμου;
Ο βομβαρδισμός της Βαγδάτη το 2003, η αμερικανική επιχείρηση «Σοκ και δέος» είναι από αυτά τα γεγονότα που δύσκολα μπορείς να περιγράψεις.
— Και ένα ξενοδοχείο γεμάτο διεθνείς ανταποκριτές να παρακολουθούν το θέαμα. Θυμάμαι τις ανταποκρίσεις σου από το ξενοδοχείο Palestine.
Πάντα, σε κάθε πόλεμο, υπάρχει ένα ξενοδοχείο που φιλοξενεί τους περισσότερους ξένους ανταποκριτές. Θυμάμαι πιο έντονα την τελευταία μέρα, την ημέρα της εισόδου των Αμερικανών στη Βαγδάτη, όταν ο όροφός μου δέχτηκε τα πυρά και στο απέναντι δωμάτιο σκοτώθηκαν δύο συνάδελφοί μας.
— Ωστόσο είναι ειρωνικό να παρακολουθούν οι δημοσιογράφοι από ασφαλή απόσταση.
Οι δημοσιογράφοι είναι οι μάρτυρες της τραγωδίας του πολέμου και εκείνοι που φέρνουν στο φως τα εγκλήματα που συντελούνται σε κάθε σύγκρουση εις βάρος των αμάχων. Στον πόλεμο στη Συρία έγιναν φρικαλεότητες, οι περισσότεροι δημοσιογράφοι είχαν αναγκαστεί να εγκαταλείψουν τη χώρα για λόγους ασφαλείας. «Η δημοκρατία πεθαίνει στο σκοτάδι» είναι το σλόγκαν της «Washington Post».
— Θα συνέκρινες τα μεγάλα κοινωνικά θέματα με πολεμικές συρράξεις;
Τα ταπεινά ανθρώπινα ένστικτα οδηγούν στη σύγκρουση, σε κάθε είδους σύγκρουση. «Ο πόλεμος είναι η συνέχεια της πολιτικής με άλλα μέσα» έλεγε ο θεωρητικός του πολέμου Κλαούσεβιτς. Η βία και η σύγκρουση μοιάζουν να είναι στοιχείο της ανθρώπινης φύσης. Τουλάχιστον στα γεγονότα και στις καταστάσεις που βίωσα, στις ιστορίες που ακολούθησα, αυτό ήταν ένα από κοινά στοιχεία. Ακόμη και όταν δεν κρατούσε όπλο κανείς, εν καιρώ ειρήνης, σε μεγάλες φυσικές καταστροφές, όπως στον τυφώνα Κατρίνα στη Νέα Ορλεάνη.
— Και με τις συνέπειες που βιώνουν οι ανήμποροι και οικονομικά αδύναμοι.
Και με το πώς αντιμετωπίζει το κράτος τέτοιους είδους καταστροφές ή κοινωνικές εντάσεις.
— Στην Αμερική έκανες ενδιαφέροντα ρεπορτάζ για την Κου Κλουξ Κλαν. Ένας διαχρονικός πόλεμος δεν είναι κι αυτός;
Κοίτα, η Κου Κλουξ Κλαν σήμερα είναι μια μεγάλη οικογένεια. Δεν βρισκόμαστε πια στη δεκαετία του ’20 που είχε 4 εκατ. οπαδούς με κουκουλοφόρους να κάνουν παρελάσεις στις μεγάλες πόλεις. Σήμερα έχεις πολλούς μικρούς πυρήνες τέτοιων ανόητων ρατσιστών που εξακολουθούν να πιστεύουν στην ανωτερότητα της λευκής φυλής, ζητούν κάτι απίθανα πράγματα, όπως το να φύγουν οι ξένοι από την Αμερική, εξακολουθούν να προωθούν μια ακραία ιδεολογία που η κοινωνία στο μεγαλύτερο μέρος της έχει απορρίψει.
— Την έχει όντως απορρίψει;
Όταν μπήκαμε στο αρχηγείο της Κου Κλουξ Κλαν, Πρόεδρος των Ηνωμένων Πολιτειών ήταν ένας Αφροαμερικανός. Προφανώς και η πλειονότητα των Αμερικανών έχει απορρίψει τον ρατσισμό. Δεν νομίζω πως συμφωνεί κανένας μαζί τους όταν λένε πως «κακώς δίνεται ανθρωπιστική βοήθεια σε τριτοκοσμικές χώρες στην Αφρική, γιατί αυτό βοηθάει τους Αφρικανούς να αναπαράγονται». Τέτοιες εκφράσεις ακούγαμε στις ομιλίες τους στο οικογενειακό συνέδριο της Κου Κλουξ Κλαν.
Από την άλλη, βέβαια, δεν πρέπει να μας εκπλήσσει αυτή η ακραία ρητορική, ούτε βέβαια η ύπαρξη τέτοιων ρατσιστών. Δεν χρειάζεται να ταξιδέψεις μέχρι το Άρκανσο για να τους συναντήσεις. Πριν από λίγο καιρό, στη χώρα όπου ζούμε, κάποιοι έκαναν παρελάσεις με πυρσούς, χαιρετούσαν ναζιστικά με τα «καθαρά χέρια» και ήθελαν να ακονίζουν τις ξιφολόγχες στα πεζοδρόμια.
— Τι εξακολουθεί να σε εκπλήσσει;
Το ότι ο άνθρωπος, οι οργανωμένες κοινωνίες, τα έθνη, δεν μαθαίνουν από τα σφάλματα, με αποτέλεσμα η Ιστορία να επαναλαμβάνεται ως φάρσα, που συνήθως τη διαδέχεται μια τραγωδία.
— Δεν νιώθεις ότι οι περισσότερες πολιτικές ηγεσίες διεθνώς δεν γνωρίζουν Ιστορία και θέλουν να ικανοποιούν το κοινό αίσθημα των πολιτών τους;
Είναι μια μεγάλη συζήτηση το τι γνωρίζουν και τι θέλουν. Κι εμείς, ως πολίτες, τι κάνουμε; Σε κάθε περίπτωση, εμείς δεν εκλέγουμε τους ηγέτες μας;
— Τι σε κάνει να επιστρέφεις συνεχώς στο πεδίο των μαχών;
Η επανάληψη της ίδιας ιστορίας, ως φάρσα και ως τραγωδία. Επιστρέφω ως δημοσιογράφος, για τους ίδιους λόγους που πήγα εξαρχής. Όπως και όλοι όσοι καλύπτουμε αυτά τα γεγονότα, απ’ όλο τον κόσμο, επιστρέφουμε για να γίνουμε τα μάτια εκείνων που θέλουν να γνωρίζουν τι συμβαίνει και η φωνή όσων δεν φτάνει η φωνή τους ως τα σπίτια μας.
— Υπάρχει κάτι που πάντα αναζητάς επιστρέφοντας;
Ίσως, υποσυνείδητα, δεν έχω κάνει ψυχανάλυση. Ο επιμελητής της νέας μου φωτογραφικής έκθεσης στη Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά εντόπισε μετά από ώρες στο φωτογραφικό μου αρχείο ένα επαναλαμβανόμενο μοτίβο στη δουλειά μου και κάποια συγκεκριμένα patterns που μπορεί να έχουν τις απαντήσεις σε αυτές τις ερωτήσεις. Με δυο λόγια, αναγνώρισε ίδιες ή παρόμοιες εικόνες, σε διαφορετικά μέρη, σε διαφορετικό χρόνο. Ίσως αυτή να είναι μια τάση «επιστροφής» που λειτουργεί στο ασυνείδητο.
Το βέβαιο είναι ότι σε πολλές από αυτές τις καταστάσεις, γεγονότα και κρίσεις βλέπεις πόσο κοντά είναι η ζωή στον θάνατο και πολλές φορές, όταν απομακρύνεσαι, όταν φεύγεις, αισθάνεσαι περισσότερο ζωντανός, σαν να τον έχεις ξορκίσει. Κάνεις πολλές σκέψεις όταν όλα έχουν τελειώσει, όταν έχεις ξεφύγει από τον κίνδυνο, όταν είσαι στην ασφάλεια του σπιτιού σου.
Έχω ξανασκεφτεί πολλές φορές κάποιες ριψοκίνδυνες αποφάσεις που πήραμε, ριψοκίνδυνες διαδρομές που κάναμε, κάποιες εικόνες που κυνηγήσαμε και ένα ρίσκο που δεν έπρεπε να πάρουμε. Με τους συνεργάτες μου έχουμε πει πολλές φορές επιστρέφοντας «αυτό το σημερινό δεν θα επαναληφθεί» και την επόμενη μέρα κάνουμε ακριβώς το ίδιο γιατί δεν γίνεται διαφορετικά. Ορισμένες φορές νιώθεις πολύ τυχερός που είσαι ζωντανός, έχεις αυτή την ικανοποίηση ότι γλίτωσες.
— Άρα, ο θάνατος είναι συνειδητά στο μυαλό σου…
Σε μια εμπόλεμη ζώνη ο θάνατος είναι γύρω σου, δεν είναι στο μυαλό. Τον βλέπεις, τον ακούς, τον συναντάς. Είναι στους ήχους των όπλων και των βομβών, στις εικόνες και στις λάμψεις των εκρήξεων, είναι στους εφιάλτες που θα δεις το βράδυ μετά από μια κουραστική μέρα, στις μαρτυρίες των ανθρώπων που σου διηγούνται δραματικές ιστορίες, στη λαχανιασμένη φωνή τους, είναι στις πληροφορίες, στις φήμες, στην αγωνία και στον τρόμο που «σκάβει» τα πρόσωπα, είναι στα καραβάνια των τρομαγμένων προσφύγων. Δεν μπορείς να τον αποφύγεις.
Δεν χρειάζεται να δεις νεκρούς ή κάποιον να πεθαίνει μπροστά σου. Το ίδιο και ο κίνδυνος. Τον νιώθεις, δεν είναι μόνο στο μυαλό σου. Καταβάλλεις προσπάθεια να τον τιθασεύσεις, να μην είσαι έρμαιο των συναισθημάτων σου. Σε απασχολούν άλλα πράγματα άλλωστε, ειδικά αν δουλεύεις στην τηλεόραση και έχεις διαδοχικές ανταποκρίσεις. Έχεις αρκετό άγχος να κάνεις σωστά τη δουλειά σου, να καταγράψεις τις εικόνες που θα πουν την ιστορία, να κρατήσεις ισορροπίες, να δώσεις ολοκληρωμένη την εικόνα, να «προστατεύσεις» αυτούς που πρέπει να προστατευτούν.
Στην Ουκρανία βλέπαμε ανθρώπους που μάζεψαν όλο τους το βιος σε μια πλαστική σακούλα, άφησαν πίσω τον παππού της οικογένειας που δεν ήθελε να εγκαταλείψει το σπίτι του, τον αποχαιρέτησαν χωρίς να ξέρουν αν θα τον ξαναδούν ζωντανό, οικογένειες που χωρίστηκαν γιατί οι άντρες δεν μπορούσαν να ακολουθήσουν. Μπροστά σε μια τέτοια καταιγιστική ανθρώπινη κρίση το μόνο που σε απασχολεί είναι να μεταφέρεις την ιστορία αυτών των ανθρώπων με τον καλύτερο τρόπο.
Το αν κινδυνεύεις, ή αν φοβάσαι, ή αν λυπάσαι θα το καταλάβεις πολύ αργότερα, όταν όλα έχουν τελειώσει. Τότε θα επεξεργαστείς ξανά όσα έζησες, θα τα φέρνεις στο μυαλό σου, μερικές από αυτές τις εικόνες και τις ιστορίες θα τις κουβαλάς μέσα σου για μια ζωή. Μέχρι την επόμενη φορά, μέχρι το επόμενο παρόμοιο γεγονός, όταν σε μια στιγμή θα έχουν όλα ξεχαστεί, θα ετοιμάζεις τα πράγματά σου και θα λες «θέλω να είμαι εκεί όσο γίνεται πιο γρήγορα».
Θυμάμαι πως μετά τον πόλεμο στο Ιράκ, μετά από εβδομήντα οκτώ μέρες στη Βαγδάτη, έκανα δύο μήνες να συνέλθω. Όταν καθάρισε το μυαλό μου, ξεκινήσαμε τη σειρά «Εμπόλεμη Ζώνη».
— Ωστόσο εσύ επιστρέφεις σε μια ασφάλεια, δεν μένεις πίσω.
Πώς αλλιώς θα μπορούσε να γίνει; Νιώθεις ανίκανος να βοηθήσεις τους ανθρώπους με τους οποίους έρχεσαι σε επαφή. Σχεδόν νιώθεις ενοχές που καλύπτεις τα γεγονότα και δεν είσαι ένας από αυτούς, που έχεις την τύχη και την ευκαιρία να απομακρυνθείς με ασφάλεια. Το μυαλό μας και το μυαλό όλων που παρακολουθούν τη δουλειά μας πρέπει να σε αυτούς που αφήνουμε πίσω.
— Ανάμεσα σε όσους συνάντησες, ποιος εκπροσωπούσε το απόλυτο κακό;
Δεν είναι λίγοι, τώρα μου έρχεται στον νου ο αρχηγός της Κου Κλουξ Κλαν. Κάποια στιγμή τον ρώτησα τι απαντά όταν τον αποκαλούν ρατσιστή και μου είπε ότι δεν ξέρει τι σημαίνει ρατσιστής, δεν καταλαβαίνει γιατί τον αποκαλούν ρατσιστή. Αλλά τι σημαίνει «απόλυτο κακό»; Είμαι σίγουρος ότι όλοι το έχουμε συναντήσει με κάποιον τρόπο. Δεν ξέρω αν αυτό που συζητάμε τώρα ως «απόλυτο κακό» φανερώνεται τόσο εύκολα στους δημοσιογράφους.
Θυμάμαι επίσης τον Γκαετάνο Γκράντο, τον νεαρότερο εκτελεστή της Κόζα Νόστρα, ένα πρώην Σικελό μαφιόζο, σήμερα προστατευόμενο μάρτυρα της ιταλικής αστυνομίας. Ο τρόπος που καυχιόταν για την πρώτη του δολοφονία σε ηλικία δεκαεπτά ετών πάγωνε το αίμα στις φλέβες σου. Ή τον διευθυντή των φυλακών στο Σεμπού τον Φιλιππίνων, έναν σαδιστή και απάνθρωπο τύπο που έβαζε τους κρατούμενους να χορεύουν με το ζόρι χορογραφίες κομματιών της δεκαετίας του ’80, κάνοντας λόγο για μια νέα μέθοδο σωφρονισμού.
— Η πιο σημαντική θετική προσωπικότητα που συνάντησες;
Έχω συναντήσει εκατοντάδες απλούς, θετικούς, όμορφους ανθρώπους. Οι ιστορίες και η ζωή τους είναι για βιβλίο. Τώρα μου έρχεται στο μυαλό ο αδελφός της Kim Phuc, του «κοριτσιού της Ναπάλμ», όπως την ονόμασαν. Η Kim Phuc με τον αδελφό της τρέχουν να ξεφύγουν από τις βόμβες που έχουν βάλει φωτιά στο χωριό τους, στη γνωστή φωτογραφία-σύμβολο του αντιπολεμικού κινήματος στον πόλεμο του Βιετνάμ.
— Μέσα στον ζόφο βρίσκεις χρόνο για φωτογραφικές εικαστικές αναζητήσεις;
Είχα πάντα τη μηχανή μαζί μου. Κάθε φωτογραφία είχε μια σκέψη ή ένα συναίσθημα που να συνδέεται με αυτή. Λένε πως η κάμερα είναι απλώς ένα μηχάνημα, ένα όργανο που μαθαίνει στους ανθρώπους πώς να βλέπουν τον κόσμο χωρίς την κάμερα.
Δεν είχα εικαστικές αναζητήσεις στις εμπόλεμες ζώνες. Οι φωτογραφικές εικόνες ήταν ένας διαφορετικός τρόπος για να διηγηθείς την ιστορία, ακόμα και όταν η Ιστορία έχει προχωρήσει και τίποτε από αυτά που κατέγραψες δεν ήταν εκεί την αμέσως επόμενη στιγμή. Κάθε φορά που κοιτάζουμε μια φωτογραφία, δεν την κοιτάζουμε με νοσταλγία; με μια επιθυμία επιστροφής σε αυτό που αποτυπώνει; Μπορείς να επιστρέψεις στην ίδια στιγμή, στα ίδια συναισθήματα, στο ίδιο περιβάλλον, στην ίδια κατάσταση;
Γύρω από αυτή την ατελέσφορη προσπάθεια επιστροφής δουλέψαμε και τη νέα μου έκθεση φωτογραφίας που παρουσιάζουμε στον Πειραιά. Η έκθεση με τίτλο «Non-Returns» που επιμελείται ο Βαγγέλης Ιωακειμίδης είναι η τρίτη μου και είναι μια συμπαραγωγή του Δήμου Πειραιά και του Εργαστηρίου Φιλοσοφίας και Φωτογραφίας.
— Η έκθεση συνοδεύεται από αντικείμενα που συλλέγεις στις αποστολές;
Ναι, από τα πιο «αθώα» μέχρι τα πιο θλιβερά. Έχω αρκετά από τη Βόρεια και Νότια Κορέα, την Ιαπωνία, από χώρες της Λατινικής Αμερικής και της Αφρικής. Από το Κόσοβο έφερα ένα πτερύγιο από πύραυλο Τόμαχοκ, από το Ιράκ την τράπουλα των αμερικανικών μυστικών υπηρεσιών με φωτογραφίες καταζητούμενων του καθεστώτος Σαντάμ Χουσεΐν, παιχνίδια από παιδικό σταθμό του Πρίπιατ, της πόλης των εργατών στον πυρηνικό σταθμό του Τσερνόμπιλ. Θα εκθέσουμε περισσότερα από εκατόν τριάντα αντικείμενα.
— Αντέχεις την ηρεμία της Αθήνας ή σε μαγνητίζει ο πόλεμος;
Λένε πως στη ζωή μάς μαγνητίζει ό,τι κρατάμε στη σκέψη μας. Κάθε μέρα που ξημερώνει αισθάνομαι τυχερός για την ηρεμία, την ειρήνη και την ευημερία που απολαμβάνουμε στον δυτικό κόσμο. Μαθαίνω να εκτιμώ καθετί που έχει αξία γύρω μου χωρίς να το θεωρώ δεδομένο, γνωρίζω και έχω δει πως σε κάποιες περιοχές του πλανήτη τίποτα δεν μπορεί να θεωρηθεί δεδομένο. Με αυτές τις σκέψεις δεν καταλαβαίνω πώς μπορεί να μαγνητίζει κάποιον η βία και η φρίκη του πολέμου.
Δημοτική Πινακοθήκη Πειραιά, Φίλωνος 29, Πειραιάς
15/04-29/05/2022
Εγκαίνια: Παρασκευή 15 Απριλίου 2022, στις 18.00
Ωράριο λειτουργίας: Καθημερινά 10.00 - 14.00 και 17.00 - 20.00