Το 2017 η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης απέκτησε τα αρχεία του Λου Ριντ, γνήσιου τέκνου της πόλης στην οποία κατοικούσε μέχρι το τέλος της ζωής του, και εμβληματικού συνθέτη και τραγουδιστή των θρυλικών Velvet Underground, με σκοπό να ψηφιοποιήσει και να προσφέρει στο κοινό τις χιλιάδες ηχογραφήσεις και τα γραπτά κείμενά του. Μια από τις πιο αγαπημένες βιβλιοθήκες του κοινού, η ιστορική Δημόσια Βιβλιοθήκη της 5ης Λεωφόρου, ανακοίνωσε την απόκτηση των αρχείων στις 2 Μαρτίου, ημέρα των γενεθλίων του Λου Ριντ, ο οποίος πέθανε το 2013 σε ηλικία 71 ετών.
«Το όνειρό μου πάντα ήταν η δουλειά του Λου, στο σύνολό της, να είναι προσβάσιμη στο κοινό», δήλωσε με ικανοποίηση η σύντροφός του, Λόρι Άντερσον.
Τα αρχεία περιλαμβάνουν 3.600 ηχητικές εγγραφές και 1.300 βίντεο, καθώς και γραπτά κείμενα και φωτογραφίες, σύμφωνα με τη Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης που εκθέτει ήδη δείγμα της νέας της συλλογής, όπως σημειωματάρια και ένα μέρος της αλληλογραφίας του.
Η επεξεργασία των αρχείων αυτών είναι το αποτέλεσμα της σχολαστικής συλλογής και ταξινόμησης που άρχισε η Λόρι Άντερσον αμέσως μετά τον θάνατο του συζύγου της. «Για να δεις μια ζωή στο σύνολό της χρειάζεται χρόνος. Στους κόλπους του νεοϋορκέζικου συγκροτήματος Velvet Underground, ο Λου Ριντ βύθισε τη ροκ στο σύμπαν της σύγχρονης τέχνης και αντλούσε τους στίχους του από μια ωμή πραγματικότητα φτιαγμένη από ναρκωτικά και σεξ. Το “The Velvet Underground and Nico”, που κυκλοφόρησε το 1967 σε παραγωγή Άντι Γουόρχολ, συνδύαζε τη γραφική τέχνη, με τη διάσημη μπανάνα στο εξώφυλλο του δίσκου, με το σκληρό ροκ, σε πλήρη αντίθεση με την ελαφριά ποπ που ήταν τότε της μόδας».
Καταλαβαίνει κάποιος ότι ο Ριντ μάζευε κάθε μικροαντικείμενο της καθημερινής ζωής του, ακόμα και αποδείξεις για αγορές καθημερινές όπως ο καφές και εντυπωσιακές όπως ένα κολάρο σκύλου με καρφιά που είναι σχεδόν βέβαιο ότι είναι αυτό που φορούσε στο εξώφυλλο του «Rock 'n' Roll Animal».
Αυτή είναι η μια όψη του ροκ σταρ, ενός διανοούμενου της μουσικής που η προσωπικότητά του ξεδιπλώνεται στην έκθεση «Lou Reed: Caught Between the Twisted Stars» η οποία παρακολουθεί την εξέλιξη ενός από τους θρύλους της μουσικής.
Η έκθεση στη Βιβλιοθήκη για τις Παραστατικές Τέχνες στο Lincoln Center, η οποία θα διαρκέσει έως τις 4 Μαρτίου 2023, έχει ένα δείγμα αντικειμένων από το πλήρες αρχείο του Ριντ, το οποίο περιλαμβάνει 2,5 terabytes ψηφιακών αρχείων, καθιστώντας το μία από τις μεγαλύτερες οπτικοακουστικές συλλογές της βιβλιοθήκης. Την επιμελήθηκαν ο Ντον Φλέμινγκ, μουσικός παραγωγός και αρχειοφύλακας, και ο Τζέισον Στερν, ο οποίος συνεργάστηκε με τον Λου Ριντ τα τελευταία χρόνια της ζωής του.
Οι άνθρωποι της Δημόσιας Βιβλιοθήκης της Νέας Υόρκης θεωρούν ότι το «ιερό δισκοπότηρο» της συλλογής αυτής είναι ένα κουτί που βρέθηκε στο γραφείο του Ριντ μετά τον θάνατό του το 2013. Όταν η Δημόσια Βιβλιοθήκη της Νέας Υόρκης απέκτησε το υλικό τέσσερα χρόνια αργότερα από τη Λόρι Άντερσον, οι αρχειονόμοι το άνοιξαν και έπαιξαν την κασέτα που περιείχε. Αυτό που βρήκαν ήταν μερικές από τις πρώτες γνωστές ηχογραφήσεις τραγουδιών που έγραψε ο Ριντ για τους Velvet Underground, σε απογυμνωμένες, σχεδόν φολκ ακουστικές εκδοχές που μπορεί να αφήσουν έκπληκτους τους θαυμαστές και τους μελετητές της μουσικής του.
Ο Ριντ έστειλε την κασέτα στον εαυτό του με σφραγίδα ταχυδρομείου της 11ης Μαΐου 1965 σε μια προσπάθεια να κατοχυρώσει τα πνευματικά του δικαιώματα και δεν την άνοιξε ποτέ. Το γιατί δεν την άνοιξε αλλά την κρατούσε τόσο κοντά του –βρισκόταν σε ένα ράφι γεμάτο με τα δικά του CD– είναι μυστήριο.
Όσο για τα άλλα εκθέματα, πρόκειται για βίντεο, αλληλογραφία, νομικά έγγραφα και μορφές τεκμηρίωσης που κυμαίνονται από φωτογραφίες μιας επίσκεψης στον Λευκό Οίκο το 1998 μέχρι ατελείωτες αποδείξεις μικροεξόδων από τη ζωή στον δρόμο τη δεκαετία του 1970. Υπάρχουν στοίβες από χειρόγραφα, στίχοι, ακόμη και ένα πανό της παρέλασης με γοργόνες του Coney Island από το 2010, όταν ο Ριντ και η Άντερσον ήταν βασιλιάς και βασίλισσα.
Το αρχείο είναι προσβάσιμο σε όλους, απλώς με την κάρτα της βιβλιοθήκης, αν και, όπως σημειώνει η Άντερσον, ο χαρακτήρας του ίδιου του Ριντ –οξύθυμος, συναισθηματικός, παθιασμένος με τον ήχο και την τεχνολογία– δεν μπορεί να αποτυπωθεί από τα αποκόμματά του. «Αυτή η συλλογή είναι για να εμπνεύσει τους ανθρώπους, αλλά δεν είναι και δεν μπορεί να είναι μια πραγματική εικόνα του ανθρώπου».
Για την έκθεση, η Λόρι Άντερσον δάνεισε μερικές από τις κιθάρες και τα όπλα τάι τσι του Ριντ, τα οποία δεν ανήκουν στο αρχείο της βιβλιοθήκης.
Η Άντερσον δήλωσε ότι αρχικά σκόπευε να δώσει το αρχείο στο Harry Ransom Center του Πανεπιστημίου του Τέξας στο Όστιν, το οποίο φιλοξενεί τα έγγραφα λογοτεχνικών γιγάντων όπως ο Τζέιμς Τζόις, ο Νόρμαν Μέιλερ και ο Ντον ΝτεΛίλο. Αλλά άλλαξε γνώμη το 2015 μετά την ψήφιση νόμου στο Τέξας που επέτρεπε την οπλοφορία σε πανεπιστημιουπόλεις.
Οι επισκέπτες μπορούν να ακούσουν ένα βίντεο με τον Ριντ να απαγγέλλει ήρεμα τους στίχους του «Romeo Had Juliette» από το άλμπουμ του 1989 «New York», την ποίηση του, να ακούσουν μουσική διαλογισμού, μια ροκ εν ρολ μελωδία για το τάι τσι, την πολεμική τέχνη που έγινε το μεγάλο πάθος του Ριντ στα τέλη της ζωής του και μια καθηλωτική εκδοχή του «Metal Machine Music», του άλμπουμ του 1975.
Ο Ριντ μάζευε κάθε μικροαντικείμενο της καθημερινής ζωής του, ακόμα και αποδείξεις για αγορές καθημερινές όπως ο καφές και εντυπωσιακές όπως ένα κολάρο σκύλου με καρφιά που είναι σχεδόν βέβαιο ότι είναι αυτό που φορούσε στο εξώφυλλο του «Rock 'n' Roll Animal».
Κρατούσε τις ευχετήριες κάρτες, αλλά και όλες τις κασέτες του, μάλιστα βρέθηκε και ένα άγνωστο μέχρι πρότινος τραγούδι, το «Open Invitation», που βρέθηκε σε μια κασέτα από τα μέσα της δεκαετίας του '80, και μια συνέντευξη με τον πρώην πρόεδρο της Τσεχίας Βάτσλαβ Χάβελ.
Για τη Λόρι Άντερσον αυτές οι κασέτες είναι ένα σημάδι της δαιδαλώδους πορείας που ακολούθησε ο Ριντ για να γίνει καλλιτέχνης. «Δεν γίνεσαι Λου Ριντ από τη μια μέρα στην άλλη» δήλωσε.
Στις 26 Αυγούστου 2022, η εταιρεία ειδικών επανεκδόσεων Light in the Attic θα εγκαινιάσει μια σειρά από αρχειακά άλμπουμ του Λου Ριντ με την κυκλοφορία του "«Words & Music, May 1965», με 11 κοψίματα από εκείνη την κασέτα που έστειλε στον εαυτό του το 1965, μαζί με άλλες πρώιμες ηχογραφήσεις.
Στο δωμάτιο ακρόασης της έκθεσης θα παίζουν εκδόσεις του «Metal Machine Music», διανθισμένες με την κασέτα «Electric Rock Symphony» και ένα κομμάτι από το ambient άλμπουμ του «Hudson River Wind Meditations» (2007). Το «Metal Machine Music» θα ακουστεί στην αρχική τετραφωνική του μίξη και οι ακροατές μπορούν να βιώσουν και ένα καθηλωτικό ζωντανό ντοκουμέντο του συγκροτήματος Metal Machine Trio του Ριντ από το 2009.
Σε μια συνέντευξή του, ο Raj Patel της Arup, της εταιρείας ακουστικής τεχνολογίας που έκανε την ηχογράφηση, όπως γράφουν οι ΝΥΤ, θυμήθηκε ότι συνάντησε τον Ριντ το 2008 και τον βρήκε γοητευμένο αλλά επιφυλακτικό απέναντι στη μορφή ηχογράφησης που του πρότεινε. Τελικά συμφώνησε να αφήσει την Arup να μαγνητοσκοπήσει μια παράσταση στη Νέα Υόρκη, με μικρόφωνα τοποθετημένα γύρω από τον χώρο και στη σκηνή, και ένα ακριβώς πίσω από το κεφάλι του Ριντ – για να ακούσουν οι ακροατές την παράσταση από τη δική του οπτική γωνία. Όταν την άκουσε ο Ριντ, τη σταμάτησε μετά από πέντε περίπου λεπτά, λέγοντας «είναι η καλύτερη ζωντανή ηχογράφηση που έχω ακούσει ποτέ».