Η Documenta, μια από τις από σημαντικές και ισχυρές διοργανώσεις τέχνης στον κόσμο, κινδυνεύει να κλείσει, κάτι που έχουν ζητήσει διάφοροι τοπικοί πολιτικοί παράγοντες και προηγούμενα χρόνια, εξαιτίας της φετινής διαμάχης που ξεπέρασε κάθε προηγούμενο. Η Documenta, που λειτουργεί με δημόσιο προϋπολογισμό 42 εκατομμυρίων ευρώ και είναι μια από τις μεγαλύτερες εκθέσεις τέχνης στον κόσμο, φέτος στο πρόγραμμά της συμπεριλαμβάνει 1.500 καλλιτέχνες. Οι διοργανωτές φιλοδοξούν να ξεπεράσουν και αυτή την κρίση, που δεν είναι η πρώτη στην πολυτάραχη και εντυπωσιακή ιστορία της.
Η κακή αρχή της φετινής 15ης έκδοσης της διεθνούς διοργάνωσης έγινε όταν ένα κεντρικό έργο, μια μεγάλη εγκατάσταση-πανό από την ινδονησιακή κολεκτίβα Taring Padi με τίτλο «People's Justice», που βρίσκεται μπροστά στο Φριντεριτσιάνουμ, το κεντρικό venue της Documenta 15, προκάλεσε σάλο ανάμεσα σε κοινό, επιμελητές και καλλιτέχνες για τον αντισημιτικό του χαρακτήρα. Στο κέντρο του έργου που έχει γίνει το 2002 μπορεί κανείς να δει μια φιγούρα που φαίνεται να είναι ένας ορθόδοξος Εβραίος με ένα «SS» στο καπέλο του, καθώς και ένα γουρούνι που φοράει κράνος με την ένδειξη «Mossad». Το πολιτικό πανό μήκους περίπου 60 μέτρων περιλάμβανε καρτουνίστικες απεικονίσεις ακτιβιστών που αγωνίζονται ενάντια στη στρατιωτική κυριαρχία της Ινδονησίας.
Η καλλιτεχνική κολεκτίβα κατηγορήθηκε ευθέως για αντισημιτισμό από τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης καθώς και από την πρεσβεία του Ισραήλ στη Γερμανία – η τελευταία εξέφρασε «αηδία» στους «Times of Israel» για την ένταξη του έργου τέχνης στην παγκοσμίου φήμης έκθεση.
Η κολεκτίβα Taring Padi ζήτησε συγγνώμη για τη διαμάχη που προκάλεσε το έργο, το οποίο παρουσιάζει τους στρατιώτες ως ζώα, σε μια κριτική στον καπιταλισμό και τη στρατιωτική βία, δηλώνοντας ότι δεν ήταν πρόθεσή της οι φιγούρες να θεωρηθούν αντισημιτικές, αλλά κανένας δεν φαίνεται να πιστεύει τους ισχυρισμούς τους.
Η κολεκτίβα Taring Padi ζήτησε συγγνώμη για τη διαμάχη που προκάλεσε το έργο, το οποίο παρουσιάζει τους στρατιώτες ως ζώα, σε μια κριτική στον καπιταλισμό και τη στρατιωτική βία, δηλώνοντας ότι δεν ήταν πρόθεσή της οι φιγούρες να θεωρηθούν αντισημιτικές, αλλά κανένας δεν φαίνεται να πιστεύει τους ισχυρισμούς τους, με τη διευθύντρια της Documenta να δηλώνει τη λύπη της επειδή η γιορταστική ατμόσφαιρα και όλες οι προσπάθειές της να φιλοξενηθούν στη διοργάνωση σπουδαία έργα επισκιάζονται τώρα από την υπόθεση του έργου των «underground» Taring Padi, και τελικά να παραιτείται.
Πρόσφατα ορισμένα μέλη του κυβερνητικού συνασπισμού της Γερμανίας ζήτησαν να κλείσει η Documenta έως ότου ελεγχθεί για περαιτέρω αντισημιτικά έργα, αφού προέκυψε ότι η έκθεση περιείχε επίσης σχέδια που φιλοτεχνήθηκαν κατά τη δεκαετία του 1980 με ισραηλινούς στρατιώτες. Στο στόχαστρο έχει μπει και η επιμελητική ομάδα ruangrupa και άλλοι καλλιτέχνες, που ήταν υποστηρικτές του κινήματος για μποϊκοτάζ, εκποιήσεις και κυρώσεις κατά του Ισραήλ (το κοινοβούλιο της Γερμανίας το 2019 κήρυξε το κίνημα B.D.S. αντισημιτικό, λέγοντας ότι αμφισβητεί το δικαίωμα του Ισραήλ να υπάρχει).
Η αναταραχή δεν έχει πάψει να κυριαρχεί στις γερμανικές εφημερίδες εδώ και μήνες και στην ουσία μεγαλώνει το χάσμα των απόψεων του γερμανικού κατεστημένου για το μποϊκοτάζ του Ισραήλ και των καλλιτεχνών, των μουσικών και άλλων δημιουργών, ιδίως από το εξωτερικό. Παρά το γεγονός ότι η Documenta, η οποία ανταγωνίζεται σε σημασία στον κόσμο της τέχνης μόνο την Μπιενάλε της Βενετίας, φιλοξενεί χιλιάδες έργα, η συζήτηση φέτος έχει περιοριστεί μόνο σε αυτό το θέμα, επισκιάζοντας κάθε άλλη εκδήλωση.
Όπως γράφουν οι ΝΥΤ, μεγάλο μέρος του καλλιτεχνικού κόσμου υποστηρίζει ότι το μποϊκοτάζ κατά του Ισραήλ δεν συνιστά αντισημιτική στάση, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με αυτά που υποστηρίζουν οι Γερμανοί πολιτικοί, ενώ οι δυο πλευρές φαίνονται απρόθυμες να συζητήσουν μεταξύ τους και βρίσκονται σε μια θεμελιώδη σύγκρουση.
Ο Adam Szymczyk, καλλιτεχνικός διευθυντής της τελευταίας έκδοσης της Documenta το 2017, δήλωσε ότι η συζήτηση έχει πολωθεί τόσο που εμποδίζει τη δημιουργία ενός κλίματος «εμπιστοσύνης, κατανόησης και ελευθερίας της έκφρασης».
Ο σάλος γύρω από τη διοργάνωση ξεκίνησε έξι μήνες πριν καν ανοίξει η έκθεση, όταν μια ομάδα διαμαρτυρίας, η Alliance Against Antisemitism Kassel, διατύπωσε κατηγορίες για καλλιτέχνες που υποστηρίζουν το κίνημα B.D.S. Οι κατηγορίες διατυπώθηκαν σε ένα ανώνυμο ιστολόγιο, αλλά τις παρέλαβαν γερμανικές εφημερίδες και τις επανέλαβαν πολιτικοί. Αργότερα, ένας χώρος που στέγαζε την παλαιστινιακή κολεκτίβα The Question of Funding βανδαλίστηκε.
Δεν είναι η πρώτη φορά που προσωπικότητες από τον χώρο του πολιτισμού που επισκέπτονται τη Γερμανία εμπλέκονται σε συζητήσεις σχετικά με τον αντισημιτισμό. Το ζήτημα συνδέεται ιδίως με την υποστήριξη του κινήματος B.D.S., το οποίο ζητά από εταιρείες και ανθρώπους να αποφεύγουν να συνεργάζονται με το Ισραήλ σε ένδειξη διαμαρτυρίας για τη μεταχείρισή του προς τους Παλαιστίνιους. Το 2018, το βρετανικό συγκρότημα Young Fathers αποσύρθηκε από τη λίστα ενός γερμανικού καλλιτεχνικού φεστιβάλ λόγω της υποστήριξής του στο μποϊκοτάζ, το οποίο στη Γερμανία ξυπνά μνήμες από το μποϊκοτάζ των Ναζί κατά των εβραϊκών επιχειρήσεων που ξεκίνησε το 1933. Το συγκρότημα προσκλήθηκε αργότερα εκ νέου στην εκδήλωση, αλλά αρνήθηκε να εμφανιστεί.
Το κοινοβούλιο της Γερμανίας είχε επίσης, το 2019, καλέσει τις περιφερειακές αρχές να αρνηθούν τη δημόσια χρηματοδότηση σε όποιον «υποστηρίζει ενεργά» το κίνημα. Σε απάντηση, οι διευθυντές 32 μεγάλων καλλιτεχνικών ιδρυμάτων εξέδωσαν ανοιχτή επιστολή με την οποία προειδοποιούσαν ότι τέτοιες κινήσεις ήταν «επικίνδυνες» και κινδύνευαν να περιορίσουν τις πολιτιστικές ανταλλαγές.
Ο Alexander Supartono, μέλος της Taring Padi και ιστορικός τέχνης στο Πανεπιστήμιο Napier του Εδιμβούργου στη Σκωτία, δήλωσε σε συνέντευξη ότι πολλοί καλλιτέχνες αισθάνθηκαν ότι τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης χαρακτήριζαν την Documenta ως αντισημιτική χωρίς περαιτέρω συζήτηση. Το κλίμα ήταν τόσο τεταμένο που όταν ανακοινώθηκε για πρώτη φορά ότι η «Λαϊκή Δικαιοσύνη» θα καλυπτόταν (αυτό έγινε πριν αφαιρεθεί), περίπου 70 καλλιτέχνες που εκπροσωπούσαν πολλές από τις συλλογικότητες της έκθεσης συγκεντρώθηκαν για να συζητήσουν τι έπρεπε να κάνουν. Κάποιοι ζήτησαν να καλυφθούν όλα τα έργα τέχνης της έκθεσης σε ένδειξη διαμαρτυρίας για αυτό που θεωρούσαν λογοκρισία χωρίς καμία συζήτηση ή διάλογο, κάτι που θα σήμαινε ουσιαστικά το κλείσιμο της ίδιας της έκθεσης.
Ο βαθμός της εμπιστοσύνης ανάμεσα σε καλλιτέχνες και τα γερμανικά μέσα ενημέρωσης και τις αρχές έχει αγγίξει το ναδίρ. Πριν λίγες ημέρες, μια ακαδημαϊκή επιτροπή που διορίστηκε από τις περιφερειακές αρχές άρχισε να μελετά τα όσα συνέβησαν στην Documenta. Η αρμοδιότητά της περιλαμβάνει την παροχή συμβουλών σε περίπτωση που έρθουν στο φως και άλλες προβληματικές εικόνες. Όμως «η ανάγνωση ενός έργου ως αντισημιτικό είναι μονοδιάστατη, θα μπορούσε να οδηγήσει σε λογοκρισία και επίσης να δημιουργήσει ένα ανησυχητικό προηγούμενο», είπε σε δήλωσή του ο Farid Rakun, μέλος της ruangrupa.
Όλοι φοβούνται ότι οι ομάδες που συγκροτούνται θα μοιάζουν με επιτροπές λογοκρισίας και ανησυχούν για τις πιθανές επιπτώσεις της διαμάχης. Αυτό σημαίνει ότι αν εκφράσουν την πιθανή υποστήριξή τους στο κίνημα B.D.S., θα μπορούσε να τεθεί σε κίνδυνο η ασφάλειά τους και να περιοριστεί η δυνατότητά τους να βρουν δουλειά δηλώνοντας τις απόψεις τους.
Μεγάλο μέρος του καλλιτεχνικού κόσμου υποστηρίζει ότι το μποϊκοτάζ κατά του Ισραήλ δεν συνιστά αντισημιτική στάση, κάτι που έρχεται σε πλήρη αντίθεση με αυτά που υποστηρίζουν οι Γερμανοί πολιτικοί, ενώ οι δυο πλευρές φαίνονται απρόθυμες να συζητήσουν μεταξύ τους και βρίσκονται σε μια θεμελιώδη σύγκρουση.
Ορισμένοι καλλιτέχνες δήλωσαν ότι πιστεύουν ότι η διαμάχη είχε ήδη αποτέλεσμα. Ο Eyal Weizman, διευθυντής της Forensic Architecture, μιας ομάδας της οποίας οι έρευνες για την πολιτική βία παρουσιάζονται σε μουσεία σε όλο τον κόσμο, δήλωσε σε τηλεφωνική συνέντευξη ότι νωρίτερα φέτος ο διευθυντής ενός γερμανικού μουσείου ανέβαλε μια από τις εκθέσεις του, επικαλούμενος την υποστήριξη του Weizman στο κίνημα B.D.S. Καθώς η αναστάτωση για την Documenta ξέσπασε τον Ιούνιο, ο διευθυντής ακύρωσε εντελώς την έκθεση του Weizman.
Ο Josef Schuster, πρόεδρος του Κεντρικού Συμβουλίου των Εβραίων στη Γερμανία, έγραψε ότι οι καλλιτέχνες δεν πρέπει να ανησυχούν για τη λογοκρισία. «Οι εποχές που η Γερμανία υπαγόρευε από ψηλά τι ήταν καλή και τι κακή τέχνη έχουν ευτυχώς τελειώσει», είπε και πρόσθεσε: «Αλλά είναι επίσης ένα μάθημα της ιστορίας ότι δεν πρέπει να λέγονται όλα». Ο αντισημιτισμός είναι ευρέως διαδεδομένος στη Γερμανία, πρόσθεσε, και ορισμένα από τα έργα τέχνης στην Documenta θα μπορούσαν να τον τροφοδοτήσουν. «Δεν πρέπει να ανησυχεί κανείς για την ελκυστικότητα της Γερμανίας ως πολιτιστικού τόπου», είπε επίσης ο Schuster, προσθέτοντας ότι «υπάρχουν αρκετοί καλλιτέχνες» που έχουν σαφή θέση κατά του μποϊκοτάζ του Ισραήλ.
Πολλές φορές έχει συμβεί εξαιτίας πολιτικών και ιδεολογικών συγκρούσεων και ζητημάτων οικονομικής διαχείρισης η Documenta να κινδυνεύει. Πολλοί πιστεύουν ότι εκεί διακυβεύονται πολλά χρήματα και μεγάλες θέσεις εξουσίας στον κόσμο της τέχνης, αλλά παρά τα προβλήματα υπάρχουν και τα θετικά, μια πόλη που ζει από αυτήν τη διοργάνωση και η θέση της Γερμανίας στον παγκόσμιο χάρτη των μεγάλων διοργανώσεων τέχνης. Πιθανότατα δεν θα είναι η τελευταία Documenta η φετινή. Αλλά είναι βέβαιο ότι ο επόμενος ή η επόμενη καλλιτεχνική διευθύντρια θα προσέξει τόσο, σαν να πατάει σε σπασμένα γυαλιά.