Όλα άρχισαν όταν όλοι έλειπαν σε διακοπές. Το ραντεβού με τον Μενέλαο Καραμαγγιώλη ήταν για μετά τις εννιά το βράδυ. Επέμενε ότι έπρεπε να βρίσκομαι εκεί αφού είχε πέσει ο ήλιος. Δεν είχα καταλάβει ακριβώς γιατί, το μόνο που ήξερα ήταν ότι συμμετείχε σε μια έκθεση σε έναν νέο χώρο, project space δύο νέων παιδιών, ενός Έλληνα και ενός Ολλανδού, επιμελητών που ζουν ανάμεσα σε Αθήνα, Λονδίνο και Άμστερνταμ. Εκείνοι έλειπαν, θα μου άνοιγε ο Μενέλαος.
Όταν έφτασα στην οδό Βατσαξή, όπου βρίσκεται ο off-site χώρος του Haus N, έμεινα άφωνος. Μια υπέροχη παλιά μονοκατοικία ανακαινισμένη και απαστράπτουσα ανάμεσα σε καταστήματα ειδών μπάνιου και στο λαϊκό κέντρο «Αγρίμια»! Απ' έξω έλαμπε σαν καινούργιο κτίριο που ανέδιδε ωστόσο μια ρετρό αίσθηση.
Ο θαυμασμός μου έγινε ακόμα μεγαλύτερος όταν μπήκα μέσα και παρατήρησα τα ψηλοτάβανα δωμάτια και τα εκπληκτικά συντηρημένα μωσαϊκά δάπεδα. Γιατί, φυσικά, δεν πρόκειται για αρχοντικό αλλά για ένα αυθεντικό αθηναϊκό σπίτι της δεκαετίας του '20.
Η έκθεση με τίτλο «Ο δρόμος μου, και οι ταινίες που ονειρεύομαι» ήταν επίσης έκπληξη. Στο ένα δωμάτιο το έργο της Κατερίνας Κομιανού For now and forever (ongoing) (Για Τώρα και για Πάντα – σε εξέλιξη), το οποίο αποτελείται από περισσότερες από 500 αναλογικές φωτογραφίες του γλυπτού των Τριών Ερώτων της πλατείας Εξαρχείων, τον διάσημο φανοστάτη που, μαζί με το δίδυμό του της πλατείας Αγίου Γεωργίου στην Κυψέλη, αποσπάστηκαν από το Δημοτικό Θέατρο της Αθήνας, όταν αυτό γκρεμίστηκε, και τώρα, με τα έργα του μετρό, κρύφτηκαν και πάλι από τη δημόσια θέα. Εκατοντάδες διαφορετικές απόψεις του γλυπτού μέσα από την καθημερινή, επί τέσσερα χρόνια καταγραφή της καλλιτέχνιδας.
Για τη διαδικασία αυτή χρησιμοποιεί φιλμ παλαιότερων δεκαετιών, μπερδεύοντας την αντίληψη που έχουμε σχετικά με τον γραμμικό χρόνο, δημιουργώντας έτσι ένα χρονικό της πόλης, καθώς στο μακρινό φόντο παρατηρείς αφίσες, αυτοκόλλητα, πλακάτ με αναρχικά συνθήματα, ασπίδες της αστυνομίας, μπογιές. Άπειρες εκφάνσεις που καταγράφουν όλα όσα έχουν συμβεί στα Εξάρχεια τα τελευταία χρόνια και παράλληλα τα αισθήματα της εικαστικού κάθε στιγμή που τα απαθανατίζει.
Οτιδήποτε κάνουμε θέλουμε να το κάνουμε σε συσχετισμό με τον περίγυρο. Δεν βρεθήκαμε στην πλατεία Βάθη για τον εξωτισμό της, δεν ήρθαμε εδώ να τη χλευάσουμε, ούτε κατά διάνοια. Με τον ίδιο τρόπο που μας απασχολούν τα πρότζεκτ που αναλαμβάνουμε έτσι αντιμετωπίζουμε και τον χώρο όπου τα στήνουμε.
Στα επόμενα δωμάτια ο Καραμαγγιώλης παρουσιάζει δύο έργα. Το ένα είναι ένα περιστατικό που κατέγραψε ένα καλοκαιρινό βράδυ στη Φωκίωνος Νέγρη με το κινητό του, όπου τέσσερα νεαρά αγόρια βουτάνε σε ένα δημόσιο σιντριβάνι, με τίτλο City Divers (2022) (Δύτες της πόλης) και το Unseen I (2019) (Αόρατος Ι), όπου η κάμερα ακολουθεί έναν αδέσποτο σκύλο καθώς διασχίζει μια διαδήλωση.
Ο λόγος που επέμενε να επισκεφθώ τον χώρο με σκοτάδι ήτα γιατί αυτό το εκπληκτικό, σύντομο σε διάρκεια φιλμάκι προβάλλεται σε δύο διαφορετικές εκδοχές. Το City Divers χωρίζεται σε καρέ τα οποία προβάλλονται τόσο σε αναλογική μορφή στο εσωτερικό όσο και σε ψηφιακή προβολή σε λευκό τοίχο στο πίσω μέρος του σπιτιού, σε μια μικρή αυλή.
Οι εικόνες προκαλούν μια αναπάντεχη μυσταγωγία μέσα από την ιδιαίτερη ματιά του Καραμαγγιώλη, ο οποίος, ελέγχοντας την ταχύτητα –ποικίλους ρυθμούς και κλίμακα–, είναι σαν να επεμβαίνει στο απολύτως ρεαλιστικό περιστατικό έτσι ώστε η χαρά και το νεανικό σφρίγος να επιβάλλονται μέσα από τον λυρισμό της σχέσης φωτός και νυχτερινού τοπίου.
Η αυγουστιάτικη βραδιά μου είχε συμπληρωθεί με μια σεμνή, αλλά συνάμα λαμπρή προβολή. Εξέφρασα την επιθυμία να επισκεφθώ ξανά τον χώρο και να συναντήσω τα δύο νέα παιδιά που επέλεξαν την Αθήνα ως ορμητήριο των δραστηριοτήτων τους.
Ο Πάνος Φουρτουλάκης και ο Titus Nouwens, εκτός από συνεργάτες, είναι σύντροφοι και στη ζωή. Μόλις πέρσι, όταν συνεργάστηκαν με τον χώρο Haus N Athen των Gunda και Peter Niemann που διευθύνει η Αμαλία Βεκρή, πληροφορήθηκαν για τον χώρο που το ζεύγος των Γερμανών συλλεκτών είχε αγοράσει στην περιοχή της πλατείας Βάθη και ενδιαφέρθηκαν να οργανώσουν εκεί δικές τους εκθέσεις. Οι Niemann συμφώνησαν και τους τον παραχώρησαν. Έτσι γεννήθηκε το off-site του Haus N.
Ο Πάνος πήγε στα δεκαοκτώ του στο Λονδίνο για σπουδές Μedia και Ιστορίας της Τέχνης. Παράλληλα με τις σπουδές του ξεκίνησε να επιμελείται προβολές artists’ moving image με έργα καλλιτεχνών που είχαν ως κύριο μέσο την κινούμενη εικόνα. Συνέχισε να επιμελείται εκδηλώσεις για καλλιτεχνικά ιδρύματα αλλά και μη καλλιτεχνικούς χώρους όπως το Κέντρο Barbican, το Fringe Queer Film Festival και το Κέντρο Σύγχρονης Τέχνης Goldsmiths.
Το 2016 ξεκίνησε μια συνεργασία με την γκαλερί Rodeo του Λονδίνου και ήρθε για πρώτη φορά σε επαφή με την ελληνική εικαστική σκηνή. Το 2018 ξεκίνησε στο Royal College of Art ένα μεταπτυχιακό στην επιμέλεια σύγχρονης τέχνης, όπου γνωρίστηκε με τον Ολλανδό Titus. Μαζί έκαναν ένα πρότζεκτ σε ένα αμφιθέατρο που ήταν ένα μείγμα περφόρμανς, προβολής και έκθεσης.
Λέει σχετικά: «Η σκηνογραφία του χώρου και η θέση του θεατή σε σχέση με το καλλιτεχνικό έργο είναι κάτι που μας ενδιαφέρει και τους δύο. Κι ενώ ο καθένας είχε τη δική του πρακτική, ανακαλύψαμε ότι μας συνέδεαν πολλά και αρχίσαμε να συνεργαζόμαστε. Μας απασχολεί πάντα το πώς το context-πλαίσιο "επιμελείται" το content-περιεχόμενο, ώστε ο θεατής να παίξει έναν performative-παραστατικό ρόλο μέσα στον χώρο».
Οι δυο τους έχουν επιμεληθεί μαζί τρεις εκθέσεις: μία στο Λονδίνο, μία στο Haus N Athen στη Στοά Καΐρη και τώρα αυτή του καινούργιου χώρου στη Βατσαξή. Ένα άλλο κοινό χαρακτηριστικό όλων των εκθέσεών τους είναι ότι δουλεύονται μέσα στους χώρους παρουσίασης τους. Αυτό που μου αποτυπώθηκε μέσα από την έκθεση, και είναι το πρώτο που τους σχολιάζω, είναι ότι μοιάζει σαν να αποφάσισαν να τη στήσουν ώστε να ανακαλύψουν την Αθήνα. Αυτό προδίδει κατά κάποιον τρόπο και ο τίτλος της έκθεσης.
Ο Πάνος εξηγεί: «Ο τίτλος είναι από ένα κείμενο του Μενέλαου Καραμαγγιώλη. Η αρχική μας ιδέα ήταν να δουλέψουμε επάνω σε κάτι που είχε να κάνει με τον δημόσιο χώρο και την πόλη, τους ρυθμούς και την ενέργειά της. Αν και αρχικά το είχαμε οραματιστεί ως μια ομαδική έκθεση, τελικά επικεντρωθήκαμε στα έργα της Κατερίνας και του Μενέλαου γιατί συνδέονται απόλυτα μεταξύ τους».
Ο Titus συμπληρώνει: «Νιώθω ότι πράγματι έμαθα ακόμα περισσότερα πράγματα για την πόλη από τις δουλειές τους. Ιδιαίτερα ο Μενέλαος είναι ένας θησαυρός γνώσεων. Όπου και αν βρεθείς μαζί του έχει κάτι να σου πει, μια ιστορία να σου αποκαλύψει, οπότε είχε μεγάλο ενδιαφέρον η διαδικασία της παραγωγής του έργου μαζί του. Εξάλλου αναγκαστήκαμε να μείνουμε ένα διάστημα στη Φωκίωνος Νέγρη με το lockdown. Το επιλέξαμε οι ίδιοι καθώς πήραμε το αεροπλάνο και προτιμήσαμε να βρισκόμαστε εδώ παρά στο Λονδίνο».
— Πώς ήρθατε σε επαφή με τον Μενέλαο Καραμαγγιώλη;
Πάνος: Μετά την πρώτη μας έκθεση στην Αθήνα, που παρουσίαζε έργα κυρίως διεθνών καλλιτεχνών, θελήσαμε στην επόμενη έκθεσή μας να συνεργαστούμε αποκλειστικά με Έλληνες καλλιτέχνες. Έτσι γνωρίσαμε την Κατερίνα Κομιανού και αρχίσαμε να την επισκεπτόμαστε στο στούντιό της. Μας ενδιέφερε αρκετά ο τρόπος με τον οποίο κάνει αυτή την καταγραφή αλλά και η στενή σχέση της ίδιας με το γλυπτό.
Toν Μενέλαο τον γνωρίζαμε ήδη προσωπικά, μας κέντρισαν το ενδιαφέρον οι εικόνες και τα βίντεο που ανεβάζει κατά καιρούς στο Instagram από πράγματα που συμβαίνουν στην Αθήνα. Αυτό που θαυμάζεις στη δική του δουλειά είναι η ικανότητά του να καταγράφει την καθημερινότητα με ξεχωριστό τρόπο. Ενώ οποιοσδήποτε μπορεί να βρεθεί μπροστά στο ίδιο περιστατικό, εκείνος θα το καταγράψει έτσι ώστε να απομονώσει λεπτομέρειες που άλλος δεν θα παρατηρήσει.
Το ίδιο θα λέγαμε και για την Κατερίνα, καθώς το γλυπτό των Τριών Ερώτων επίσης είναι κάτι που προσπερνάς χωρίς να παρατηρείς όλα όσα έχει καταγράψει με την κάμερά της. Υπάρχει ένας δυνατός διάλογος μεταξύ των δύο καλλιτεχνών. Έχουν καταφέρει να ανθολογήσουν στα έργα τους τις ιδιαίτερες στιγμές που συνέλαβαν.
Titus: Και οι δύο δουλειές είναι εξαιρετικές και αποτέλεσμα επίμονης εργασίας σε εξέλιξη. Η Κατερίνα επικεντρώνει σε ένα γλυπτό για συγκεκριμένη περίοδο χρόνου και ο Μενέλαος έχει επεξεργαστεί ένα περιστατικό σε διαφορετικές φόρμες αρχικά ως σλάιντ και αργότερα σε μεγάλη προβολή στον τοίχο. Και οι δύο επενδύουν στον χρόνο. Η Κατερίνα αφιέρωσε χρόνια στην ολοκλήρωση του γλυπτού και μετά στο να βρει τον τρόπο να παρουσιάσει το υλικό έτσι ώστε να μπλέκεται δημιουργικά ο χρόνος με τον χώρο, και ο Μενέλαος ενδιαφέρεται πολύ για την αντίληψη του χρόνου και της μνήμης.
Στο ολιγόλεπτο βίντεο από το i-Ρhone του, όταν αποκτάει την ακινησία των stills αλλά και ως προβολή στον τοίχο, παρατηρείς απίστευτες λεπτομέρειες. Καρέ-καρέ, σε εναλλασσόμενες ταχύτητες που έχει καθορίσει ο ίδιος, δίνουν άλλη αίσθηση κάθε φορά. Και οι δυο δουλειές συνομιλούν με πολλούς διαφορετικούς τρόπους, γι’ αυτό και θέλαμε τόσο πολύ να τους έχουμε μαζί.
Επιμένω ότι, πέρα από την εικαστική αξία που τα δύο έργα έχουν για τους ίδιους τους δημιουργούς τους, είναι σαν να αντανακλούν τα αισθήματά τους για την Αθήνα. Δεν είναι τυχαία η επιλογή τους να ζήσουν στην περιοχή ούτε βέβαια να στεγάσουν εκεί τις εκθέσεις τους.
Ο Πάνος λέει: «Όντως, κάνοντας τα δύο αυτά πρότζεκτ, είναι σαν να εξερευνούμε την πόλη. Ταυτίζονται με τους προσωπικούς μας προβληματισμούς και την προσπάθειά μας να κατανοήσουμε και να συνεργαστούμε με καλλιτέχνες που ερευνούν ανάλογα θέματα, έτσι ώστε να τα καταλάβουμε μέσα από τις δικές τους αντανακλάσεις. Η συγκεκριμένη έκθεση είναι δύο καλλιτεχνών που συνδέονται με τον δημόσιο χώρο και το πώς αυτοί τον αντιλαμβάνονται. Η προηγούμενη έκθεσή μας είχε τίτλο "The way in" και είχε να κάνει με διαφορετικές εμπειρίες φυσικού και συναισθηματικού λοκντάουν και τον τρόπο που αυτές διαπλέκονταν, όπως διαπλέκονταν και τα ίδια τα έργα των καλλιτεχνών».
Titus: «Εμένα με ενδιαφέρει πολύ να δω με ποιον τρόπο οι κοινότητες των καλλιτεχνών δεσμεύονται στην αλληλοϋπεράσπισή τους. Όσον αφορά την Αθήνα, βλέπω πολλές ενδιαφέρουσες εκθέσεις σε μικρούς χώρους, συχνά με χαμηλό κόστος παραγωγής, αλλά με έρευνα και πειραματισμό. Υπάρχει πολλή ενέργεια στην Αθήνα, που μου λείπει στο Άμστερνταμ. Εδώ συναντάω ανθρώπους φιλόδοξους και αφοσιωμένους στο αντικείμενό τους. Και τόσους χώρους τέχνης που για το μέγεθος της Αθήνας είναι αδιανόητα πολλοί. Δεν έχω δει ούτε τους μισούς και το καλοκαίρι που μας πέρασε είχαμε πάρα πολλούς επισκέπτες από ολόκληρο τον κόσμο!»
— Πώς σας ανακαλύπτουν;
Τitus: Από το διαδίκτυο, από το Instagram.
Πάνος: Μετά από ένα διάστημα που έχουμε περάσει εδώ καταλαβαίνουμε ότι τα όρια είναι συγκεκριμένα. Δεν υπάρχει μεγάλη κρατική βοήθεια και, φυσικά, θα μπορούσαν να γίνουν πολύ περισσότερα πράγματα για όλα τα προβλήματα της καθημερινότητας που όλοι ξέρουμε ότι χρονίζουν. Αλλά όντως, όποτε επιστρέφω στο Άμστερνταμ, βρίσκω πολύ λιγότερα ενδιαφέροντα πράγματα να δω απ' ό,τι εδώ, στην Αθήνα. Παλιότερα θεωρούνταν το Λονδίνο το κέντρο του κόσμου, τώρα όχι πια. Στην Αθήνα νιώθεις ότι συμβαίνουν πάρα πολλά και ενδιαφέροντα πράγματα.
— Πώς βιώνετε τη γειτονιά; Η πλατεία Βάθη έχει πολλά προβλήματα και οι περισσότεροι Αθηναίοι την αποφεύγουν.
Πάνος: Οι φίλοι μου φρίκαραν όταν άκουσαν για πλατεία Βάθη. Ούτε εγώ περνούσα ποτέ από εδώ. Φυσικά λατρέψαμε το κτίριο και δεν είναι εύκολο να μένεις και να εργάζεσαι στην περιοχή. Οι τοξικοεξαρτημένοι είναι στο κατώφλι του σπιτιού σου, τους ζητάς ευγενικά να πάνε λίγο πιο πέρα. Παρόλες τις δυσκολίες, χαίρομαι που μένω εδώ και δεν θα προτιμούσα να είμαι κάπου άλλου. Μου αρέσει η γειτονιά, ιδιαίτερα η πλατεία του Αγίου Παύλου που είναι παραδίπλα και είναι ωραία βόλτα.
Titus: Στην αρχή χρειάστηκε προσπάθεια για να συνηθίσουμε όλα όσα συμβαίνουν γύρω μας, έξω από την πόρτα μας, κάτω από το παράθυρό μας. Σταδιακά ανακαλύπτεις την ομορφιά της περιοχής και πόσο ευγενικοί είναι οι γείτονές σου. Δεν αντιμετωπίζουμε κανένα πρόβλημα. Ως επιμελητή τέχνης με ενδιαφέρει το πλαίσιο στο οποίο παρουσιάζω μια έκθεση, τόσο εσωτερικά όσο και εξωτερικά. Ακόμα και η αρχιτεκτονική του χώρου επηρεάζει αυτό που παρουσιάζουμε. Οπότε το πού παρουσιάζουμε την έκθεσή μας αυτήν τη στιγμή έχει σημασία. Οι προβολές λ.χ. γίνονται σε έναν εξωτερικό τοίχο που ανήκει σε ένα γειτονικό κτίριο. Η γύρω πραγματικότητα αποτελεί έμπνευση για εμάς και μπορεί να δημιουργήσει μια συναλλαγή με την τέχνη.
Πάνος: Οτιδήποτε κάνουμε θέλουμε να γίνεται σε συσχετισμό με τον περίγυρο. Δεν βρεθήκαμε στην πλατεία Βάθη για τον εξωτισμό της, δεν ήρθαμε εδώ να τη χλευάσουμε, ούτε κατά διάνοια. Με τον ίδιο τρόπο που μας απασχολούν τα πρότζεκτ που αναλαμβάνουμε έτσι αντιμετωπίζουμε και τον χώρο όπου τα στήνουμε.
— Εν τέλει γιατί η Αθήνα;
Titus: Γιατί προσφέρει κάτι που δεν προσφέρουν άλλες πρωτεύουσες, φυσικό χώρο σε σχετικά χαμηλό κόστος αλλά και χώρο για πειραματισμό με καλλιτέχνες. Οικονομικά, δεν είναι εύκολα τα πράγματα. Και οι δυο μας πρέπει να δουλεύουμε παράλληλα και σε άλλα, διεθνή πρότζεκτ. Ωστόσο ο χώρος εδώ μας προσφέρει την ευκαιρία να γνωρίσουμε πολλούς νέους καλλιτέχνες.
Mας άρεσε πολύ η δημιουργία διαλόγου ανάμεσα σε καλλιτέχνες διαφορετικών γενεών που προκάλεσε αυτή η έκθεση. Αυτό είναι κάτι που μας ενδιαφέρει να συνεχίσουμε να εξερευνούμε στο μελλοντικό μας πρόγραμμα, όπως και το να ανοίξουμε διάλογο μεταξύ Ελλήνων και διεθνών καλλιτεχνών. Μου αρέσει η κοινωνική κουλτούρα των Αθηναίων, ο χρόνος που αφιερώνουν ο ένας στον άλλο, το ότι βγαίνουν αργά για φαγητό, το ότι μένουν μαζί όλη τη νύχτα. Σε σχέση με το πόσο ατομικιστική είναι η ζωή στο Άμστερνταμ και ακόμα περισσότερο στο Λονδίνο, περνάω πολύ καλύτερα στην Αθήνα.
Η έκθεση θα παραμείνει ανοιχτή μέχρι την Πέμπτη 6 Οκτωβρίου. Είναι επισκέψιμη τις απογευματινές ώρες με ραντεβού που μπορείτε να κλείσετε στο 210 5234040
https://haus-n.com/