Το Ωδείο Αθηνών, ύστερα από χρόνια εγκατάλειψης και παραμέλησης, περνά πλέον σε μια νέα εποχή. Μετά από τρία χρόνια εργασιών, το μεγάλο έργο αποπεράτωσης και εκσυγχρονισμού του θρυλικού κτιρίου της οδού Ρηγίλλης ολοκληρώθηκε και παραδίδεται στο κοινό. Το δαιδαλώδες οικοδόμημα που φέρει την υπογραφή του σπουδαίου εκπροσώπου του αρχιτεκτονικού μοντερνισμού στην Ελλάδα, Ιωάννη Δεσποτόπουλου, αποτελεί έναν ιστορικό φορέα στην καλλιτεχνική εκπαίδευση στην Ελλάδα. Μετά τις εργασίες ανακαίνισης που έγιναν με τη συγχρηματοδότηση της Περιφέρειας Αττικής, του ΕΣΠΑ και της Ευρωπαϊκής Ένωσης και κόστισαν περισσότερο από έξι εκατομμύρια ευρώ, αποκτά νέο πρόσωπο. Με συνολική επιφάνεια 13.000 τ.μ., εκ των οποίων τα 5.300 τ.μ. είναι οι χώροι αποπεράτωσης, 4 ορόφους, 34 χώρους διδασκαλίας και ένα αμφιθέατρο 600 θέσεων λαμβάνει πλέον τη μορφή που του αρμόζει.
Το κτίριο-σύμβολο που για πενήντα χρόνια αντιμετώπιζε πολυάριθμα γραφειοκρατικά και λειτουργικά προβλήματα εισέρχεται σε μια νέα περίοδο εξωστρέφειας.
Την ξενάγησή μας στο σπουδαίο αρχιτεκτονικό δείγμα Bauhaus της πόλης ανέλαβε η αρχιτέκτονας μηχανικός Εύη Αναστασοπούλου. Όπως επισημαίνει: «Μέχρι το τέλος του χρόνου αναμένονται τα εγκαίνια του Ωδείου Αθηνών όπως και η λειτουργία του νέου εστιατορίου-καφέ, επιφάνειας 215 τ.μ., στο ισόγειο του κτιρίου προς την οδό Ρηγίλλης. Το μενού έχει αναλάβει το Δειπνοσοφιστήριον, θα έχει θέα στον κήπο του Ωδείου και θα απευθύνεται τόσο σε μαθητές και καθηγητές του Ωδείου όσο και στους επισκέπτες του».
Στη συνέχεια, ενώ περπατάμε προς τη Νέα Σκηνή, η κ. Αναστασοπούλου εξηγεί: «Εδώ βλέπουμε τη δημιουργία ενός νέου υπόγειου πειραματικού πολυμορφικού χώρου εκδηλώσεων που πλέον μπορεί να υποδιαιρείται εύκολα σε επιμέρους συνεδριακές αίθουσες, ενώ το φουαγέ τεχνών θα λειτουργεί ως χώρος εκθέσεων, κοινωνικών εκδηλώσεων και παρουσιάσεων. Επίσης, όπως θα δείτε, υπάρχουν χώροι υποστήριξης της ανεξάρτητης νεανικής πολιτισμικής επιχειρηματικότητας που έχουν διαμορφωθεί στα υπόγεια της βορειοανατολικής πλευράς του κτιρίου. Είναι ξεκάθαρο ότι το Ωδείο Αθηνών στη σύγχρονη μορφή του θα περιλαμβάνει έναν μοναδικό συνδυασμό χώρων διδασκαλίας της μουσικής, του θεάτρου και του χορού, βιβλιοθήκη, αίθουσες καλλιτεχνικών εκδηλώσεων και συγκεντρώσεων, αίθρια και στούντιο». Η Νέα Σκηνή βρίσκεται στον χώρο όπου στεγάζονταν μέχρι πρόσφατα οι λειτουργίες του Εθνικού Μουσείου Σύγχρονης Τέχνης, στο 4ο υπόγειο του κτιρίου, και έχει μετασχηματιστεί σε έναν πειραματικό λειτουργικό χώρο πολλαπλών χρήσεων που στηρίζεται στη λογική του «box in a box», δηλαδή ενός κουτιού εντεταγμένου στο υπάρχον κέλυφος.
Το Αμφιθέατρο του Ωδείου Αθηνών, που επί δεκαετίες παρέμενε ημιτελές, είναι αναμφίβολα ο εντυπωσιακότερος και σημαντικότερος χώρος του κτιρίου. Δεν είναι τυχαίο ότι φέρει το όνομα του εμπνευσμένου αρχιτέκτονα που το οραματίστηκε πριν από περίπου μισό αιώνα. Όση ώρα βρισκόμαστε στον χώρο αντιλαμβάνομαι ότι κυριαρχεί το σκυρόδεμα που αναδεικνύει την αυστηρή γεωμετρία και προδίδει την πρόθεση του αρχιτέκτονα να παραπέμψει σε αρχαίο ελληνικό θέατρο, όπου ο πολίτης μετείχε στα δρώμενα, επικοινωνώντας με τον χώρο και τους υπόλοιπους θεατές. Όπως επισημαίνει η κ. Αναστασοπούλου: «Κατά τη διάρκεια των εργασιών αποπεράτωσης του κτιρίου τηρήθηκαν όλοι οι σύγχρονοι κανονισμοί ασφαλείας και έχουν εξασφαλιστεί όλες οι ειδικές προδιαγραφές ηχομόνωσης που επιτυγχάνονται με τη δημιουργία δεύτερου –εσωτερικού– ηχομονωτικού κελύφους».
Ιδιαίτερο βάρος έχει δοθεί στις απαιτήσεις της εσωτερικής ακουστικής, που εξυπηρετούνται με την επένδυση των περιμετρικών τοίχων με πρόσθετες ξύλινες επιφάνειες και την ανάρτηση ενός ελεύθερου ανακλαστήρα καθώς και χάλκινων στεφάνων που τονίζουν τον ρόλο της σκηνής. Επίσης, η επιλογή ειδικών καθισμάτων που έχουν έρθει από τη Νορβηγία όχι μόνο εξασφαλίζουν τις απαραίτητες προδιαγραφές άνεσης αλλά είναι και φιλικές προς το περιβάλλον, εναρμονισμένες με την αρχιτεκτονική φυσιογνωμία του κτιρίου, ενώ είναι χαρακτηριστικό ότι συμβάλλουν και στην ηχοαπορρόφηση. Σε κοντινή απόσταση συναντάμε το κέντρο τεχνολογίας, το οποίο παρέμενε εγκαταλελειμμένο. Σήμερα έχουν κατασκευαστεί πέντε αίθουσες ηχογράφησης από 16 τ.μ. έως 56 τ.μ. η καθεμιά, ένα control room, αίθουσα σεμιναρίων, χώροι καθιστικών αναμονής και συναντήσεων, αίθουσα αρχείου καθώς και βοηθητικοί χώροι.
Να θυμίσουμε ότι από το 1976 το Ωδείο Αθηνών στεγάζεται στο κέντρο της Αθήνας και αποτελεί το μείζον έργο του σπουδαίου αρχιτέκτονα αλλά και το μοναδικό που υλοποιήθηκε από το μεγαλόπνοο σχέδιο της δεκαετίας του 1950 για τη δημιουργία του περίφημου Πνευματικού Κέντρου Αθηνών. Το 2017 το κτίριο ανακηρύχθηκε «Νεώτερο Μνημείο» από το Κεντρικό Συμβούλιο Νεωτέρων Μνημείων, ενώ η παραγγελία της προμελέτης για την ανάπλαση αλλά και τη συνολική βιωσιμότητα του κτιρίου στήριξε με δωρεά του ο Σύλλογος Φίλων της Μουσικής και εκπόνησε το γραφείο μελετών Θύμιος Παπαγιάννης & Συνεργάτες.
Πηγαίνοντας προς την έξοδο, στέκομαι στον χώρο όπου γίνονται ακόμη κάποιες εργασίες και θα φιλοξενεί το νέο εστιατόριο-καφέ. Η κ. Αναστασοπούλου αποκαλύπτει ότι κατά τη διάρκεια των εργασιών ήρθαν στο φως μοτίβα που είχε φιλοτεχνήσει ο Δεσποτόπουλος. Έτσι, οι επισκέπτες έχουν τη δυνατότητα να θαυμάσουν τον διασωθέντα μεγάλο κεντρικό τοίχο του χώρου από μαύρο μάρμαρο Βυτίνας, ο οποίος ήταν καλυμμένος με γυψοσανίδες, και να προσέξουν καλύτερα τις χαρακτηριστικές γεωμετρικές διακοσμητικές χαράξεις του σπουδαίου αρχιτέκτονα. Στο ίδιο πνεύμα κινείται και το γλυπτικής μορφής ελεύθερο μπαρ που παραπέμπει σε κλειδί του σολ και τονίζει τη διακριτική παρουσία των έργων τέχνης.
Το κτίριο-σύμβολο που για πενήντα χρόνια αντιμετώπιζε πολυάριθμα γραφειοκρατικά και λειτουργικά προβλήματα εισέρχεται σε μια νέα περίοδο εξωστρέφειας. Με την αναβάθμιση των υποδομών του το συγκρότημα του Ωδείου Αθηνών μετατρέπεται οριστικά σε έναν ανανεωμένο εκπαιδευτικό και πολιτιστικό πόλο. Η Αθήνα αποκτά ένα καινούργιο σημείο αναφοράς που θα συμβάλει όχι μόνο στα πολιτιστικά δρώμενα της πρωτεύουσας αλλά και στην αστική φυσιογνωμία της.