Η καλλιτεχνική ομάδα ΑΦΗ ιδρύθηκε το 1979 από μια ομάδα νέων τότε καλλιτεχνών, κυρίως γυναικών, αλλά όχι μόνο, που είχαν επιστρέψει από το εξωτερικό με σπουδές εφαρμοσμένων τεχνών, αντικείμενο άγνωστο τότε, και στην πορεία αποτέλεσαν μια αδιάσπαστη δυναμική παρέα. Σήμερα, 42 χρόνια μετά, μπορεί κανείς να τους χαρακτηρίσει οικογένεια.
Άνθρωποι με μεγάλο μεράκι για την τέχνη τους, που πορεύτηκαν μια ολόκληρη ζωή μαζί, διεύρυναν τους ορίζοντές τους, ονειρεύτηκαν και υλοποίησαν, παρά τις όποιες αντιξοότητες και εμπόδια, το ελληνικό κίνημα της εικαστικής χειροποίητης δημιουργίας πολύ προτού γίνει μόδα και τάση πιο πρόσφατων γενεών. Άλλωστε, χάρη σε εκείνους μπήκε η μαγιά για να αναπτυχθεί και στην Ελλάδα. Έτσι, θα λέγαμε ότι η ομάδα ΑΦΗ αποτελεί τη σύγχρονη παράδοση μιας παράλληλης και εξίσου σημαντικής παραμέτρου των καλών τεχνών, που οπουδήποτε αλλού στη δυτική Ευρώπη όχι μόνο θεωρείται ισότιμη με τη ζωγραφική και τη γλυπτική αλλά διδάσκεται στις ανώτερες σχολές, ενώ μπαίνει στις γκαλερί και στα μουσεία.
Όταν λέμε “παράδοση” και “παραδοσιακό”, εννοούμε κάτι που σχετίζεται με το παρελθόν, ενώ η λέξη το λέει από μόνη της, “παραδίδω”. Και όταν παραδίδεις το κάνεις πριν, τώρα και μετά. Η ομάδα επιμένει στην αργή χειρωνακτική κατασκευή ιδεών, ένα slow making σε έναν κόσμο ρευστό.
Αυτή ακριβώς η έλλειψη στην ελληνική πραγματικότητα, δηλαδή το γεγονός ότι δεν τους έπαιρνε κανείς στα σοβαρά ή μάλλον ότι αδυνατούσαν οι γκαλερί της εποχής να τις/τους δουν ως καλλιτέχνιδες/καλλιτέχνες υψηλών προδιαγραφών έκανε αυτή την παρέα δημιουργικών ανθρώπων να ενώσει τις δυνάμεις της και να δώσει ακόμα μεγαλύτερη ώθηση στη δουλειά και το όραμά της. Ο στόχος τους δεν ήταν η απομίμηση της λαϊκής τέχνης, κάτι που ίσως και να ανθούσε κατά τόπους στην Ελλάδα, αλλά η επιδίωξη μιας σύγχρονης ματιάς και αισθητικής. Οργάνωσαν εκθέσεις, διαλέξεις, εργαστήρια και μαθήματα, καθιστώντας την ομάδα την πρώτη που έδωσε νέα διάσταση στον τομέα, εγκαινιάζοντας τρόπον τινά τον όρο «craft» στην ελληνική εικαστική σκηνή.
Η ΑΦΗ collective δεν είχε ούτε δογματικούς αποκλεισμούς ούτε ιεραρχία. Επιδίωκε πάντα ανοίγματα και συνεργασίες. Από την πρώτη στιγμή είχε την ελευθερία να ορίσει με τον δικό της τρόπο αυτές τις τέχνες, ισορροπώντας μεταξύ των εικαστικών και των εφαρμοσμένων τεχνών. Καλλιτεχνική ανησυχία και έρευνα, βαθιά γνώση και σεβασμός στην ιδιαιτερότητα κάθε δημιουργού, ενθάρρυνση, συνεργασία και ομαδικότητα, αλληλοσυμπλήρωση ήταν όσα τους χαρακτήριζαν όλα αυτά τα χρόνια. Και όπως λέει η κ. Μαρία Γρηγορίου, μία από τις πιο δυναμικές παρουσίες ανάμεσά τους: «Όλοι μας είχαμε γυρίσει από χρόνια σπουδών στο εξωτερικό και θέλαμε να αποφύγουμε την απομόνωση. Δεν θέλαμε να χάσουμε τον ενθουσιασμό, θέλαμε να μοιραστούμε προσδοκίες, στόχους, κοινά ενδιαφέροντα. Η Ελλάδα ήταν άγονο έδαφος εκείνη την εποχή όσον αφορά αυτές τις τέχνες. Στην Ευρώπη και στην Αμερική υπήρχε ήδη ένας διάλογος πάνω στη σύγχρονη χειροτεχνία».
Παίρνοντας αφορμή από μια αποστροφή της ιστορικού τέχνης Μάρθας-Έλλης Χριστοφόγλου, που λέει ότι «η περίπτωση της ομάδας ΑΦΗ, η κοινή δράση και η σχέση με το παρελθόν συνδέονται άρρηκτα», η κ Γρηγορίου εξηγεί: «Όταν λέμε “παράδοση” και “παραδοσιακό”, εννοούμε κάτι που σχετίζεται με το παρελθόν, ενώ η λέξη το λέει από μόνη της, “παραδίδω”. Και όταν παραδίδεις το κάνεις πριν, τώρα και μετά. Η ομάδα επιμένει στην αργή χειρωνακτική κατασκευή ιδεών, ένα slow making σε έναν κόσμο ρευστό. Αυτό μένει αναλλοίωτο ανάμεσα στα μέλη, είναι μια ζωντανή, πνευματική και συναισθηματική σχέση, ένα “δεσμός” και μια δουλειά που προκαλεί τις αισθήσεις και εξελίσσεται διατρέχοντας τον χρόνο».
Όπως εξηγεί και η κ. Δέσποινα Πανταζοπούλου, που δημιουργεί κοσμήματα: «Είναι λεπτή η γραμμή μεταξύ του εικαστικού και του χρηστικού αντικειμένου. Πολλοί δεν θέλουν να φορέσουν τις δημιουργίες μας αλλά να τις τοποθετήσουν κάπου, να τις κρεμάσουν, να ομορφύνουν το περιβάλλον τους». Σε αυτούς ήταν που απευθύνθηκε η κ. Δέσποινα Γερουλάνου το 2004 όταν άνοιγε το παράρτημα του Μπενάκη Πειραιώς και προέκυψε η ανάγκη ενός πωλητηρίου. Σήμερα η ίδια θυμάται με ικανοποίηση τη γνωριμία με τις κυρίες και τους κυρίους της ομάδας ΑΦΗ και πόσο σημαντική ήταν η συμβολή τους στο ξεκίνημα του νέου εγχειρήματος: «Η κοινή μας αγάπη γι’ αυτό το είδος, τον δημιουργικό διάλογο μεταξύ μυαλού και χεριού, τη μεταμόρφωση των ιδεών σε δημιουργικά αντικείμενα όπως και η βαθιά μας εκτίμηση σε αυτούς τους ανθρώπους, τεχνίτες, designers, δημιουργούς με τις ατελείωτες ώρες δουλειάς μάς οδήγησαν στη δημιουργία αυτού του χώρου και στην υποστήριξη αυτής της τέχνης. Δουλέψαμε όλοι μας με πολύ ενθουσιασμό και πολύ κέφι, με ζυμώσεις και ανταλλαγή απόψεων, ατελείωτες συζητήσεις για το μέλλον του craft. Η ΑΦΗ είναι πάντα εδώ, πάντα πρωτοπόρα, με αριστουργηματικά συλλεκτικά αντικείμενα μοναδικής και απαράμιλλης τεχνικής». Ένα μείγμα παράδοσης και αυθεντικότητας, τεχνικής γνώσης και αισθητικής, λιτού ζυγίσματος παλιού και καινούργιου, που αναζητά συνεχώς νέους τρόπους, εφαρμόζει τεχνικές αιώνων και δημιουργεί πάντα κάτι φρέσκο και μοναδικό».
Η ΑΦΗ αποτελεί επίσης το μοναδικό ελληνικό σχήμα του είδους που καλείται από διεθνείς οργανισμούς για εκθέσεις στο εξωτερικό. Ανάμεσα στα μέλη ιδιαίτερη είναι η παρουσία της Κορίννας Κουτούζη, που έφυγε από τη ζωή αφήνοντας ένα κενό σε όλες τις φίλες της. Η ενθουσιώδης και καθοριστική συμβολή της στην πορεία της ΑΦΗς είναι κάτι που μνημονεύουν σήμερα, αφιερώνοντας την έκθεση του Μουσείου Μπενάκη σε εκείνην. Άλλωστε, με την υποστήριξη του Corrina’s Wish πραγματοποιείται.
Η έκθεση είχε προγραμματιστεί για το 2020, για να γιορταστούν τα 40 χρόνια τους, αλλά αναβλήθηκε λόγω της πανδημίας. Τελικά, γιορτάστηκαν τα 42 χρόνια με μια έκθεση που μόλις εγκαινιάστηκε στο Μουσείο Μπενάκη στην Πειραιώς και έχει τον τίτλο «Στο κάτω κάτω της ΑΦΗς». Αποτελείται από μια σειρά πρόσφατων έργων των μελών της ομάδας, χαρακτηριστικών της τεχνοτροπίας του καθενός, όχι με χρηστικούς όρους αλλά με εικαστικούς και κοινή θεματική τον χρόνο. Η πανδημία, όπως ομολογούν όλα τα μέλη της ομάδας, έδωσε άλλες διαστάσεις και νέα τροπή στην έννοια του χρόνου, κάνοντας το «πριν» να φαντάζει μακρινό, το «μετά» αβέβαιο και το «τώρα» το πιο απτό.
Η Judith Allen-Ευσταθίου έχει σχεδιάσει αγριολούλουδα επάνω σε επαναχρησιμοποιημένο χαλκό από τον παλιό θόλο του μεγάρου της Πολιτείας του Μέιν κομμένο σε οξύ, ένα έργο μέσω του οποίου κρούει τον κώδωνα του κινδύνου για ένα δυστοπικό μέλλον. Οι πανέμορφες εικόνες σαν ταπισερί της Inger Carlsson στη σειρά «Το δάσος στην κορνίζα» επάνω σε υφάσματα με κλωστές, κεντήματα, appliqué και silkscreen prints αποτελούν μνήμες δασών κάποτε ήταν γεμάτα με άπειρες μορφές ζωής. Τα «Σημαδεμένα από τον χρόνο» της Μαρίας Γρηγορίου είναι μια σειρά από 9 κομμάτια από χαρτοπολτό, βαμβάκι, χειροποίητο χαρτί, ύφασμα, κλωστές, μετάξι, φύκια, καρύδια, σκουριά και φυτικές βαφές, πειραματισμοί που προέκυψαν την περίοδο της πανδημίας και του εγκλεισμού χάρη στους καθημερινούς περιπάτους στη θάλασσα. Η δική της σειρά έργων συμπληρώνεται και από υφάσματα που δημιούργησε στον αργαλειό.
Η «Ωορρηξία» της Κορίννας Κουτούζη είναι ένα mobile με μπρούντζο, σίδηρο, ατσάλι, βότσαλο και καλάμι. «Για μένα, η στιγμή της ωορρηξίας και η δημιουργική στιγμή αλληλεπικαλύπτονται», είχε πει η δημιουργός. Τρία γλυπτά γεωμετρικά σχήματα από σίδερο και «Τρεις Χάριτες» από μπρούντζινο και σιδερένιο πλέγμα είναι έργα της Δέσποινας Πανταζοπούλου. Ο Γιάννης Παπαδόπουλος, στη σειρά έργων του «Η αρχή του νήματος», κάνει μια απόπειρα να ξαναβρεί την αρχή του νήματος, ξετυλίγοντας το κουβάρι του χρόνου. Η Εύα Χειλαδάκη στο «Και του Κρόνου» δημιουργεί μια σειρά από ευφάνταστα υφασμάτινα ανθρωπάκια, εμπνευσμένα από τον μύθο του Κρόνου που τρώει τα παιδιά του και από τους μάγκες του ρεμπέτικου «Ο πασατέμπος». Τέλος, στα γλυπτά-τερακότες που παρουσιάζει η Θεοδώρα Χωραφά εξερευνά το μυστήριο της ζωής μέσω της υλικότητας.
Στο κάτω κάτω της ΑΦΗς
Μουσείο Μπενάκη
24/11/2022 - 08/01/2023
Η έκθεση είναι ανοιχτή τις ημέρες & ώρες λειτουργίας του μουσείου
Εισ: €6, €5