OΣΟΙ ΑΓΑΠΗΣΑΝ ΤΗ Νατάσα Λιόν στο υπαρξιακό χωροχρονικό τριπ του «Russian Doll» θα τη λατρέψουν σ’ αυτήν εδώ την εξαιρετική αστυνομική σειρά από τον δημιουργό του «Knives Out» Ράιαν Τζόνσον, ο οποίος εξελίσσεται σε ιδανικό αλχημιστή και φορέα ανανέωσης ειδών που έμοιαζαν παρωχημένα και μπανάλ για τα σύγχρονα ψαγμένα κριτήρια της πρεστίζ τηλεόρασης.
Ό,τι έκανε στις δύο ταινίες με ήρωα τον ντετέκτιβ Μπενουά Μπλανκ «καννιβαλίζοντας» τις παλιομοδίτικες μεταφορές των βιβλίων της Άγκαθα Κρίστι στην οθόνη, φαίνεται να κάνει εδώ με το παραδοσιακό αστυνομικό «procedural» (με τη διαδικασία επίλυσης ενός διαφορετικού εγκλήματος ανά επεισόδιο), είδος που υπάρχει ακόμα στην τηλεόραση, οι ένδοξες μέρες του όμως ανήκουν σε περασμένες δεκαετίες.
Έχουμε συνηθίσει τόσο τη μη αυτοτελή λογική των σύγχρονων σειρών που μοιάζει περίεργο ή ρετρό ξαφνικά να παρακολουθείς μια σειρά όπου κάθε επεισόδιο φτάνει σε μια κατάληξη και το επόμενο ξεκινά από την αρχή.
Θα μπορούσε να πει κανείς ότι το Poker Face είναι σαν παλιά αστυνομική σειρά –από τον Κότζακ και τον Κολόμπο μέχρι τους Φάκελους Ρόκφορντ και τον Φυγά– παιγμένη όμως με μια σύγχρονη ευαισθησία και γυρισμένη με τα υψηλά στάνταρντ της χρυσής περιόδου του αμερικανικού σινεμά της δεκαετίας του ’70. Και με ιδανική πρωταγωνίστρια την Νατάσα Λιόν ως Τσάρλι, με το γνωστό μποέμ - κουτσαβάκικο στυλ της να μοιάζει σαν το τελευταίο πακέτο τσιγάρων σ’ έναν κόσμο ατμιστών.
Η Τσάρλι είναι, άθελά της, μια ερασιτέχνης ντετέκτιβ χωρίς σπίτι, χωρίς λεφτά, χωρίς όπλο, χωρίς τηλέφωνο (αναγκαστικά, καθώς πασχίζει να μην την εντοπίσουν οι διώκτες της), χωρίς βοηθό, χωρίς τίποτα πέρα από ένα επισφαλές μέλλον κι ένα μοναδικό, μεταφυσικό σχεδόν χάρισμα που μπορεί όμως να γίνει και κατάρα.
Η υπερδύναμή της είναι ότι μπορεί να διαισθανθεί με απόλυτη ασφάλεια πότε κάποιος λέει ψέματα, ένα χάρισμα που μόνο σε μπελάδες την έβαλε όταν προσπάθησε να το εκμεταλλευτεί στο τραπέζι του πόκερ.
Και τώρα κυνηγημένη, τριγυρνά με μια παλιά Plymouth Barracuda στους αυτοκινητοδρόμους της ενδοχώρας, καταδικασμένη να σκοντάφτει διαρκώς πάνω σε εγκλήματα που βάζουν σε δοκιμασία τους απόκοσμους αισθητήρες της. Ο διάβολος βρίσκεται στις λεπτομέρειες και μόνο αυτή έχει την ικανότητα να τις εντοπίσει, βοηθώντας κάθε φορά ανθρώπους που κινδυνεύουν να καταδικαστούν για κάτι που δεν έκαναν.
Έχουμε συνηθίσει τόσο τη μη αυτοτελή λογική των σύγχρονων σειρών που μοιάζει περίεργο ή ρετρό ξαφνικά να παρακολουθείς μια σειρά όπου κάθε επεισόδιο φτάνει σε μια κατάληξη και το επόμενο ξεκινά από την αρχή. Μόνη σταθερά η σκιά του διώκτη της, που έχει τη μορφή του Μπέντζαμιν Μπρατ (όλα ή σχεδόν όλα εξηγούνται στο πρώτο επεισόδιο), ο οποίος είναι μόνο ένας εκπρόσωπος του εξαιρετικού καστ που πλαισιώνει την πρωταγωνίστρια και περιλαμβάνει σπουδαίους και απολαυστικούς γκεστ σταρ όπως ο Άντριεν Μπρόντι, η Έλεν Μπάρκιν, η Κλόε Σεβινί, η οποία εμφανίζεται μαζί με τον μουσικό και συγγραφέα John Darnielle (The Mountain Goats) σε ένα από τα κορυφαία επεισόδια της σειράς που έχουν προβληθεί μέχρι τώρα.