Η έκθεση της Μαίρης Ζυγούρη στο Μουσείο Λαϊκής Τέχνης & Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη» του δήμου Αθηναίων συνοψίζει έναν κύκλο δουλειάς που ξεκίνησε με τον υποχρεωτικό εγκλεισμό που βιώσαμε στη διάρκεια της καραντίνας.
Μέσα από βίντεο, περφόρμανς, εγκαταστάσεις, σκηνοθετημένες φωτογραφίες και κείμενα η καλλιτέχνις καταγράφει μια διαδικασία μεταμόρφωσης και εσωτερικής μετατόπισης. Έχοντας ως βασικό υλικό το σώμα της, επιχειρεί να απεκδυθεί την ταυτότητά της.
Η συνθήκη εργασίας της ξεκινά από το ουδέτερο αντικείμενο ή αποκείμενο (abject) για να καταλήξει σε διαφορετικές οντότητες ή περσόνες. Σε μια περίοδο που πολλοί εικαστικοί καλλιτέχνες διερευνούν τη συγκρότηση της προσωπικής, εθνικής, κοινωνικής και έμφυλης ταυτότητας, η ίδια αντιστρέφει το ερώτημα: γίνεται σήμερα να μην έχεις καμία ταυτότητα; Και τι μπορεί να σημαίνει αυτό; Τι εικόνες μπορεί να παραγάγει ένας στοχασμός γύρω από τη μη ταυτότητα; Η Ζυγούρη αναζητά την πολλαπλότητα εντός του σώματος. Για την ίδια, η ανάδυση της ασυνείδητης εικόνας, της ποιητικής περσόνας, είναι μια ενέργεια που οδηγεί στη γνώση.
Οι επιτελεστικές περσόνες που μας συστήνει η Ζυγούρη με την έκθεση «Ex Corpo» γεννήθηκαν στο πλαίσιο διαφόρων περφόρμανς/residencies που πραγματοποίησε η καλλιτέχνις την τελευταία διετία (συγκεκριμένα στη Δράμα, στο Σορέντο, στο Space 52 στην Αθήνα, στο Αμφιάρειο Ωρωπού και πιο πρόσφατα στη Νάπολη, σε ένα υπόγειο ρωμαϊκό υδραγωγείο, όπου παρουσίασε την περφόρμανς «Ποιος είναι ο τρίτος που βαδίζει πάντα πλάι σου;»).
Μέσα από αυτές διαμορφώθηκαν και αναδύθηκαν η «Φωξάπφα, Σαπφώ του Έρωτα», μια ανόργανη πορτοκαλί οντότητα, η γυναίκα-αιδοίο, ένας μικροκέφαλος γίγαντας, μια λευκή θηλυκή κολόνα και μια λευκή μέδουσα/αχηβάδα. Κάθε περσόνα αναπτύσσεται, μεταλλάσσεται, συνδιαλέγεται με τα αντικείμενα/σύμβολα και όλα μαζί συνθέτουν ένα εικονογραφικό σύμπαν.
Οι φωτογραφίες από τις δράσεις που απεικονίζουν αυτές τις περσόνες είναι έντονα ζωγραφικές. Η περσόνα από την περφόρμανς που πραγματοποιήθηκε στην 3η Διεθνή Συνάντηση Performance Art (IFPA) στη Δράμα το 2021 παραπέμπει στις αιθέριες-ονειρικές γυναικείες φιγούρες των προραφαηλιτών, το ίδιο και η φασματική περσόνα από το υδραγωγείο της Νάπολης, η οποία αλλάζει συνεχώς σχήματα (δεν βρίσκεται ούτε στον χώρο ούτε στον χρόνο): μπορεί να γίνει κολόνα, αχηβάδα αλλά και μέδουσα.
Η Ζυγούρη εξετάζει την περφόρμανς πέρα από το βίωμα της συλλογικής στιγμής, αντιμετωπίζοντάς την ως αρχείο μεταμόρφωσης. Η περφόρμανς της δεν ολοκληρώνεται τη στιγμή που την πραγματοποιεί αλλά συνεχίζει να μεταλλάσσεται.
Αν το πρώτο στάδιο της επιτελεστικής διαδικασίας είναι η μη ταυτότητα, το δεύτερο είναι η εκσωμάτωση (ex-corporation), που περιγράφει την αποστασιοποίηση και διάσπαση του εγώ στα μέρη του. Η πρώτη κίνηση της μη ταυτότητας συμβαίνει στην κοιλιά της μάνας, εκεί όπου αιωρείσαι και ονειρεύεσαι, εκεί όπου δεν υπάρχουν εγγραφές.
Στη συνέχεια, κατά τη διάρκεια της εκσωμάτωσης, η καλλιτέχνις παύει να μιλάει και «ανοίγει»: τον λόγο τώρα παίρνουν τα μέλη του σώματός της και η καρδιά της. Μέσα από τη φωνή της καρδιάς, των ποδιών, των χεριών, της κοτσίδας, του αιδοίου και του ματιού προκύπτουν καινούργιες οντότητες, καινούργιες ταυτότητες. Το διαμελισμένο σώμα –σύμβολο και μεταφορά της νεωτερικότητας– ανασυγκροτείται με σκοπό την ανασύνθεση μιας νέας ταυτότητας του υποκειμένου.
Η Ζυγούρη εξετάζει την περφόρμανς πέρα από το βίωμα της συλλογικής στιγμής, αντιμετωπίζοντάς την ως αρχείο μεταμόρφωσης. Η περφόρμανς της δεν ολοκληρώνεται τη στιγμή που την πραγματοποιεί αλλά συνεχίζει να μεταλλάσσεται. Έτσι, αυτές οι νέες οντότητες-ταυτότητες, ως ίχνη των μεταμορφώσεων και μεταλλάξεων που επιτελέστηκαν, ανασυντίθενται στην έκθεση με μια τράπουλα ταρό που έχει σχεδιάσει η καλλιτέχνις.
Καθεμία από τις 74 κάρτες που παρουσιάζονται σε δύο προθήκες στην κεντρική σάλα του μουσείου είναι ένα συνθετικό έργο. Κάθε κάρτα περιλαμβάνει λιμπιντινικά και θηλυκά σύμβολα, όπως το αιδοίο, το φίδι, το μάτι και ο κορσές. Κάθε εικόνα είναι μια στάση (attitude), μια χειρονομία, ένα τελετουργικό. Στην κάθε κάρτα-εικόνα υπάρχει μια αφήγηση.
Η τράπουλα είναι χρηστική, θα μπορούσε κανείς να παίξει με αυτή. Εδώ η Ζυγούρη επιχειρεί μια ανατομία των μετατοπίσεων, διερωτώμενη για τη ρευστή ταυτότητα και συμπεριφορά αυτών των οντοτήτων.
«Όταν μπαίνεις στον συμβολικό κώδικα του ταρό, η κοτσίδα, η οποία είναι πολύ θηλυκό σύμβολο, γίνεται το σχοινί διαφυγής. Ο κορσές μπαίνει και σφίγγει το κεφάλι μου. Παραμορφώνω το σώμα μου και δημιουργώ ένα καινούργιο σώμα. Σε μια κάρτα επαναλαμβάνω τη χειρονομία της μυθικής Βαυβώς, που γελά και δείχνει το αιδοίο της. Έτσι, από το ιδιότυπο αρχείο των περφόρμανς μου προκύπτει μια έμφυλη τράπουλα που αναπαράγει όμως σεξιστικές εικόνες του θηλυκού που μας κατακλύζουν», διευκρινίζει η καλλιτέχνις.
Με την αυτοσχέδια τράπουλα ταρό η Ζυγούρη θίγει το ζήτημα της μεταμόρφωσης. Πώς μεταφέρεις τη σωματική εμπειρία της περφόρμανς, τις χειρονομίες και τα τελετουργικά της δράσης σε έναν κώδικα που έχει μέσα του τόσο έντονα το στοιχείο του παιχνιδιού, της τύχης;
Η ίδια σκέφτεται αυτές τις αρχετυπικές εικόνες ταρό σε σχέση με την τεχνολογία και τα άβαταρ του κυβερνοχώρου και συγχρόνως τον τρόπο που συνδιαλέγεται το νταντά με τον σουρεαλισμό. Η μαγεία ως μια διαφορετική πηγή γνώσης, ως ένας τρόπος να βρεις διαφυγές από το υπολογίσιμο ή το μετρήσιμο των λογισμικών.
Αντιθέτως, η πολλαπλότητα των ταρό είναι απελευθερωτική και ανοιχτή σε δημιουργικούς πειραματισμούς, όπως απέδειξε περίτρανα ο Italo Calvino στο «Κάστρο των διασταυρωμένων πεπρωμένων» (1973), ο οποίος, αξίζει να σημειωθεί, εντοπίζει στα κόμικς τη σύγχρονη αντιστοιχία των ταρό ως έκφραση ενός συλλογικού ασυνειδήτου. «Μια τράπουλα ταρό έχει άπειρους συνδυασμούς. Εξαρτάται από την ενέργεια αυτού που ρωτάει και αυτού που ερμηνεύει», προσθέτει η Ζυγούρη.
Εκτός από τις 74 κάρτες της τράπουλας «ΤAROTώ», η καλλιτέχνις παρουσιάζει 21 εκτυπώσεις σε πλεξιγκλάς (τα επιτοίχια τυπώματα ομαδοποιούνται με τέτοιο τρόπο ώστε να παραπέμπουν σε ριξίματα ταρό), τέσσερις περσόνες ως κούκλες διάσπαρτες στον χώρο που συνομιλούν με τις ήδη υπάρχουσες κούκλες του λαογραφικού μουσείου, μια σειρά από ζωγραφικά έργα μικρών διαστάσεων καθώς και ένα υπνωτιστικό βίντεο από τον αρχαιολογικό χώρο του Αμφιάρειου, όπου παρουσιάζεται ένα επεισόδιο με τις τρεις περσόνες κρεμασμένες από το μεγάλο δέντρο δίπλα στον ναό του ιερού.
Στην αρχή του βίντεο ακούμε την καλλιτέχνιδα να διαβάζει μια ευχή. Πρόκειται για στίχους από την τραγωδία «Σίβυλλα» του Άγγελου Σικελιανού, που είναι χαραγμένοι στη μαρμάρινη στήλη με την ανάγλυφη κατατομή της Εύας Σικελιανού στον κήπο του Μουσείου Δελφικών Εορτών.
Αυτή η ευχή δημιουργεί άλλη μια σύνδεση της Ζυγούρη με την Οικία Χατζημιχάλη. Η πρώτη επαφή της με το μουσείο ήταν το 1996, όταν γνώρισε τη ζωγράφο Έρση Χατζημιχάλη, θυγατέρα της Αγγελικής, η οποία κατοικούσε στο υπόγειο του κτιρίου.
«Η Μαίρη Ζυγούρη έρχεται σήμερα στο Mουσείο Χατζημιχάλη για να μας μιλήσει για οντότητες και φάσματα, επειδή με κάποιον τρόπο την έχει συστήσει η Έρση. Με αυτή την έκθεση επιστρέφει, για να μιλήσει για μια ανεξερεύνητη περιοχή.
Πώς μπορούμε να διευρύνουμε την οπτική μας γωνία; Με καθαρό βλέμμα προς το παρελθόν και προς το μέλλον. Πέρα από ανθρωποκεντρικές προκαταλήψεις, ανάμεσα από τον μύθο, χωρίς γραμμική λογική, πέρα από το ορατό, ώστε να αφήσουμε να αποκαλυφθούν και άλλες, μη ανθρώπινες οντότητες, υπάρξεις που συνεχίζουν να μας μιλούν για το ανθρώπινο, αλλά υπό άλλη οπτική γωνία. Ας αφεθούμε στη θηλυκή ρευστότητα της φύσης, παροτρύνει η καλλιτέχνις.
Οι ντελεζιανές διαφυγές της Ζυγούρη –γιατί έτσι αντιλαμβάνεται τις περφόρμανς της– είναι η προσωπική της στάση απέναντι στο πολιτικό. Οι μυστηριακές εικόνες της, αφομοιωμένες στη γλώσσα του Μουσείου Χατζημιχάλη, συνιστούν παράλληλα και μια ψυχογεωγραφία, μια επίκαιρη εθνογραφία του σήμερα», γράφει ο ιστορικός τέχνης και επιμελητής εκθέσεων και δράσεων του ΟΠΑΝΔΑ, Χριστόφορος Μαρίνος.
Μαίρη Ζυγούρη
Ex Corpo
Μουσείο Λαϊκής Τέχνης & Παράδοσης «Αγγελική Χατζημιχάλη» Δήμου Αθηναίων
Διάρκεια: 9/3-23/4
Επιμέλεια: Χριστόφορος Μαρίνος
Διοργάνωση: Οργανισμός Πολιτισμού, Αθλητισμού και Νεολαίας του Δήμου Αθηναίων (ΟΠΑΝΔΑ)