Είναι οκτώ το πρωί και ο Σατζίντ ξεκλειδώνει την πόρτα του καταστήματός του στη λεωφόρο Αχαρνών. Το μανάβικο, ψιλικατζίδικο και κατάστημα προϊόντων και τροφίμων ασιατικής προέλευσης που διαχειρίζεται λειτουργεί εδώ και οκτώ χρόνια στην περιοχή, κι έτσι ο χώρος του δεν αργεί να γεμίσει με τους πρωινούς πελάτες, κατοίκους της γειτονιάς, Έλληνες αλλά και μετανάστες, που τον χαιρετούν και ανταλλάσσουν χαλαρές κουβέντες καθώς κάνουν τα πρωινά τους ψώνια.
«Δεν είναι εύκολη διαδικασία να στήσεις ένα μαγαζί, ούτε ήταν εύκολες οι περίοδοι της πανδημίας και της σημερινής ακρίβειας», μου εξηγεί χαμογελώντας, κάνοντας ένα μικρό διάλειμμα στην εξυπηρέτηση των πελατών. «Αλλά με αυτό εδώ το μαγαζί πώς να μη νιώθω κομμάτι της πόλης και της γειτονιάς μου;» συμπληρώνει.
Δεν χωρά αμφιβολία πως τα καταστήματα και οι υπηρεσίες επιχειρηματιών μεταναστευτικής προέλευσης αποτελούν ένα ζωντανό και αναπόσπαστο κομμάτι του εμπορικού ιστού της Αθήνας, καθώς και μία από τις πιο ορατές πτυχές της εθνοτικής ποικιλομορφίας που χαρακτηρίζει σήμερα την πόλη. Οι μετανάστες επιχειρηματίες και καταστηματάρχες βρίσκονται παντού ανάμεσά μας, εξυπηρετώντας δεκάδες χιλιάδες Αθηναίους, εμπλουτίζοντας συνεχώς τα προϊόντα και το εμπόριο της πόλης, συμβάλλοντας με τις επιγραφές, τις πινακίδες και την παρουσία τους στη διαμόρφωση μιας σύγχρονης και πολυπολιτισμικής Αθήνας.
Δεν χωρά αμφιβολία πως τα καταστήματα και οι υπηρεσίες επιχειρηματιών μεταναστευτικής προέλευσης αποτελούν ένα ζωντανό και αναπόσπαστο κομμάτι του εμπορικού ιστού της Αθήνας, καθώς και μία από τις πιο ορατές πτυχές της εθνοτικής ποικιλομορφίας που χαρακτηρίζει σήμερα την πόλη.
Υπάρχει, ταυτόχρονα, και το εξής παράδοξο στον τρόπο με τον οποίο αντιλαμβάνεται η πόλη τη μεταναστευτική επιχειρηματικότητα: μπορεί να αλληλεπιδρούμε με αυτήν, ωστόσο σπάνια την αφήνουμε να επαναπροσδιορίσει την αντίληψη που έχουμε για την ίδια τη μετανάστευση.
Μία από τις φωτεινές εξαιρέσεις αυτής της έλλειψης στον δημόσιο διάλογο αποτελεί το ερευνητικό έργο της Ίριδας Πολύζου, ερευνήτριας, συγγραφέως και αστικής κοινωνιολόγου. Μεταξύ άλλων διαύλων, το έργο της βρίσκεται δημοσιευμένο στην πλατφόρμα του Κοινωνικού Άτλαντα της Αθήνας, με την υποστήριξη του Ιδρύματος Ωνάση, πλαισιωμένο από τους όμορφα επιμελημένους και χρήσιμους χάρτες του ερευνητή στο Εθνικό Κέντρο Κοινωνικών Ερευνών, Σταύρου Σπυρέλλη.
Η προσπάθειά της να μελετήσει και να χαρτογραφήσει τη μεταναστευτική επιχειρηματικότητα της Αθήνας αποτελεί μια σπάνια απεικόνιση του φαινομένου στη σύγχρονη έκφανσή του, που κινείται σε δύο ερευνητικούς άξονες: τη χαρτογράφηση των καταγεγραμμένων επιχειρήσεων μέσω του μητρώου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών αλλά και της επιτόπιας καταγραφής επιχειρήσεων στην κλίμακα του δρόμου, και τη διεξαγωγή έρευνας πεδίου σε επιλεγμένους δρόμους του κέντρου της Αθήνας, με δομημένες αλλά και αυθόρμητες συνεντεύξεις με εργαζομένους και ιδιοκτήτες των εν λόγω επιχειρήσεων.
«Στην ουσία, η έρευνα έγινε στο πλαίσιο ενός μεταδιδακτορικού μου στη Γαλλική Σχολή Αθηνών», εξηγεί η Πολύζου. «Είχα ήδη καταπιαστεί με τους Κινέζους εμπόρους στην περιοχή του Μεταξουργείου, έχοντας συλλέξει κάποιες πρώτες παρατηρήσεις, αλλά ήθελα να ανοίξω τη μελέτη και να εξετάσω κι άλλες μεταναστευτικές κοινότητες, καθώς και ζητήματα της μεταξύ τους συνύπαρξης. Πολύ συχνά λέμε πως οι μετανάστες έρχονται στη χώρα μας και επωφελούνται. Ήθελα, λοιπόν, να αντιστρέψω το ερώτημα, να εξετάσω και να αναδείξω το γεγονός πως συχνά επωφελούμαστε εμείς οι ίδιοι ως κάτοικοι μιας περιοχής, ως χώρα και ως πόλη από τη μετανάστευση».
«Η επιχειρηματικότητα ενδείκνυται για να εξετάσει κανείς τη συμβολή της μετανάστευσης στον αστικό ιστό», συνεχίζει η ερευνήτρια, «ειδικά αν λάβουμε υπ’ όψιν μας πως πολλά τμήματα της πόλης αδειάζουν, πως πολλά αθηναϊκά καταστήματα λιανικής κλείνουν και πως παράλληλα πολλά καταστήματα νοικιάζονται από μεταναστευτικές ομάδες, και μάλιστα με αξιοσημείωτα υψηλά ενοίκια, συμβάλλοντας ουσιαστικά στη διατήρηση της εμπορικής ζωτικότητας των υπό μελέτη κεντρικών περιοχών», συμπληρώνει.
Συνύπαρξη, εξωστρέφεια και ορατότητα
Σύμφωνα με τα στοιχεία του μητρώου του Εμπορικού και Βιομηχανικού Επιμελητηρίου Αθηνών για το 2015, στην πόλη λειτουργούν 2.057 επιχειρήσεις μεταναστών, εκ των οποίων το 55% αφορά επιχειρηματική δραστηριότητα υπηκόων Ε.Ε. και Β. Αμερικής, ενώ το 40% επιχειρήσεις που ανήκουν σε εμπόρους τρίτων χωρών. Από τη μελέτη της Πολύζου προέκυψε η αναμενόμενη πτυχή της κοινωνικής αστικής γεωγραφίας, της χωροθέτησης και του γεωγραφικού διαχωρισμού.
Για παράδειγμα, οι επιχειρήσεις των υπηκόων βαλκανικών χωρών και χωρών της πρώην ΕΣΔΔ συγκεντρώνονται γύρω από την περιοχή της Ομόνοιας, οι επιχειρήσεις των μεταναστών από χώρες της Μέσης Ανατολής εντοπίζονται στο κέντρο της πόλης και δυτικά της Πατησίων, ενώ οι επιχειρηματίες από αφρικανικές χώρες εμφανίζουν μεγαλύτερη συγκέντρωση στην περιοχή της Κυψέλης και της πλατείας Αμερικής.
Ωστόσο, πέρα από τον γνωστό και αναμενόμενο χωροκοινωνικό διαχωρισμό μεταξύ ανατολικού και δυτικού κέντρου της πόλης, η έρευνα της αστικής κοινωνιολόγου ανέδειξε τη συνύπαρξη επιχειρήσεων διαφορετικών εθνικοτήτων στη μικρο-κλίμακα του δρόμου, καθώς και τους τρόπους με τους οποίους βοηθούν την εμπορική και αστική ζωτικότητα των υπό μελέτη κεντρικών περιοχών.
«Από μια άποψη, οι μετανάστες είναι και οι ίδιοι κύριοι του ίδιου τους του μεταναστευτικού ταξιδιού και μπορούν να διαμορφώσουν τον τρόπο ζωής τους», εξηγεί χαρακτηριστικά η κ. Πολύζου. «Και έχει νόημα να στρέψουμε το βλέμμα και να εξετάσουμε την εμπειρία τους όχι μόνο ως θυμάτων των συνθηκών αλλά και ως τα βιώματα ανθρώπων που μεταβάλλουν και οι ίδιοι τις συνθήκες γύρω τους. Για να ανοίξεις ένα κατάστημα χρειάζονται επαφές, οικονομικό και κοινωνικό κεφάλαιο, στρατηγική και δίκτυο. Συχνά έχουμε την ψευδαίσθηση πως η μεταναστευτική επιχειρηματικότητα είναι κάτι κλειστό, όμως στην έρευνά μας φάνηκε πως στην πράξη αυτό δεν ισχύει. Είδαμε πόσο συχνά οι επιχειρήσεις αυτές προσλαμβάνουν άτομα από άλλες εθνικότητες ή πως έχουν πολλούς Έλληνες πελάτες από την περιοχή. Είναι πολύ πιο ανοιχτές απ’ ό,τι συχνά νομίζουν όσοι δεν κατοικούν γύρω τους και δεν αλληλεπιδρούν μαζί τους».
«Το ίδιο παρατηρήσαμε και αναφορικά με τη συνύπαρξη», προσθέτει. «Σε ένα πλαίσιο συνεχώς μεταβαλλόμενων αστικών μεταλλαγών, έρχονται μετανάστες που εισχωρούν στα κενά του αστικού ιστού και τα συμπληρώνουν, όντες και οι ίδιοι φορείς μεταλλαγών. Το βλέπουμε στην Αχαρνών, στο Γεράνι, στην Ομόνοια. Υπάρχει και το επιπλέον σκέλος που αφορά την ορατότητα, την επαφή της πόλης με το διαφορετικό και το πολυπολιτισμικό στοιχείο. Θα σας δώσω το παράδειγμα ενός κομμωτηρίου που ανήκε σε Πακιστανό ιδιοκτήτη, είχε προσλάβει έναν εργαζόμενο από το Μπαγκλαντές καθώς και μια γυναίκα από τα Βαλκάνια, και αυτό ήταν εμφανές σε επίπεδο πινακίδων και επιγραφών του μαγαζιού. Η κοπέλα, δηλαδή, είχε αναρτήσει αφίσες και επιγραφές στα βουλγάρικα, κάτι που λειτουργεί μεν σε πλαίσιο επιχειρηματικότητας και προσέλκυσης πελατών αλλά συμβάλλει και ως οπτικό στοιχείο σε επίπεδο πολυπολιτισμικού πλούτου και ορατότητας», καταλήγει.
Αστικός σχεδιασμός και δεδομένα
Μια αντίστοιχη, εξίσου εξαιρετική πρωτοβουλία, τόσο στο επίπεδο καταγραφής και χαρτογράφησης όσο και ορατότητας αναφορικά με τη μεταναστευτική εμπειρία, παρουσίασε πρόσφατα και η Στέγη του Ιδρύματος Ωνάση στο πλαίσιο της πολυεπίπεδης έκθεσης «Κωνσταντίνος Δοξιάδης και πληροφοριακός μοντερνισμός: Η μηχανή στην καρδιά του ανθρώπου» σε επιμέλεια Farzin Lotfi-Jam και Mark Wasiuta και εκτελεστική διεύθυνση της Αφροδίτης Παναγιωτάκου και του Πρόδρομου Τσιαβού.
Η έκθεση, που εξέτασε διαχρονικά τον ρόλο των δεδομένων και των πληροφοριών στην αστική διαχείριση και διοίκηση, παρουσίασε την ενότητα «Νέα Ανθρώπινη Κοινότητα», μια αντιπαραβολή των τεχνικών εισαγωγής και συγκέντρωσης δεδομένων που εφάρμοζε ο διεθνώς φημισμένος αρχιτέκτονας και πολεοδόμος με στόχο τη βελτίωση του αστικού περιβάλλοντος και της καθημερινότητας των πολιτών, με τα συστήματα ελέγχου και παρακολούθησης που ενισχύουν τον αποκλεισμό ευάλωτων κοινωνικών ομάδων και μειονοτήτων.
Η έρευνα του Δοξιάδη, ο οποίος χρησιμοποίησε έναν υπολογιστή IBM 1401 και επεξεργάστηκε τα δεδομένα 3.500 ερωτηματολόγιων που διανεμήθηκαν σε είκοσι αθηναϊκές γειτονιές, συμπληρώθηκε από μια πιο σύγχρονη έρευνα, που ολοκληρώθηκε με τη συνδρομή του Ελληνικού Συμβούλιου για τους Πρόσφυγες και του δικτύου Μέλισσα, και αποτελείται, εκτός από βιντεοσκοπημένες συνεντεύξεις, από χάρτες που αποτυπώνουν τις μετακινήσεις των εν λόγω ανθρώπων.
Πρόκειται για μια ακόμα πρωτοβουλία που με πρωτότυπες τεχνικές παρουσιάζει αυτό που αποδεικνύεται περίτρανα αλλά και διαχρονικά από την αθηναϊκή πραγματικότητα: πως οι μετανάστες ζουν ανάμεσά μας, συμβάλλοντας διαρκώς στην εμπορική και αστική ζωτικότητα και συνθέτοντας μια πολυπολιτισμική και συνεχώς μεταβαλλόμενη πόλη.
«Η Αθήνα είναι διαχρονικά ένα μωσαϊκό μικροκαταστάσεων», σχολιάζει η κ. Πολύζου. «Μονίμως εναλλάσσονται πολλές διαφορετικές πλευρές, για να το πω απλά, σε επίπεδο χώρου υπάρχει πάντοτε μια μικροκατάσταση που εξ ορισμού οδηγεί στην αλληλεπίδραση και στη συνύπαρξη», καταλήγει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.
Το νέο τεύχος της LiFO δωρεάν στην πόρτα σας με ένα κλικ.