Στις 26 Απριλίου του 1977, συνέρχεται η επιτροπή που αποφασίζει σε ποιους θα δοθεί το Διεθνές Βραβείο Λένιν για την Ειρήνη και σημειώνει το όνομα του Γιάννη Ρίτσου με την ιδιότητα ποιητής και κοινωνικός παράγοντας. Κοντά στην ημερομηνία των γενεθλίων του, ο ποιητής, αλλά και όλος ο κόσμος, μαθαίνει την είδηση. Ένας Έλληνας τιμάται με το σημαντικό για εποχή διεθνές βραβείο. Ο Γιάννης Ρίτσος σε συνέντευξή του (“Ριζοσπάστης”, 15.5.77) περιγράφει τη στιγμή που ενημερώνεται από τον Ρώσο πρέσβη για τη βράβευσή του:
«Την ώρα που ετοιμαζόμουνα να φύγω, είχα ένα τηλεφώνημα από τη σοβιετική πρεσβεία. Μου λένε: “κ. Ρίτσο θα θέλαμε να σας δούμε. Σε 20 λεπτά μπορούμε να είμαστε εκεί. Δεν θα σας καθυστερήσουμε περισσότερο από 10 λεπτά”. Εγώ θα έφευγα στις 4:30 μ.μ κι αυτοί μου τηλεφώνησαν στις 2. Νόμισα ότι θυμήθηκαν τα γενέθλιά μου, γιατί πάντοτε τα γιορτάζουν [...] Έρχεται ο πρεσβευτής με κάποιον διπλωματικό υπάλληλο της πρεσβείας και με τον ανταποκριτή της “Πράβντα”. Μου πρόσφεραν μία μεγάλη ανθοδέσμη με λουλούδια που την κρατώ σαν ανάμνηση αυτής της στιγμής όπως και του Κόμματος την ανθοδέσμη. Μου λένε χρόνια πολλά, να ζήσετε, και ευτυχία για τα γενέθλιά σας. Ο πρεσβευτής μου έδωσε ένα δερμάτινο ντοσιέ μου μέσα υπήρχε το τηλεφώνημα της Επιτροπής του βραβείου Λένιν, το οποίο είχαν καταγράψει. Το διαβάζει στα ρώσικα ο πρεσβευτής και ήταν για το βραβείο Λένιν. Μετά με αγκάλιασε ο πρεσβευτής και μου ήρθαν δάκρυα. Σπανίως κλαίω στη ζωή μου. Εκείνη τη στιγμή ένιωσα ότι όλη η ιστορία των αγώνων του ελληνικού λαού, ολόκληρος ο ελληνικός λαός και ολόκληρη η ιστορία του στεκόταν εδώ και ερχόταν η επιβράβευση αυτών των αγώνων. Ένοιωσα και εγώ σαν ένα μικρό μόριο αυτού του λαού και είπα, γι’ αυτόν το λαό που αγωνίστηκε, αν έχω εγώ ένα μικρό δικαίωμα σ’ αυτή την επιβράβευση είναι για ό,τι μπόρεσα με τις μικρές, μέτριες δυνάμεις που είχα να εκφράσω απ’ αυτούς τους αγώνες. Δεν ένιωθα ότι γίνεται σε ’μένα, αλλά ότι γίνεται στον ελληνικό λαό, τους αγώνες του για την ειρήνη, για την ελευθερία, για τη δικαιοσύνη. Μ’ έπιασε μεγάλη συγκίνηση»
Ο Γιώργος Λιάνης αναφέρει ότι σε συνάντησή τους, ο Γιάννης Ρίτσος, είχε εκφράσει τις απόψεις του για το Νόμπελ και είχε αναφέρει ότι διόλου δεν ενδιαφερόταν από το γεγονός πως δύο χρόνια δεν τον βράβευσαν και είπε «πόσοι δεν πήραν το Νόμπελ: ο Μποντλέρ, ο Ρεμπό, ο Μαγιακόφσκι, ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι...».
Η επιστολή με την οποία του κοινοποιήθηκε η κατάκτηση του βραβείου ήταν η ακόλουθη:
Αξιότιμε Κύριε Ρίτσο,
Έχω τη μεγάλη χαρά και την τεράστια ικανοποίηση να σας ανακοινώσω ότι η Επιτροπή για το Διεθνές Βραβείο Λένιν, παίρνοντας υπόψη τις υπηρεσίες σας στην πάλη για τη διεύρυνση και εδραίωση της ειρήνης, σας απονέμει με απόφασή της το Διεθνές Βραβείο Λένιν "για την εδραίωση της Ειρήνης μεταξύ των Λαών".
Εξ ονόματος των μελών της Επιτροπής και προσωπικά εκ μέρους μου σας συγχαίρω εγκάρδια, αξιότιμε Γιάννη Ρίτσο, για το βραβείο αυτό. Σας εύχομαι καλή υγεία και νέες επιτυχίες στο ευγενικό σας έργο.
Θα σας ευγνωμονώ αν θα μου γνωστοποιήσετε πότε και που θα θέλατε να λάβετε το δίπλωμα και το μετάλλιο του τιμημένου με το Διεθνές Βραβείο Λένιν.
Με εκτίμηση
Ν.ΜΠΛΑΧΙΝ
Μέλος της Ακαδημίας Επιστημών της ΕΣΣΔ
και Πρόεδρος της Επιτροπής για τα Διεθνή Βραβεία Λένιν
Λίγο αργότερα το Σοβιετικό πρακτορείο TASS θα μεταδώσει:
«Γιάννης Ρίτσος: Ποιητής, πολίτης και κοινωνικός παράγοντας, ολόκληρη η σταδιοδρομία και το δημιουργικό έργο του οποίου είναι αφιερωμένα σε ένα στόχο: στην πάλη για την αλήθεια, την ελευθερία και την ευτυχία των ανθρώπων, στην πάλη για την ειρήνη στον κόσμο. Σήμερα ο Γιάννης Ρίτσος βρίσκεται στις πρώτες γραμμές των οικοδόμων της ειρήνης. Την είδηση για την απονομή στον Ρίτσο του Διεθνούς Βραβείου Λένιν για την εδραίωση της ειρήνης μεταξύ των λαών, την δέχτηκε η προοδευτική ελληνική κοινή γνώμη σαν αναγνώριση των τεράστιων υπηρεσιών του μεγάλου γιου της Ελλάδας στην υπόθεση της διαφύλαξης και της εδραίωσης της ειρήνης».
Θα ακολουθήσει η δημόσια δήλωση του Γιάννη Ρίτσου:
«Θερμά και ειλικρινά ευχαριστώ για την απόφαση που πάρθηκε. Σ’ όλη τη ζωή μου είμαι αφοσιωμένος στα ιδανικά της ειρήνης. Σήμερα για μένα είναι μια μεγάλη γιορτή και είμαι συγκινημένος μέχρι το βάθος της ψυχής μου. Δεν μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυα της χαράς και της ευγνωμοσύνης για τη μεγάλη αναγνώριση και την εκτίμηση του δημιουργικού μου έργου, Δεν κρύβω τα δάκρυα γιατί αυτό το γεγονός συνέπεσε την παραμονή των γενεθλίων μου».
Τον Μάιο του 1977, δεκάδες άνθρωποι των τεχνών και των γραμμάτων θα κάνουν δηλώσεις εκτίμησης, σεβασμού και χαράς σε διάφορες εφημερίδες και περιοδικά για το βραβείο που κέρδισε ο μεγάλος Έλληνας ποιητής. Το ελληνικό Υπουργείο Πολιτισμού δεν θα του στείλει ούτε κάποια τυπική συγχαρητήρια επιστολή.
Την εικόνα του πως αντιμετωπίστηκε η βράβευσή του σε σχέση με την παλαιότερη αντίστοιχη του Κώστα Βάρναλη, δίνει ο ίδιος σε συνέντευξή του («Ριζοσπάστης», 15.5.77):
«Οι δεξιοί προσπαθούν να μειώσουν τη σημασία του βραβείου ή να το αποσιωπήσουν εντελώς. Η περίπτωση η δική μου ήταν ιδιαίτερη, ίσως γιατί συνέπεσε με μια περίοδο μιας κάποιας ομαλότητας στην Ελλάδα, που το πνεύμα αυτής της μισαλλοδοξίας δεν ήταν τόσο έντονο όσο άλλοτε. Γι' αυτό έγραψαν για τη δικιά μου βράβευση και το ανήγγειλε το ραδιόφωνο και η τηλεόραση. Όταν πήρε το βραβείο ο Βάρναλης, ούτε καν το σημειώσανε. Μια-δυο εφημερίδες το γράψανε, δυο λογάκια κι αυτό ήταν. Δείγμα των καιρών ότι αυτή η τρομακτική μισαλλοδοξία που υπήρχε βρίσκεται σε κάποια καταστολή ή τουλάχιστον δεν θέλει να επιδεικνύεται...»
Σχεδόν τέσσερις μήνες μετά, ο Ρίτσος θα ταξιδέψει στη Μόσχα, μαζί με τον Γάλλο ποιητή, μυθιστοριογράφο και δημοσιογράφο Λουί Αραγκόν, που είχε έρθει από την Ελλάδα για να τον συνοδεύσει στην τελετή απονομής του βραβείου. Η ομιλία του Αραγκόν υπάρχει ολόκληρη στο βιβλίο «Ο Αραγκόν για τον Ρίτσο» (Κέδρος, 1983).
Ο λόγος του Γιάννη Ρίτσου θα γραφτεί από τον ίδιο λίγες ώρες πριν την τελετή απονομής πάνω σε τέσσερα επιστολόχαρτα του ξενοδοχείου «Россия» όπου διέμενε (για την ιστορία, ήταν το μεγαλύτερο ξενοδοχείο στον κόσμο από το 1967 έως το 1980). Το χειρόγραφο σώζεται στην Πινακοθήκη Χατζηκυριάκου-Γκίκα του Μουσείου Μπενάκη:
Μόσχα, ΙΧ, 1977
Η συγκίνησή μου είναι τόσο μεγάλη που δεν ξέρω αν θα κατορθώσω να αρθρώσω μερικά λόγια - συγκίνηση απ’ τις πιο σπάνιες όλης μου της ζωής, και συγκίνηση π ο λ λ α π λ η. Και πρώτα - πρώτα γιατί το διεθνές αυτό βραβείο που μου απονέμετε φέρει το μέγα όνομα του Λένιν - της μεγαλύτερης μορφής του αιώνα μας που συνδύαζε τον υψηλότερο στοχασμό με την ακαταπόνητη και τελειότερη επαναστατική δράση και με τη βαθύτερη ανθρώπινη απλότητα - του Λένιν του πρωτεργάτη της Επανάστασης, του ιδρυτή του Σοβιετικού Κράτους, του Κήρυκα της Παγκόσμιας Ειρήνης. Ύστερα πάλι η απονομή του βραβείου Λένιν συμπίπτει με τα 60χρονα της Μεγάλης Οκτωβριανής Επανάστασης που τόσο λαμπρά γιορτάστηκε απ’ το μεγάλο σοβιετικό λαό και το Κόμμα του και απ’ τους λαούς όλου (του) κόσμου που βλέπουν την Οκτωβριανή Επανάσταση σαν το φωτεινό ιερό ορόσημο της παγκόσμιας ιστορίας, σαν τον λαμπρό διασκελισμό προς την Νέα Ιστορία του Ανθρώπου. Και μέσα σ’ αυτές τις μεγάλες συγκινήσεις θα μου επιτρέψετε, αγαπητοί σύντροφοι, να προσθέσω ακόμη μία που είμαι βέβαιος πως δεν θα την θεωρήσετε εντελώς προσωπική: ο μέγας φίλος μου και μέγας Ποιητής της εποχής μας Αραγκόν, ήρθε για πρώτη φορά στην Ελλάδα για να με συνοδεύσει στη μεγάλη Σοβιετική Χώρα για να συνεορτάσουμε τα 60 χρονα της Οκτωβριανής Επανάστασης και να παρευρεθεί στην τελετή της απονομής του Βραβείου και να με χαιρετήσει μαζί με τον Πρόεδρο της Επιτροπής σύντροφο Μπλαχίν που η εξαίσια, αδελφική, εγκάρδια προσφώνηση του μου πλημμύρισε με ενθουσιασμό την καρδιά και μου έφερε δάκρυα συντροφικής χαράς στα μάτια. Και τι θα μπορούσα να απαντήσω στα μεγάλα αδελφικά λόγια του μεγάλου φίλου μου Αραγκόν; Το πιο μεγάλο μου ευχαριστώ το βρίσκω μικρό τουλάχιστο μπροστά στην απεραντοσύνη της μεγαλοψυχίας του.
Πώς, λοιπόν, να εκφράσω όλες αυτές τις τόσο δυνατές συγκινήσεις; Πώς ν’ ανταποκριθώ σ’ αυτές τις τιμές που μου προσφέρετε; Πώς θ’ αντέξουν οι ώμοι μου και οι ώμοι της ποίησής μου το υπέροχο φιλικό βάρος τόσων εγκωμίων και μαζί την ευθύνη που συνεπάγονται αυτές οι αγωνιστικές αρετές που μου καταλογίζετε;
Ευτυχώς, ο έξοχος επιστήμονας της Σοβιετικής Ένωσης, ο Πρόεδρος της Επιτροπής Απονομής του βραβείου Λένιν, σύντροφος Μπλαχίν φρόντισε να τοποθετήσει τα πράγματα στη θέση τους και ν’ αλαφρώσει κάπως και τη δική μου θέση, λέγοντας, τόσο ωραία, πως το Βραβείο Λένιν, που απονέμεται στο πρόσωπό μου, απευθύνεται τιμητικά στον ακατάβλητο ελληνικό λαό για τους αγώνες του για Ελευθερία, Δημοκρατία και Ειρήνη.
Έτσι, ναι. Στο όνομα αυτού του μικρού αλλά ένδοξου ελληνικού λαού. Του αδιάπτωτα και αλύγιστα αγωνιζόμενου, αυτού του λαού που τόσο πόνο και αίμα έδωσε και δίνει για την Ελευθερία και που αναγνωρίζει τις τεράστιες θυσίες του Σοβιετικού Λαού στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο, όχι μόνο για την απελευθέρωση της πατρίδας του αλλά όλης της Ευρώπης κι όλου του κόσμου - στο όνομα λοιπόν του ελληνικού λαού, που ένα μικρό μόριο του είμαι κι εγώ, μπορώ να δεχτώ ένα μέρος της μεγάλης τιμής που μου προσφέρετε.
Θά θελα να ευχαριστήσω απ’ τα βάθη της καρδιάς μου την Επιτροπή Απονομής Βραβείου Λένιν Ειρήνης, τους συντρόφους και φίλους που τιμούν με την παρουσία τους τη σημερινή τελετή κι ολόκληρο το Σοβιετικό Λαό που τιμά με τη φιλία του τον Ελληνικό και τον Κυπριακό Λαό και να του ευχηθώ όλο και μεγαλύτερες κατακτήσεις σ’ όλους τους τομείς της κοινωνικής και πολιτιστικής δραστηριότητας για το καλό της μεγάλης πατρίδας σας κι όλης της οικουμένης.
Ζήτω η Μεγάλη Οκτωβριανή Σοσιαλιστική Επανάσταση που έστριψε προς το φως το πηδάλιο της Ιστορίας.
Ζήτω η Ελληνοσοβιετική Φιλία.
Ζήτω η Ειρήνη και η Φιλία ανάμεσα σ’ όλους τους λαούς του κόσμου.
Ζήτω και η Ποίηση κι όλες οι Τέχνες που βοηθούν στη συνεννόηση, στην αλληλοκατανόηση και αδελφοσύνη των λαών.
Γιάννης Ρίτσος
Και τώρα, αγαπητοί σύντροφοι, που τελείωσε η αρκετά μακριά και αρκετά αδέξια αντιφώνησή μου, θα μου επιτρέψετε να επιστρέψω στο χώρο μου, δηλαδή στην ποίηση, και να σας διαβάσω μερικά τετράστιχα, ελπίζω λιγότερο αδέξια απ’ την ομιλία μου. Είναι αποσπάσματα από ένα ποίημα γραμμένο το 1932 και αφιερωμένο στη Σοβιετική Ένωση, τότε που γιόρταζε μόλις τα 15χρονα της Οκτωβριανής επανάστασης.
ΕΣΣΔ
Ο Ρώσος κριτικός Βίκτωρ Σοκολούκ σε ντοκιμαντέρ-πορτρέτο για τον Γιάννη Ρίτσο (ΕΡΤ, 1987), θα πει πως ο ποιητής εκείνο το βράδυ ήταν βαθιά συγκινημένος. «Θυμάμαι, πως ύστερα από συγκινητική σιωπή, ο Ρίτσος είπε: "Γι' αυτό αξίζει να ζεις, να μάχεσαι και να υποφέρεις"».
Μέχρι να φτάσει στο Βραβείο Λένιν, ο Γιάννης Ρίτσος είχε προταθεί τέσσερις φορές για το Βραβείο Νόμπελ, αλλά κάθε φορά οι προτάσεις δεν περνούσαν τις συμπληγάδες της Σουηδικής Ακαδημίας και δεν μετατρέπονταν σε υποψηφιότητα. Η πρώτη φορά ήταν το 1968, από Γάλλους ακαδημαϊκούς και συγγραφείς. Το 1971, είχε προταθεί εκ νέου για το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Ήταν η χρονιά που το κέρδισε ο Πάμπλο Νερούδα και κατά την παραλαβή του θα δηλώσει: «Υπάρχει ένας άλλος ποιητής, που αξίζει πολύ περισσότερο από μένα αυτή την τιμή, ο Γιάννης Ρίτσος».
Ο Γιώργος Λιάνης αναφέρει («Ταχυδρόμος», 2/11/1973) ότι σε συνάντησή τους, ο Γιάννης Ρίτσος, είχε εκφράσει τις απόψεις του για το Νόμπελ και είχε αναφέρει ότι διόλου δεν ενδιαφερόταν από το γεγονός πως δύο χρόνια δεν τον βράβευσαν και είπε «πόσοι δεν πήραν το Νόμπελ: ο Μποντλέρ, ο Ρεμπό, ο Μαγιακόφσκι, ο Τολστόι, ο Ντοστογιέφσκι...»
Παρόλα αυτά, ο Γιάννης Ρίτσος, ήδη από το 1956 είχε λάβει το Πρώτο Κρατικό Βραβείο ποίησης για τη «Η Σονάτα του σεληνόφωτος», αλλά και το Μέγα Διεθνές Βραβείο Ποίησης (Βέλγιο, 1972), το Διεθνές βραβείο "Γκεόργκι Δημητρώφ» (Βουλγαρία, 1975), το Mέγα Βραβείο Ποίησης «Αλφρέ ντε Βινύ» (Γαλλία, 1975), το Διεθνές βραβείο «Αίτνα-Ταορμίνα» (Ιταλία, 1976) κ.ά.
Τα βραβεία ειρήνης για τον ποιητή της Ρωμιοσύνης συνεχίστηκαν και μετά το Βραβείο Λένιν, που είχε ψηλά στην εκτίμησή ήδη από το 1950, όταν εξόριστος ακόμα, στον Άη Στράτη θα μάθει για την απονομή του βραβείου Λένιν στον Ζολιό Κιουρί και θα γράφει το ποίημα «Γράμμα στον Ζολιό Κιουρί».
Το Διεθνές Βραβείο Ειρήνης Λένιν απονεμήθηκε για πρώτη φορά στις 20 Δεκεμβρίου 1949 από τη Σοβιετική κυβέρνηση. Η απονομή του γινόταν ετησίως έως το 1990. Άλλοι Έλληνες που έχουν τιμηθεί με αυτό το βραβείο είναι οι: Κώστας Βάρναλης, Μανώλης Γλέζος, Μίκης Θεοδωράκης, Χαρίλαος Φλωράκης. Με βραβείο Λένιν επίσης έχουν τιμηθεί οι: Πάμπλο Νερούδα, Μπέρτολτ Μπρεχτ, Ίντιρα Γκάντι, Νέλσον Μαντέλα κ.ά.
—-----------
Ευχαριστούμε την κυρία Έρη Ρίτσου και τον κύριο Παύλο Θανόπουλο από το Μουσείο Μπενάκη.