«Πρώτα “τρώει” η μύτη, μετά τα μάτια και μετά το στόμα», θα μου πει η Αριστέα Ρέλλου, και είναι αλήθεια. «Πράγμα που σημαίνει ότι η φωτογένεια στο φαγητό όντως παίζει σημαντικό ρόλο. Η αισθητική έχει μεγάλη σημασία, κάνει την καθημερινότητά μας λίγο πιο ενδιαφέρουσα, αποτελεί μέσο έκφρασης της ταυτότητάς μας. Φωτογενές ή μη, για μένα ένα πιάτο παρουσιάζει ενδιαφέρον όταν, όπως κάθε έργο τέχνης, βασίζεται σε κάτι ουσιαστικό, αλλά η καλή αισθητική είναι συνήθως ένδειξη ουσίας».
Ποια είναι η Αριστέα: Πρόκειται για μια νεαρή Αθηναία που τα τελευταία δέκα χρόνια ζούσε στο εξωτερικό, πρώτα στη Νέα Υόρκη, έπειτα στο Λονδίνο. Δοκίμασε όσα περισσότερα μπορούσε πριν καταλήξει σε ένα επαγγελματικό μονοπάτι, οπότε έχει σπουδάσει Νομική, Ιστορία της Τέχνης, εικαστική επιμέλεια – και από την Ψυχολογία πέρασε για έναν χρόνο. Καθ’ όλη τη διάρκεια των σπουδών της αλλά και μετά από αυτές εργαζόταν σε γκαλερί, φουάρ τέχνης, πολιτιστικές ΜΚΟ, οίκους δημοπρασιών, ενώ τα τελευταία χρόνια ασχολήθηκε με την εύρεση χορηγιών και οικονομικών πόρων στον τομέα των τεχνών. Σε αυτό το πλαίσιο, εργάστηκε, μεταξύ άλλων, στη Serpentine, στην Tate και στο Camden Art Centre του Λονδίνου.
Το monakrive με έχει βοηθήσει να δοκιμάσω περισσότερα πράγματα, να ταξιδέψω περισσότερο, να παρατηρώ και να προσέχω το περιβάλλον γύρω μου καλύτερα. Οπότε η ενασχόληση με αυτές τις εικονογραφήσεις ανατροφοδοτήθηκε, προέκυψαν νέες συνεργασίες με αποτέλεσμα όλο αυτό να συνεχίζεται ακόμη δυναμικά και με πολύ ενθουσιασμό.
Εδώ και τρία χρόνια είναι συνιδρύτρια το Hekátē Studios, μια start-up που καταπιάνεται με studio και project management για καλλιτέχνες. Με την ίδια ομάδα φέτος το καλοκαίρι ξεκίνησε και την KIRKI, μια νομαδική γκαλερί που διοργανώνει εκθέσεις στις Κυκλάδες, συνδυάζοντας τη σύγχρονη τέχνη με την παράδοση του εκάστοτε νησιού. Εγώ τη γνώρισα μέσα από τις εικονογραφήσεις της, τις οποίες μοιράζεται ως monakrive. Αρχικά, στόχος του Ιnstagram λογαριασμού της ήταν να λειτουργήσει ως μια πλατφόρμα στην οποία θα παρουσιάζει διάφορα σχέδιά της, όχι μόνο αυτά που σχετίζονται με τη γεύση. «Όμως μέσα στην πανδημία το φαγητό απέκτησε άλλη βαρύτητα στην καθημερινότητά μου. Γνώρισα πολλούς υπέροχους ανθρώπους μέσω του λογαριασμού και γενικά μέσω του φαγητού, έτσι που η ζωή μου έχει αλλάξει για πάντα. Το monakrive με έχει βοηθήσει να δοκιμάσω περισσότερα πράγματα, να ταξιδέψω περισσότερο, να παρατηρώ και να προσέχω το περιβάλλον γύρω μου καλύτερα. Οπότε η ενασχόληση με αυτές τις εικονογραφήσεις ανατροφοδοτήθηκε, προέκυψαν νέες συνεργασίες, με αποτέλεσμα όλο αυτό να συνεχίζεται ακόμη δυναμικά και με πολύ ενθουσιασμό».
Κρατάει ένα αρχείο με φωτογραφίες που έχει βγάλει είτε η ίδια είτε οι γύρω της από πιάτα που έχουν δοκιμάσει μαζί, ενώ σε αυτό υπάρχουν και πιάτα τα οποία συναντάει διαδικτυακά. Δημοσιεύσει τις εικονογραφήσεις της έτσι που να ταιριάζουν με κάθε εποχή, μπορεί ακόμα να σχετίζονται με κάποιο νέο και opening σχετικά με το φαγητό στην πόλη, το οποίο συζητιέται. «Παρακολουθώντας μαγαζιά, μάγειρες και ανθρώπους πιο ταλαντούχους από μένα που μαγειρεύουν με έναν τρόπο ο οποίος εκφράζει την εποχικότητα, την εντοπιότητα και τη δημιουργικότητα που αποζητώ σε ένα πιάτο αντλώ έμπνευση και ενέργεια για να συνεχίσω κι εγώ με τον τρόπο μου να δημιουργώ και να συμβάλλω όσο μπορώ σε αυτό το πολύ δυναμικό πράγμα στο οποίο έχει εξελιχθεί το φαγητό έξω».
Αυτόν τον καιρό ζωγραφίζει ψηφιακά μια πιο συναισθηματική σειρά-ύμνο στο ελληνικό περίπτερο. Το συγκεκριμένο πρότζεκτ ουσιαστικά αποτελείται από την εικονογράφηση προϊόντων που έχουν μοιραστεί μαζί της σεφ ή άνθρωποι που σχετίζονται με έναν άλλο τρόπο με το φαγητό. «Είναι προϊόντα που τους έχουν σημαδέψει κι εγώ απεικονίζω αυτήν τη νοσταλγία». Έπειτα, θυμάστε το pop-up event του ΦΙΤΑ στον Νέο Κόσμο, στο οποίο είχαν συναντηθεί μαγειρικά τρεις φοβεροί μάγειρες, ο Φώτης Φωτεινόγλου, που είναι και συνδημιουργός του εστιατορίου, ο Γιώργος Κατάρας του Vanderveen στο Άμστερνταμ και ο Γιώργος Σαμοΐλης του Cantina Sifnos, και όπου το wine pairing το είχε αναλάβει η Loggia της Σίφνου, ενώ στα decks βρίσκονταν η K.atou και ο Perplexed Continuum; Η monakrive είχε αναλάβει να εικονογραφήσει αυτή την one-off βραδιά, όπως έχει κάνει και για άλλες πολύ ενδιαφέρουσες, όπως είναι τα φετινά Loggia Full Moons.
«Mε συγκινεί το ότι μέσω του φαγητού μαθαίνουμε να είμαστε περισσότερο παρόντες. Να μυρίζουμε, να παρατηρούμε, να γευόμαστε, να ακούμε ιστορίες και να μοιραζόμαστε ουσιαστικές στιγμές με τους γύρω μας. Αν μάθεις να ακούς ό,τι έχει να πει το φαγητό, δεν μπορείς παρά να βυθιστείς στις ιστορίες του, και είμαι πολύ χαρούμενη που με τα χρόνια με δίδαξαν οι γύρω μου να το καταλαβαίνω και να το απολαμβάνω περισσότερο. Όσο βρίσκομαι εκτός Ελλάδας μoύ λείπουν περισσότερο οι παραδοσιακές συνταγές που βασίζονται στα τοπικά προϊόντα κι έτσι δεν μπορούν να αναπαραχθούν εκτός έδρας. Όταν όμως βρίσκομαι στην Αθήνα για πολύ καιρό, προφανώς νοσταλγώ κάποιες γεύσεις και εμπειρίες που έχω ζήσει στο Λονδίνο, το οποίο, μέσω της πολυπολιτισμικότητάς του, έχει καταφέρει να χτίσει μια πολύ ενδιαφέρουσα γαστρονομική σκηνή».
Tην ελκύουν η πολυπλοκότητα και οι χρωματικές αντιθέσεις σε ένα πιάτο προκειμένου να ασχοληθεί μαζί του στο monakrive, αλλά, όπως λέει, «το σίγουρο είναι ότι καμία εικονογράφηση δεν θα είναι πραγματικά αντίστοιχη και ισοδύναμη με το αρχικό πιάτο». Ανοίγει συνέχεια και δεν τελειώνει αυτή η συζήτηση για το αν πρέπει ή όχι να φωτογραφίζουμε και να ανεβάζουμε το φαγητό μας, για το κατά πόσο τελικά το απολαμβάνουμε πραγματικά ή αν ακόμα και τα γεύματά μας έξω, με τους πιο δικούς μας ανθρώπους, επηρεάζονται από τις επιταγές του εγχώριου Ιnstagram. «Έχουμε αρκετά προβλήματα ως κοινωνία, δεν αξίζει λοιπόν να προσθέσουμε στην εξίσωση το δίλημμα “είναι ρηχό να φωτογραφίζεις και να ανεβάζεις το φαγητό σου ή δεν είναι;”. Ασκούμε αρκετή κριτική ο ένας στον άλλον και το να κρίνουμε κάποιον επειδή θέλει να περάσει δέκα λεπτά φωτογραφίζοντας ένα πιάτο μού φαίνεται λίγο περιττό. Είναι κι αυτός ένας τρόπος να απολαύσει κανείς το φαγητό, να το παρατηρήσει και να το εκτιμήσει, να απαθανατίσει κατά κάποιον τρόπο την όλη εμπειρία, αισθάνομαι λοιπόν ότι ενέχει μια δόση ηθικής υπεροχής το να επικρίνουμε τέτοια φαινόμενα. Ας αφήσουμε τον κόσμο να φωτογραφίζει ό,τι και όπως θέλει και ας διοχετεύσουμε αυτή την ενέργεια για κριτική σε κάτι πιο σοβαρό».
Πώς θέλει να εξελιχθεί το monakrive; «Μέσω του λογαριασμού θέλω ουσιαστικά να χαρτογραφήσω την ελληνική κουζίνα για να μάθω περισσότερα για τον τόπο μας. Σε προσωπικό επίπεδο, με βοηθάει να αναπτύξω μια αίσθηση ταυτότητας και σύνδεσης με τις επιρροές που έχτισαν την ελληνική, και όχι μόνο, γαστρονομία και αισθητική. Σε αυτό το πλαίσιο, θα ήθελα να κάνω περισσότερα και στοχευμένα πρότζεκτ που θα εμβαθύνουν περισσότερο σε μια συγκεκριμένη θεματική ή σε ένα οριοθετημένο γεωγραφικό πλαίσιο. Έχει, με άλλα λόγια, ένα λαογραφικό χαρακτήρα η monakrive και θα ήθελα να τη δω να βγαίνει και εκτός του ψηφιακού κόσμου». Σε περίπτωση που σας ενδιαφέρουν τα accounts που σχετίζονται με το φαγητό πέρα από τα συνηθισμένα, η Αριστέα Ρέλλου θαυμάζει πολύ αυτό του Νίκου Χανδόλια, το @frommydadsbaker, «που συνδυάζει την αρτοποιία και τη γλυπτική πολύ δημιουργικά».
Πέρα όμως απ’ όλα τα παραπάνω ευχάριστα, και τα illustrations της που χορταίνουν το μάτι, θα συμπληρώσει μόνη της στην κουβέντα: «Πάντως, δεν νομίζω ότι μπορούμε να μιλάμε για τη σχέση μας με το φαγητό χωρίς να αναφερθούμε και στην άλλη όψη του νομίσματος, στις διατροφικές διαταραχές, στη προσωπική μας ευθύνη απέναντι στο περιβάλλον και στο πώς οι διατροφικές μας συνήθειες το επηρεάζουν, στο αυξημένο κόστος της τροφής και, γενικά, στα διάφορα κωλύματα που πολλοί από εμάς αντιμετωπίζουμε και μας κάνουν να θυμόμαστε ότι το φαγητό, παρότι είναι κάτι αναγκαίο, δεν είναι ισότιμα προσβάσιμο για όλους».