ΚΥΡΙΑΚΗ 17/09, στα Λιπάσματα, live για τον Παύλο. Βλέπω χιλιάδες σώματα, κυρίως νέα παιδιά, με έκπληξη αντικρίζω ορδές από εφηβάκια – 16, 14, ακόμα και 12 χρονών. Ακούγονται συνθήματα, εκτός απ’ τα τραγούδια: «Ο Παύλος ζει…», «Το κράτος τους αγωνιστές…», «Το πάθος για τη λευτεριά…». Φτάνουν τα μεσάνυχτα. Στη σκηνή, ο Tiny Jackal, παλιός φίλος του Παύλου. Κόβει τη μουσική στις 12:04, την ώρα που, πριν από δέκα χρόνια, ο Παύλος έπεφτε νεκρός με τρεις μαχαιριές στο στήθος. Η Μάγδα Φύσσα ανεβαίνει στη σκηνή.
Με σταθερή φωνή, μας λέει: «Ο Παύλος τέτοια ώρα είχε φύγει από κοντά μας. Σκεφτόμουν τόση ώρα τι θα μπορούσαμε να του πούμε, αλλά δεν βρίσκω λόγια. Σκέφτομαι όμως, αν φωνάξουμε όλοι με δύναμη το όνομά του, θα μας ακούσει; Θα μας ακούσει». Κι έτσι εμείς φωνάζουμε όλοι μαζί το όνομά του. «Killah - P! Killah - P! Killah - P!»
Πέμπτη 21/09, στη Γλάδστωνος, πορεία για τον Ζακ. Χιλιάδες σώματα ξανά, πολύχρωμα και βοερά, με φωνές που φουσκώνουν. Μπροστά μου βρίσκονται δυο παιδιά, Β’ ή Γ’ Λυκείου. Τα κεφάλια τους είναι ξυρισμένα, τα πρόσωπά τους λάμπουν απ’ το στρας, ποτάμια από γκλίτερ κυλάνε στις πλάτες.
Τι συμβαίνει όταν επαναλαμβάνουμε τα ονόματα των σκοτωμένων, τα αίτια του θανάτου τους, τον τρόπο που αυτοί φύγαν; Υπάρχει νόημα στην επανάληψη, στην ύφανση της μνήμης;
Το ένα από αυτά λέει στο άλλο: «Τον τραμπουκίζανε, ρε συ, από πιο πριν, κάτι τύποι.Και δεν τον αφήνανε να μπει στον Βενέτη, οπότε έτρεξε στο κοσμηματοπωλείο να ξεφύγει, αλλά κλειδώθηκε μέσα. Κι ήρθε ο ιδιοκτήτης μ’ έναν φίλο του και τον κλοτσούσανε για ώρα. Κι οι μπάτσοι τον συλλάβανε, του βάλαν χειροπέδες, μετά πέθανε». Τα παιδιά επιταχύνουν και χάνονται στο πλήθος. Μπροστά απ’ τη Βουλή, σταματάμε και φωνάζουμε: «Η Ζάκι ζει, τσακίστε τους Ναζί! Η Ζάκι ζει! Η Ζάκι –».
Τι συμβαίνει όταν επαναλαμβάνουμε τα ονόματα των σκοτωμένων, τα αίτια του θανάτου τους, τον τρόπο που αυτοί φύγαν; Υπάρχει νόημα στην επανάληψη, στην ύφανση της μνήμης; Υπάρχει ένα ποίημα του Σινόπουλου με τα ονόματα των σκοτωμένων: ο Πόρπορας, ο Κονταξής, ο Μάρκος, ο Γεράσιμος. Υπάρχουν οι στίχοι του Σαχτούρη: ο Κώστας σκοτωμένος / ο Ορέστης σκοτωμένος / ο Αλέξης σκοτωμένος.
Υπάρχει μια πολιτική της μνήμης που αντιστέκεται στη νεκροπολιτική¹ του κόσμου που κυριαρχεί. Μια πολιτική αφηγήσεων κι ανασυγκρότησης που επιμένει ότι σε κάθε θάνατο σημασία έχει το πώς: όχι τόσο το ίδιο το γεγονός αλλά ο τρόπος με τον οποίο αυτό συνέβη. Μια πολιτική που μας ζητάει να θυμόμαστε ενάντια στους καιρούς, γιατί αναγνωρίζει ότι η Ιστορία γράφεται από τους ισχυρούς κι ότι ακόμα κι οι νεκροί δεν είναι ασφαλείς από εκείνον τον εχθρό που συνεχίζει να νικάει.²
Υπάρχει ένα άγραφο χρονικό του φετινού μας θέρους:
14/06/23: 650 μετανάστες – πνιγμένοι στην Πύλο
08/07/23: Σύριος πρόσφυγας – από τη σφαίρα μπάτσου
10/07/23: Άννα Ιβάνκοβα – τρανς-γυναικοκτονία, από το χέρι άντρα
07/08/23: Μιχάλης Κατσουρής – από εγχώριους ή ξένους χουλιγκάνους
20/08/23: Γιώργος Φλώρος – παρασυρμένος από αμάξι, ενώ κυκλοφορούσε με αμαξίδιο
19/08/23-05/09/23: 20 μετανάστες – απανθρακωμένοι στη Δαδιά
01/09/23: Κώστας Μανιουδάκης – κατά τη διάρκεια ξυλοδαρμού από αστυνομικούς
05/09/23: Αντώνης Καρυώτης – πνίγηκε επειδή τον έριξαν στη θάλασσα μέλη του πληρώματος της Blue Horizon
05/09/23-σήμερα: 17 άτομα³ – πνίγηκαν στις πλημμύρες
12/09/23: 42χρονη γυναίκα – γυναικοκτονία, από το χέρι του μπάτσου πρώην άντρα της.
Υπάρχει, τέλος, μια άβυσσος στα ονόματα που έχει αυτή η λίστα. Κι υπάρχει μια δεύτερη άβυσσος, βαθύτερη απ’ την πρώτη, σε αυτά τα ονόματα που λείπουν, σε όλους τους σκοτωμένους που δεν θα ονομαστούν, ένα βάραθρο που δεν γνωρίζουμε τα ονόματα των πνιγμένων στην Πύλο, των απανθρακωμένων στη Δαδιά, του πρόσφυγα που γαζώθηκε∙ σώματα που εξορίζονται από την επικράτεια του «πενθίσιμου»[4] –κι ας στήνονται υποκριτικά τριήμερα εθνικού πένθους– και που εν τη ανωνυμία τους ζητούν δικαιοσύνη.
Τότε τον βοήθησα να βγει, πεσμένος στο χαντάκι ανάσκελα, τον κράτησα και μου ’μεινε στα χέρια κι η γυναίκα του τον άλλο μήνα, μύριζε χορτάρι, χαμηλά στον κήπο, απομεσήμερο, της μίλησα που πέθανε, γιομάτο σκοτεινό κορμί, πάνω στο στήθος μου κλαψούριζε, νύχτα καιρό τα δάση λάμπανε κι οι ρίζες λάμπανε και η φωνή δεν έσβησε χρόνια και χρόνια και.[5]
[1] Α. Μπέμπε, Νεκροπολιτική
[2] Β. Μπένγιαμιν, Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας
[3] Τα νούμερα αυξάνονται συνέχεια.
[4] Τζ. Μπάτλερ, Ευάλωτη Ζωή. Στην πραγματικότητα, η πολιτική της μνήμης που σκιαγράφησα έχει, μεταξύ άλλων, στόχο να περάσουν αυτά τα σώματα στην επικράτεια του πενθίσιμου. Λόγω αυτής της πολιτικής –και των κοινωνικών αγώνων που την εκφράζουν– μπορούμε και γνωρίζουμε το όνομα της Άννας, του Γιώργου και του Κώστα.
[5] Τ. Σινόπουλος, Νεκρόδειπνος
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.