ΜΙΑ ΛΕΞΗ ΠΟΥ ΒΓΑΙΝΕΙ από τις αναρχικές παραδόσεις επιστρέφει συχνά-πυκνά και στον συμβατικό πολιτικό λόγο. Πρόσωπα που κινούνται στη μέινστριμ πολιτική σκηνή δανείζονται τη ρητορική περί αδιαμεσολάβητης σχέσης με την κοινωνία. Ο Στέφανος Κασσελάκης είναι το πολυσυζητημένο παράδειγμα των ημερών. Αυτός, μα κυρίως η επικοινωνιακή μηχανή που τον στεγάζει (και τον έχει μετατρέψει σε πρόγραμμα που «τρέχει», σε πρότζεκτ), μιλά διαρκώς για το αδιαμεσολάβητο.
Με ποιον τρόπο όμως επιμελώς προετοιμασμένα πλάνα και εμφανίσεις υπηρετούν κάτι αδιαμεσολάβητο; Αυτή η ρητορική φαίνεται απλώς να κολακεύει την κόπωση πολλών από τα κόμματα και τους μηχανισμούς τους. Συχνά εξάλλου οι «μεσολαβητές» παραπέμπουν στο γκρίζο και έτσι το αδιαμεσολάβητο διεκδικεί το φως. Χρόνια τώρα στην οικονομική και πολιτική ζωή, οι «μεσάζοντες» έχουν το χειρότερο όνομα. Πρώτος τους έχει καταγγείλει ο Ανδρέας Παπανδρέου. Είναι αυτοί που ανεβάζουν τις τιμές, που λαδώνουν ή διαφθείρουν, που εμποδίζουν τον λαό να ασκήσει την κυριαρχία του. Το εγκώμιο του αδιαμεσολάβητου μάς μεταφέρει έτσι από τα γραφεία στον δρόμο, από τις περιβόητες κλειστές κάμαρες στο σφίξιμο του χεριού, στο χαμόγελο και (πλέον) στη σέλφι.
Η δημοκρατία είναι πάντα μια σχέση θερμού και ψυχρού, κοινωνικής κίνησης και θεσμών, πειραματισμού και ρεαλισμού. Όταν πάει να εγκατασταθεί σε έναν πενιχρό ρεαλισμό, γίνεται ακατανόητη και αντιπαθής, κι όταν γλιστράει στον συναισθηματικό χειρισμό του θυμού ή της ελπίδας μας, γίνεται κυνική.
Μου ήρθε αυτές τις μέρες στον νου ένας σερβιτόρος σε μια ταβέρνα στη Σάμο που υποσχόταν στους πελάτες ότι θα τα φτιάξει όλα. Έλεγε διαρκώς δεξιά και αριστερά: «I can fix it now, sir». Ο κόσμος γύρω μας είναι γεμάτος πράγματα που θέλουν διόρθωση και επισκευή. Μια βρύση δεν λειτουργεί, μια αίθουσα έχει φθορές, ένας δικός μας έχει ταλαιπωρηθεί στα νοσοκομεία, ένας άλλος σκόνταψε στην τυφλή γραφειοκρατία. Ο πολιτικός του αδιαμεσολάβητου είναι αυτός που εμφανίζεται με την υπόσχεση ότι μπορεί να διορθώσει όλα αυτά τα ελαττώματα του καθημερινού βίου. Φροντιστής μιας κουρασμένης κοινωνίας, κόουτς μιας απορρυθμισμένης μεσαίας τάξης. Υποτίθεται ότι έρχεται κοντά στον κόσμο και στα προβλήματά του επειδή κάνει βόλτες ανάμεσα σε αναρίθμητες περιπτώσεις προς επιδιόρθωση. Ξεπροβάλλει ως άμεσος εξυπηρετητής, αν όχι θεραπευτής, μιας ατομικής οδύνης ή οποιασδήποτε κακοτεχνίας.
Ενώ όμως στην επαναστατική και ανατρεπτική του εκδοχή το αδιαμεσολάβητο αφορά τη συλλογική αυτονομία, μια νέα κοινωνική σχέση ισότητας και αμοιβαιότητας, στην εκδοχή της μεταμοντέρνας επικοινωνίας μάς συστήνει πάλι την παλαιά ιδέα ενός από μηχανής θεού. Είναι βέβαια ένας σοφτ και ποπ μεσσιανισμός, δίχως μεταφυσικές και σκληρές αξιώσεις αλλά με όλο τον στόμφο μιας καμπάνιας διορθωτικών θαυμάτων. Η ήπια θαυματουργική έρχεται να υποκαταστήσει τους ριζοσπαστικούς στόχους με χειρονομίες αγνότητας.
Ενώ χρειαζόμαστε όσο ποτέ μια κουλτούρα κοινωνικής και οικολογικής μεταρρύθμισης μέσα από θεσμούς και συλλογικές πρακτικές, βλέπουμε ένα ψευδές αδιαμεσολάβητο που «συμβολίζει» το καλό. Τηρουμένων των αναλογιών, είναι σαν να μπαίνουμε πολιτικά στην εποχή της θετικής ψυχολογίας.
Οι άνθρωποι αναζητούν συναισθηματική νοημοσύνη στην πολιτική και στη δημόσια ζωή. Δεν ψάχνουν μόνο θέσεις και αριθμημένες προτάσεις (που συχνά είναι γενικά ευχολόγια) αλλά και ένα συμπάσχειν και την εμπειρία μιας πιο θερμής δέσμευσης. Η δημοκρατία είναι πάντα μια σχέση θερμού και ψυχρού, κοινωνικής κίνησης και θεσμών, πειραματισμού και ρεαλισμού. Όταν πάει να εγκατασταθεί σε έναν πενιχρό ρεαλισμό, γίνεται ακατανόητη και αντιπαθής, κι όταν γλιστράει στον συναισθηματικό χειρισμό του θυμού ή της ελπίδας μας, γίνεται κυνική.
Το ρηχό αδιαμεσολάβητο είναι η λάθος απάντηση σε ένα αληθινό αίτημα για αναζωογόνηση της πολιτικής και μιας ψυχρής πολιτικής αγοράς. Και το πρώτο θύμα αυτής της ιστορίας είναι ο χώρος της ελληνικής πολιτικής αριστεράς που συχνά αποθέωσε τον λυρισμό και θεώρησε τους αντιπροσωπευτικούς θεσμούς συντηρητικό και παρωχημένο καθεστώς: έρχεται τώρα το χαμογελαστό αδιαμεσολάβητο των σέλφι για να «πραγματώσει» αυτήν τη ρητορική, δίχως όμως όλα όσα την κρατούσαν κοντά σε μια πολιτική ανάλυση και ένα κοινωνικό σχέδιο. Θα ζήσουμε με μια παράδοξη τροπή των πραγμάτων, όχι φυσικά ανεξήγητη, μα σε κάθε περίπτωση γεμάτη κινδύνους.