ΣΕ ΕΚΠΟΜΠΗ ΤΗΛΕΟΠΤΙΚΟΥ σταθμού ένα παλιό στέλεχος του ΣΥΡΙΖΑ είναι οργισμένο και καλεί τον Κασσελάκη να παραιτηθεί με δική του πρωτοβουλία από την ηγεσία του κόμματος, λίγες ημέρες νωρίτερα ένα άλλο στέλεχος αναφέρει ότι ο πρόεδρός τους είναι ένας επιχειρηματίας που απλώς έκανε ένα διάλειμμα ασχολούμενος με την πολιτική. Είναι μερικές από τις πιο ήπιες τοποθετήσεις του τελευταίου καιρού. Κανένα στέλεχος, όμως, απ’ όσα παρελαύνουν καθημερινά στα ιδιαίτερα φιλόξενα αυτή την εποχή κανάλια δεν έχει να πει κάτι για τις δικές του ευθύνες, αυτές που οδήγησαν τον Κασσελάκη στην προεδρία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το κόμμα σε βαθιά κρίση.
Για τον Κασσελάκη έχουν ειπωθεί και γραφτεί σχεδόν όλα, κάποια στιγμή οι ιστορικοί του μέλλοντος θα μελετούν το φαινόμενο και θα αναφέρονται σε έναν τύπο που ήρθε ξαφνικά ένα καλοκαίρι στην Ελλάδα από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού, έδειξε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης μερικά καλοσκηνοθετημένα βίντεο, στα οποία έλεγε ένα σωρό κοινοτοπίες προσαρμοσμένες στις ανάγκες των θεατών, και όλα αυτά στάθηκαν ικανά για να πάρει το κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης.
Κανένα στέλεχος απ’ όσα παρελαύνουν καθημερινά στα ιδιαίτερα φιλόξενα αυτή την εποχή κανάλια δεν έχει να πει κάτι για τις δικές του ευθύνες, αυτές που οδηγήσαν τον Κασσελάκη στην προεδρία του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης και το κόμμα σε βαθιά κρίση.
Η μικρή σουρεαλιστική ιστορία του Κασσελάκη είχε, και εξακολουθεί να έχει, πολλά ερωτηματικά, όμως γι’ αυτό δεν έχει ευθύνη τόσο ο ίδιος αλλά όσοι δημιούργησαν το πολιτικό έδαφος και προϋποθέσεις για να τους πάρει το κόμμα ένας άνθρωπος χωρίς πολιτικό παρελθόν και αυτό να συμβεί με έναν τρόπο που έμοιαζε σαν να αγόραζε ένα καταναλωτικό προϊόν ή μια σχεδόν χρεοκοπημένη επιχείρηση (επιθετική εξαγορά είχε χαρακτηριστεί σε προηγούμενο άρθρο). Αν ένα φαινόμενο μεταπολιτικής γνώρισε τόσο μεγάλη επιτυχία στην Ελλάδα του 2023, η ευθύνη δεν ανήκει τόσο στο υποκείμενο του φαινομένου όσο σε πολλούς άλλους.
Και αυτοί οι άλλοι δεν έθεσαν ασφαλιστικές δικλείδες ώστε οποιοσδήποτε (κυριολεκτικά) χωρίς καμία προηγούμενη οργανική σχέση με το κόμμα τους να γίνει μέλος του την τελευταία στιγμή και να το αλώσει με έναν τρόπο που αποτελεί μια παγκόσμια πρωτοτυπία. Δεν είναι μόνο το διαδικαστικό πρόβλημα, δηλαδή, το οποίο δεν παύει να είναι σημαντικό. Είναι (κυρίως) η εκπαίδευση ενός κόσμου στο να πιστεύει ότι η αριστερά είναι αυτό που είδαν στα χρόνια που κυβέρνησε ο ΣΥΡΙΖΑ, δηλαδή μια εξαιρετικά ευρύχωρη πολιτικά παράταξη που έχει κάνει γενναίες εκπτώσεις στο αξιακό της φορτίο ώστε να χωράνε σχεδόν όλοι, ακόμα και αν έχουν εντυπωσιακά διαφορετικές πολιτικές (ή απολιτικές) αναφορές.
Το πιο εντυπωσιακό στην ιστορία αυτή είναι πως περίπου 70.000 άνθρωποι, μέλη του ΣΥΡΙΖΑ (παλαιότερα ή της τελευταίας στιγμής), επέλεξαν να τον ψηφίσουν γιατί τους έπεισε ότι είναι αριστερός και του αξίζει να αποτελεί το συνεχιστή προσωπικοτήτων που πέρασαν από αυτήν σαν τον Μπανιά, τον Κύρκο, τον Παπαγιαννάκη και τον Ελεφάντη. Ή, για να το διαβάσουμε διαφορετικά, η ανανεωτική αριστερά στις ημέρες μας έχει μεταλλαχθεί με τέτοιο τρόπο ώστε οι «Κασσελάκηδες» να έχουν θέση σε αυτήν. Οι αιτίες γι’ αυτήν τη μετάλλαξη εντοπίζονται στο παρελθόν και αφορούν τον τρόπο διακυβέρνησης, το μοντέλο λειτουργίας του κόμματος, τον αρχηγισμό, την υιοθέτηση λαϊκίστικων πρακτικών και γενικά συμπεριφορών που μετέτρεψαν το κόμμα τους σε έναν πολιτικό χυλό χωρίς σταθερές.
Όταν ο κυβερνητικός εταίρος Π. Καμμένος, ως υπουργό, φώναζε στους πολιτικούς του αντιπάλους το χυδαίο «στα τέσσερα» και δεν τον χειροκροτούσαν με ενθουσιασμό μόνο ο Χαϊκάλης και οι υπόλοιποι ΑΝ.ΕΛ. αλλά και σχεδόν όλοι οι βουλευτές του ΣΥΡΙΖΑ, οι πολίτες που το έβλεπαν εισέπρατταν το νέο ήθος. Όταν ο Τσίπρας έπαιρνε αποφάσεις με τη στενή παρέα του, αγνοώντας συλλογικά όργανα, δίδασκε τον αρχηγισμό της αριστεράς.
Όταν ο Πολάκης, με το μάτσο ύφος, «καταχέριαζε» όποιον διαφωνούσε με όσα έλεγε, αμφισβητούσε τα εμβόλια και υπερηφανευόταν για την πολιτική του μαγκιά χωρίς επιπτώσεις, ο ΣΥΡΙΖΑ έστελνε μήνυμα όχι απλώς ότι υιοθέτησε τον λαϊκισμό αλλά και ότι είναι ικανός για όλα. Όταν σε ελάχιστο πολιτικό χρόνο πέρασαν με ευκολία από τον μαξιμαλισμό του «θα σκίσουμε τα μνημόνια» στο τρίτο μνημόνιο, οι πολίτες που τους στήριζαν το θεώρησαν μια αναγκαστική υποχώρηση.
Γι’ αυτά τα λίγα τυχαία, άλλα ενδεικτικά παραδείγματα τα κορυφαία στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ δεν είπαν ποτέ σχεδόν τίποτα. Τα αποδέχτηκαν χωρίς αυτοκριτική και συνέχισαν να υμνούν την ηγεσία τους ή να σωπαίνουν. Τώρα εισπράττουν τα παρεπόμενα και διαμαρτύρονται για τον Κασσελάκη. Είναι αργά όμως, κουράσατε με αυτά που κάνετε, σύντροφοι, θα τους έλεγε κάποιος που κατέβηκε από το τρένο του ΣΥΡΙΖΑ νωρίς …