Έχει μια γοητεία διαχρονική ο πεζόδρομος της Φωκίωνος Νέγρη και παρόλο που για χρόνια υποβαθμίστηκε και ατόνησε, ωστόσο τελευταία φαίνεται να ζει μια αναγέννηση, προσελκύοντας νέους ανθρώπους που έρχονται εδώ γιατί κάτι τους τραβάει από την μυθολογία της περιοχής, από την αυθεντικότητά της, κάτι από τα φθηνά ενοίκια – αν και απ' ό,τι ακούω αυτό το τελευταίο τείνει να φθίνει.
Ο καλλιτέχνης Αντωνάκης Χριστοδούλου βέβαια μένει εδώ την τελευταία δεκαετία. «Είχα εμμονή με τη Φωκίωνος πολύ πριν μετακομίσω στην περιοχή. Ζω για όλες αυτές τις ιστορίες από προηγούμενες δεκαετίες που ακούω κατά καιρούς στην μπάρα του Au Revoir, τα φαντάσματα των συντελεστών του παλιού ελληνικού κινηματογράφου, τους ποιητές, μουσικούς και καλλιτέχνες της παλιάς Αθήνας, όπως τον Σακελλάριο, τη Βλαχοπούλου, την Καλουτά και τον Καζάκο – αυτός ο τελευταίος μένει ακόμα εδώ. Την Κουίντα και τον Μπάμπη Μουτσάτσο, το ζαχαροπλαστείο Select και τον κύριο Elite, τη θεϊκή πολυκατοικία της οικογένειας Λαναρά στην οδό Επτανήσου και τις ιστορίες για το μνημείο του Αγνώστου Σκύλου.
Έχω μαζέψει και βάλει στο σπίτι πολλά πράγματα που έχουν φτιάξει οι θείες μου. Χειροποίητα μάλλινα χαλιά φτιαγμένα στον αργαλειό με απίθανη επιλογή χρωμάτων και μοτίβων, κεντητά μαξιλάρια και κουβέρτες με περίτεχνα σχέδια, ακόμη και γάντια για τον φούρνο! Αγαπώ περισσότερο απ'όλα αυτές τις κουρτίνες - βελονάκι που έπλεξε η θεία μου ειδικά για το διαμέρισμα μου.
Κατά τη γνώμη μου είναι από τους ωραιότερους δρόμους της πόλης, δεν μοιάζει με κανέναν άλλο αθηναϊκό δρόμο. Έχει φασαρία όλο το 24ωρο, διαφορετικού είδους ανάλογα με την ώρα. Κυρίως όμως μου αρέσει ο ήχος από τα σιντριβάνια. Ξέρω ότι παλιά ήταν ποτάμι» λέει καθώς βολευόμαστε στους ρετρό καναπέδες μέσα στο σαλόνι του σπιτιού του, κάτω από ένα όμορφο vintage φωτιστικό που είχε αγοράσει από το Mofu. «Τους καναπέδες τους είχα πάρει από ένα μαγαζί που είχε το πιο υπέροχο όνομα. Λεγόταν "Η γάτα που την έλεγαν Uccello", αλλά δυστυχώς έκλεισε πριν από αρκετά χρόνια».
Μένω να χαζεύω έναν σωρό έργα τέχνης που είναι κρεμασμένα στους τοίχους «Είναι ένα από τα καλά του να είσαι καλλιτέχνης. Επειδή έχεις φίλους από τον χώρο αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα σου δωρίσουν κάτι δικό τους, όπως άλλωστε θα κάνεις κι εσύ».
Αναγνωρίζω με ευκολία αυτά του Κωνσταντίνου Κακανιά με την φανταστική ηρωίδα του, την Κυρία Τεπενδρή. Όμως υπάρχουν κι άλλα του ιδίου καλλιτέχνη. «Είχε κάνει αυτή τη σειρά από σχέδια το 1997 και τα παρουσιάσαμε στην έκθεσή μας "You Make Me Feel Like A Natural Woman", στο Remap 3, στην Αθήνα, το 2011».
Λίγο παραδίπλα κολλάω με μια παλιά φωτογραφία της Φωκίωνος Νέγρη. «Είναι τραβηγμένη νομίζω το 1957 από τον Κωνσταντίνο Μεγαλοκονόμο» ενώ στον απέναντι τοίχο μου δείχνει φωτογραφίες του κυρίου Elite, του Τάσου Κουτσούκου δηλαδή, που διατηρούσε το ομώνυμο, θρυλικό φωτογραφείο της οδού Θήρας. «Τις φωτογραφίες του τις βρήκα αφότου είχε φύγει από τη ζωή».
Ο Αντωνάκης αν και γεννήθηκε στην Αθήνα μεγάλωσε στο Ρέθυμνο της Κρήτης. Η γιαγιά του μάλιστα, από τη μεριά της μητέρας του, ήταν η Λαυρεντία Μπερνιδάκη, η πρώτη γυναίκα από την Κρήτη που ηχογράφησε μουσική. «Μεγάλωσα κυρίως με εκείνη και τις δύο θείες μου, τις δύο μεγαλύτερες αδερφές του πατέρα μου. Μου έμαθαν πολύ σημαντικά πράγματα για τη ζωή μου: να μην αισθάνομαι τύψεις, να μην ντρέπομαι πολύ για κακές συνήθειες όπως το ότι κοιμάμαι πολύ αργά το βράδυ και να περνάω καλά. Οι αισθητική και οι συνήθειες και των τριών αυτών γυναικών με έχουν επηρεάσει πολύ.
Έχω μαζέψει και βάλει στο σπίτι πολλά πράγματα που έχουν φτιάξει οι ίδιες. Χειροποίητα μάλλινα χαλιά φτιαγμένα στον αργαλειό με απίθανη επιλογή χρωμάτων και μοτίβων, κεντητά μαξιλάρια και κουβέρτες με περίτεχνα σχέδια, ακόμη και γάντια για τον φούρνο! Αγαπώ περισσότερο απ'όλα αυτές τις κουρτίνες - βελονάκι που έπλεξε η θεία μου ειδικά για το διαμέρισμα μου.
Επίσης, εκτός από τους καναπέδες, που τους αγόρασα εγώ ο ίδιος, όλα τα υπόλοιπα έπιπλα τα κληρονόμησα από κείνες. Αγαπώ πολύ αυτό το εφηβικό γραφείο της μητέρας μου. Πολύτιμα για μένα είναι και αντικείμενα και ρούχα από τα διάφορα ταξίδια του πατέρα μου, την περίοδο που εργαζόταν στο Εμπορικό Ναυτικό ως ασυρματιστής, πολύ πριν γεννηθώ, όπως αυτός ο κεραμικός σκύλος-λουκάνικο που κουβαλάει φλιτζανάκια ή οι μεταξωτές του πιτζάμες που είχε πάρει από την Ιαπωνία τη δεκαετία του '50» λέει και πάει να φορέσει τις πιτζάμες για να μας τις δείξει.
Ο Αντωνάκης ταξίδευε μέχρι και πριν από κάποια χρόνια συχνά στο Λος Άντζελες, καλεσμένος συνήθως σε καλλιτεχνικά residencies. «Η Κρήτη έχει πολλές ομοιότητες με το Λος Άντζελες» ακούω να μου λέει προς μεγάλη μου έκπληξη. «Στο κλίμα, τα δέντρα, ακόμη και συγκεκριμένα σημεία μέσα στις πόλεις κάποιες φορές. Καταλαβαίνω πως μπορεί να ακούγεται παράξενο αυτό που λέω, αλλά σε έναν βαθμό ισχύει, δεν είναι μόνο δική μου εντύπωση. Πριν το επισκεφτώ διαισθανόμουν πως θα έμοιαζε πολύ σε ορισμένα σημεία και όταν πήγα εκεί για πρώτη φορά αισθάνθηκα αμέσως ιδιαίτερη οικειότητα με το μέρος, σαν να είχα ξαναπάει. Εκείνη η αίσθηση βέβαια μπορεί να προέκυψε και λόγω των αμέτρητων αμερικάνικων τηλεοπτικών εκπομπών που παρακολουθούσα. Το 2012 έκανα μια έκθεση όπου συνέκρινα (και βασικά ταύτιζα) το Λος Άντζελες με το Ρέθυμνο, είχε πολύ πλάκα, αν και δεν αστειευόμουν και πολύ».
Μου λέει πως όταν βρίσκεται στην Αθήνα, διότι κάνει συχνά ταξίδια στο εξωτερικό λόγω δουλειάς, κοιμάται πάντα στο σπίτι του. «Όπου και να είμαι, όσο κουρασμένος και να νιώθω, αποκλείεται να ξεμείνω σε σπίτια φίλων επειδή νύσταξα. Επίσης, με ευχαριστεί πολύ που ζω μόνος μου. Στο σπίτι μου αισθάνομαι 100% ασφαλής, από όλες τις απόψεις. Τώρα τελευταία μπορώ να πω ότι έχω γίνει και λίγο σπιτόγατος. Παλαιότερα δεν μπορούσα να κάτσω με τίποτα μέσα, ήμουν έξω κάθε βράδυ, αισθανόμουν πως θα έχανα κάτι τρομερά σημαντικό αν έμενα μέσα. Τώρα ως μεσήλικας βαριέμαι λίγο».
Τον ρωτάω ποια είναι η αγαπημένη του θέση μέσα στο σπίτι και πώς περνάει τις περισσότερες ώρες μέσα σε αυτό. «Θα είμαι απόλυτα ειλικρινής παρόλο που ντρέπομαι λίγο να το πω. Περνάω πολλές ώρες στον καναπέ μου, μπροστά από μια τεράστια τηλεόραση, εντελώς αποβλακωμένος.
Το σπίτι βρίσκεται σε στρατηγικό σημείο, πάνω από την πλατεία, στο ύψος της κλειστής αγοράς της Κυψέλης και σκέφτομαι πως είναι το τέλειο σημείο για να κάνει χάζι τσεκάροντας από το μπαλκόνι του την κίνηση στη γειτονιά. «Έχει πολύ υλικό, τσακώνονται, φωνάζουν, γαβγίζουν, κλαίνε, καθημερινά, εικοσιτέσσερις ώρες το εικοσιτετράωρο. Όμως προτιμώ το Netflix».
Λίγο αργότερα μου λέει πως μόλις τελείωσε να δουλεύει πάνω σε κάποια σχέδια για το άλμπουμ του indie συγκροτήματος Xoan. «Μου αρέσουν πολύ τα εξώφυλλα δίσκων, σε έναν ιδανικό κόσμο θα ήθελα να κάνω μόνο αυτό. Επίσης, δουλεύω μια καμπάνια για τη νέα σειρά κοσμημάτων της Μαργαρίτας Μυρογιάννη, δεν έχω ξανακάνει ποτέ κάτι τέτοιο και με ενθουσιάζει ιδιαίτερα η διαδικασία, ειδικά οι περιορισμοί που έχει.
Πριν από λίγους μήνες μάλιστα μετακόμισα σε ένα καινούριο εργαστήριο στον Νέο Κόσμο και έχω αρχίσει να δουλεύω εκεί τα έργα για τη νέα μου έκθεση».
«Τι μου "πληγώνει" την αισθητική στην Αθήνα; Δυστυχώς η λίστα μου δεν έχει τελειωμό. Οι λευκές αλουμινένιες πόρτες που αντικαθιστούν τα σιδερένια αριστουργήματα στις παλιές πολυκατοικίες, οι άθλιες επιγραφές καταστημάτων, πρόχειρα φτιαγμένες και ιδιαίτερα κακόγουστες, διάφορα εγκαταλελειμμένα πανέμορφα κτίρια όπως αυτό στη γωνία των οδών Πατησιών και Αγίου Μελετίου με την ξεθωριασμένη διαφήμιση της Guess –για δεκαετίες σε πολύ κακή κατάσταση–, η κατάντια του Πεδίου του Άρεως, του Green Park και της Μαυροματαίων, του ωραιότερου δρόμου της Αθήνας. Οι κακοντυμένοι νεαροί με τα χρωματιστά Hollister φούτερ τους, το πόσο βρόμικοι είναι οι κάδοι ανακύκλωσης και τα προποτζίδικα που ανοίγουν σε κάθε γωνιά σαν επιδημία ενώ παράλληλα κλείνουν πανέμορφα καταστήματα όπως ο Καλυβιώτης στην Κοδριγκτώνος».
Info
Μάθετε περισσότερα για τον Αντωνάκη εδώ.
σχόλια