ΠΩΣ ΤΑ ΚΑΤΑΦΕΡΝΟΥΝ έτσι οι Λατινοαμερικανοί; Πώς προικίζουν την παγκόσμια λογοτεχνία με τόσο ευανάγνωστες, στοχαστικές αφηγήσεις, ικανές ν' αγκαλιάζουν ταυτόχρονα τη μοίρα ενός ατόμου κι ενός ολόκληρου λαού; Αυτό ακριβώς κάνει ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες στο «Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν», το πρώτο μυθιστόρημά του που κυκλοφόρησε στα ελληνικά (μτφρ. Α. Κυριακίδης, Ίκαρος, 2014). Από τη μια, μέσα από αλλεπάλληλες, επιδέξια μονταρισμένες αναδρομές στο παρελθόν των κεντρικών του ηρώων εξερευνά τα ίχνη και τις συνέπειες μιας δολοφονίας στα μέσα της δεκαετίας του '90 στην Μπογκοτά.
Κι από την άλλη συμπυκνώνει την πρόσφατη ιστορία της Κολομβίας, αναδεικνύοντας όσα κληρονόμησε η γενιά του από τις συγκρούσεις των καρτέλ των ναρκωτικών με την κυβέρνηση, επί της παντοδυναμίας του περιβόητου εμπόρου κοκαΐνης Πάμπλο Εσκομπάρ. Πάνω απ' όλα, ωστόσο, ο «Ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν» χαρτογραφεί το εσωτερικό τοπίο ενός άντρα σοκαρισμένου από το εύθραυστο και το παράλογο της ανθρώπινης ύπαρξης, που παλεύει να επαναπροσδιορίσει τις επιλογές του και να ανακαλύψει τον βαθύτερό του εαυτό.
Γεννημένος στην Μπογκοτά το 1973, ο Βάσκες σπούδασε λατινοαμερικανική λογοτεχνία στη Σορβόννη, έχει δημοσιεύσει οχτώ μυθιστορήματα, τρεις συλλογές διηγημάτων και τέσσερις συλλογές φιλολογικών δοκιμίων και έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία.
Η πλοκή ξεκινά από τα τέλη της δεκαετίας του '60, όταν φούντωνε στις ΗΠΑ η αντίδραση ενάντια στον πόλεμο του Βιετνάμ, με την έλευση στην Κολομβία μιας «στρατιάς» Αμερικανών πολιτών, απόφοιτων πανεπιστημίων, εθελοντών του προγράμματος Peace Corps, γεμάτων λαχτάρα να εξοικειωθούν με ξένες κουλτούρες και να προσφέρουν τις γνώσεις τους σε λιγότερο ανεπτυγμένους λαούς.
Ανάμεσά τους υπήρχαν από άγουρα, ρομαντικά μυαλά μέχρι συνειδητοποιημένοι ιδεολόγοι, κι από κορίτσια σαν τα κρύα τα νερά με ουμανιστικές αρχές μέχρι χίπηδες επιρρεπείς στην μπαγαποντιά και το εύκολο χρήμα.
Τι αθώα που φαίνονται αναδρομικά εκείνα τα χρόνια, λέει με τον τρόπο του ο Χουάν Γκαμπριέλ Βάσκες. Πόσοι Κολομβιανοί μπήκαν στον πειρασμό να φορτώνουν τις πλαστικές σακούλες με το χόρτο στ' αεροπλάνα, ανύποπτοι για το πεδίο μάχης στο οποίο θα μεταμορφωνόταν η όμορφη χώρα τους, όταν το εμπόριο κοκαΐνης θα εδραιωνόταν για τα καλά... Πόσα παιδιά, γεννημένα στις αρχές του '70, διήνυσαν την εφηβεία τους κι ενηλικιώθηκαν φοβισμένα, υπό τον ήχο πυροβολισμών και βομβών σ' αιματοκυλισμένους δρόμους, χωρίς να έχει κηρυχθεί επισήμως κάποιος πόλεμος...
Πόσοι εγκατέλειψαν τη φλεγόμενη Μπογκοτά νιώθοντας κατά βάθος προδότες, και πόσοι έμειναν ν' αναμετρώνται με τις ρωγμές που τους προκάλεσε εκείνη η περίοδος... Ο τίτλος του μυθιστορήματος του Βάσκες δεν αναφέρεται μόνο στις ζωές που χάνονται αλλά και στις αξίες που χάνουν το νόημά τους, στις σχέσεις που διαλύονται ή δεν βγάζουν πουθενά, στις χώρες που γίνονται πιόνια στα χέρια των ισχυρών αυτού του κόσμου και αποδυναμώνονται μέσα από ένα ατέρμονο ξεκαθάρισμα μαφιόζικων λογαριασμών.
Γεννημένος στην Μπογκοτά το 1973, ο Βάσκες σπούδασε λατινοαμερικανική λογοτεχνία στη Σορβόννη, έχει δημοσιεύσει οχτώ μυθιστορήματα, τρεις συλλογές διηγημάτων και τέσσερις συλλογές φιλολογικών δοκιμίων και έχει τιμηθεί με πολλά διεθνή βραβεία, ανάμεσα στα οποία το English Pen Award και το Prix Roger Callois. Αφότου μεταφράστηκε στα αγγλικά, το «Ο ήχος των πραγμάτων όταν πέφτουν» απέσπασε το δουβλινέζικο βραβείο IMPAC, με το γενναιόδωρο έπαθλο των 100.000 ευρώ, ξεχωρίζοντας ανάμεσα σε 152 μυθιστορήματα, γραμμένα σε 17 διαφορετικές γλώσσες, σύμφωνα με τις προτιμήσεις των χρηστών δεκάδων δημόσιων βιβλιοθηκών ανά την υφήλιο.