ΜΙΑ ΑΠΟ ΤΙΣ ΠΙΟ ενδιαφέρουσες… τι ξενέρωτος που είναι πάντα αυτός ο προσδιορισμός, σβήστε τον – μια από τις πιο ωραίες και άρτιες ταινίες που μπορεί να δει κανείς από την ελεύθερη πλατφόρμα του Διεθνούς Φεστιβάλ Ταινιών Μικρού Μήκους Δράμας είναι οπωσδήποτε η τελευταία ταινία του Γιώργου Φουρτούνη (αξίζει να αναζητήσει κανείς και τις τρεις προηγούμενες). Μια ταινία μικρού μήκους (27’) που, παρά την αυτοτελή της αξία, «κραυγάζει» να γίνει μεγάλου.
Ο τίτλος είναι «MJ», όπως και το «καλλιτεχνικό» όνομα του κεντρικού χαρακτήρα της ταινίας (τον υποδύεται ο Γιώργος Κατσής), ενός εγχώριου σταρ της (τ)ραπ, ο οποίος λεγόταν Μιχάλης Τζανής πριν αποφασίσει να κλέψει τα αρχικά του παιδικού του ειδώλου, του Μάικλ Τζόρνταν και να μετουσιωθεί σε «complete artist», όπως ο ίδιος δηλώνει (στον μάνατζερ του, τον οποίον ερμηνεύει με πλήρη άνεση ο Χρήστος Πασσαλής, αλλά κυρίως στον εαυτό του τον ίδιο).
Πέρα από την τεχνική της πληρότητα, η ταινία διαχειρίζεται ένα «θέμα» που τόσο ηθικό πανικό έχει προκαλέσει τα τελευταία χρόνια στην ελληνική κοινωνία, χωρίς πατρονάρισμα και διδακτισμό και χωρίς την απόσταση ασφαλείας (και ανωτερότητας) που θα πρόσφερε μια σατιρική προσέγγιση.
«Η ζωή είναι πάρα πολύ μικρή για ν’ αφήνεις να παίρνουν τα φράγκα οι φλώροι, οι πουθενάδες» και «δεν έχω κανένα πρόμπλεμ με τις γυναίκες, τα γουστάρω αυτά τα πλάσματα», δηλώνει ο MJ σε συνέντευξή του, εν μέσω γυρισμάτων του νέου του βίντεο-κλιπ σε τυπικά υπερχλιδάτο σκηνικό, βρίσκοντας παράλληλα την ευκαιρία να κλιμακώσει το beef του με ανταγωνιστή, στον οποίο απευθύνεται (εξ αποστάσεως) λέγοντάς του «βρωμάς φτωχίλα» και προ(σ)καλώντας τον να τα βρουν οι δυο τους.
Παρότι τέτοιου είδους δημόσιοι τσαμπουκάδες κατά κανόνα υπάγονται στο επιδεικτικό (και συχνά κραυγαλέα ψεύτικο και προμελετημένο) role playing που χαρακτηρίζει το σύμπαν της συγκεκριμένης σκηνής, η πρόσκληση γίνεται αποδεκτή, με αποτέλεσμα ο ευάλωτος, ανασφαλής και κλονισμένος MJ (ο οποίος κρύβει και μερικά χρονάκια από την πραγματική ηλικία του) να βρεθεί ενώπιον ενός εξαιρετικού ζόρικου διλήμματος: «Εσύ ή το μπουρδέλο σου;». Που σημαίνει ότι θα πρέπει να επιλέξει ανάμεσά στον δικό του ξυλοδαρμό και στην καταστροφή του αυτοκινήτου του (μιας κόκκινης Ferrari), που είναι και το πλέον εμβληματικό από τα πολυτελή αξεσουάρ του.
Τελικά επιλέγει το πρώτο με συνέπεια να βρεθεί στο νοσοκομείο, όπου τον επισκέπτεται η (μάλλον νεαρή) μάνα του (Εύη Σαουλίδου), την οποία έχει «μπλοκάρει» στα social. ¨Όταν εκείνη τον πληροφορεί ότι όλοι γελάνε με το πάθημά του, εκείνος ξεσπά: «Ποιος κόσμος [γελάει]; Οι έντεχνοι; Οι φλώροι; Τα ναυάγια της ζωής με τα ιδρωμένα πουκάμισα; Οι πρώην Πασόκοι που έχουν κάνει εικονοστάσι τον Χατζιδάκι κι ακούνε μπουζουκολαϊκά; Δεν έχετε πάρει χαμπάρι ρε, γεράσατε, πεθάνατε. Αφήστε αυτούς που ξέρουνε να βγάλουνε φράγκα…».
Πέρα από την τεχνική της πληρότητα, η ταινία διαχειρίζεται ένα «θέμα» που τόσο ηθικό πανικό έχει προκαλέσει τα τελευταία χρόνια στην ελληνική κοινωνία, χωρίς πατρονάρισμα και διδακτισμό και χωρίς την απόσταση ασφαλείας (και ανωτερότητας) που θα πρόσφερε μια σατιρική προσέγγιση. Κατά κάποια σύμπτωση, η ταινία εμφανίζεται λίγες μέρες πριν από την εκδήλωση με τίτλο Stop Misogyny in (t)rap: A Call by Sadahzinia, «μια συναυλία – κάλεσμα ευαισθητοποίησης απέναντι στον μισογυνισμό στη μουσική», που θα πραγματοποιηθεί την Κυριακή 8 Σεπτεμβρίου στην Τεχνόπολη του Δήμου Αθηναίων.
DISFF47 | MJ [NATIONAL COMPETITION]