ΣΧΕΔΟΝ ΤΡΙΑ ΧΡΟΝΙΑ μεσολάβησαν από τον πρώτο μέχρι τον δεύτερο κύκλο του Severance που προβάλλεται αυτόν τον καιρό από το Apple TV, συγκεντρώνοντας την προσοχή ενός όλο και μεγαλύτερου κοινού, γεγονός που νομίζω ότι έχει να κάνει τόσο με την απέριττη ρεττροφουτουριστική αισθητική και την αινιγματική ατμόσφαιρα της σειράς όσο και με την σχετική ένδεια που παρατηρείται τον τελευταίο καιρό στο τοπίο της υψηλού κύρους τηλεοπτικής μυθοπλασίας.
Ακόμα κι όσοι είχαν παρακολουθήσει τον πρώτο κύκλο που κυκλοφόρησε στα τελειώματα της πανδημίας και έμοιαζε απολύτως ταιριαστός με εκείνη την αλλόκοτη χρονική στιγμή, έπρεπε να κάνουν ένα μικρό έστω φρεσκάρισμα στα τεκταινόμενα που είχαν προηγηθεί και έμοιαζαν με μακρινό, απόκοσμο όνειρο. Μια αίσθηση που μοιάζουν να μοιράζονται και οι χαρακτήρες της σειράς που συχνά θυμίζουν υπνοβάτες που αδυνατούν να ξυπνήσουν από ένα επίμονο και βαθιά ανησυχητικό όνειρο, κι ας μην μπορούν να αποκρυπτογραφήσουν τα μηνύματά του.
Αν μπορούσες να χωρίσεις τον εαυτό σου στα δύο, και να στέλνεις το «άλλο» μέλος στη δουλειά ενώ «εσύ» έμενες πίσω με απεριόριστο πλέον ελεύθερο χρόνο, θα το έκανες;
Συνεχίζουν πάντως, και στον δεύτερο κύκλο, να εργάζονται – κατά το «ήμισυ» του εαυτού τους – σε έναν μυστηριώδη οργανισμό που θυμίζει κάτι ανάμεσα σε γιγαντιαία, απρόσωπη πολυεθνική και σε αίρεση τύπου Σαϊεντολογίας, ο οποίος για να προφυλάξει την μυστικότητα του «έργου» που επιτελεί, τοποθετεί στους εργαζόμενους ένα τσιπάκι «διαμερισμού» του ίδιου τους του εαυτού, ή της συνείδησής τους, σε δύο κομμάτια.
![Πού θα πάει τέλος πάντων η βαλίτσα με το Severance;](/sites/default/files/styles/main/public/articles/2025-02-11/severance2_0.jpg?itok=GJFGyWxv)
Ο «μέσα» (‘innie’) εαυτός – αυτός που πηγαίνει κάθε μέρα για δουλειά στην εταιρεία – δεν γνωρίζει τίποτα για τον «έξω» εαυτό (‘outie’), την ζωή του, τις σκέψεις του, τα κίνητρά του. Και ο «έξω» δεν έχει ιδέα τι συμβαίνει μέσα στις κλινικές και αχανείς εγκαταστάσεις της εταιρείας.
Οι «μέσα» όμως δεν έχουν ιδέα και τι ακριβώς κάνουν οι ίδιοι στο γραφείο ως τις πέντε το απόγευμα που η συνείδησή τους κατεβάζει ρολά, μέχρι το επόμενο πρωί. Το μόνο που ξέρουν είναι ότι αθροίζουν ή αφαιρούν ή μετατοπίζουν νούμερα σε vintage υπολογιστές, στο πλαίσιο ενός αέναου “macrodata refinement”.
Ένα αποκαλυπτικό σκηνικό εργασιακής αποξένωσης που θα «ζήλευε» και ο Μαρξ. Το ερώτημα όμως παραμένει για τον θεατή που αναπόφευκτα ιντριγκάρεται από το κεντρικό θέμα της σειράς: Αν μπορούσες να χωρίσεις τον εαυτό σου στα δύο, και να στέλνεις το «άλλο» μέλος στη δουλειά ενώ «εσύ» έμενες πίσω με απεριόριστο πλέον ελεύθερο χρόνο, θα το έκανες;
Η σειρά έχει αποκτήσει φανατικούς θαυμαστές που εκθειάζουν τα φοβερά σκηνικά, την υποβλητική ατμόσφαιρα, την high-concept προσέγγιση και τον υπνωτικό ρυθμό της. Ο δεύτερος κύκλος είναι ακόμα πιο κινηματογραφικός και σύμφωνα με το Bloomberg το κόστος της παραγωγής απογειώθηκε στα είκοσι και πλέον εκατομμύρια δολάρια ανά επεισόδιο, παρότι ο Μπεν Στίλερ – ο οποίος σκηνοθετεί τα περισσότερα επεισόδια, ανάμεσά τους και το εκπληκτικό τέταρτο (και πιο πρόσφατο) επεισόδιο του δεύτερου κύκλου που έχει τίτλο «Η κοιλάδα της οδύνης» – δήλωσε ότι όλα τα ποσά που κυκλοφορούν είναι ανακριβή.
Κάποιες φορές όμως, το «αργό» δεν σημαίνει απαραίτητα «βαθύ» ούτε η σιωπή εγκυμονεί απαραίτητα νόημα (κάτι που κατάφερνε να κάνει μια σειρά όπως το Mad Men που επίσης διακρινόταν για την αργή και υποδόρια «ροή» της) και έχουν υπάρξει πολλές στιγμές στο Severance που ένιωθα ότι οι χαρακτήρες διατελούν σε τέτοια σύγχυση που δεν έχουν πραγματικά τι να πουν, με αποτέλεσμα να πρέπει ο θεατής να χορτάσει αποκλειστικά με mood και ατμόσφαιρα. Ελλείψει σοβαρού ανταγωνισμού όμως, και λόγω του υψηλού επιπέδου της παραγωγής, θα μείνουμε στο αινιγματικό παράλληλο σύμπαν της σειράς μέχρι να ξεδιαλύνουμε το μυστήριο ή μέχρι να μην πηγαίνει πάρα πέρα η βαλίτσα.
Severance — Season 2 Official Trailer | Apple TV+