ΤΟ ΜΑΚΡΙΝΟ 1985 κυκλοφόρησε ένα δυστοπικό μυθιστόρημα από μια Καναδή συγγραφέα, τοποθετημένο στο εγγύς μέλλον, όπου μετά από ένα βίαιο πραξικόπημα, φανατικοί θρησκόληπτοι έχουν καταλάβει την εξουσία στην Αμερική. Έχουν απαγορεύσει τα δικαιώματα στις γυναίκες και επιβάλλουν ποινή θανάτου σε όσους υποστηρίζουν την έκτρωση. Εκεί όπου άλλοτε ήταν η αμερικανική δημοκρατία έχει εγκαθιδρυθεί το απολυταρχικό σκοταδιστικό καθεστώς της Γαλαάδ και όσες γυναίκες είναι γόνιμες γεννούν παιδιά για τους αφέντες τους, έχοντας μετατραπεί σε μηχανές αναπαραγωγής.
Το βιβλίο φυσικά δεν ήταν άλλο από το διάσημο «The Handmaid’s Tale» («Ιστορία της Θεραπαινίδας» στα ελληνικά) της 85χρονης σήμερα Μάργκαρετ Άτγουντ, που έκανε διάσημη διεθνώς τη συγγραφέα του και την ανακήρυξε μία από τις πιο επιδραστικές και ρηξικέλευθες συγγραφείς του καιρού μας. Πολλά χρόνια μετά την πρώτη έκδοση του βιβλίου, το 2017, η ομώνυμη επιτυχημένη τηλεοπτική σειρά στην πλατφόρμα Hulu και πρωτύτερα η πρώτη εκλογή του Τραμπ στην εξουσία το 2016, σε συνδυασμό με την επικράτηση του λαϊκισμού και την άνοδο της ακροδεξιάς και στην Ευρώπη, θα δώσουν μια νέα επικαιρότητα στο βιβλίο της Άτγουντ, χαρίζοντάς του μια νέα εκδοτική ζωή. Το βιβλίο θα θεωρηθεί προφητικό και ξαφνικά ό,τι έμοιαζε εξωφρενικό ακόμα και για τη συγγραφέα του όταν το έγραφε, έδειχνε πολύ πιο πιστευτό.
Τι να περνούσε άραγε από το μυαλό των πρώτων αναγνωστών του «Δεν γίνονται αυτά εδώ»; Σίγουρα δεν θα είχαν υποψιαστεί πόσο γρήγορα θα αποδεικνυόταν προφητικό το βιβλίο, ούτε πως θα κέρδιζε ξανά φήμη όταν, ογδόντα χρόνια μετά, ένας άλλος δημαγωγός Γουίντριπ θα γινόταν Πρόεδρος της Αμερικής, εκμεταλλευόμενος τα ίδια τα όργανα της δημοκρατίας.
Το 2022, το Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, με την καθοριστική συμβολή τριών δικαστών τους οποίους είχε διορίσει ο Ντόναλντ Τραμπ κατά την προηγούμενη θητεία του, ανέτρεψε την ιστορική απόφαση Roe v. Wade που προστάτευε από το 1973, σε ομοσπονδιακό επίπεδο, το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση, επιτρέποντας έτσι σε 22 Πολιτείες να επιβάλουν νομικούς περιορισμούς ή να την απαγορεύσουν. Ο εφιάλτης της αστυνόμευσης του σώματος των γυναικών και της απαγόρευσης της γυναικείας αυτοδιάθεσης είχε επιστρέψει.

Μάργκαρετ Ατγουντ,
Η ιστορία της θεραπαινίδας, Μτφρ.: Αύγουστος Κορτώ, Εκδόσεις Ψυχογιός
Ίσως η λογοτεχνία να μας προειδοποιούσε καλύτερα κι από τους πιο έγκυρους και διορατικούς πολιτικούς αναλυτές και να μην πήραμε χαμπάρι. Μετά την πρόσφατη νέα εκλογή Τραμπ, το δικαίωμα των γυναικών στην άμβλωση τίθεται ξανά υπό αμφισβήτηση και το μέλλον φαντάζει δυσοίωνο. Ασφαλώς, η συζήτηση δεν αφορά μόνο τις ΗΠΑ, γιατί όταν θεωρητικά κεκτημένα ανθρώπινα δικαιώματα τίθενται επί τάπητος, έχουν ήδη ανοίξει οι ασκοί του Αιόλου και οι συνέπειες μπορούν να είναι ανεξέλεγκτες, όπως είδαμε και στην περίπτωση της Πολωνίας. Και τότε οι γυναίκες που θα διαδηλώνουν κατά των απαγορεύσεων των αμβλώσεων φορώντας την πορφυρή στολή της θεραπαινίδας από το μυθιστόρημα της Άτγουντ δεν θα μοιάζουν σαν να έχουν ξεπηδήσει από κάποιον ζοφερό μεσαιωνικό θρύλο.
Ένα άλλο βιβλίο που θεωρήθηκε προφητικό πολλά χρόνια μετά την πρώτη έκδοσή του είναι το «Δεν γίνονται αυτά εδώ» («It can’t happen here») του Σίνκλερ Λιούις (1885-1951), του πρώτου Αμερικανού συγγραφέα που κέρδισε το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Δημοσιευμένη για πρώτη φορά το 1935 και γραμμένη την περίοδο του Μεσοπολέμου, όταν στην Ευρώπη προέλαυνε ο ναζισμός, η πολιτική σάτιρα του Λιούις περιγράφει τι θα συνέβαινε αν στην Αμερική εκλεγόταν ένας φασίστας.
Ο ήρωας του βιβλίου, ο γερουσιαστής Μπαζ Γουίντριπ, είναι ένας λαϊκιστής ηγέτης που θα αναρριχηθεί στην εξουσία μέσω του κόμματος των Δημοκρατικών, θα καταστείλει όλες τις εξουσίες, θα περιορίσει τις ελευθερίες και θα επιβάλει κλίμα τρομοκρατίας και στρατιωτικό νόμο που θα θυμίζει αρκετά τα Ες-Ες και τη ναζιστική Γερμανία. Οι ομοιότητές του με τον Τραμπ, δε, είναι ανατριχιαστικές.
Τι να περνούσε άραγε από το μυαλό των πρώτων αναγνωστών του «Δεν γίνονται αυτά εδώ»; Σίγουρα δεν θα είχαν υποψιαστεί πόσο γρήγορα θα αποδεικνυόταν προφητικό το βιβλίο, ούτε πως θα κέρδιζε ξανά φήμη όταν, ογδόντα χρόνια μετά, ένας άλλος δημαγωγός Γουίντριπ θα γινόταν Πρόεδρος της Αμερικής, εκμεταλλευόμενος τα ίδια τα όργανα της δημοκρατίας.
Η Μάργκαρετ Άτγουντ, o Σίνκλερ Λιούις και άλλοι συγγραφείς του φανταστικού και της δυστοπίας στην πραγματικότητα δεν είχαν καμία ενόραση, ούτε τους φανερώθηκε το μέλλον εν είδει αποκάλυψης. Το μόνο που έκαναν ήταν απλώς να αφουγκραστούν προσεκτικά τον εφιάλτη που παραφύλαγε και να αντλήσουν το μυθοπλαστικό τους οπλοστάσιο από το υπέδαφος της πραγματικότητας κι από τo κακό που είτε βυσσοδομούσε γύρω τους είτε είχε προσωρινά μόνο οπισθοχωρήσει.

Από τη μία η Άτγουντ διέβλεψε τη διαχρονική πατριαρχική απαίτηση για τον έλεγχο της γυναίκας που η σεξουαλική επανάσταση και ο φεμινισμός δεν θα κατάφερναν να αποτρέψουν, καθώς και τον συντηρητισμό της αμερικανικής κοινωνίας που σε περιόδους κρίσης ήταν έτοιμος να ξεπροβάλει, κι από την άλλη δεν διέφυγε από τον Λιούις ο ναζισμός που άπλωνε τα πλοκάμια του στην Ευρώπη τη δεκαετία του ’30 και το γεγονός ότι εγκληματίες όπως ο Χίτλερ και άλλοι παρανοϊκοί ηγέτες πάντα καιροφυλακτούν.
Η ειδοποιός διαφορά των σύγχρονων αναγνωστών βιβλίων δυστοπίας, συγκριτικά με τους πρώτους αναγνώστες του «1984» του Τζορτζ Όργουελ, για παράδειγμα (ο οποίος ευφυώς φανέρωσε με τον αναριθμητισμό του 1948 πως πίσω από το 1984 δεν κρύβεται μόνο το τρομακτικό άγνωστο μέλλον αλλά το ίδιο το 1948, δηλαδή η Ιστορία που μπορεί να επαναληφθεί παραπάνω από μία φορές), είναι ότι πλέον έχουμε απολέσει οριστικά την όποια αθωότητα, αφέλεια ή ελπίδα. Για τον σύγχρονο άνθρωπο, και η πιο διεστραμμένη φαντασία και το πιο δυσοίωνο σενάριο και η πιο εφιαλτική μυθοπλασία δεν είναι σε καμία περίπτωση το ίδιο ανακουφιστικά αναληθοφανή όσο ήταν κάποτε. Σίγουρα όχι όσο ήταν για τους ανθρώπους έναν αιώνα πριν.

Τζόρτζ Όργουελ, 1984,
Μτφρ.: Κατερίνα Τζίμα, εκδόσεις Μεταίχμιο
Σε ποιο χρονικό σημείο ακριβώς έγινε η ρήξη; Ποιος γύρισε τον διακόπτη της Ιστορίας και καμία δυστοπία δεν μας εντυπωσιάζει στον βαθμό που μπορούσε κάποτε; Ίσως η στιγμή που διαφοροποίησε τελειωτικά τον κόσμο όπως τον γνωρίζαμε να ήταν στις 8:46 π.μ. τοπική ώρα, την 11η Σεπτεμβρίου 2001, ακριβώς τη στιγμή που η πτήση 11 της American Airlines έπεφτε στον Βόρειο Πύργο του Παγκόσμιου Κέντρου Εμπορίου στο Μανχάταν. Η στιγμή που κανείς δεν πίστευε αυτό που αντιλαμβανόταν ο αμφιβληστροειδής του.
Ή μπορεί το τέλος της Ιστορίας που ήταν ακόμα υποφερτή να ήρθε νωρίτερα, όταν ο Little Boy έσκαγε στις 6 Σεπτεμβρίου 1945 στη Χιροσίμα σκορπίζοντας τον θάνατο. Πολύ πιο πρόσφατα, ένας θανατηφόρος ιός από τη Γιουχάν στην Κίνα και η πανδημία του Covid-19 ένωσε ολόκληρο τον πλανήτη σε μια ανατριχιαστική συνθήκη εγκλεισμού, δίνοντας το τελειωτικό χτύπημα. Όλες οι ταινίες καταστροφής, όλα τα post-apocalyptic σενάρια, όλα τα δυστοπικά μυθιστορήματα πώς θα συναγωνιστούν την πραγματικότητα τώρα πια;
Μήπως δείξαμε υπερβολική πίστη στον άνθρωπο και στις απατηλές υποσχέσεις της προόδου; Στο πρώτο επεισόδιο της δημοφιλούς δυστοπικής σειράς «Severance» του Apple TV+, με τον τίτλο «Καλά νέα για την κόλαση», ακούγεται, διά στόματος της Πατρίσια Αρκέτ και του ρόλου τής Harmony Cobel που ερμηνεύει, η ατάκα: «Τα καλά νέα είναι ότι η κόλαση είναι απλώς το προϊόν μιας νοσηρής ανθρώπινης φαντασίας. Τα κακά νέα είναι πως ό,τι μπορούν να φανταστούν οι άνθρωποι, συνήθως μπορούν και να το δημιουργήσουν».

Ποια νοσηρή φαντασία θα μπορούσε στις αρχές του 20ού αιώνα να φανταστεί τους θαλάμους αερίων και τα κρεματόρια, τα στρατόπεδα εξόντωσης και ένα τέλεια οργανωμένο σχέδιο μαζικής εξόντωσης κατά της ανθρωπότητας; Ποιο αρρωστημένο μυαλό, πριν από την ανάπτυξη της σχετικής τεχνολογίας, θα φανταζόταν το «μανιτάρι» και τον πυρηνικό όλεθρο; Κι όμως, η πιο σκοτεινή δυστοπία και η κόλαση είναι ακριβώς ό,τι ο ανθρώπινος νους μπορεί να οραματιστεί και να υλοποιήσει.
Η ατάκα της Harmony Cobel από το «Severance» θυμίζει ό,τι είχε πει και η ίδια η Μάργκαρετ Άτγουντ, μιλώντας στους «New York Times» το 2017 για το πώς αποφάσισε να γράψει το «Handmaid’s Tale». Είχε αναφέρει τότε πως η «Ιστορία της Θεραπαινίδας» βασίστηκε σε αληθινά γεγονότα και πως η «δημοκρατία της Γαλαάδ» είχε τις ρίζες της στο δόγμα του Πουριτανισμού του 17ου αιώνα στην Αμερική.
«Ένας από τους κανόνες», σύμφωνα με την Άτγουντ, για τη συγγραφή του βιβλίου της ήταν ότι «δεν θα έβαζα κανένα γεγονός στο βιβλίο που δεν είχε ήδη συμβεί στον “εφιάλτη” της ιστορίας, όπως τον αποκαλούσε ο Τζέιμς Τζόις, ούτε κάποια τεχνολογία που να μην είναι ήδη διαθέσιμη. Καμία φανταστική συσκευή, κανένας φανταστικός νόμος, καμία φανταστική θηριωδία. Ο Θεός κρύβεται στις λεπτομέρειες, λένε. Το ίδιο και ο Διάβολος».
Στις λεπτομέρειες που μάλλον η Αμερική δεν πρόσεξε κι έτσι στις 20 Ιανουαρίου 2025, δηλαδή μόλις μερικές εβδομάδες πριν, ο Τραμπ ορκίστηκε 47ος Πρόεδρος των ΗΠΑ. Αρκεί να ρίξει κανείς μια ματιά στους τίτλους ειδήσεων της τελευταίας περιόδου που σχετίζονται με δηλώσεις ή αποφάσεις του νυν Αμερικανού Προέδρου για να συνειδητοποιήσει πως η επικαιρότητα είναι απλώς ένας ευφημισμός για τη δυστοπία: «Το Google maps συμμορφώθηκε με την απόφαση του Τραμπ και μετονόμασε τον Κόλπο του Mεξικού σε Κόλπο της Αμερικής»· «ο Τραμπ δήλωσε “Θα πάρουμε τη Γάζα και οι Παλαιστίνιοι θα ζήσουν αλλού”»· «ο Τραμπ ανακοίνωσε πως “η Δανία θα πρέπει να ενστερνιστεί την ιδέα να μας εκχωρήσει τη Γροιλανδία”»· «οι ΗΠΑ αποχώρησαν από τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας»· «ο Τραμπ ξεκίνησε τις μαζικές απελάσεις παράνομων μεταναστών»· «από σήμερα θα υπάρχουν μόνο δύο φύλα, το αρσενικό και το θηλυκό»· «ο Τραμπ ακύρωσε διατάγματα που προωθούσαν τα δικαιώματα της ΛΟΑΤΚΙ+ κοινότητας και των μειονοτήτων».
Όταν η πραγματικότητα καταλήγει να μοιάζει γραμμένη από την πένα του πιο παρανοϊκού και ευφάνταστου συγγραφέα, τότε θα πρέπει να εφεύρουμε έναν νέο όρο για τη λογοτεχνική δυστοπία. Όταν το doom scrolling είναι η νέα κανονικότητα και έξοδος κινδύνου από τον καταιγισμό αρνητικών ειδήσεων δεν υπάρχει, όταν καμία είδηση δεν μοιάζει πια εξωπραγματική και τα όρια μεταξύ deepfake και αλήθειας είναι δυσδιάκριτα, όταν είμαστε εξοικειωμένοι με το να «σκάνε» στο κινητό μας ανά πάσα στιγμή τίτλοι ειδήσεων βγαλμένοι κατευθείαν από την κόλαση, όταν τρέμουμε για το ποιο θα είναι το επόμενο κεκτημένο δικαίωμα που θα αμφισβητηθεί, τότε σαφώς πρέπει να βρούμε έναν νέο όρο για να περιγράψουμε τη δυστοπία. Η αρχική έννοια έχει χάσει προ πολλού τη σημασία της.