Η κουβέντα με τον Παντελή Δημητριάδη έχει πάντα ενδιαφέρον. Στα χρόνια που γνωριζόμαστε, από το 2006, ο βασικός δημιουργός, τραγουδοποιός και περφόρμερ των Κορε. Ύδρο., των σημερινών Παιδιών της Παλαιότητας, έχει κυκλοφορήσει μερικά από τα πιο σημαντικά άλμπουμ της ελληνικής μουσικής της τελευταίας εικοσαετίας και έχει γίνει εκφραστής μιας γενιάς τραγουδώντας συναισθηματικά αποσπάσματα ολόκληρης της ζωής του. Η νεότερη γενιά τον ανακαλύπτει μέσα απ’ το TikTok λόγω της τεράστιας –και απρόσμενης– επιτυχίας που γνωρίζει το «Όχι πια έρωτες» μετά από σχεδόν είκοσι χρόνια. Η συνάντησή μας έγινε με αφορμή τις δύο ζωντανές εμφανίσεις των Παιδιών της Παλαιότητας στην Αθήνα μετά από σχεδόν μία δεκαετία και την πρεμιέρα του ντοκιμαντέρ για τους Κόρε. Ύδρο. στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
— Παντελή, έχουν περάσει 22 χρόνια από το 2003 που κυκλοφόρησε το Αν όλα τελείωναν εδώ, 25 από τότε που αρχίσατε να δουλεύετε τα κομμάτια. Θυμάσαι πώς ήσουν τότε; Πώς ήταν η ζωή σου;
Zούσα ακόμα με τους γονείς μου, ήταν μόλις είχα τελειώσει το πανεπιστήμιο. Αλλά θα το πιάσω από λίγο πιο νωρίς, από το 1998. Είναι μια τετραετία μέχρι το 2001 που άρχισα να γράφω τα πρώτα μου κανονικά τραγούδια, με την έννοια πως ό,τι είχα γράψει προηγουμένως ήταν εντελώς πρωτόλειο.
— Έγραφες ποιήματα;
Έγραφα και ποιήματα, αλλά αυτό που με ενδιέφερε πάντα περισσότερο ήταν το τραγούδι, δηλαδή η «διαπλοκή» του στίχου με τη μελωδία, όταν ο στίχος φέρει μουσική και η μουσική στίχο. Αυτός είναι ο βασικός τρόπος με τον οποίο δουλεύω. Σπανιότερα γράφω πρώτα ένα στιχούργημα και το μελοποιώ στη συνέχεια, αλλά τις περισσότερες φορές είναι ένα πλέξιμο των δύο. Την τετραετία αυτή, λοιπόν, ένιωσα ότι αυτά που έγραφα άξιζαν να τύχουν μιας μεγαλύτερης απεύθυνσης, δηλαδή να δισκογραφηθούν. Αλλά ήμουν μόνος μου, δεν είχα συνεργάτες τότε στο κομμάτι της παραγωγής, δεν είχα βγει έξω από την Κέρκυρα, πέρα από τη Θεσσαλονίκη, όπου σπούδαζα· και πάλι, όμως, ήμουν ένας άνθρωπος πολύ εσωστρεφής και δεν είχα κοινωνική ζωή, γνωριμίες, στις συναυλίες στη Θεσσαλονίκη πήγαινα μόνος μου. Οι συμφοιτητές μου στη Φιλοσοφική δεν ήταν άτομα με την ίδια αισθητική και κουλτούρα με μένα, οπότε δυσκολευόμουν να βρω ανθρώπους με την ίδια νοοτροπία, έπρεπε να ψάξω κάποιο άτομο στην Κέρκυρα που να κάνει αυτήν τη δουλειά, να συμπληρώσει αυτό το κενό.
«Πέρασα μια μακρά δυσθυμική περίοδο, από το καλοκαίρι του 2023 μέχρι πρόσφατα. Τώρα τελευταία, με αφορμή και τις συναυλίες, με ξαναχτύπησε η αγχώδης διαταραχή. Η Αθήνα δεν βοηθάει σ’ αυτό, ειδικά όταν πρέπει να οδηγήσεις».
Είχα έναν συμμαθητή στο λύκειο, τον Αλέξανδρο Μακρή, με τον οποίο γνωριζόμασταν εντελώς επιφανειακά, αλλά είχαμε κι έναν κοινό φίλο, τον Μάριο Μαγιολαδίτη, που κάποια στιγμή μας έφερε σε επαφή με σκοπό να δούμε κατά πόσο ο Αλέξανδρος ενδιαφέρεται να δουλέψουμε μαζί τα κομμάτια αυτά σε επίπεδο ενορχήστρωσης και παραγωγής. Κάναμε μια συνάντηση στο σπίτι του Αλέξανδρου, που είναι κι αυτός πολύ ιδιοσυγκρασιακό άτομο, και ενθουσιάστηκε με τα κομμάτια στη μορφή που τα είχα γράψει, σε πιάνο ή ακουστική κιθάρα. Έτσι, συμφώνησε να τα δουλέψουμε μαζί. Ηχογραφήσαμε όλη την παρουσίαση που του έκανα σε μια κασέτα, την οποία ονομάσαμε «Μετά από αυτό που άκουσα πάω να νεκρωθώ» και την πήρε μαζί του στο Μάντσεστερ, όπου σπούδαζε. Το ίντερνετ ήταν τότε ακόμα PSTN, οπότε κάθε φορά που ερχόταν από την Αγγλία μού έβαζε να ακούσω κάποια από αυτά τα κομμάτια ενορχηστρωμένα. Κάπως έτσι φτιάχτηκε το πρώτο ντέμο. Εμείς πάντα το λέγαμε προ-ντέμο, ήταν κάτι πριν από το ντέμο, γιατί ντέμο στην ουσία ήταν η τελική κυκλοφορία· αυτό δίναμε ως ντέμο στην εκάστοτε δισκογραφική, και έβγαινε όπως ήταν. Και κάπως έτσι, την περίοδο από το 2001 μέχρι τα μέσα 2003, ηχογραφήθηκε αυτός ο δίσκος μέσα σε ένα κλίμα πρώιμου ενθουσιασμού αλλά και έντονα συγκρουσιακό, γιατί άρχισαν να φαίνονται οι αντιθέσεις μας από την πρώτη στιγμή.
Ο Αλέξανδρος είχε πιο κλασικές και έντεχνες, ας πούμε, καταβολές, ενώ την περίοδο εκείνη άκουγε πάρα πολύ τζαζ, είχε και έναν δάσκαλο με τον οποίο έκανε τζαζ πιάνο. Οι δικές μου καταβολές ήταν περισσότερο αυτό που ονομάζαμε post-punk τη δεκαετία του ’80 και alternative ή indie αργότερα, και έπρεπε κάπως να συνταιριάξουμε τους δύο αυτούς κόσμους. Εγώ είχα και μια αγάπη για το lo-fi που ακουγόταν πολύ εκείνη την εποχή, από τα μέσα της δεκαετίας του ’90 και μετά. Με ηδόνιζε ο πιο ακατέργαστος ήχος και ο μη οργανωμένος θόρυβος. Θυμάμαι, τότε, υπήρχε ένα συγκρότημα το οποίο με στιγμάτισε, οι Microphones. Μου άρεσε τόσο πολύ το κλίμα ενός δίσκου που είχαν βγάλει, του «Glow», που ήθελα να κάνω κάτι παρόμοιο, γιατί τα πάντα σε μένα λειτουργούσαν με μια λογική μιμητισμού κάποιων προτύπων, απ’ το εξωτερικό κατά κύριο λόγο. Έτσι προσπαθούσα σιγά-σιγά να βάλω τον Αλέξανδρο σε αυτό το κλίμα. Θυμάμαι, του έγραφα συλλογές με αντιπροσωπευτικά της αισθητικής μου ακούσματα κι αυτός μου έβαζε να ακούσω τα αντίστοιχα δικά του, που δεν γνώριζα. Υπήρχε κάπου μια σύμπτωση εμβληματικών και για τους δυο μας δίσκους, όπως το «Automatic for the people» και το «Nevermind», επίσης είχαμε και οι δύο μια αγάπη για το «Dust» των Screaming Trees ή για δίσκους των Yo La Tengo και των Tortoise, αλλά και κοινά ποπ ακούσματα, ξένα και ελληνικά. Και κάπως έτσι, μέσα από αυτήν τη σύγκρουση επιρροών, προέκυψε αυτός ο πρώτος δίσκος.

— Το πρώτο τραγούδι που άκουσα από εκείνο το άλμπουμ σας ήταν το «Εδώ κατοικεί η αμαρτία», το οποίο μου θύμισε Sabadoh και Folk Implosion, που ήταν πολύ αγαπημένο μου σχήμα εκείνη την εποχή. Ειδικά οι στίχοι ήταν κάτι που τοποθετούσε τους Κόρε. Ύδρο. δίπλα σε ονόματα όπως οι Magnetic Fields. Ήταν και το εξώφυλλο που δείχνει έναν άντρα να κρατάει στα χέρια του ένα αγόρι, μάλλον ερωτικά, οπότε σκέφτηκα ότι είστε ένα γκέι συγκρότημα.
Το εξώφυλλο είναι λίγο κρυπτικό, πρέπει να το ενώσεις με ένα κομμάτι γραφιστικό που είναι στο πίσω μέρος του CD για να δεις ολόκληρη την εικόνα, τώρα όμως που το επανεκδώσαμε σε βινύλιο με την Inner Ear τη βλέπεις κανονικά, ολόκληρη. Τότε υπήρχε μια συστολή στο να το βγάλουμε ολόκληρο, ένας φόβος μήπως εκτεθούμε με αρνητικό τρόπο, καθώς επρόκειτο για μια ερωτική σκηνή που έδειχνε έναν μεγαλύτερο άντρα με ένα αγόρι – τώρα θα το λέγαμε μάλλον παιδοφιλία, αλλά στην αρχαία Ρώμη, την εποχή που καταγράφηκε στο αγγείο, αυτό ήταν νόμιμο, υποθέτω. Την περίοδο εκείνη προσωπικά είχα μια πολύ έντονη αναζήτηση και σε υπαρξιακό επίπεδο και σε καλλιτεχνικό, μέσα από τα αγαπημένα μου ακούσματα και διαβάσματα, γύρω από το κομμάτι της σεξουαλικής ταυτότητας. Ήταν ένα θέμα αυτό της ποικιλοτρόπως «παρεκκλίνουσας» ερωτικής διάθεσης που με απασχολούσε πάρα πολύ έντονα, καθώς είχα διαγνώσει από νωρίς στον εαυτό μου μια ιδιαιτερότητα κυρίως ως προς το συναίσθημά μου, με την έννοια ότι και στην παιδική ηλικία και στην εφηβεία μου συνδεόμουν πάρα πολύ συναισθηματικά με πρόσωπα τα οποία είχαν για μένα ένα ενδιαφέρον αισθητικής τάξεως, ανεξαρτήτως φύλου.
Αυτό το πράγμα με έβαλε σε κάποιες σκέψεις, σε κάποιους προβληματισμούς. Μην ξεχνάμε ότι μεγάλωσα σε επαρχία, η οικογένειά μου ήταν συντηρητική κατά βάση, χωρίς όμως ιδιαίτερη παρεμβατικότητα ως προς το κομμάτι αυτό. Οι προβληματισμοί αυτοί εντάθηκαν μέσα από ακούσματα που ανακάλυπτα εκείνη την εποχή, πάνω στην αλλαγή της χιλιετίας δηλαδή. Πολύ μεγάλο ρόλο έπαιξαν οι δίσκοι του Χατζιδάκι και κυρίως τα «Τραγούδια της αμαρτίας», μέσα από τα οποία ήρθα για πρώτη φορά σε επαφή με την ποίηση του Χριστιανόπουλου, και το «2000 μ.Χ.», με τον «Κοινό Βίο» του Χρονά. Ήταν μια εντελώς μεταβατική κατάσταση για μένα, η οποία όμως με διαμόρφωσε ως στιχουργό. Η θεματική μου, δηλαδή, κατά κάποιον τρόπο οριοθετήθηκε μέσα από αυτή την «ανησυχία». Βέβαια, ποτέ δεν έφτασα σε σημείο να πω «πο πο, τι συμβαίνει με μένα, είμαι τόσο διαφορετικός που πρέπει κάτι να κάνω γι’ αυτό».
Στην πορεία κατέληξα ότι –και πλέον μπορώ να το πω και ευθαρσώς– θα μπορούσα να χαρακτηρίσω τον εαυτό μου με την τυποποιημένη πλέον έννοια «queer». Αυτό όμως δεν το τοποθετώ σε αυστηρά σεξουαλικό πλαίσιο, το εννοώ με την πρωταρχική σημασία της λέξης, δηλαδή αυτή του «παράταιρου», του «μη ταιριαστού», όπως το εκλάμβανα, για παράδειγμα όταν άκουγα το ομώνυμο τραγούδι των Garbage στην εφηβεία μου. Με λίγα λόγια, ως ψυχοσύνθεση κυρίως και ως προσωπικότητα έχω συνειδητοποιήσει πλέον ότι έχω μια ιδιαιτερότητα γενικότερη σε βαθμό που πολλές φορές νιώθω ότι δεν μπορώ να συμπλεύσω με τον κόσμο γύρω μου. Κατά καιρούς έχω νιώσει ως ένα ον σε μια παράλληλη πραγματικότητα, έξω από τον κόσμο αυτό και το κατεστημένο κοινωνικό πλαίσιο. Είναι κάτι με το οποίο είμαι πλήρως συμφιλιωμένος, έχω κάνει τριάντα χρόνια ψυχοθεραπείας, ξέρω ποιος είμαι και πού πατάω.
Κόρε. Ύδρο. - Όχι πια Έρωτες [επίσημο βίντεο κλιπ]
— Ήταν μια εποχή που η έννοια του fluidity δεν υπήρχε καν, όπως και πολλές άλλες που σήμερα ορίζουν κάποιες καταστάσεις, π.χ. του μπούλινγκ.
Ναι, π.χ. ο στίχος «σε μια ανδρόγυνη κατάσταση αιωρούμαι» την εποχή εκείνη δεν μπορούσε να γίνει εύκολα αντιληπτός, τώρα δεν χρειάζεται επεξήγηση. Μιλάμε για την Ελλάδα μόνο, γιατί στο εξωτερικό ήταν διαφορετικά τα πράγματα. Με έχει πιάσει μια νοσταλγία εσχάτως και παρακολουθώ παλιά επεισόδια του «120 Minutes» του αμερικάνικου MTV, ό,τι υπάρχει στο YouTube. Είδα μια συνέντευξη δύο μελών των Sugarcubes του 1989. Λέει, λοιπόν, το ένα μέλος του γκρουπ και λέει ότι «τις επόμενες μέρες παντρεύομαι τον σύντροφό μου στη Δανία, όπου είναι νόμιμος ο γάμος ομοφύλων» και μιλάνε γι’ αυτό με απόλυτη άνεση στην Αμερική, το 1989, κι αυτό με εξέπληξε. Ούτε τώρα δεν μπορούμε να μιλήσουμε τόσο ανοιχτά στην ελληνική τηλεόραση γι’ αυτά τα πράγματα.
— Το MTV, όμως, ήταν ένα κανάλι καλλιτεχνικό όπου μπορούσες να εκφραστείς πιο εύκολα. Γενικά, σε προστατευμένους χώρους, καλλιτεχνικούς κυρίως, όπου οι άνθρωποι είναι πιο προοδευτικοί και ανοιχτόμυαλοι, είσαι ασφαλής και μπορείς να εκφραστείς με μεγαλύτερη άνεση, και σου δημιουργείται η ψευδαίσθηση ότι έτσι είναι η κοινωνία, αλλά αυτό δεν είναι αλήθεια.
Προφανώς δεν είναι αυτός ο κόσμος. Αλλά ακόμα και στην Ελλάδα η τηλεόραση κάποτε ήταν πιο ανοιχτή. Αυτό που αποκαλούσαμε trash TV ήταν μια επανάσταση για την εποχή του. Δεν υπάρχει κάτι αντίστοιχο σήμερα, δεν ακούς πουθενά μια «αιρετική» φωνή. Ο λόγος είναι τυποποιημένος, πανομοιότυπος. Κι εγώ τώρα που σου μιλάω προσπαθώ λίγο να τα λειάνω αυτά που λέω, γιατί υπάρχει το στερεότυπο κάθε μορφής χαραγμένο μέσα μας, να μην ενοχλήσεις, να είσαι αρεστός. Κι εδώ θέλω να επανέλθω στον Χριστιανόπουλο, τον τελευταίο των «αιρετικών», για να σου πω ότι ο βασικότερος λόγος που ένιωθα αυτή την οικειότητα με το έργο του ήταν γιατί κατά κάποιον τρόπο γεφύρωνε το θρησκευόμενο οικογενειακό background μου με τις «ανησυχίες» της εφηβείας μου που περιέγραψα προηγουμένως. Ο Χριστιανόπουλος ήταν ένα πρόσωπο όχι απλώς συμφιλιωμένο με τις αντιθέσεις του αλλά διαμορφωμένο από αυτές. Έτσι ακριβώς ονειρευόμουν κι εγώ τον εαυτό μου, γιατί αγαπούσα –και αγαπώ– κάθε διάστασή του.

— Τι ερεθίσματα είχες κι έγινες αυτό το παιδί που έγινες, μεγαλώνοντας σε αυτή την οικογένεια και σε αυτό το επαρχιακό περιβάλλον.
Είναι κάτι πάνω στο οποίο έχω διερωτηθεί κι εγώ πολλές φορές, κι ακόμα διερωτώμαι. Νομίζω πως τον καθοριστικό ρόλο τον έπαιξαν η σχέση της μητέρας μου με την Εκκλησία και του πατέρα μου με τη μουσική. Απ’ όταν θυμάμαι τον εαυτό μου είχα μια έντονη τριβή και με τους δύο χώρους. Η μητέρα μου ακολουθούσε όλο το ορθόδοξο χριστιανικό τυπικό με ακούσιους ακολούθους εμένα και την αδελφή μου. Ο πατέρας μου, πάλι, πέρα από τη δραστηριότητά του στη Φιλαρμονική και στο συγκρότημα «μουσικής δωματίου», του οποίου ήταν μέλος, έψελνε σε χορωδία εκκλησιαστική, δυτικού τύπου όμως, συνοδεία αρμονίου. Η παρουσία του πατέρα μου στη συγκεκριμένη χορωδία, της οποίας πολύ συχνά ήμουν παρατηρητής εκ των έσω, θεωρώ ότι με στιγμάτισε. Μεγάλωσα με τον ήχο αυτό, που ήταν ένας δυτικός μεν ήχος, αλλά πλήρως ενσωματωμένος στο ορθόδοξο τυπικό. Αλλά η καθοριστική στιγμή για μένα ήταν όταν πρωτοάνοιξα το MTV το 1990, που άρχισε να εκπέμπει στην Κέρκυρα ως δορυφορικό. Αυτό ήταν πραγματικά το γεγονός που μου άλλαξε τη ζωή. Αυτά τα πράγματα που είδα, έναν κόσμο αλλόκοτο, σαν από άλλο πλανήτη, ήταν σαν να χτύπησαν αμέσως ένα ευαίσθητο σημείο μου. Ήταν αδύνατο όχι να μου περάσουν απαρατήρητα αλλά να μη με σημαδέψουν σταδιακά και για πάντα. Νομίζω αυτή ήταν η πρώτη ουσιαστική, συνειδητή επαφή μου με την τέχνη. Κόλλησα κυρίως με τις μεταμεσονύκτιες εκπομπές του MTV, όπου παίζονταν τα πιο ιδιαίτερα πράγματα, και αυτό ήταν το καθοριστικότερο στοιχείο στη διαμόρφωση της παρεκκλίνουσας, σε σχέση με τη μεγάλη πλειοψηφία των συνομηλίκων μου, αισθητικής μου.
Τα Παιδιά της Παλαιότητας - Το Μέλλον [επίσημο βίντεο κλιπ]
— Να σε ρωτήσω για έναν φόβο που ξέρω ότι είχες όταν ήσουν έφηβος; Με τι όνειρα ξεκινούσε να γράφει μουσική ένα παιδί που υποτίθεται ότι «πέθαινε από καρκίνο»;
Ωχ, καλά που μου το θύμισες, γιατί πριν από το MTV ήταν ο καρκίνος. Ήταν ένα άλλο στοιχείο το οποίο διαμόρφωσε την ψυχοσύνθεσή μου, η σχέση μου με το σώμα μου. Γιατί ξεκίνησε όλη η ιστορία από μια δυσπλασία που είχα στον θώρακα. Ήμουν πάρα πολύ αδύνατος και η μία πλευρά του θώρακά μου ήταν λίγο πιο έξω απ’ την άλλη. Κι εγώ, ως υποχόνδριος από τα σπάργανα, το πρώτο πράγμα που σκέφτηκα είναι ότι πίσω από το κόκαλο του θώρακα που προεξέχει υπάρχει ένας όγκος που το σπρώχνει. Κι έφτιαξα ένα σενάριο ότι έχω καρκίνο από τα 10 μου χρόνια, που κράτησε μέχρι και τα 17, οπότε και διαγνώστηκα με ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή επισήμως.
Έζησα όλα τα στάδια του καρκίνου, με τις μεταστάσεις κ.λπ., στομάχι, πνεύμονες, τα πάντα. Έπαιξε ρόλο και το γεγονός ότι ο πατέρας μου ήταν στον ιατρικό χώρο, φαρμακοποιός στο ψυχιατρείο της Κέρκυρας, και διάβαζα από πολύ μικρός τα βιβλία που είχε στο σπίτι με τις ασθένειες, τα συμπτώματα, με εικόνες ανατριχιαστικές σχετικά με τον καρκίνο, όπως και μια μόδα που υπήρχε τότε στην τηλεόραση, στα μέσα της δεκαετίας του ’80, να προβάλλονται με απίστευτο ρεαλισμό πάρα πολύ δραματικά γεγονότα, είτε σε δραματικές ελληνικές ταινίες είτε σε σίριαλ από το εξωτερικό με πολλές δραματικές διακυμάνσεις. Θυμάμαι μια πολύ χαρακτηριστική ταινία, το Αφήστε με να ζήσω με τον Θάνο Λειβαδίτη και τη Μέμα Σταθοπούλου, όπου η κοπέλα πεθαίνει από όγκο στον εγκέφαλο, και την ίδια περίοδο πέθανε και η Καρολάιν στην «Τόλμη και Γοητεία» από λευχαιμία! Μου έπεσαν όλα μαζί. Και μέσα σε όλα αυτά, στη γειτονιά μου τότε υπήρχε ένα σπίτι όπου έμεναν τα λεγόμενα «μοντελάκια», πατέρας, μητέρα και τρεις κόρες, οι οποίες ήταν εντελώς ανεξέλεγκτες όσον αφορά τη συμπεριφορά τους προς τους άλλους, κυρίως προς τα μικρά παιδιά. Κάποια στιγμή κάτι έκανα και μου είπε η μία από αυτές «που να μπει ο καρκίνος μέσα σου!». Αυτομάτως μου μπήκε.
Όλα αυτά οδήγησαν στο ζοφερό σενάριο που περιέγραψα. Περιέργως, κατά τη διάρκεια της ημέρας ήμουν υπερδραστήριος σε δημιουργικό επίπεδο –έγραφα πάρα πολύ, έφτιαξα το συγκρότημά μου, ηχογραφούσαμε με μανιώδεις ρυθμούς–, αλλά τη νύχτα, όταν γύρναγα στο σπίτι, δεν κοιμόμουν. Ο ύπνος μου ήταν κατειλημμένος από σκέψεις «καρκινικές». Δεν είναι τυχαίο που ο πρώτος δίσκος των Κόρε. Ύδρο., που εμπεριέχει ψήγματα αυτής της ψυχολογικής κατάστασης από την πλευρά μου, ονομάζεται «Αν όλα τέλειωναν εδώ», γιατί είχα στο μυαλό μου ότι η ζωή μου τελειώνει στα 17 μου, οπότε είχα αποκτήσει μια εμμονή με το τέλος. Το περίεργο είναι ότι δεν το μοιράστηκα αυτό με κανέναν, δεν το είπα στους γονείς μου όλα αυτά τα χρόνια, γιατί δεν ήθελα να τους στενοχωρήσω. Το είχα, λοιπόν, τόσο σίγουρο ότι φτάνει το τέλος, που όταν ήρθε η περίοδος να δώσω Πανελλήνιες είπα στον πατέρα μου «δεν υπάρχει λόγος να ξοδεύεσαι να με στέλνεις σε φροντιστήρια, γιατί πεθαίνω. Είμαι στο τελευταίο στάδιο του καρκίνου». Μετά από περιδιάβαση σε γιατρούς σχεδόν όλων των ειδικοτήτων που με διαβεβαίωναν ότι δεν έχω τίποτα, κατέληξα με έναν ψυχίατρο, φίλο του πατέρα μου, στον καναπέ του σαλονιού μας, και αφού μιλήσαμε μερικά λεπτά βγήκε και είπε στον πατέρα μου «το παιδί έχει καραμπινάτη ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή». Αμέσως μου συνταγογράφησε αγωγή και μέσα σε 15 μέρες ήμουν περδίκι. Τα είχα ξεχάσει όλα.

— Σκέφτηκες ποτέ ότι ίσως εκτέθηκες πιο πολύ απ’ ό,τι έπρεπε με τα κομμάτια σου;
Ναι, το σκέφτηκα, αλλά δεν με προβλημάτισε ποτέ σε κοινωνικό επίπεδο. Πιο πολύ είχα την αγωνία μήπως ακούσουν κάποια κομμάτια οι γονείς μου ή δουν κάποιες δραστηριότητές μου και παρανοήσουν κάποια πράγματα, που ενδεχομένως συγκρούονταν με την εικόνα που είχαν σχηματίσει για μένα. Μετά από χρόνια άρχισε να φθίνει αυτό και πλέον δεν με απασχολεί καθόλου, ξέρουν ποιος είμαι, ξέρω κι εγώ ποιος είμαι...
— Ακούς μουσική;
Ναι, τώρα τελευταία ακούω ξανά μουσική. Πέρασα μια τριετία που δεν άκουγα καθόλου, αλλά τώρα, ελέω Spotify, του οποίου είμαι φανατικός, ακούω ξανά μουσική. Ακούω κυρίως παλιότερους δίσκους που δεν έχω στη δισκοθήκη μου, ακούω τους πιο δεύτερους δίσκους των αγαπημένων μου καλλιτεχνών, που δεν τους είχα αγοράσει, ανακαλύπτω και καινούργια πράγματα από το παρελθόν. Από νέες κυκλοφορίες ελάχιστα. Παρακολουθώ τη δισκογραφία της Lana Del Rey, που μου ταιριάζει πολύ ως τραγουδοποιός. Άκουσα τον δίσκο του Λεξ και μου άρεσε, ενώ δεν είχα προηγούμενη επαφή με το είδος στην ελληνική του εκδοχή γενικά. Με αφορμή και τις συναυλίες που θα κάνουμε άκουσα περισσότερο την Bipolia, που έτυχε να τη γνωρίζω από τα πρώτα της βήματα, και βρήκα δυο τραγούδια εξαιρετικά. Είναι αυτό που λέγαμε Brit pop, κλασική γραφή, βρετανική.
— Μου μίλησες για το τέλος των ’80s και μέχρι τα μέσα των ’90s. Ήταν μια δεκαετία που βγήκαν καταπληκτικά πράγματα, τα οποία που πραγματικά σε καθόριζαν.
Ναι, αναφερόμουν στο MTV και συγκεκριμένα σε εκπομπές που παρουσίαζαν την εναλλακτική σκηνή, όπως το «120 Minutes» και το «Alternative Nation». Στο ευρωπαϊκό MTV που βλέπαμε εμείς οι εκπομπές αυτές ήταν πολύ πιο σκληροπυρηνικές απ’ ό,τι στο αμερικανικό που παρακολουθώ τώρα αναδρομικά. Δηλαδή σπάνια θα έβλεπες σ’ αυτές τις εκπομπές τραγούδια με «εναλλακτικό» ήχο που ήταν στις υψηλές θέσεις των mainstream charts. Από εκεί γνώρισα συγκροτήματα και καλλιτέχνες που με σημάδεψαν, όπως οι Sonic Youth, οι dEUS, ο Nick Cave. Αλλά δεν θέλω να μείνω μόνο σ’ αυτά. Ολόκληρο το πρόγραμμα του MTV τότε ήταν αποκαλυπτικό. Ανάμεσα στα αδιάφορα ψευδο-ροκ τύπου Bon Jovi, r’n’b και techno, έβλεπες βιντεοκλίπ των Cure, των Depeche Mode, των Erasure, των Pet Shop Boys, των Radiohead, των Pulp και των Smashing Pumpkins πιο μετά. Αλλά ακόμα και κάποιες μπαλάντες των Aerosmith ή του Meat Loaf, που έπαιζαν σε heavy rotation, το τεράστιο «Don’t cry» των Guns‘n’Roses ή το «Nothing else matters», το «It ain’t over ’til it’s over» του Lenny Kravitz, άνοιγαν έναν καινούργιο ορίζοντα για ένα 12χρονο παιδί. Για να μη μιλήσω για τραγούδια κυριολεκτικά ουρανοκατέβατα, όπως το «Nothing compares 2 U» και το «Purple Rain». Και πόσα άλλα...
Τα Παιδιά της Παλαιότητας - Τα Πληγωμένα Μηνύματα Αναθεωρημένα (Official Video)
— Γράφεις πιο εύκολα ή πιο δύσκολα μετά από όλα αυτά τα χρόνια;
Πολύ πιο δύσκολα. Έχω την αίσθηση δηλαδή πως σχεδόν ό,τι ήθελα να πω το έχω πει με έναν τρόπο που είναι πολύ δύσκολο να τον επαναλάβω με την ίδια επιτυχία.
— Δεν έχεις απωθημένα;
Το μόνο μου απωθημένο, ψυχαναγκαστικής περισσότερο τάξεως, είναι, επειδή με τους Κόρε. Ύδρο. έβγαλα τέσσερις δίσκους, να βγάλω κι άλλον έναν δίσκο με τα Παιδιά της Παλαιότητας. Έχω γράψει τέσσερα καινούργια κομμάτια και θα προσπαθήσω να το ολοκληρώσω κι αυτό, όσο κι αν μου πάρει.
— Έβγαλες λεφτά από τη μουσική;
Δεν έβγαλα ποτέ λεφτά από τη μουσική, αντιθέτως ξόδεψα πάρα πολλά. Δηλαδή αν είχα τώρα τα λεφτά που έχω χαλάσει και για παραγωγές και για συναυλίες, περιοδείες κ.λπ. θα ζούσα πολύ πιο άνετα. Τα τελευταία δύο χρόνια αρχίζω να έχω οικονομικές απολαβές αξιοσημείωτες σε σχέση με το παρελθόν, λόγω του ότι έχει γίνει επιτυχία είκοσι χρόνια μετά την κυκλοφορία του το «Όχι πια έρωτες». Ακούγεται πάρα πολύ γιατί έχει γίνει trend στο TikTok, το βλέπω και στις εκκαθαρίσεις από τα πνευματικά δικαιώματα αυτό. Δεν περίμενα ποτέ να βιοποριστώ από τη δισκογραφία και ξέρω ότι, όπως φούσκωσε, κάποια στιγμή θα ξεφουσκώσει η όλη ιστορία. Όσον αφορά το οικονομικό ισοζύγιο, θα σου πω, για παράδειγμα, ότι για τις δύο αυτές συναυλίες που έχουμε προγραμματίσει τον Απρίλη, σύμφωνα με τον υπολογισμό που έκανα με τον Παραγωγό μου, Θανάση Δανίλη, θα μπω γύρω στο χιλιάρικο μέσα, παρόλο που παίρνουμε αρκετά χρήματα σε σύγκριση με το παρελθόν των Παιδιών της Παλαιότητας. Πρέπει να έρθω τρεις φορές στην Αθήνα οδικώς, για να κάνω πρόβες και όλη την προωθητική διαδικασία που χρειάζεται, και να πληρώσω στούντιο για πρόβες και εφτά μουσικούς. Δεν μένει απλήρωτος κανένας, γιατί τα παιδιά αυτά, λίγο πολύ, υπηρετούν ένα όραμα κατά κύριο λόγο δικό μου, μαζί με τον Μάριο που είναι το δεξί μου χέρι στη νέα αυτή, μετά-Κ.Υ. συνθήκη, έχει κάνει τρομακτική δουλειά. Δεν λέω ότι οι υπόλοιποι δεν το κάνουν με την καρδιά τους, ειδικά ο Νώντας, ο ντράμερ, που έχει γράψει και τα μπάσα στον τελευταίο δίσκο, παίζει και πιάνο, βοηθάει και στην ενορχήστρωση – τον έχω αποκούμπι στην Κέρκυρα, μαζί με την Εύα, γιατί ο Μάριος ζει πλέον μόνιμα στην Αθήνα. Η Τζένη έρχεται από τη Θεσσαλονίκη στην Αθήνα μόνο γι’ αυτό, θα μπορούσε να έχει αποτραβηχτεί λόγω της απόστασης και των προσωπικών της υποχρεώσεων, αλλά δεν το έκανε, απεναντίας είναι πάντα θετικότατη σε όλα. Και, φυσικά, είναι και η Χριστίνα, που, παρόλο που είναι πολύ πρόσφατη μαμά πλέον, στην ουσία ήταν αυτή που με ενθάρρυνε για να γίνουν αυτές οι συναυλίες. Εγώ αρχικά ήμουν αρνητικός λόγω των τόσων προσκομμάτων. Έχουμε και νέο πιανίστα για τα live, τον Μήτσο, οικεία σε κάποιους φυσιογνωμία από την τελευταία περιοδεία των Κόρε. Ύδρο., στην οποία είχε παίξει αντί του Αλέξανδρου, και εσχάτως σχεδόν Εκατομμυριούχο! Ο Μάριος πλέον παίζει κιθάρα στα live, γιατί το φχαριστιέται κι αυτός, όπως κι εγώ, περισσότερο.

— Στην Κέρκυρα με τι ασχολείσαι;
Έχω τελειώσει Γλωσσολογία, είναι ειδίκευση της Φιλολογίας, και από το 2008 ασχολούμαι με τη διδασκαλία της ελληνικής ως ξένης γλώσσας. Δηλαδή κάνω μαθήματα ελληνικών σε ξένους, πολύ πιο αραιά πλέον απ’ ό,τι στο παρελθόν, γιατί δεν υπάρχουν πια οργανωμένα από το κράτος προγράμματα. Ενδεχομένως δεν το έχω κυνηγήσει κι εγώ όσο θα έπρεπε, όπως και τίποτα στη ζωή μου εδώ που τα λέμε, εκτός της δισκογραφίας...
— Στην Αθήνα έρχεσαι συχνά;
Στην Αθήνα είχα να έρθω ενάμιση χρόνο. Είναι το μεγαλύτερο διάστημα που έχω μείνει συνεχόμενα στην Κέρκυρα σε όλη μου τη ζωή. Εδώ και 2-3 χρόνια αντιμετωπίζω διάφορα αρκετά σοβαρά θέματα με το γαστρεντερικό μου, που με έχουν επηρεάσει και ψυχολογικά, είναι ένας φαύλος κύκλος. Εσχάτως είμαι σε αγωγή για ελκώδη κολίτιδα. Πέρασα και μια μακρά δυσθυμική περίοδο, από το καλοκαίρι του 2023 μέχρι πρόσφατα. Τώρα τελευταία, με αφορμή και τις συναυλίες, με ξαναχτύπησε η αγχώδης διαταραχή. Η Αθήνα δεν βοηθάει σ’ αυτό, ειδικά όταν πρέπει να οδηγήσεις. Ήρθαμε με το αυτοκίνητό μου μαζί με τον Νώντα και οδηγούσαμε εκ περιτροπής. Κατά την είσοδο στην Αθήνα οδηγούσε ο Νώντας, που, αν και εξαιρετικός οδηγός, έπαθε σχεδόν κρίση πανικού, γιατί άλλα μας έλεγε το GPS και άλλα βλέπαμε μπροστά μας. Οπότε σταμάτησε σε μια άκρη και οδήγησα εγώ. Με τρεμάμενο πόδι κατάφερα, διά πυρός και σιδήρου, να φτάσω εδώ, στα Ιλίσια, όπου μένω.
Τα Παιδιά της Παλαιότητας - Τα Απέραντα Θέρη μου (Official Audio)
— Θα μετακόμιζες εδώ;
Μόνιμα όχι. Έμεινα κάποτε συνεχώς για κάποιους μήνες επειδή είχα μια βιοποριστική ασχολία η οποία απαιτούσε την παρουσία μου και την προσήλωσή μου, σε μια συνεργατική βάση με ένα δικό μου πρόσωπο που ζει εδώ. Τα τελευταία χρόνια, όποτε έρχομαι, μένω στο Μενίδι, στη Χριστίνα και στον Μάριο, ή εδώ, στα Ιλίσια, όπου εντελώς συμπτωματικά μένουν δυο πολύ δικοί μου άνθρωποι σε απόσταση μερικών μέτρων. Για την τελευταία μας συναυλία στο Gagarin είχα νοικιάσει ένα Αirbnb και μέναμε και οι τρεις στην ίδια οδό. Τότε έφτιαξα και τη φαντασίωση αν ποτέ έχω την πολυτέλεια να αγοράσω εδώ ένα σπίτι, να είμαι κοντά και στα καλύτερα νοσοκομεία. Αλλά θα πρέπει να γίνουν θαύματα για να συμβεί αυτό.

— Πες μου για το live μερικά πράγματα.
Είναι δύο ημερομηνίες, 3 και 4 Απριλίου, στο Arch. Οι άνθρωποι με προσέγγισαν μ’ έναν τρόπο ιδιαίτερα αγαπητικό εδώ και δύο χρόνια περίπου. Αρχικά αρνήθηκα λόγω των προβλημάτων υγείας που περιέγραψα προηγουμένως, αλλά τους υποσχέθηκα ότι το επόμενο live στην Αθήνα θα το κάνουμε μαζί. Κλείσαμε για την Παρασκευή 4 Απριλίου, έγινε sold out μέσα σε τρεις μέρες και μου πρότειναν να βάλουμε άλλη μία μέρα, κολλητή. Το Σάββατο το είχα δεσμεύσει για μια άλλη υπόσχεση που είχα δώσει, σε άλλη πόλη, κι έτσι βάλαμε την Πέμπτη. Θα παίξουμε το ίδιο πρόγραμμα πάνω-κάτω και τις δύο μέρες, ώστε να μη μείνει κανένας παραπονεμένος. Οι όποιες αλλαγές θα είναι ενδυματολογικής κυρίως φύσεως. Το ειδικά ραμμένο πάνω μου ένδυμα της πρεμιέρας, πάντως, το κρατάω για την Παρασκευή.
— Στο ντοκιμαντέρ για τους Κόρε. Ύδρο. πρωταγωνιστείς;
Ναι, χθες συνάντησα τον Σπύρο τον Μπιμπίλα και είχαμε μια κουβέντα μήπως γραφτώ και στο ΣΕΗ. Το ντοκιμαντέρ ήταν μια ιδέα του Βύρωνα Κριτζά, με τον οποίο έχω μια γνωριμία δεκαπενταετίας, από τα πρώτα του βήματα στη δημοσιογραφία, όταν μου έκανε μια συνέντευξη με αφορμή την κυκλοφορία του τρίτου δίσκου των Κόρε. Ύδρο. Είναι βαθύς γνώστης όλης της πορείας μου, μέσα κι έξω, και χαίρει της εκτίμησης και της εμπιστοσύνης μου. Στην παραγωγή δεν εμπλέκομαι, πάντως, πέρα από κάποιο αρχειακό υλικό που παραχώρησα. Μάλιστα, ζήτησα να δω το αποτέλεσμα απευθείας στην οθόνη, δεν έχω δει ούτε δευτερόλεπτο. Δεν ήθελα να διαποτίσω με τους ψυχαναγκασμούς και την τελειοθηρία μου μια δουλειά που είναι 100% όραμα κάποιου άλλου. Ακολούθησα τις σκηνοθετικές οδηγίες στα γυρίσματα στα οποία συμμετείχα, και μέχρι εκεί. Θα δω, λοιπόν, την ταινία κι εγώ για πρώτη φορά στην πρεμιέρα της, στις 14 Μαρτίου, στη Θεσσαλονίκη.
Τα Παιδιά της Παλαιότητας εμφανίζονται στις 3 και 4 Απριλίου στο Arch σε ένα δίωρο live με υλικό από όλη τη δισκογραφία τους. Την εμφάνισή τους θα προλογίσουν οι Αθηναίοι shoegazers Messier 13. Το ντοκιμαντέρ του Βύρωνα Κριτζά "Κόρε. Ύδρο" θα προβληθεί στις 14 Μαρτίου στο Φεστιβάλ Ντοκιμαντέρ Θεσσαλονίκης.
To άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO