ΔΥΟ ΑΝΤΙΡΡΟΠΕΣ ΔΥΝΑΜΕΙΣ έχουν αναδυθεί μετά την προκήρυξη διαγωνισμού για την έρευνα και την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο. Από τη μία η κοινωνία που αντιδρά και από την άλλη η κυβέρνηση που τρέχει τις διαγωνιστικές διαδικασίες με τους διεκδικητές του πολύτιμου μετάλλου να έχουν ήδη εκδηλώσει ενδιαφέρον.
Εάν η επιτυχής κατάληξη ενός έργου με βαρύ περιβαλλοντικό αποτύπωμα απαιτεί κοινωνική συναίνεση, οι προοπτικές του διαγωνισμού που έχει προκηρύξει η κυβέρνηση για την έρευνα και την εξόρυξη αντιμονίου στη Βόρεια Χίο, δεν είναι ευοίωνες. Ήδη έχουν κατατεθεί δύο προσφυγές από πολυπληθείς ομάδες πολιτών του νησιού στο «Συμβούλιο της Επικρατείας» για την ακύρωσή του, ενώ πάνω από 120 επαγγελματικοί, επιστημονικοί και κοινωνικοί φορείς είναι επίσης απέναντι.
Για την κυβέρνηση, η εκμετάλλευση του κοιτάσματος αντιμονίου είναι «ζήτημα εθνικής σημασίας». Ισχυρίζεται ότι φέρνει τη χώρα σε ρόλο «πρωταγωνιστή στην ασφαλή τροφοδοσία της Ευρώπης», η οποία είναι πλήρως εξαρτημένη από εισαγωγές τρίτων χωρών. Για τους Χιώτες, η εξορυκτική δραστηριότητα που σχεδιάζεται στο νησί, είναι ένα «τοξικό σχέδιο υποβάθμισης» που θα υποθηκεύσει τον τόπο τους και θα έχει συνέπειες «μη αναστρέψιμες, για τους πόρους, την υγεία των κατοίκων, το μέλλον του οικοσυστήματος» και τις αναπτυξιακές κατευθύνσεις που έχουν σχεδιαστεί για την περιοχή.
Ο αντιμονίτης «ξαναβγήκε στην επιφάνεια», όταν το περασμένο καλοκαίρι η Αλεξάνδρα Σδούκου, τέως Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, επισκέφθηκε τη Χίο και μίλησε για τον κυβερνητικό σχεδιασμό έρευνας και εξόρυξης, υποσχόμενη «αυστηρούς κανόνες περιβαλλοντικής προστασίας» και «κοινωνική άδεια λειτουργίας». Έκτοτε η Χίος βρίσκεται σε αναβρασμό και εγρήγορση. Οργανώνονται λαϊκές συνελεύσεις, ημερίδες, καλούνται επιστήμονες και πραγματοποιούνται δυναμικές κινητοποιήσεις.
Οι επανειλημμένες τοποθετήσεις του ΥΠΕΝ ότι θα εξασφαλίσει τις αυστηρότερες δεσμεύσεις για την προστασία του περιβάλλοντος, που θα προκύψουν από την περιβαλλοντική αδειοδότηση της εταιρείας η οποία θα κερδίσει τον διαγωνισμό, είναι μία διαβεβαίωση που δεν πείθει τον κόσμο που αντιδρά. Το αρμόδιο υπουργείο δεν έχει καταφέρει να πείσει τους πολίτες πως μπορούν να συνυπάρξουν οι εξορύξεις με την προστασία της φύσης. Η έκταση που έχει δεσμευτεί για την έρευνα και την εκμετάλλευση του κοιτάσματος περιλαμβάνει οικότοπο Natura, οικισμούς, θαλάσσιο χώρο.

πρόεδρος του «Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων»
Από την άλλη πλευρά, όσοι τάσσονται υπέρ της εκμετάλλευσής του κοιτάσματος, δεν αποδέχονται ότι αν προχωρήσει το σχέδιο, η Χίος θα βρίσκεται αντιμέτωπη με έναν «διαρκή περιβαλλοντικό κίνδυνο», όπως πιστεύουν οι κάτοικοι του νησιού: Ο Κωνσταντίνος Γιαζιτζόγλου, πρόεδρος του «Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων», ισχυρίστηκε στη Lifo ότι «Όσο πιθανό είναι να πέσει ένα αεροπλάνο στο κεφάλι σας, άλλο τόσο πιθανό είναι να είναι επικίνδυνη η εξόρυξη αντιμονίου».
Ο Δρ. Κώστας Λασκαρίδης, Προϊστάμενος της «Διεύθυνσης Ορυκτών Πόρων και Μεταλλευτικής», στην «Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών» (ΕΑΓΜΕ), μας είπε ότι «η εξόρυξη των κρίσιμων πρώτων υλών, όπως του αντιμονίου καθίσταται επιτακτική, καθώς είναι αναγκαία για την εκπλήρωση των στόχων της πράσινης συμφωνίας».

Προϊστάμενος της «Διεύθυνσης Ορυκτών Πόρων και Μεταλλευτικής», στην «Ελληνική Αρχή Γεωλογικών και Μεταλλευτικών Ερευνών» (ΕΑΓΜΕ)
Οι ορυκτές πρώτες ύλες «είναι απαραίτητες σε κάθε βήμα της καθημερινότητάς μας. Μόνο για την κατασκευή ενός κινητού τηλεφώνου απαιτούνται 75 ορυκτές πρώτες ύλες», προσθέτει.
Το ΕΑΓΜΕ βάζει κι αυτό ως ανάχωμα για την προστασία της περιοχής την πιστή εφαρμογή της «αυστηρής περιβαλλοντικής νομοθεσίας που έχει θεσπίσει η Ευρώπη και έχει ενσωματωθεί στην ελληνική νομοθεσία». Επικαλείται, επίσης, τους ελέγχους που θα κάνει το κράτος και συγκεκριμένα οι επιθεωρήσεις μεταλλείων, για τις οποίες όμως «είναι κοινό μυστικό ότι είναι τραγικά υποστελεχωμένες», όπως λέει στη Lifo μεταλλειολόγος μηχανικός που γνωρίζει το τοπίο.
Ο Δημήτρης Μπάτης, πρόεδρος της «Ομοσπονδίας Μεταλλωρύχων Ελλάδας» (ΟΜΕ) έχει δημόσια εκφραστεί για την αναγκαιότητα της στελέχωσής τους. Ενώ πριν από μερικές μέρες, καταγγέλθηκε από την ίδια Ομοσπονδία, ότι «στην Επιθεώρηση Μεταλλείων Νοτίου Ελλάδας (ΕΜΝΕ) απόμειναν 2 επιθεωρητές και 3 υπάλληλοι».

Ξεκάθαρη θέση κατά της έρευνας και εξόρυξης του κοιτάσματος στη Βόρεια Χίο έχει πάρει ο Κώστας Μουτζούρης, Περιφερειάρχης Β. Αιγαίου. Πρόσφατα και το Περιφερειακό Συμβούλιο έλαβε με αυξημένη πλειοψηφία ανάλογη απόφαση για το αντιμόνιο. Εναντίον είναι και όλες οι δημοτικές παρατάξεις της αντιπολίτευσης στο Δήμο Χίου, κατηγορώντας την παράταξη της πλειοψηφίας και τον δήμαρχο Χίου Γιάννη Μαλαφή για παρελκυστική πολιτική.
Τον περασμένο Ιανουάριο, καταψηφίστηκε από την πλειοψηφία η κοινή πρόταση των τεσσάρων παρατάξεων της αντιπολίτευσης για την ακύρωση του διαγωνισμού εξορύξεων. Ο Γ. Μαλαφής ισχυρίστηκε ότι ο δήμος «θα γνωμοδοτήσει καθοριστικά επί των προτάσεων της Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων». Κατόπιν εορτής, δηλαδή, όπως τον κατηγόρησε η αντιπολίτευση, αφού η ΜΠΕ βγαίνει στη διαβούλευση μετά την ανάδειξη του αναδόχου, «ενώ το κοινό αίτημα είναι η ακύρωση του διαγωνισμού».
Πριν από λίγες μέρες, απέρριψε νέο αίτημα όλων των παρατάξεων της αντιπολίτευσης για μονοθεματική συνεδρίαση για το θέμα του αντιμονίου. Νωρίτερα, είχε δηλώσει ότι θα ζητούσε πάγωμα της διαγωνιστικής διαδικασίας, κάτι που δεν έχει κάνει μέχρι σήμερα. Η Lifo αναζήτησε τον δήμαρχο, αλλά δεν κατάφερε να μιλήσει μαζί του, παρά τις αλλεπάλληλες προσπάθειες που έκανε.
Η γεωπολιτική σκακιέρα και το αντιμόνιο
Η εξόρυξη αντιμονίου στη Χίο έρχεται σε μία στιγμή κατά την οποία η Ομάδα των Κρίσιμων Ορυκτών Πρώτων Υλών (CRMs Critical Raw Materials ή ΚΟΠΥ) στην οποία ανήκει και το αντιμόνιο, είναι η «βασίλισσα» της παγκόσμιας γεωπολιτικής σκακιέρας.
Το αντιμόνιο (Sb) ανήκει στη λίστα αυτών των κρίσιμων πρώτων υλών που έχει δημοσιεύσει η Ευρώπη, η οποία, επιθυμεί διακαώς να απεξαρτηθεί ο εφοδιασμός της σε αντιμόνιο από την Κίνα, που ελέγχει την αγορά του αντιμονίου κατέχοντας πάνω από το 48% της παγκόσμιας παραγωγής. Η Ευρώπη εισάγει το μεγαλύτερο ποσοστό αντιμονίου από την Τουρκία, ενώ στις χώρες παραγωγής αντιμονίου συγκαταλέγεται η Ρωσία, το Τατζικιστάν και η Αυστραλία. Το αντιμόνιο είναι ένα ορυκτό με ευρεία χρήση στη στρατιωτική βιομηχανία και σε μία σειρά τεχνολογιών που συνδέονται με τις πράσινες τεχνολογίες, όπως είναι τα φωτοβολταϊκά και οι νέοι τύποι μπαταριών λιθίου. Κοιτάσματα αντιμονίου υπάρχουν επίσης στην Ιταλία και την Αυστρία.

Η Ελλάδα είναι η πρώτη που ανοίγει το κεφάλαιο των εξορύξεων αντιμονίου στην Ευρώπη. Ο διαγωνισμός προκηρύχθηκε τον περασμένο Ιανουάριο και έχει δύο στάδια. Το πρώτο αφορά στην πρόσκληση εκδήλωσης ενδιαφέροντος με κατάθεση μη δεσμευτικών προσφορών. Το δεύτερο στάδιο περιλαμβάνει την πρόσκληση υποβολής δεσμευτικών προσφορών, για την εκμίσθωση των δικαιωμάτων έρευνας και εκμετάλλευσης μεταλλευτικών ορυκτών, σε τμήμα εκτάσεως 9,02 km2 του Δημόσιου Μεταλλευτικού Χώρου της Χίου.
Η εταιρεία που θα κερδίσει τον διαγωνισμό θα υπογράψει σύμβαση με το δημόσιο διάρκειας 5 ετών για την έρευνα και μέχρι 30 ετών για την εκμετάλλευση του αντιμονίου, εφόσον εντοπιστούν αξιόλογα κοιτάσματα προς αξιοποίηση. Οι εταιρείες που έχουν εκδηλώσει ενδιαφέρον στην πρώτη φάση είναι οι ΤΕΡΝΑ ΛΕΥΚΟΛΙΘΟΙ Α.Ε., ΛΑΒΑ Μεταλλευτική και Λατομική Α.Ε., GEOTEST S.A. και η ΓΑΙΑ Α.Ε. ΜΕΛΕΤΩΝ. Η δεύτερη φάση του διαγωνισμού αναμένεται να ολοκληρωθεί το δεύτερο τρίμηνο του 2025.
«Μία όχι και τόσο δίκαιη διαβούλευση και ένας ασαφής χώρος μίσθωσης»
Η κυβέρνηση πατάει στον νέο ευρωπαϊκό κανονισμό CRM Act {Critical Raw Materials Act), ο οποίος προωθεί μεταξύ άλλων την ταχύτερη αδειοδότηση της εξορυκτικής δραστηριότητας, στον βαθμό που θα πρέπει να μειωθεί η εξάρτηση της από τρίτες χώρες. Ο κανονισμός αυτός όμως, υιοθετεί και μία σειρά άλλων διατάξεων, που αφορούν τη διαβούλευση με τους πολίτες και τους φορείς για την περιβαλλοντική και κοινωνική επίδραση που μπορεί να έχει μία εξορυκτική δραστηριότητα.

καθηγητής Διοικητικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών
Ο Πάνος Λαζαράτος, καθηγητής Διοικητικού Δικαίου στη Νομική Σχολή του Πανεπιστημίου Αθηνών, που έχει καταθέσει την αίτηση ακύρωσης του διαγωνισμού στο ΣτΕ, εκπροσωπώντας τους πρώτους 49 πολίτες, ισχυρίζεται ότι «δεν υπήρξε ούτε ουσιαστική, ούτε δίκαιη, ούτε ολοκληρωμένη διαβούλευση».
Ο Π. Λαζαράτος αναφέρει για το ζήτημα ότι «ανάμεσα σε πολλά, λείπουν δύο βασικά πράγματα: το πραγματικό σχέδιο της σύμβασης και τα αναλυτικά δεδομένα του προς εκμίσθωση χώρου της εξορυκτικής εκμετάλλευσης. Είναι ασαφές ποιος είναι τελικά ο προς εκμίσθωση χώρος, για να μπορέσουν οι πολίτες να επιχειρηματολογήσουν. Μέσα στο κείμενο της προκήρυξης φαίνεται αρχικά να εκμισθώνεται χώρος 9,02 km2. Στη συνέχεια όμως παραπέμπει για τις λεπτομέρειες στο παράρτημα 4. Σ’ αυτό το παράρτημα, ο χώρος προς αξιοποίηση είναι 63,32 Km2. Πρόκειται για μία αόριστη πρόσκληση, η οποία δεν είναι σαφής ως προς το αντικείμενο της μίσθωσης».
Ένας ακόμη σημαντικός λόγος ακυρώσεως, σύμφωνα με τον Π. Λαζαράτο, είναι, «αν όντως είναι δημόσιος μεταλλευτικός χώρος η Χίος. Όλα αμφισβητούνται. Ο μεταλλευτικός χώρος είχε οριστεί με συγκεκριμένο κανόνα δικαίου, ο οποίος θα ίσχυε για τρία έτη. Η δε ανανέωση της τριετίας αυτής, δεν φέρεται να έχει γίνει ούτε ρητώς, ούτε εγκύρως». Ταυτόχρονα, υπάρχει λόγος ακυρώσεως, όπως ισχυρίζεται, καθώς «μέσα στα 9,02 km2 βρίσκονται χωριά, οικισμοί δημόσιες κοινόχρηστες εκτάσεις και η ίδια η θάλασσα. Ακόμη κι αν θεωρητικά εξαιρούνται, θα έπρεπε στον μισθωτικό χώρο, σε κάποιο παράρτημα, στο διάγραμμα, να φαίνεται ποιο κομμάτι εξαιρείται».
Ο Π. Λαζαράτος υποστηρίζει επίσης, ότι «η διαβούλευση είναι όλη λάθος. Έγινε επί τη βάσει ενός σχεδίου συμβάσεως που δεν θα ισχύσει. Είναι copy-paste μίας άλλης σύμβασης, της σύμβασης εκμίσθωσης του μεταλλείου Μολάων».
Μας εξηγεί ότι «κανονικά, το αντικείμενο της διαβούλευσης θα έπρεπε να είναι το πραγματικό σχέδιο σύμβασης και όχι των Μολάων, αυτό που θα πάρουν οι επιλεγόμενοι μισθωτές στη Β΄ Φάση του διαγωνισμού. Τότε η διαβούλευση θα ήταν μία δίκαιη διαβούλευση και κυρίως με πλήρη και ολοκληρωμένη συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών, όπως αναφέρει η νέα οδηγία».
Να σημειωθεί ότι στη δεύτερη φάση της υποβολής δεσμευτικών προσφορών, οι εταιρείες δεσμεύονται για μια σειρά κρίσιμων ζητημάτων, όπως είναι μεταξύ άλλων η προστασία του περιβάλλοντος, η ερευνητική και εξορυκτική διαδικασία, αλλά και η τελική μελλοντική αποκατάσταση του ερευνητικού και εξορυκτικού πεδίου.
Την πρόσκληση του διαγωνισμού ο Π. Λαζαράτος τη χαρακτηρίζει «κινούμενη άμμο», καθώς, όπως λέει, στους όρους της προκήρυξης υπάρχει πρόβλεψη με την οποία «επιφυλάσσεται το κράτος να αλλάξει τους όρους της προσκλήσεως, άρα και τον μισθωτικό χώρο, οποιαδήποτε στιγμή θελήσει. Η βασική αρχή των προσκλήσεων όμως, είναι η μη μεταβλητότητα για λόγους διαφάνειας», αναφέρει.
Ο κοινωνικός συναγερμός και η μνήμη
Στο Συμβούλιο της Επικρατείας κατατέθηκε και δεύτερη προσφυγή πριν από μερικές μέρες, από το δικηγορικό γραφείο των καθηγητών Γλυκερίας Σιούτη και Σπύρου Φλογαΐτη, από μία ακόμη ομάδα πολιτών που θεωρεί πως η εξόρυξη αντιμονίου δεν θα ωφελήσει τον τόπο και τις ζωές τους.
Η Χίος είναι ένα νησί που έχει μεταλλευτική ιστορία, από την οποία έχει σημαδευτεί. Ξεκίνησε το 1895 από τη γαλλική εταιρεία «Société Anonyme des Mines de Keramos» που κατασκεύασε τα πρώτα μεταλλεία και δραστηριοποιήθηκε ως το 1908. Τα μεταλλεία ξανανοίγει το 1949 ο Πρόδρομος Μποδοσάκης που επιδίωξε χρηματοδότηση από το σχέδιο Μάρσαλ.

Θα λειτουργήσουν έως το 1954 και ο επίλογος θα είναι τραγικός. Εικοσιτέσσερις Χιώτες θα χάσουν τη ζωή τους από πνευμονικές νόσους και δεκάδες άλλοι θα νοσήσουν σοβαρά, λόγω των άθλιων συνθηκών εργασίας και των ανύπαρκτων μέτρων ασφαλείας.
Πολλά χρόνια μετά, ο αντιμονίτης «ξαναβγήκε στην επιφάνεια», όταν το περασμένο καλοκαίρι η Αλεξάνδρα Σδούκου, τέως Υφυπουργός Περιβάλλοντος και Ενέργειας, επισκέφθηκε τη Χίο και μίλησε για τον κυβερνητικό σχεδιασμό έρευνας και εξόρυξης, υποσχόμενη «αυστηρούς κανόνες περιβαλλοντικής προστασίας» και «κοινωνική άδεια λειτουργίας». Έκτοτε η Χίος βρίσκεται σε αναβρασμό και εγρήγορση. Οργανώνονται λαϊκές συνελεύσεις, ημερίδες, καλούνται επιστήμονες και πραγματοποιούνται δυναμικές κινητοποιήσεις.
«Ένα σχέδιο μίσθωσης μέσω Αυστραλίας»
Στις 25 Σεπτεμβρίου, το πεδίο αντιπαράθεσης μεταξύ πολιτών και κυβέρνησης μεταφέρεται στον ιστότοπο του Δήμου Χίου, όπου ανοίγει η δημόσια διαβούλευση. Ο κόσμος καλείται να εκφραστεί πάνω σε δύο τεχνικά κείμενα: Ένα σχέδιο πρόσκλησης του διεθνούς διαγωνισμού και ένα σχέδιο σύμβασης μίσθωσης για την έρευνα και εκμετάλλευση του δημόσιου Μεταλλευτικού Χώρου στην Κέραμο.
Πολίτες και φορείς διαπιστώνουν με έκπληξη ότι η σύμβαση μίσθωσης που ανέβηκε στη διαβούλευση αφορούσε ένα άλλο μεταλλείο, στους Μολάους Λακωνίας. Τμήμα του εκμισθώθηκε το 2022 σε θυγατρική εταιρεία αυστραλιανών συμφερόντων με έδρα το Ηνωμένο Βασίλειο.
Η διαφαινόμενη γκάφα απαντήθηκε στο τοπικό site astraparis.gr από τον Δρ. Ιωάννη Ζαφειράτο, προϊστάμενο της αρμόδιας διεύθυνσης του ΥΠΕΝ, ο οποίος ισχυρίστηκε ότι η σύμβαση εκμίσθωσης των Μολάων «αποτελεί ένα επιτυχές αποτέλεσμα ανάλογης διαγωνιστικής διαδικασίας» και «θα χρησιμοποιηθεί ως πρότυπο» για όλες τις μελλοντικές περιπτώσεις στις οποίες θα τελεσφορήσουν οι διαγωνιστικές διαδικασίες.
Γιάννης Μακριδάκης: «Οι Χιώτες δεν εκποιούμε το νησί μας»
«Η διαβούλευση θα έπρεπε να αφορά τη σφαιρική ενημέρωση της τοπικής κοινωνίας και τη διερεύνηση ύπαρξης ή μη κοινωνικής συναίνεσης για την εξόρυξη και όχι τους όρους μιας προαποφασισμένης από το ΥΠΕΝ σύμβασης», αναφέρει το «Επιμελητείον Περιβάλλοντος & Πολιτισμού Χίου», μία συλλογικότητα με έντονη παρουσία στο νησί, η οποία δημιουργήθηκε με πρωτοβουλία του συγγραφέα Γιάννη Μακριδάκη. Κι από τότε που η κυβέρνηση άνοιξε το ζήτημα της εξόρυξης στη Χίο, το ΕΠΠΟΧΙ κάνει δυναμικές παρεμβάσεις και ανεβάζει στοιχεία και μελέτες που αποδεικνύουν ότι η σχεδιαζόμενη έρευνα και εξόρυξη του αντιμονίτη είναι ασύμβατη με την κλίμακα και τη φυσιογνωμία του νησιού. Το ΕΠΠΟΧΙ διακινεί ψήφισμα στο AVAAZ κατά της εξόρυξης και συμμετείχε ενεργά στη δημόσια διαβούλευση· όπως και όλο το κοινωνικό και επιστημονικό σώμα της Χίου, που κατέθεσε πάνω από 100 μακροσκελή σχόλια, ζητώντας εξηγήσεις και διασαφήσεις.
Μιλώντας στη Lifo, o Γιάννης Μακριδάκης εξηγεί γιατί είναι κάθετα αντίθετος: «Το ΥΠΕΝ μεθοδεύει τοξική εξόρυξη και επεξεργασία αντιμονίου στη Χίο, που σημειωτέον είναι νησί και απαγορεύονται μέχρι και γεωτρήσεις. Έχουν προκηρύξει διεθνή διαγωνισμό για έρευνα και εκμετάλλευση των κοιτασμάτων, δίχως ουδεμία προηγούμενη μελέτη σκοπιμότητας, ούτε μελέτη των περιβαλλοντικών και κοινωνικών επιπτώσεων, ούτε πρόνοια για το πώς θα επηρεαστεί το μικροκλίμα που παράγει την παγκόσμια μοναδικότητα “μαστίχα Χίου”», αναφέρει.

συγγραφέας
Μας λέει, επίσης, ότι «Σύσσωμη η τοπική κοινωνία έχει εκφραστεί με ψηφίσματα και συλλαλητήρια εναντίον των μεθοδεύσεων του ΥΠΕΝ. Ομοίως και το Περιφερειακό συμβούλιο αλλά και όλοι οι κοινωνικοί, επιστημονικοί, επαγγελματικοί φορείς του νησιού και της ομογένειας Αμερικής και Καναδά. Όλοι δηλώνουμε απερίφραστα ότι: Η Χίος δεν πωλείται στις πολυεθνικές του θανάτου, οι Χιώτες δεν εκποιούμε το νησί μας και τη ζωή μας αλλά έχουμε εκφρασμένη βούληση για την αναπτυξιακή πορεία που θέλουμε στον τόπο μας».
Υποστηρίζει ότι η μόνη επιλογή που έχει το ΥΠΕΝ είναι «να ακυρώσει άμεσα τον διαγωνισμό και κάθε σκέψη για εξορύξεις αντιμονίου στη Χίο». Διαφορετικά, όπως λέει, «θα μας βρουν όλους απέναντί τους, αν δεν συμβαδίσουν με τη βούλησή μας».
Natura, εξόρυξη και λουτροθεραπεία
Όταν ξεκίνησε η διαβούλευση, οι πολίτες και φορείς που συμμετείχαν, διαπίστωσαν με έκπληξη ότι ένα κομμάτι έκτασης των 9,02 Km2 που εκχωρείται μέσω του διαγωνισμού για το αντιμόνιο, υπάγεται στο δίκτυο των προστατευόμενων περιοχών Νatura. Στη ζώνη εκμίσθωσης είναι, επίσης, τα χωριά Αφροδίσια, Κέραμος και Χάλανδρα, αλλά και το μεγαλύτερο μέρος του οικισμού των Αγιασμάτων, εκεί όπου βρίσκεται ιαματική πηγή και λειτουργεί υδροθεραπευτήριο.
Για το κομμάτι Natura, το ΥΠΕΝ έχει λυμένα χέρια. Ο νόμος 4685/2020 θεσμοθέτησε τη δυνατότητα εξορύξεων στις «Ζώνες Διαχείρισης Οικοτόπων και Ειδών». Η προστατευόμενη περιοχή που βρίσκεται στη ζώνη εκμετάλλευσης του αντιμονίου, είναι χαρακτηρισμένη ως τέτοια. Το ΥΠΕΝ ισχυρίζεται τώρα ότι έχει «μειώσει στο ελάχιστο» στη ζώνη εκμίσθωσης, τα κομμάτια γης που εμπίπτουν σε καθεστώς προστασίας· και πως θα επιβάλλει στον επενδυτή να εφαρμόσει ό,τι προβλέπει η εθνική και η ευρωπαϊκή νομοθεσία για την προστασία των περιβαλλοντικά ευαίσθητων περιοχών μέσω της «Μελέτης Περιβαλλοντικών Επιπτώσεων».

Όσο για τους οικισμούς και τον θαλάσσιο χώρο που βρίσκονται μέσα στη ζώνη εκμετάλλευσης, το υπουργείο ισχυρίζεται και πάλι ότι όλα είναι εντάξει και πως υπάρχει πρόνοια από τον νόμο: «Το μεταλλευτικό δικαίωμα εκτείνεται αποκλειστικά επί των μεταλλευτικών ορυκτών, εφόσον αυτά βρεθούν από την έρευνα». Αναφέρει, επίσης, ότι «δεν υπόκεινται στη μίσθωση χωριά, οικισμοί, κτίσματα, εγκαταστάσεις, υποδομές, δρόμοι, αιγιαλός, παραλία και λοιποί κοινόχρηστοι χώροι, διότι πολύ απλά εντός αυτών η μεταλλευτική έρευνα απαγορεύεται».
Τίποτα από τα παραπάνω δεν καθησυχάζει όσους αντιδρούν. Ο Δημήτρης Τσούχλης, είναι δρ. Περιβαλλοντικής Πολιτικής και μέλος της «Ανεξάρτητης κίνησης κατοίκων, μόνιμων ή εποχικών της Χίου, ενάντια στις εξορύξεις αντιμονίου». Χαρακτηρίζει ως «θλιβερή πρωτοτυπία να δεσμεύεται από το Υπουργείο Περιβάλλοντος μία έκταση εντός της οποίας βρίσκονται οικισμοί και χωριά». Υποστηρίζει ότι «η εξαίρεση που επικαλείται το υπουργείο παίζει με τη νοημοσύνη των ανθρώπων, καθώς είναι προφανές πως δεν θα σκάψουν στις αυλές των σπιτιών». Τα χωριά αυτά όμως, «θα βρίσκονται σε ένα καθεστώς διαρκούς περιβαλλοντικού κινδύνου».

Μας εξηγεί ότι το 60% της δεσμευμένης περιοχής των 9,02 km2 είναι οικότοπος Natura. Ενώ για 60 km2 που στην προκήρυξη εμφανίζονται ως έκταση στην οποία δυνητικά μπορεί να επεκταθεί η μεταλλευτική εκμετάλλευση, σχεδόν όλη, κατά 95 με 97%, μας λέει ότι είναι, επίσης, Natura: «Ήμουν ένας από τους ανθρώπους που έφτιαξαν έναν σύλλογο για τα μονοπάτια και έχω περπατήσει πολύ την περιοχή, η οποία είναι ένα πολύ σημαντικό κομμάτι του φυσικού και πολιτιστικού αποθέματος του νησιού. Έχει έντονο ανάγλυφο, είναι κατάφυτη, έχει αμιγές δάσος, μικτά δάση με πεύκα και δρυς, δασωμένους αγρούς, αγροτικές καλλιέργειες. Είναι ένα εξαιρετικά όμορφο μωσαϊκό, για το οποίο έχει χαραχθεί η εξέλιξή του. Υπάρχει αυτό που λέμε δημοκρατικός προγραμματισμός. Από το 2016 έχει εγκεκριμένο «Σχέδιο Χωρικής και Οικιστικής Οργάνωσης Ανοικτής Πόλης» (ΣΧΟΟΑΠ), το οποίο προβλέπει για την περιοχή ήπιες χρήσεις και αναπτυξιακές κατευθύνσεις, τελείως διαφορετικές», αναφέρει.
Ούτε και με τις διασφαλίσεις που δίνει το υπουργείο για την περιβαλλοντική προστασία των ιαματικών πηγών, πείθονται οι πολίτες. Το ΥΠΕΝ ισχυρίζεται ότι η «υδροφορία του ιαματικού πόρου δεν επηρεάζεται από τις εργασίες έρευνας». Επικαλείται την προστατευτική νομοθεσία για τις πηγές και τα υπόγεια ύδατα, όπως προκύπτει από την περίφημη «Οδηγία Πλαίσιο για τα Νερά», η οποία, είναι κοινώς παραδεκτό ότι έχει κακοπάθει στην Ελλάδα. Δεσμεύεται, επίσης, για την παρακολούθηση των υπόγειων υδάτων από το ΕΑΓΜΕ για όλη τη διάρκεια των μεταλλευτικών δραστηριοτήτων.

Η Ελένη Κατσαρού είναι πρόεδρος της «Θέρμαι Αγιασμάτων», της ΚοινΣΕπ που έχει την ευθύνη της διαχείρισης και λειτουργίας των δημοτικών ιαματικών λουτρών: «Η “Θέρμαι Αγιασμάτων” έχει πάρει θέση από την πρώτη στιγμή που το υπουργείο Περιβάλλοντος είχε έρθει να κάνει ανακοίνωση των προθέσεών του, καθώς το ζήτημα μας αφορά άμεσα, αφού η ιαματική πηγή είναι μέσα στον χώρο των εξορύξεων».
Η Ελένη Κατσαρού δεν πείθεται ότι θα υπάρξουν κατάλληλα μέτρα προστασίας, τα οποία θα προκύψουν από την περιβαλλοντική αδειοδότηση: «Δεν εμπιστευόμαστε την όποια εταιρεία, η οποία θα αναλάβει τις εξορύξεις και θα εκπονήσει η ίδια τις περιβαλλοντικές μελέτες». Υποστηρίζει ότι «Υπάρχουν πολλά ερωτηματικά ακόμη για τη διαδικασία της εξόρυξης τα οποία δεν έχουν απαντηθεί. Τα ιαματικά λουτρά στα Αγιάσματα είναι ένας πόλος έλξης. Από τον Ιούνιο μέχρι και τον Νοέμβριο, προσελκύουν πάρα πολύ κόσμο. Δεν είναι δυνατόν σ’ αυτό το μέρος όπου ο κόσμος έρχεται για υγεία και ευεξία να υπάρχει ακριβώς στο παραδίπλα, εξορυκτική δραστηριότητα». Για το ζήτημα η ΚοινΣΕπ έχει κάνει διαβήματα στο υπουργείο Τουρισμού που έχει πιστοποιήσει την πηγή: «Μας απάντησαν ότι δεν έχουν αρκετά στοιχεία για να πάρουν θέση επ’ αυτού».
Η Ελένη Κατσαρού ελπίζει ότι οι δύο προσφυγές στο ΣτΕ «θα ανατρέψουν τη σπουδή του υπουργείου να προχωρήσει στις εξορύξεις αντιμονίου, ενός άκρως τοξικού μετάλλου, η εξόρυξη του οποίου θα καταστρέψει τον υδροφόρο ορίζοντα και θα δημιουργήσει προβλήματα σε όλα τα επίπεδα», μας λέει.
Η τοξικότητα του αντιμονίου και η υπεύθυνη εξόρυξη
Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι το αντιμόνιο είναι ένα τοξικό μέταλλο. Οι ομότιμοι Καθηγητές ΕΜΠ Ιωάννης Πασπαλιάρης και Κατερίνα Αδάμ μιλάνε για ένα «δυνητικά τοξικό μεταλλοειδές», το οποίο «απελευθερώνεται στο περιβάλλον μέσω διαφόρων οδών, κατά τη διαδικασία της εξόρυξης, της μεταφοράς μεταλλευμάτων, της τήξης, της κατασκευής και χρήσης των προϊόντων τους, της διάθεσης αποβλήτων κλπ».

ομότιμος καθηγητής ΕΜΠ
Αναφέρουν τέσσερις ευρωπαϊκές οδηγίες που είναι εν ισχύ για τη διαχείριση των αποβλήτων που περιέχουν αντιμόνιο, καθώς ταξινομείται όπως λένε «ως βαρύ μέταλλο» στην κατάταξη των επικίνδυνων αποβλήτων.
Τα παραπάνω καταγράφονται μάλιστα σε τεχνική έκθεση που ζητήθηκε από το υπουργείο, για να απαντηθούν ερωτήματα που τέθηκαν από τους πολίτες. Εν ολίγοις, οι καθηγητές, όπως και όλος ο μεταλλευτικός κλάδος, ισχυρίζονται ότι ο κίνδυνος να υπάρξουν περιβαλλοντικές επιπτώσεις από την έρευνα, την εξόρυξη και την κατεργασία του αντιμονίου «παρουσιάζει πολύ μικρή πιθανότητα να συμβεί»· εξαιτίας, όπως ισχυρίζονται, της ισχύουσας περιβαλλοντικής νομοθεσίας και των «ιδιαίτερα αυστηρών ελεγκτικών μηχανισμών». Αλλά και της «πάγιας δέσμευσης της εξορυκτικής βιομηχανίας» για την ενσωμάτωση μέτρων πρόληψης και περιβαλλοντικής προστασίας στο σχεδιασμό ενός έργου σε όλα τα στάδια του κύκλου ζωής του».

ομότιμη καθηγήτρια ΕΜΠ
Ο Δρ. Κώστας Λασκαρίδης αναφέρει ότι έχουν παρέλθει οι εποχές της ανεύθυνης εξόρυξης: «Τις δεκαετίες του ’50 και του ’60 υπήρχαν περιπτώσεις που γινόταν άναρχη εκμετάλλευση, χωρίς αποκατάσταση. Σήμερα αυτό δεν μπορεί να γίνει, λόγω της πολύ αυστηρής περιβαλλοντικής νομοθεσίας και λόγω των μεγάλων οικονομικών δεσμεύσεων στις οποίες είναι υπόχρεες οι εταιρείες που εγκαθίστανται σε μία εκμετάλλευση. Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει τέτοιο ζήτημα. Και εκτός αυτού, υπάρχει αυστηρός έλεγχος από τις επιθεωρήσεις Μεταλλείων Ελλάδος, οι οποίες είναι επιφορτισμένες με τον έλεγχο της σωστής τήρησης όλων των όρων, τόσο των περιβαλλοντικών όσο των τεχνικών».
ΣΜΕ: «Δεν είμαστε ένα τσουβάλι απατεώνες όπως κάποιοι θέλουν να μας παρουσιάζουν»
Για τους εκπροσώπους του συγκεκριμένου κλάδου, η τήρηση των περιβαλλοντικών κανόνων στην εξορυκτική δραστηριότητα δεν επαφίεται στον έλεγχο του κρατικού μηχανισμού, ο οποίος ορθώς, όπως λένε, έχει το δικό του εποπτικό ρόλο. Ο Κωνσταντίνος Γιαζιτζόγλου, πρόεδρος του Συνδέσμου Μεταλλευτικών Επιχειρήσεων (ΣΜΕ), ισχυρίζεται ότι επαφίεται «στους εκατοντάδες Έλληνες επιστήμονες και τεχνικούς, οι οποίοι δουλεύουν με ευθύνη στις εξορυκτικές επιχειρήσεις και βάζουν καθημερινά την υπογραφή τους».
Θεωρεί «βαθιά προσβλητικό» το γεγονός ότι του θέτουμε το ζήτημα των πλημμελών ελέγχων, παίρνοντας αφορμή από τη δημόσια συζήτηση, όπου σχεδόν καθημερινά, τίθεται το θέμα της διάλυσης του κρατικού ελεγκτικού μηχανισμού, λόγω των σοβαρών ελλείψεων σε προσωπικό: «Οτιδήποτε μου λέτε για παράβαση των κανόνων, πριν φτάσουμε στο αν υπάρχουν αρκετοί έλεγχοι, σημαίνει ότι τους παραβαίνουμε εμείς. Τι λέμε, δηλαδή; Ότι οι επιστήμονες που εργαζόμαστε σ’ αυτές τις εταιρείες, όπως κι εγώ που είμαι στέλεχος και όχι επιχειρηματίας, όπως και οι 200 περίπου επιστήμονες που εργάζονται για παράδειγμα στην “Ελληνικός Χρυσός”, είτε είναι άσχετοι, είτε για ένα μισθό πούλησαν την ψυχή τους στον διάβολο και σκοτώνουν τα παιδιά μας. Αυτό είναι βαθιά προσβλητικό. Δεν έρχεται ο επιχειρηματίας το βράδυ να ανοίξει τις βάνες και να ρίξει τα νερά στον υπόνομο», λέει.
Ο Κ. Γιαζιτζόγλου ισχυρίζεται ότι η εξορυκτική βιομηχανία «κρίνεται περισσότερο από όλους. Κατά συνέπεια, αυτό που λένε για την γυναίκα του Καίσαρα, πρέπει να είμαστε τίμιοι και να φαινόμαστε τίμιοι. Το κάνουμε. Αντίθετα με αυτό που επιχειρείται να περάσει ως κοινή πεποίθηση, ότι είμαστε ένα τσουβάλι απατεώνες που είμαστε έτοιμοι να πουλήσουμε τη μάνα μας, το νερό και να κάψουμε το δάσος για να βγάλουμε πέντε φράγκα». Την αναγκαιότητα της εξόρυξης αντιμονίου, τη συνδέει «με το τραγικό πρόβλημα της Ευρώπης σε πρώτες ύλες. Τα τελευταία 30 χρόνια, η κατανάλωσή μας σε πρώτες ύλες διπλασιάστηκε και η παραγωγή μας μειώθηκε κατά 35%. Αυτό μας έχει οδηγήσει σε μία ασύλληπτη εξάρτηση την οποία, την ημέρα που θα τη συνειδητοποιήσουμε θα είναι πάρα πολύ αργά».
Υποστηρίζει ότι η Ευρώπη «δεν ελέγχει καμία από τις 34 κρίσιμες ορυκτές ύλες. Ούτε καν έχει αξιοπρεπή παρουσία. Αν το γάλλιο, το γερμάνιο, το αντιμόνιο, είναι το κριτήριο για τα επόμενα chips της τεχνητής νοημοσύνης, τα επόμενα drones, εκεί τελειώσαμε. Δεν μιλάμε λοιπόν για το βίτσιο του οποιουδήποτε επιχειρηματία να βγάλει λεφτά. Είναι ζήτημα γεωπολιτικής και αξιοποίησης του πλούτου μας. Τα ορυκτά είναι πεντάευρα μέσα στο χώμα. Κάποια πρέπει να τα αξιοποιήσουμε», λέει.
Τα ερωτηματικά για το είδος της εξόρυξης
Ένα από τα κρίσιμα ζητήματα που προβληματίζει τη χιακή κοινωνία, είναι το είδος της εξόρυξης. Αν θα είναι επιφανειακή ή υπόγεια. Η διαφορά, όσον αφορά στο εύρος και την ένταση της παρέμβασης, στους εδαφικούς και υδάτινους είναι τεράστια. Στην περίπτωση της επιφανειακής εξόρυξης, θεωρείται «αναγκαία επέμβαση η αποψίλωση του δάσους με ολοκληρωτική εκρίζωσης δέντρων».
«Στο επιφανειακό ορυχείο μπορείς να έχεις τεράστια εκμετάλλευση. Στο υπόγειο, είσαι περιορισμένος στο εμβαδόν του μετώπου. Στην πρώτη περίπτωση είναι σαν να βγάζεις το μετάλλευμα με το φτυάρι και στη δεύτερη με ένα κουταλάκι», λέει στη Lifo, ο Γιάννης Μηλιδάκης,μεταλλειολόγος μηχανικός, γενικός διευθυντής της εταιρείας Waste et Water Sarl. Υποστηρίζει ότι «η υπόγεια εξόρυξη σε σχέση με την επιφανειακή, έχει τεράστια διαφορά στα έργα υποδομής».

Ο Γ. Μηλιδάκης, τάραξε πρόσφατα το αφήγημα του ΥΠΕΝ. Ισχυρίστηκε ότι «τα κριτήρια επιλεξιμότητας που υπάρχουν στα τεύχη του διαγωνισμού, δηλαδή η εξόρυξη 250 χιλιάδων τόνων ετησίως, θα οδηγήσουν σε εξορύξεις εφόσον η μεταλλοφορία είναι επαρκής, κατ΄ ελάχιστον 500 με 700 χιλιάδες τόνων ετησίως». Αυτό υποστήριξε και στην πρόσφατη συνομιλία μας: «Η εξόρυξη αυτού του μεγέθους που μπήκε ως κριτήριο προεπιλογής, παραπέμπει σχεδόν υποχρεωτικά σε επιφανειακές εξορύξεις, οι οποίες αναπόφευκτα θα αλλοιώσουν το τοπίο, θα απαιτήσουν εγκαταστάσεις προεπεξεργασίας επιτόπου και θα δημιουργήσουν σημαντικές οχλήσεις για το περιβάλλον».
Η αναγκαιότητα της επί τόπου επεξεργασίας, σύμφωνα με τον Γ. Μηλιδάκη, οφείλεται στη μικρή περιεκτικότητα του αντιμονίου που υπάρχει στο εξορυσσόμενο μετάλλευμα: «Το αντιμόνιο που περιέχεται στο πέτρωμα, στο ορυκτό, είναι της τάξεως του 4 με 5%. Αν κάποιος εξορύξει έναν τόνο, το χρήσιμο θα είναι 50 κιλά και τα υπόλοιπα 950 κιλά θα είναι μπάζο». Οπότε «ποιος θα μπει στη διαδικασία να μεταφέρει εν πλω βουνά μπάζων τα οποία θα επεξεργαστεί αλλού».
Ο Γ. Μηλιδάκης δεν είναι έξω από τον χορό της εξόρυξης στη Β. Χίο. Ήταν ο πρώτος που είχε ενδιαφερθεί για την εκμετάλλευση των μεταλλείων Κεράμου και είχε καταθέσει και σχετικό αίτημα στο ΥΠΕΝ το 2020. Τον ρωτάμε, λοιπόν, γιατί κανείς να πιστέψει το όψιμο ενδιαφέρον του για το περιβάλλον της Χίου, όταν και ο ίδιος διεκδίκησε μερίδιο από τον ορυκτό της πλούτο. Κι αν όλη του η στάση οφείλεται στο γεγονός ότι δεν κατάφερε να μπει στην κούρσα της διεκδίκησης. Ο ίδιος υποστηρίζει ότι «αν κατέβαινε ως κοινοπραξία με άλλη εταιρεία θα ήταν επιλέξιμος. Αποφάσισε να μη συμμετέχει στον διαγωνισμό «γιατί είναι υπέρ των υπεύθυνων εξορύξεων». Ο δικός του σχεδιασμός προέβλεπε «εξόρυξη 40 χιλιάδων τόνων ετησίως χωρίς εκρηκτικά, με ρομποτοποιημένα μηχανήματα. Οι μεταλλωρύχοι θα έμπαιναν μέσα για ελάχιστο χρόνο. Όλα θα γίνονταν με remote control. Το μετάλλευμα θα φορτωνόταν σε κλειστά κοντέινερς και θα έφευγε από τον λιμένα των Μεστών για περαιτέρω μεταλλουργική επεξεργασία σε άλλο βιομηχανικό χώρο εκτός Χίου». Ισχυρίζεται ότι, μ’ αυτόν τον τρόπο, «η όλη εξορυκτική διαδικασία δεν θα παρήγαγε καμία περιβαλλοντική όχληση».
«Μία ρυπογόνος βιομηχανία εξόρυξης αντιμονίου»
Η Μαρία Φραγκάκη, Μεταλλειολόγος Μηχανικός με καταγωγή από τη Χίο, είναι από τους επιστήμονες που τάχθηκαν εξαρχής κατά της εξόρυξης. Υποστηρίζει ότι, στην περίπτωση της επιφανειακής εκμετάλλευσης, ένα μεγάλο μέρος του βουνού που μετατρέπεται σε απόβλητο, «δεν θα είναι ένα απλό απόβλητο. Θα είναι εμπλουτισμένο με αντιδραστήρια τα οποία δεν είναι καθόλου αθώα», όπως λέει.

Η ίδια εξηγεί πως γίνεται η διαχείριση αυτού του αποβλήτου: «Θα µεταφερθεί σε λίµνες απόθεσης ή θα χρησιμοποιηθεί στη λιθογόµωση -το γέµισµα- των υπόγειων εξορύξεων και θα παραµείνει τοξικό. Για πάντα. Οι λίµνες απόθεσης απαιτούν τη δημιουργία χωµάτινων φραγμάτων, των οποίων η ασφάλεια θα είναι αβέβαιη σε περιπτώσεις σεισµών, µε ό, τι αυτό συνεπάγεται για την τύχη των τοξικών ουσιών».
Τα απόβλητα της εξόρυξης, όπως λέει, «µε την έκθεσή τους στον ατμοσφαιρικό αέρα, αποδίδουν χηµικά ιόντα που προκαλούν όξινες απορροές, επιβαρύνοντας το έδαφος, επιφανειακά και υπόγεια ύδατα µε βαρέα μέταλλα. Θα µου πείτε, ωραία, κάποτε θα τελειώσει αυτό. Και το έδαφος θα αναγεννηθεί. Όµως: Η οξίνιση του εδάφους και η αυξημένη περιεκτικότητά του σε βαρέα μέταλλα το καθιστούν ακατάλληλο να χρησιμοποιηθεί ως ενδιαίτημα από οργανισμούς και μικροοργανισμούς ή ως υπόστρωµα ανάπτυξης φυτών».
Η εικόνα του τοπίου που περιγράφει η Μ. Φραγκάκη είναι δυστοπική: «Μια περιοχή όπου η ατμόσφαιρα, το νερό και τα γεωργικά προϊόντα μπορεί να είναι εν δυνάµει ρυπασµένα, στην οποία θα γίνονται συχνές ανατινάξεις και θα κυκλοφορούν στην ατμόσφαιρα τόνοι τοξικής σκόνης, δεν αποτελεί, θεωρώ, ισχυρό τουριστικό πόλο. Ας σκεφτούμε αν κάτι τέτοιο αξίζει στην Αµανή».