Ευτυχείς όσοι από μας είχαμε την ευκαιρία να δούμε να χορεύει στα γήπεδα ο Βασίλης Χατζηπαναγής (πάντα με τη φανέλα του Ηρακλή). Βεβαίως η τηλεόραση πρόλαβε, όσο πρόλαβε, να απαθανατίσει ορισμένες μεγάλες στιγμές του, όμως ήταν άλλο πράγμα το ζωντανό – να τον έβλεπες να κινείται μέσα στο γήπεδο και σε χώρους που δεν έπιανε η κάμερα.
Η TV, θέλω να πω, δεν θα μπορούσε με τίποτα να παγιδεύσει την, πολλές φορές, υπερβατική παρουσία του στο τερέν, τα ξεμαρκαρίσματά του, τους διαδρόμους που δημιουργούσε για τους συμπαίκτες του παίρνοντας άμυνες πάνω του, τα σινιάλα ή τις παροτρύνσεις του – όλα εκείνα, τέλος πάντων, που θα τον έχριζαν μέσα σε λίγα χρόνια ηγετικό δεκάρι.
Γιατί ο Χατζηπαναγής έλαμψε και με το 7 στην πλάτη, ως εξτρέμ στην αρχή. Πόσοι, εξάλλου, από τους παλιότερους δεν τον θυμούνται σ' εκείνο τον απίθανο τελικό Κυπέλλου Ελλάδος Ηρακλής-Ολυμπιακός το '76 (υπάρχει και το YouTube, για όσους θέλουν να μάθουν ή να φρεσκάρουν μνήμες), όταν... μοίραζε σακούλες σε μια από τις καλύτερες άμυνες της ελληνικής ποδοσφαιρικής ιστορίας (Κυράστας, Γκλέζος, Αγγελής, Σιώκος κ.λπ.).
Ακόμη και σήμερα, καθώς βλέπεις και ξαναβλέπεις τα βίντεο, προσπαθείς να καταλάβεις πού είναι η μπάλα, πού είναι τα πόδια του μεγάλου παίκτη και βεβαίως πού... βόσκουν οι αμυντικοί που επιχειρούν, κάθε φορά, να τον μαρκάρουν.
Γρήγορα ο Χατζηπαναγής, που είχε έρθει στον Ηρακλή στα 21 του, το 1975, από τις ομάδες της σοβιετικής Τασκένδης (τη Δυναμό και την Παχτακόρ), θ’ αρχίσει ν’ αποκτά τη λάμψη του ηγέτη. Έτσι, στα χρόνια του ’80 πια, θα τον βλέπαμε να αλωνίζει στα γήπεδα με το δεκάρι στη φανέλα, να οπισθοχωρεί δηλαδή προς το κέντρο, φτιάχνοντας παιγνίδι, σμπαραλιάζοντας συγχρόνως άμυνες πότε με τις κλειστές ντρίμπλες του και πότε με τις πάσες-διαβήτη στον κενό χώρο.
Mε τέλεια ισορροπία σώματος και πλήρη έλεγχο της μπάλας, με απίστευτη ικανότητα στην απότομη αλλαγή κατεύθυνσης εν κινήσει, με θανατηφόρα ντρίμπλα σε ανύπαρκτο χώρο και με μπαλιά-τρύπα που εξέθετε και τα πιο καλοδουλεμένα αμυντικά συστήματα, ο Βάσια ήταν ο άνθρωπος που τραβούσε μονίμως πάνω του τα βλέμματα της εξέδρας. Θα μπορούσες να χάσεις ακόμη και το γκολ, δηλαδή, καθώς έμενες αποσβολωμένος, παραμιλώντας για τις εντελώς πρωτόφαντες (κάθε φορά) κινήσεις του.
Αντίπαλοι να χάνουν την ισορροπία τους και να τρώνε χώμα στις κατεβασιές του, άλλοι να τρακάρουν μεταξύ τους στην προσπάθειά τους να τον ανακόψουν, τερματοφύλακες να φυλάνε την κλειστή γωνία και να τρώνε το γκολ με την μπάλα να περνάει κάτω από τα πόδια τους ή από την… τρύπα της βελόνας, σέντρες και ελεύθερα χτυπήματα (πέναλτι, φάουλ, ακόμη και κόρνερ, ιδίως κόρνερ!) που μύριζαν γκολ από χιλιόμετρα, πάσες στις πλάτες των αμυντικών που έστελναν τους επόπτες σε σεμινάρια για το τι δεν είναι οφσάιντ, γενικώς ένα… βιβλίο κάθε φορά ενεργειών, αδιανόητο για οποιονδήποτε, μέσα ή έξω από το γήπεδο, να το παρακολουθήσει στην πληρότητά του.
Ακόμη και σήμερα, καθώς βλέπεις και ξαναβλέπεις τα βίντεο, προσπαθείς να καταλάβεις πού είναι η μπάλα, πού είναι τα πόδια του μεγάλου παίκτη και βεβαίως πού… βόσκουν οι αμυντικοί που επιχειρούν, κάθε φορά, να τον μαρκάρουν.
Και τι συνέβη μ’ εκείνο το θαύμα της φύσης;
Ο διαστημικός ποδοσφαιριστής Βασίλης Χατζηπαναγής, που υπήρξε, συγχρόνως, κι ένας από τους καλύτερους χαρακτήρες των ελληνικών γηπέδων, με τους φιλάθλους, ακόμη και με τους οπαδούς των αντίπαλων ομάδων, να τον χειροκροτούν κάθε φορά όρθιοι, αναγνωρίζοντας το θείο ταλέντο του, κόλλησε στον ιστορικό, αλλά μεσαίας δυναμικότητας, Ηρακλή Θεσσαλονίκης, χάνοντας διά παντός την ευκαιρία να δείξει στις μεγάλες ομάδες της εποχής του (τις ελληνικές, αλλά κυρίως τις ξένες) το τι περισσότερο ήταν. Γιατί αλλιώς θα ήταν ο Βάσια στον Ολυμπιακό, στον Παναθηναϊκό, στην ΑΕΚ ή στον ΠΑΟΚ, πόσο μάλλον σε μια Λίβερπουλ ή μια Μπάγερν, σε μια Άρσεναλ ή μια Πόρτο.
Ο ίδιος, σεμνός πάντα, συμβιβάστηκε από νωρίς θα έλεγα μ’ εκείνο που θα του επιφύλασσε η εν Ελλάδι ποδοσφαιρική διαδρομή του, δρέποντας τις ελάχιστες διεθνείς δάφνες (π.χ. εμφανίστηκε κάποτε με τη Μικτή Κόσμου, δίπλα στον Κίγκαν, τον Μπεκενμπάουερ, τον Μάριο Κέμπες και τον Ρούντι Κρολ), χαρίζοντας, όμως, πληθωρικά στον υπερτυχερό Έλληνα φίλαθλο την απαράμιλλη ποδοσφαιρική μαγεία του.
Προσφάτως το καλό βρετανικό αθλητικό σάιτ footballstopten.com, που ειδικεύεται σε ποδοσφαιρικές λίστες (π.χ. «οι 10 ποδοσφαιριστές που έχασαν τα πάντα», «τα 10 παλαιότερα ποδοσφαιρικά γήπεδα στον πλανήτη», «οι 10 υψηλότερα αμειβόμενοι ποδοσφαιριστές στον κόσμο», «οι 10 ποδοσφαιριστές με τα πιο περίεργα χτενίσματα» και άλλα τέτοια πολύ ενδιαφέροντα, απλώς ενδιαφέροντα ή και… καθόλου ενδιαφέροντα), κατήρτισε μία ακόμη (λίστα) με τους… Top 10 Footballers Whose Talents Were Wasted At Poor Clubs. Όσους παικταράδες σπατάλησαν, τέλος πάντων, το ταλέντο τους σε μικρές, ας τις πούμε έτσι, ομάδες.
Πρώτος στη λίστα ο Βασίλης Χατζηπαναγής! Ένατος ο Άγγελος Χαριστέας…
Ας δούμε τι γράφουν οι Εγγλέζοι για τον Βάσια:
«Ο Βασίλης Χατζηπαναγής ήταν θύμα του πολιτικού κλίματος της εποχής (σ.σ. ο Βάσια προερχόταν από αριστερή οικογένεια πολιτικών προσφύγων). Γεννημένος από Έλληνες γονείς στο Ουζμπεκιστάν, ο Χατζηπαναγής είχε υπογράψει σ’ έναν από τους κορυφαίους σοβιετικούς συλλόγους, αλλά για νομικούς λόγους θα μπορούσε να παίξει μόνο για τα εθνικά σοβιετικά χρώματα. Γνωστός ως ο “Έλληνας Μαραντόνα” διακρίθηκε για την απίστευτη δεξιοτεχνία του στο γήπεδο με την μπάλα στα πόδια. Έφθασε στην Ελλάδα, στον Ηρακλή, το 1975, αλλά το συμβόλαιό του τον εμπόδιζε να πάρει μετεγγραφή για άλλες ομάδες, παρά την επιθυμία του. Ο Χατζηπαναγής προσέλκυσε το ενδιαφέρον μερικών από τις μεγαλύτερες ομάδες της Ευρώπης, της Άρσεναλ, της Λάτσιο και της Στουτγάρδης μεταξύ άλλων, αλλά παρέμεινε στον Ηρακλή μέχρι το τέλος της καριέρας του, το 1990».
Λίγο από το θαύμα… χωρίς λόγια…