Μια εξαιρετικά ενδιαφέρουσα έκθεση με τίτλο «Matisse in the Studio» εγκαινιάζεται σε λίγες μέρες στην Βασιλική Ακαδημία Τεχνών στο Λονδίνο, αφού πρώτα παρουσιάστηκε στο Μουσείο Καλών Τεχνών της Βοστώνης. Ο επισκέπτης της έκθεσης θα έχει την ευκαιρία να εισδύσει στο στούντιο του σπουδαίου καλλιτέχνη και να γνωρίσει την εξαιρετική συλλογή του από αντικείμενα, που αποτέλεσαν ανεξάντλητη πηγή έμπνευσης και σφράγισαν τα έργα του. Κατά τη διάρκεια της καριέρας του, ο Ανρί Ματίς συνέλεξε αντικείμενα - όπως ισπανικά αγγεία, αφρικανικά γλυπτά, μάσκες, κλωστοϋφαντουργικά προϊόντα, έργα κινεζικής καλλιγραφίας, κανάτες γαλλικής σοκολάτας, παλιές φωτογραφίες - που επηρέασαν την εξέλιξή του ως καλλιτέχνη. Συνδυάζοντας σχεδόν 40 από αυτά τα αντικείμενα, πολλά από τα οποία δεν έχουν ποτέ εκτεθεί εκτός Γαλλίας, μαζί με περίπου 80 από τα έργα ζωγραφικής, γλυπτά, διακοσμήσεις και σχέδια που επηρεάστηκαν από τη συλλογή του, η έκθεση δείχνει πώς ο Ματίς επέστρεφε ξανά και ξανά στα ίδια αντικείμενα με νέες ιδέες σχετικά με το χρώμα, τη μορφή και την τεχνική.
Από νωρίς στην καριέρα του, την εποχή που ζούσε στο Παρίσι με ένα πολύ χαμηλό εισόδημα, ο Ανρί Ματίς έβρισκε τρόπο να διαθέτει χαμηλά ποσά σε καταστήματα που πουλούσαν μεταχειρισμένα αντικείμενα. Ενδιαφερόταν ιδιαίτερα για τις διακοσμητικές τέχνες, αποκτώντας μικρά κομμάτια ταπετσαρίας, κομμάτια από σπασμένα πιάτα, καθώς και από γαλλική φαγιάνς. Σταδιακά αυτό του το ενδιαφέρον εξελίχθηκε σε ολοκληρωμένη συλλογή, εμπλουτισμένη από ευρωπαίους αντιπροσώπους και από μακρινές αγορές και εμπόρους. Ο Mατίς αρχίζει να συλλέγει πιο σοβαρά από το 1906, οπότε και αγοράζει μια μικρή καθιστή αφρικανική φιγούρα από το Κονγκό από έναν έμπορο του Παρισιού, καθώς -όπως λέγεται- πήγαινε να δειπνήσει με τον Πικάσο, με τον οποίο τον συνέδεε στενή φιλία, και τη Γερτρούδη Στάιν. Ωστόσο ο ίδιος δε θεωρούσε τον εαυτό του συλλέκτη με την παραδοσιακή έννοια και μάλιστα όταν ήταν πολύ νέος αντιπαθούσε τις συλλογές και του συλλέκτες, θεωρώντας μια τέτοια συνήθεια σπατάλη. Φρόντιζε λοιπόν να αξιοποιεί τα αντικείμενα της συλλογής του με κάθε τρόπο, είτε αναπαριστώντας τα στα έργα του ή χρησιμοποιώντας τα ως ερεθίσματα. Το 1908 συγκέντρωσε περίπου 20 αφρικανικές μάσκες και φιγούρες και η επιρροή τους στο έργο του αποδεικνύεται στα γυμνά του που παρουσιάζονται στην έκθεση στο ίδιο δωμάτιο. Σύμφωνα με την Ellen McBreen, εκ των επιμελητών της έκθεσης, είναι η πρώτη φορά που η ευρωπαϊκή τέχνη δανείζεται στοιχεία από την αφρικανική σχεδίαση και σημειώνει: «Ένα από τα πράγματα που δανείζεται είναι ένα είδος αφηρημένης γλώσσας για τον χειρισμό του σώματος, που απομακρύνεται από μια φυσιοκρατική απεικόνιση της ανατομίας». Σημείο καμπής στη συλλογή και την τέχνη του ήταν μια μεγάλη έκθεση ισλαμικής τέχνης που είδε στο Μόναχο το 1910. Σύντομα, επισκέφθηκε τα τζαμιά της Γρανάδας και της Ανδαλουσίας στην Ισπανία και άρχισε να αποκτά μαυριτανικά και βορειοαφρικανικά αντικείμενα. Η McBreen σημειώνει: «Είχε αναπτύξει όλη αυτή τη διακόσμηση και όλο το σύστημα χρωμάτων όπου κάθε τμήμα του καμβά είναι εξίσου σημαντικό με το επόμενο, αλλά πραγματικά βλέπεις ότι αυτό ωριμάζει αφού αρχίζει να κοιτάζει προσεκτικά την ισλαμική τέχνη. Έχει βρει έναν τρόπο να χρησιμοποιήσει μοτίβα για να τονίσει τη συνολική επιφάνεια και να "μπολιάσει" το σχήμα με αφαίρεση». «Η ζωή μου είναι ανάμεσα στα τείχη του στούντιο», αναφέρει ο ίδιος ο Ματίς και οι επιμελητές της έκθεσης κάνουν αυτό ακριβώς. Δίνουν την ευκαιρία στους φιλότεχνους να ρίξουν μια ματιά στη σπάνια συλλογή του καλλιτέχνη και στα έργα ζωγραφικής, τα γλυπτά και τα σχέδια που εμπνεύστηκε από αυτήν –είναι, εξάλλου, χαρακτηριστικό ότι την μετακινούσε ακόμα και στις προσωρινές του κατοικίες, καθώς του ήταν απαραίτητη για να δημιουργήσει.
O ίδιος δε θεωρούσε τον εαυτό του συλλέκτη με την παραδοσιακή έννοια και μάλιστα όταν ήταν πολύ νέος αντιπαθούσε τις συλλογές και του συλλέκτες, θεωρώντας μια τέτοια συνήθεια σπατάλη. Φρόντιζε λοιπόν να αξιοποιεί τα αντικείμενα της συλλογής του με κάθε τρόπο, είτε αναπαριστώντας τα στα έργα του ή χρησιμοποιώντας τα ως ερεθίσματα.
Ο Ανρί Ματίς γεννιέται στις 31 Δεκεμβρίου 1869, στην επαρχία Λε Κατώ-Καμπρεζί, το 1887 πηγαίνει στο Παρίσι να σπουδάσει νομικά, και στη συνέχεια στο Σεν Κεντέν για την πρακτική του. Το 1890 παθαίνει σκωληκοειδίτιδα και καθώς βρίσκεται στο κρεβάτι, η μητέρα του τού χαρίζει ένα κουτί λαδοπαστέλ για να περνάει πιο ευχάριστα τον χρόνο του. Αυτή είναι η πρώτη και αποφασιστική γνωριμία του Ματίς με τη ζωγραφική: το 1891 θα παρατήσει την όποια νομική του καριέρα και θα επιστρέψει στο Παρίσι για να γίνει ζωγράφος. Όντας επαρχιώτης και μην έχοντας έρθει σε επαφή με τη σύγχρονη ζωγραφική, επιλέγει την συντηρητική Académie Julian και μαθητεύει δίπλα στους William-Adolphe Bouguereau και Gustave Moreau. Οι πρώτοι του πίνακες είναι επηρεασμένοι από τους Φλαμανδούς ζωγράφους και όταν το 1896 εκθέτει για πρώτη φορά πέντε έργα του στο συντηρητικό Salon de la Société Nationale des Beaux-Arts, το γαλλικό κράτος αγοράζει τη «Γυναίκα που διαβάζει». Το 1898 παντρεύεται την Αμελί Παρέρ. Την ίδια εποχή δημοσιεύεται το μανιφέστο του Πωλ Σινιάκ «Από τον Ευγένιο Ντελακρουά στον νεο-ιμπρεσιονισμό», το οποίο του κινεί το ενδιαφέρον, ενώ γνωρίζει τον Αυστραλό ιμπρεσιονιστή ζωγράφο Τζον Πίτερ Ράσελ και έρχεται σε επαφή με τον ιμπρεσιονισμό και το έργο του άγνωστου, ακόμα, Βίνσεντ βαν Γκογκ. Παράλληλα, εντυπωσιασμένος από το έργο του Ροντέν, ξεκινά μαθήματα γλυπτικής στην Ecole des Beaux-Arts –την περίοδο 1900-1910 δημιουργεί τα περισσότερα γλυπτά του. Το προσωπικό του στυλ αλλάζει, πειραματίζεται με το χρώμα και χρησιμοποιεί διαφόρων ειδών πινελιές, ανάμεσά τους και τις κουκκίδες των νέο-ιμπρεσιονιστών. Το 1901 εκθέτει στο «ανήσυχο» Salon des Indépendants και αρχίζει να αντιμετωπίζει οικονομικά προβλήματα, ενώ η σύζυγός του αναγκάζεται να εργαστεί, καθώς μία βρογχίτιδα τον καθηλώνει στο κρεβάτι. Το 1904 κάνει την πρώτη του ατομική έκθεση στην γκαλερί Vollard, που στέφεται με πλήρη αποτυχία. Αρχίζει να αντικαθιστά τις κουκκίδες με ζωηρές πινελιές και χρησιμοποιεί έντονα χρώματα. Αυτό είναι το χαρακτηριστικό που τον συνδέει με τους ζωγράφους μαζί με τους οποίους εκθέτει το 1905 στο Salon d' Automne. Ο κριτικός Λουί Βοσέλ θα τους αποκαλέσει «fauves» (αγρίμια) – ο φωβισμός, το πρώτο μεγάλο ρεύμα του εικοστού αιώνα, έχει γεννηθεί.
Ο Ματίς θα υπάρξει ηγετική μορφή του φωβισμού και σύντομα θα ξεφύγει από τα στενά του όρια, αποκτώντας μεγάλη αναγνώριση και φήμη. Από το 1908 μέχρι το 1912 εκθέτει σε Νέα Υόρκη, Μόσχα, Βερολίνο, Μόναχο και Λονδίνο, ενώ μέχρι το 1917 φιλοτεχνεί τα πιο διάσημα έργα του –ανάμεσά τους η «Χαρά της ζωής» (1908) και το «Κόκκινο εργαστήριο» (1915). Το 1917 μετακομίζει στην πόλη Σιμιέ, που σήμερα είναι προάστιο της Νίκαιας. Το 1920 σχεδιάζει τα σκηνικά για το «Τραγούδι του αηδονιού» του Σεργκέι Ντιάγκιλεφ και μέσα στα χρόνια που ακολουθούν δημοσιεύει 29 οξυγραφίες, εικονογραφώντας τα ποιήματα του Στεφάν Μαλαρμέ και τα «Άνθη του κακού» του Μποντλέρ. Το 1941 μαθαίνει πως πάσχει από καρκίνο του δωδεκαδάχτυλου. Έχει χωρίσει από τη γυναίκα του και τον φροντίζει μια Ρωσίδα που υπήρξε κατά το παρελθόν μοντέλο του. Αν και καθηλωμένος σε αναπηρικό καροτσάκι δε σταμάτησε να ζωγραφίζει, χρησιμοποιώντας λαδοπαστέλ δεμένα σε μια μακριά βέργα. Όντας σε αυτήν την κατάσταση αφιερώθηκε στο αριστούργημά του, το παρεκκλήσι του Ροζάριο στη Vence της γαλλικής Ριβιέρας (1948-1951), και δημιούργησε όλες τις τοιχογραφίες, τα έπιπλα, τους 14 σταθμούς του σταυρού, τα βιτρό παράθυρα, καθώς και τα άμφια των ιερέων. Παράλληλα ξεκίνησε να ασχολείται με το κολάζ και δημιούργησε μερικά από τα πλέον αναγνωρίσιμα έργα του. Είναι η εποχή που στην Αμερική ξεσπά ο αφηρημένος εξπρεσιονισμός και ο υπέργηρος Ματίς, με τα αφαιρετικά χρωματιστά κολάζ του, βρίσκεται στην αιχμή της πρωτοπορίας. Ο μεγάλος ζωγράφος πεθαίνει από έμφραγμα του μυοκαρδίου στις 3 Νοεμβρίου του 1954. Σήμερα θεωρείται μία από τις σημαντικότερες μορφές της μοντέρνας τέχνης και το φιλότεχνο κοινό συρρέει σε κάθε έκθεση που αφορά το έργο του.
Ιnfo:
«Matisse in the Studio»
Βασιλική Ακαδημία Τεχνών, Λονδίνο
5/8 - 12/11
σχόλια