H Αθηναία Ζυράννα Ζατέλη αφηγείται τη ζωή της Facebook Twitter
Φωτό: Τάσος Βρεττός

H Αθηναία Ζυράννα Ζατέλη αφηγείται τη ζωή της

0

 

Γεννήθηκα στον Σοχό Θεσσαλονίκης το 1951, έτος Γάτας κατά τους Κινέζους. Την ηλικία μου δεν την κρύβω αλλά και δεν την πιστεύω. Δεν καίγομαι πια να την πιστέψω, παρότι την έχω αποδεχτεί, τι περίεργο. Πρόλαβα πράγματα, ακούσματα από μια κοινωνία αγροτική, όπως θα ήταν και πριν από πεντακόσια χρόνια. Κάποια στιγμή άρχισαν όλα να αλλάζουν, έπρεπε όμως να περάσουν καναδυό δεκαετίες για να γίνει αντιληπτό, να το χωνέψουμε. Τώρα οι αλλαγές είναι ραγδαίες και, συχνά, αδυσώπητες. Καταπίνουμε σπαθιά αντί να ανασαίνουμε σαν άνθρωποι. Δεν το ζηλεύω αυτό το πράγμα. Ωστόσο, πάντα μένει μια παράδοξη ελπίδα στο βάθος. Μπορεί να είναι κι απόγνωση που τελεί χρέη ελπίδας.

Συνέβη ν’ αρχίσω να γράφω από μικρή, έκανα τι έκανα, όλο εκεί ο νους μου, μα σημασία έχει ότι δεν επρόκειτο για ένα παροδικό βασανάκι των παιδικών κι εφηβικών χρόνων. Κι ενώ το πρώτο βιβλίο δεν το έβγαλα παρά στα 33 μου, ψυχανεμίστηκα από αρκετά νωρίς ότι αυτός είναι ο δρόμος μου. Από μικρή στο αμάρτημα, λοιπόν, αλλά στην αγορά αφού γεύτηκα την πρώτη ωριμότητα. Με ρωτούν καμιά φορά πώς νιώθω που έγινα γνωστή και τέτοια. Δεν ξέρω, δεν μοιάζει να με απασχολεί, σαν να ήταν πάντα έτσι. Δεν ξιπάστηκα ούτε για πέντε λεπτά, μπορώ να το πω άφοβα. Ζω με πολλά πρόσωπα στο κεφάλι μου, φαντάσματα, πώς το λένε, εμμονές, αγωνίες, ενδόμυχες θύελλες και προσωρινούς θανάτους μέχρι να βγάλω μια παράγραφο που να με ικανοποιεί. Όλα μαύρα και αντίμαυρα, και ξαφνικά ένα ουράνιο τόξο. Και ξανά όλα μαύρα και ξανά ένα αίσθημα δικαίωσης. Μια βιβλική ρουτίνα η συγγραφή, δεν θα την άλλαζα με τίποτα.


«Πέρυσι με πλησίασε μια κοπέλα, λίγο τρακαρισμένη, και με ρώτησε αν είμαι όντως η αδελφή της Ζυράννας Ζατέλη. Είχα πάειστην παρουσίαση του βιβλίου ενός φίλου, ο οποίος θεώρησε καλό να κάνει πλάκα και να πει πως έχουμε εδώ και την αδελφή της Ζ.Ζ., η ίδια δεν μπορούσε να έρθει. Είστε στ' αλήθεια η αδελφή της, με ρώτησε η κοπέλα, πώς γίνεται; Γιατί πώς γίνεται, της λέω, εκείνη γράφει, εγώ εμφανίζομαι - τη δένουμε, τη δέρνουμε να κάθεται να γράφει, πού το παράξενο».

Κι όμως, τίποτα σαν τα αγριολούλουδα, τίποτα σαν το βλέμμα ενός ζώου. Αγαπώ τα ζώα γι’ αυτό που είναι, κι αυτό που είναι έχει κατά πολύ να κάνει με το ότι δεν έχουν ιδέα από χρήμα, από κέρδος. Όπως και τα πολύ μικρά παιδιά. Φαντάζομαι ένα πουλί να περνάει κάθε τόσο από πάνω μας, αφήνοντας μια περίεργη, νηφάλια κραυγούλα: Αχ άνθρωποι, άνθρωποι...
 

Δεν τρώω κρέας από πολλά χρόνια, μου είναι δύσκολο να ξεχωρίσω αυτήν τη μαγειρεμένη σάρκα από το ζωάκι που ήταν ως χθες, αν και δεν υψώνω δάχτυλο προς αυτούς που το τρώνε. Σκανδαλίζομαι όμως με τη φυσικότητα που μπήγουν τα μαχαιροπίρουνά τους εκεί, με την απουσία κάθε συναίσθησης. Πόσο πιο ευγενείς οι αρχαίοι Ινδιάνοι, που γονάτιζαν και ζητούσαν συγγνώμη από το ελάφι που σκότωσαν για να επιβιώσουν. Σήμερα η επιβίωση, για μια συντριπτική πλειονότητα, μεταφράζεται σε παχυσαρκία και πλεονεξία. Αυτά δεν είναι σοβαρά.
 

Άκουσα κάποτε μια κουβέντα από τον αδελφό μου, που συχνά τη σκέφτομαι: «Όταν δεν φαλτσάρει το μυαλό είναι ν’ απορείς, όχι όταν φαλτσάρει». Τελικά, εκεί που φτάσαμε ως ανθρωπότητα, με τις τόσες προόδους στην ιατρική, στο ένα, στο άλλο, θα μπορούσαμε να πούμε ότι ποτέ τα πράγματα δεν ήταν καλύτερα. Και ποτέ χειρότερα ίσως. Ακατάλυτες αντιφάσεις.
 

H Αθηναία Ζυράννα Ζατέλη αφηγείται τη ζωή της Facebook Twitter
Φωτό: Γιώργος Μαυρόπουλος

Μεγάλωσα σ’ ένα περιβάλλον το αντίθετο από αυτό που λέμε αστικό ή μικροαστικό. Έφυγα νωρίς από το σπίτι, μετά το γυμνάσιο, ταξίδεψα κυνηγώντας χιμαιρικούς έρωτες ή και πραγματικούς ενίοτε, γύρισα, ξανάφυγα, μάτωσα, ξεμάτωσα, μα πάντα τούς έγραφα πως είμαι καλά, πολύ καλά. Και παρότι τα ‘πιαναν όλα στον αέρα, ποτέ δεν με ζόρισαν με ερωτήσεις. Οι γονείς μου δεν πήραν σχεδόν χαμπάρι τη συγγραφική μου ιδιότητα. Κάτι έφτανε στο αυτί τους και μάλλον δεν τους ερχόταν άσχημα, μα ως εκεί, όχι πολλά-πολλά. Μια μέρα ο πατέρας μου με ρώτησε: «Δηλαδή, μπαίνουν άνθρωποι στα μαγαζιά, δίνουν λεφτά και παίρνουν το βιβλίο σου;». Ναι, του λέω. «Ε, μπράβο», μου κάνει κι αυτό ήταν όλο. Πέθανε ενόσω έγραφα τους Λύκους. Η μάνα μου πάλι τόλμησε να μου ζητήσει μια μέρα να της φέρω, αν θέλω, να διαβάσει κι αυτή κανένα βιβλίο μου. Άσε τώρα, μαμά, της λέω, είναι μικρά τα γράμματα, οι προτάσεις μεγάλες, θα κουραστούν τα μάτια σου. Και το δέχτηκε, δεν επέμεινε. Της πήγαινα στα γεράματά της να διαβάζει παραμύθια για παιδιά, και για να δείξει ότι εκτιμάει το δώρο μου, τα διάβαζε και μετά μου τα διηγιόταν. Έβαζε και δικά της μέσα, από φαντασία δεν υστερούσαμε. Πέθανε εφτά χρόνια μετά τον πατέρα μου.

Αυτή η γυναίκα, ταπεινή καθ’ όλα, της Δ’ Δημοτικού, είχε μια σπάνια σκέψη, που μόνο στα γράμματά της προς εμένα διαφαινόταν. Τα οκτώ τελευταία χρόνια της ζωής της δεν βγήκε καθόλου από το σπίτι, είχε μια πάθηση στη μέση, την κύκλωνε γενικώς και μια μελαγχολία, και σε μια από τις επισκέψεις μου την άκουσα να μονολογεί, κοιτώντας από το παράθυρο: «Τα χρόνια περνούν, οι ώρες δεν περνούν». Έμεινα άφωνη. Μπορεί και να το διάβασε κάπου, μα δεν νομίζω, ήταν δικό της, πολλά τέτοια έλεγε.

Ο πατέρας μου άνοιξε κινηματογράφο στον Σοχό από το 1952, πρωτοφανές για ορεινή επαρχία τότε. Ήταν κι αυτός ένας ιδιόρρυθμος κανονικός άνθρωπος. Τελειομανής, αφηρημένος, αυστηρός, με έφεση στο χιούμορ, και, ει δυνατόν, να φοράει τη γραβάτα του κι όταν πήγαινε στα χωράφια. Είχε άλλη για γάμους και άλλη για κηδείες, που τις μπέρδευε καμιά φορά. Έμπορος κατά τα άλλα, με μπακάλικο και ξυλαποθήκη, εκτός από το σινεμά. Στα χωράφια ερχόταν μάλλον για να επιβλέπει, να μας βάζει να χαλάμε μια αράδα και να την ξανασπέρνουμε απ’ την αρχή, αν του φαινόταν λίγο στραβή ή πρόχειρη. Και αγαπούσε πολύ τα ζώα. Αυτό κυρίως μας άφησε ως κουλτούρα. Να αγαπάμε τα ζώα, να περπατάμε πολύ και να τρώμε με μέτρο. Οι παραπάνω πιρουνιές, έλεγε, είναι μαχαιριές. Μη φανταστείτε, βέβαια, κάποιον Γκάντι, ήταν καλοζωιστής ο άνθρωπος. Απλώς του άρεσε να σπρώχνει το πιάτο του πριν χορτάσει, γιατί τότε, έλεγε, θα ‘χει βαρυστομαχιάσει. Σοφόν το σαφές.
 

Πέρυσι με πλησίασε μια κοπέλα, λίγο τρακαρισμένη, και με ρώτησε αν είμαι όντως η αδελφή της Ζυράννας Ζατέλη. Είχα πάει στην παρουσίαση του βιβλίου ενός φίλου, ο οποίος θεώρησε καλό να κάνει πλάκα και να πει πως έχουμε εδώ και την αδελφή της Ζ.Ζ., η ίδια δεν μπορούσε να έρθει. Είστε στ’ αλήθεια η αδελφή της, με ρώτησε η κοπέλα, πώς γίνεται; Γιατί πώς γίνεται, της λέω, εκείνη γράφει, εγώ εμφανίζομαι - τη δένουμε, τη δέρνουμε να κάθεται να γράφει, πού το παράξενο. Απομακρύνθηκε κάπως ανήσυχη, μοιρασμένη στα δύο: να το πάρει στα σοβαρά; να γελάσει; Κάμποσο καιρό μετά με σταματάει ένας γνωστός στον δρόμο και μου λέει ότι άκουσε κάποιον να λέει ότι γνώρισε την αδελφή της Ζατέλη. Μα εγώ είμαι η αδελφή της, του λέω, γιατί πάτε να με μπερδέψετε;

Περί τα τέλη της δεκαετίας του ’70 έστειλα μια επιστολή στα ΝΕΑ, σε έναν επιφανή τότε δημοσιογράφο, παρακαλώντας τον να τη δημοσιεύσει. Ζητούσα εκεί έναν μεγαλόψυχο άνθρωπο, έναν μαικήνα ας πούμε, που να με ενισχύσει οικονομικά, στοιχειωδώς, όχι μεγάλα πράγματα, για να αφοσιωθώ στο γράψιμο χωρίς το άγχος του κατοστάρικου. Υπέγραφα ως «Ραμάνθις Ερέβους» και περίμενα τηλεφώνημά του - είχα δώσει το τηλέφωνο ενός φίλου, δικό μου δεν είχα. Κάποια μέρα με πήρε για να μου πει ότι κατανοεί μεν το ζήτημά μου, αλλά δεν μπορεί να δημοσιεύσει το γράμμα διότι θα περιέπιπτε, λέει, στον νόμο περί μαστροπείας. Άκου τώρα τρελό. Λίγα χρόνια μετά έστειλα στον δημοσιογράφο την Περσινή Αρραβωνιαστικιά και στην αφιέρωση έβαλα σε παρένθεση και το «Ραμάνθις Ερέβους», μα, αν του θύμισε κάτι αυτό ή όχι, δεν το γνωρίζω. Είναι πια στους ουρανούς ο άνθρωπος, πάει καιρός. Πάντως, έγραψε τότε μια καλή κριτική για το βιβλίο.
 

Δεν είναι και πολλά χρόνια που, μισακούγοντας να μιλούν στο ραδιόφωνο για τον Nikkei στο Τόκιο, νόμιζα ότι εννοούν τον Νικ Κέιβ! Τόση ασχετοσύνη, κι αν θέλετε το πιστεύετε. Σκάλωνα προφανώς στον ήχο της λέξης -Νικέι, Νικ Κέιβ- κι άφηνα τα άλλα. Κι απορούσα τι δουλειά μπορεί να έχει κάθε τόσο ο Νικ Κέιβ με το Τόκυο. Το ίδιο πάνω-κάτω κι όταν άκουγα γενικώς για χρηματιστήρια, για μετοχές, ομόλογα, φούσκες. Δεν καταλάβαινα πώς λειτουργεί όλο αυτό το «λεξιλόγιο», ήταν κινέζικα για μένα. Τώρα τελευταία άρχισα να καταλαβαίνω κάποια πράγματα, να τα παρακολουθώ όσο γίνεται, αλλά και πάλι αδυνατώ να τα εννοήσω πραγματικά, να τα εξηγήσω. Εξήγηση υπάρχει βέβαια για το πώς φτάσαμε εδώ που φτάσαμε, μα δεν αρκεί αυτό για τη θεραπεία. Και να θεραπευτούμε δηλαδή, πάλι από δω θα το πάμε, από κει θα το φέρουμε για να ξανανοσήσουμε, να ξαναθρέψουμε αποστήματα. Είναι ο παραλογισμός της μοίρας μας, τι να πω, του έλλογου είδους στο οποίο, υποτίθεται, ανήκουμε.
 

Το βαθύ βούρκωμα το έπαθα με την είδηση ότι λιώνουν οι πάγοι στην Αρκτική. Και γιατί λιώνουν οι πάγοι, από δικό τους καπρίτσιο; Πόσες ελπίδες, λοιπόν, να ‘χουμε μέσα στην έρμη υπεροχή μας, πώς να μη φτάσουμε στο σημερινό φονικό αλαλούμ μεταξύ μας; Καθόλου δεν μου αρέσουν οι οδυρμοί και τα κηρύγματα, οι ηθικολογίες, μα δεν μπορώ να μη σκέφτομαι κάτι που είπε, σε ανύποπτο χρόνο, ο Κοσμάς ο Αιτωλός: «Οι άνθρωποι θα πεθάνουν επειδή δεν θ’ αγαπούν πια τα δέντρα».

ΤΟ ΑΡΘΡΟ ΑΥΤΟ ΔΗΜΟΣΙΕΥΤΗΚΕ ΓΙΑ ΠΡΩΤΗ ΦΟΡΑ ΣΤΙΣ 3.8.2012

Οι Αθηναίοι
0

ΑΦΙΕΡΩΜΑ

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

Σεφέρης επί 8: Οκτώ αναγνώσεις ποιημάτων του στον φακό του LIFO.gr

Βιβλίο / Σεφέρης επί 8: Οκτώ αναγνώσεις ποιημάτων του στον φακό του LIFO.gr

Μιχαήλ Μαρμαρινός, Μιχάλης Σαράντης, Λένα Δροσάκη, Όλια Λαζαρίδου, Μαρία Χούκλη, Δήμος Αβδελιώδης, Παντελής Μπουκάλας, Ζυράννα Ζατέλη διαβάζουν τα αγαπημένα τους ποιήματα από την τεράστια παρακαταθήκη του Γιώργου Σεφέρη

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ
Κωνσταντίνος Ρήγος

Οι Αθηναίοι / «Έχω αισθανθεί να απειλούμαι τη μέρα, όχι δουλεύοντας τη νύχτα»

Οκτάνα, Επίδαυρος, ΚΘΒΕ, Πέγκυ Ζήνα, Εθνικό, Λυρική, «Brokeback Mountain» και «Ρωμαίος και Ιουλιέτα». Ως χορογράφος και σκηνοθέτης, ο Κωνσταντίνος Ρήγος έχει κάνει τα πάντα. Και παρότι έχει αρκετούς haters, νιώθει ότι αυτοί που τον καταλαβαίνουν είναι πολύ περισσότεροι.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Οι Αθηναίοι / Σμαράγδα Καρύδη: «Ήθελα να είμαι η Βουγιουκλάκη και ο Ρέτσος μαζί»

Ηθοποιός, σκηνοθέτις, ακατάτακτη και αγαπημένη του κοινού, η Σμαράγδα Καρύδη θυμάται πως ανέκαθεν ήθελε το σύμπαν, χωρίς να περιορίζεται. Στον απολογισμό της μέχρι τώρα πορείας της, ως η Αθηναία της εβδομάδας, καταλήγει πως, ούτως ή άλλως, «στο τέλος ανήκεις εκεί που μπορείς να φτάσεις», ενώ δηλώνει πως πάντα θα επιλέγει συνειδητά να συντάσσεται με τη χαρά.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Οι Αθηναίοι / Αντουανέττα Αγγελίδη: «Κάθε ταινία μου είναι το ευτυχές τέλος μιας περιπέτειας απορρίψεων»

Μοναδική περίπτωση για το ελληνικό σινεμά, η ιδιοσυγκρασιακή σκηνοθέτις που τιμάται στο 13ο Φεστιβάλ Πρωτοποριακού Κινηματογράφου της Ταινιοθήκης αφηγείται τη ζωή και την πορεία της στη LiFO.
M. HULOT
«Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Oι Αθηναίοι / «Περηφανευόμαστε ότι δώσαμε τα φώτα μας στον κόσμο, αλλά δεν κρατήσαμε ούτε ένα λυχναράκι»

Η αρχιτέκτονας και υπεύθυνη των Αρχείων Νεοελληνικής Αρχιτεκτονικής του Μουσείου Μπενάκη, Μάρω Καρδαμίτση-Αδάμη, δεν λησμόνησε ποτέ στην πορεία της πως η μορφή ενός κτιρίου πρέπει να έχει χαρακτήρα, ειλικρίνεια και κλίμακα.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Γεννήθηκε Σαν Σήμερα / Ο Λευτέρης Παπαδόπουλος αφηγείται τη ζωή του στη LIFO

Δημοσιογράφος, στιχουργός. Θα ήταν ευχαριστημένος αν, απ’ όλα τα τραγούδια του, έμενε στην ιστορία το τετράστιχο: «Το απομεσήμερο έμοιαζε να στέκει, σαν αμάξι γέρικο, στην ανηφοριά».
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Χρυσέλλα Λαγαρία: «Δεν είναι τόσο τρομακτικό το να είσαι τυφλός»

Οι Αθηναίοι / Χρυσέλλα Λαγαρία: «Δεν είναι τόσο τρομακτικό το να είσαι τυφλός»

Η συνιδρύτρια και διευθύντρια της Black Light και συνδημιουργός της σειράς podcast της LiFO «Ζούμε ρε» δραστηριοποιείται ώστε οι ΑμεΑ να διαθέτουν ίσες ευκαιρίες και απεριόριστη πρόσβαση, δίχως στιγματισμούς και διακρίσεις. Και είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Lorenzo

Οι Αθηναίοι / Lorenzo: «Η techno σκηνή έχει γίνει χρηματιστήριο»

Γνώρισε την techno στη Φρανκφούρτη των αρχών των ‘90s. Ερχόμενος στην Αθήνα, όσο έβλεπε ότι ο κόσμος σοκαριζόταν με τις εμφανίσεις του, τόσο περισσότερο του άρεσε να προκαλεί. Ο θρυλικός χορευτής του Factory και ιδρυτής της ομάδας Blend είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΔΙΑΚΟΣΑΒΒΑΣ
Ελισάβετ Κοτζιά

Οι Αθηναίοι / «Τα πρώτα χρόνια λέγανε ότι τις κριτικές μου τις έγραφε ο πατέρας μου»

Η Αθηναία της εβδομάδας Ελισάβετ Κοτζιά γεννήθηκε μέσα στα βιβλία· κάποια στιγμή, τα έβαλε στην άκρη, για να ξανασυναντήσει τη λογοτεχνία μέσα από μια αναπάντεχη εμπειρία. Άφησε το οικονομικό ρεπορτάζ για την κριτική βιβλίου. Τη ρωτήσαμε γιατί το ελληνικό μυθιστόρημα δεν έχει ιδιαίτερη απήχηση στο εξωτερικό, και δεν πιστεύει πως για το ζήτημα αυτό υπάρχουν απλές απαντήσεις.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Λούλα Αναγνωστάκη: «Όσο και αν τη χτυπάω μέσα από τα έργα μου, είμαι υπέρ της Ελλάδας»

Πέθανε Σαν Σήμερα / Λούλα Αναγνωστάκη: «Όσο και αν τη χτυπάω μέσα από τα έργα μου, είμαι υπέρ της Ελλάδας»

Σε μια από τις ελάχιστες συνεντεύξεις της, η κορυφαία θεατρική συγγραφέας της Ελλάδας, που πέθανε σαν σήμερα, μίλησε με πρωτοφανή ειλικρίνεια και απλότητα.
ΣΤΑΥΡΟΣ ΔΙΟΣΚΟΥΡΙΔΗΣ
Αρετή Γεωργιλή

Οι Αθηναίοι / «Δεν θα σταματήσω να υπερασπίζομαι το δικαίωμα της γυναίκας να νιώθει ελεύθερη να εκφράζεται»

Η Αρετή Γεωργιλή γεννήθηκε στη Νέα Φιλαδέλφεια και τα δώδεκα τελευταία χρόνια, αφότου άνοιξε το Free Thinking Zone, ζει εκεί και στην Αθήνα. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Κατιάνα Μπαλανίκα

Οι Αθηναίοι / Κατιάνα Μπαλανίκα: «Μέσα μου είμαι κουτάβι, γι’ αυτό και με πάταγαν όλοι»

Η ηθοποιός που αγαπήθηκε για τους κωμικούς της ρόλους έκανε μόνο δράμα στη σχολή. Θα ήθελε να ξαναπαίξει στην τηλεόραση αλλά βλέπει πως δεν θυμούνται τη γενιά της πια. Είναι ευγνώμων για τη ζωή της και την αφηγείται στη LiFO - γιατί είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Μάριο Μπανούσι

Οι Αθηναίοι / Μάριο Μπανούσι: «Αν δεν εκτεθείς στη ζωή, δεν έχει νόημα»

Ο νεαρός σκηνοθέτης, που έχει ήδη μετρήσει διαδοχικά sold out, άρχισε να βλέπει θέατρο όταν μπήκε στη δραματική σχολή. Του αρέσει η ανθρώπινη αμηχανία, η σιωπή και η ησυχία τον γοήτευαν πάντα. Αν και δεν τα πάει καλά με τα λόγια, αφηγείται τη ζωή του στη LiFO.
M. HULOT