Στην εργασία του Θέσεις για τη Φιλοσοφία της Ιστορίας ο Βάλτερ Μπένγιαμιν έγραφε ότι οι επαναστάσεις είναι μεν άλματα προς το μέλλον αλλά και άλματα της τίγρης στο παρελθόν πάντα».
Σε αυτήν τη φράση του Μπένγιαμιν και με αυτήν τη ματιά, που λοξοδρομεί προς την Ιστορία, οι συγγραφείς του βιβλίου Επαναστάσεις (κυκλοφορεί από εκδόσεις Διόπτρα σε μετάφραση Ιωάννη Καυκιά) προσπαθούν να καταγράψουν τα καίρια σημεία των παγκόσμιων εξεγέρσεων που κατέληξαν να χαρακτηρίζονται «επαναστάσεις», να ανιχνεύσουν τι είναι αυτό που τις οδήγησε τελικά στην αποτυχία αλλά και να μεταφέρουν ένα κλίμα και έναν ολόκληρο κύκλο πολιτιστικών αναφορών που συνδέονται με αυτές: πίνακες, σύμβολα, μυθιστορηματικές καταγραφές.
Δεδομένης της διαφορετικής επιστημονικής κατάρτισης των συγγραφέων, είναι σαφές ότι δεν υπάρχει μια ενιαία οπτική που θα καθιστούσε αυτομάτως το σύγγραμμα υποκειμενικό και μονοδιάστατο: ο Φελίξ Σαρτρέ είναι ειδικευμένος στην Πολιτιστική Ιστορία και διδάσκει στο Πανεπιστημιακό Κολέγιο της Πετρούπολης, η Μο Σιριό είναι επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο του Paris-Est Marne-la-Vallée με ειδίκευση στη Σύγχρονη Ιστορία της Βραζιλίας, η Ματίλντ Λαρέρ διδάσκει στο ίδιο πανεπιστήμιο, αλλά ο τομέας της αφορά την Ιστορία των Επαναστάσεων του 19ου αιώνα στη Γαλλία, όπως και ο Βινσέντ Λεμίρ, ο οποίος γνωρίζει καλά το Μεσανατολικό σε όλες τις εκφάνσεις του. Τέλος, στο βιβλίο συμβάλλει η ιστορικός Ευγενία Παλιεράκη, επίκουρη καθηγήτρια στο Πανεπιστήμιο Cergy-Pontoise με βασικό τομέα ενδιαφερόντων της την Πολιτική Ιστορία της Λατινικής Αμερικής.
Επομένως, παρότι γραμμένο απλά και μοιρασμένο σε ευσύνοπτα κεφάλαια, είναι σαφές ότι το πόνημα λαμβάνει σοβαρά υπόψη τις μεγάλες επιστημονικές συζητήσεις γύρω από την παγκόσμια βιβλιογραφία και ενίοτε προσπαθεί να πάρει θέση, όπως και να συμβάλει σε μια άλλη ανάγνωση του πώς ορίζεται και τι καταλήγει κανείς να χαρακτηρίσει επανάσταση σήμερα – με αποκορύφωμα τις πρόσφατες αραβικές επαναστάσεις και τη νέα Άνοιξη του Λαού.
Οι συγγραφείς δεν θεωρούν διόλου τυχαίο ότι στις αρχές του 21ου αιώνα ο κόσμος ανατρέχει ξανά στον όρο «επανάσταση», και μάλιστα με τους σαφείς όρους της λαϊκής εξέγερσης, παρ' όλη την ποικιλομορφία που μπορεί να αποκτήσει ο όρος (μην ξεχνάμε τη δική μας επανάσταση του 1821).
Οι συγγραφείς δεν θεωρούν διόλου τυχαίο ότι στις αρχές του 21ου αιώνα ο κόσμος ανατρέχει ξανά στον όρο «επανάσταση», και μάλιστα με τους σαφείς όρους της λαϊκής εξέγερσης, παρ' όλη την ποικιλομορφία που μπορεί να αποκτήσει ο όρος (μην ξεχνάμε τη δική μας επανάσταση του 1821).
Ξεπερνώντας την αρτηριοσκλήρωση των θεωριών που ταυτίζουν τις επαναστάσεις με τον όρο «εξέγερση» ή «πραξικόπημα», το βιβλίο αποπειράται κάτι ρηξικέλευθο για τη σύγχρονη βιβλιογραφία: ξεκινάει την καταγραφή από τον 17ο αιώνα στην Αγγλία, την «πρώιμη», όπως χαρακτηρίζεται, επανάσταση, κάτι που μέχρι πρότινος αποκλειόταν από τους θεωρητικούς και ιστορικούς που ασχολούνταν με το θέμα. Θεωρώντας ότι οι εμφύλιες έριδες του 17ου αιώνα είχαν αριστοκρατικό ή θρησκευτικό χαρακτήρα –και, το κυριότερο, ότι δεν συνδέονταν με κάποιο κοινωνικό ή λαϊκό πρόταγμα–, δεν τις ενέτασσαν στον κύκλο των γεγονότων που άλλαξαν τον ρου της Ιστορίας.
Κυρίως όμως δεν πιστοποιούσαν, ούτε και στις διεκδικήσεις των λεγόμενων ισοπεδωτών (levellers) ή στους Άγγλους φιλοσόφους του Διαφωτισμού, καθολικά χαρακτηριστικά. Εν προκειμένω, οι συγγραφείς επιμένουν στην αγγλική σπίθα που προκάλεσε απανωτό κύμα εξεγέρσεων τουλάχιστον μέχρι τον 19ο αιώνα, οπότε, ως γνωστόν, αλλάζει και ο χαρακτήρας τους. Αυτός ο «άνεμος της ελευθερίας», όπως αποκαλείται στο βιβλίο, προφανώς άρχισε να φυσάει από τους τότε Άγγλους αποικιοκράτες, βάζοντας τον σπόρο γι' αυτό που έχει μείνει παγκοσμίως γνωστό ως η Αμερικανική Επανάσταση του 1776.
Για όλους όσοι είναι εξοικειωμένοι με τα βιβλία του Έρικ Χόμπσμπαουμ, ενός κατεξοχήν ειδικού μελετητή των επαναστάσεων σε εποχές που εκείνες δεν έμπαιναν στον μεγάλο κανόνα της ιστοριογραφίας, κάτι τέτοιο δεν συνάδει με τον ορισμό που είθισται να δίνεται στον όρο «επανάσταση». Αλλάζοντας, ωστόσο, τον ορισμό ή, τέλος πάντων, αναζητώντας τη γενεαλογική του ρίζα, οι συγγραφείς αναδεικνύουν τόσο τον ριζοσπαστικό χαρακτήρα των εξεγέρσεων όσο και τον φιλελεύθερο χαρακτήρα των αιτημάτων (δικαίωμα ψήφου, κατάργηση της δουλείας κ.λπ.) που συνδέονταν με αυτές.
Όπως τονίζουν, η αρχική έννοια της λέξης «επανάσταση» περιέγραφε την κίνηση των άστρων, καθώς σήμαινε περιφορά και ως εκ τούτου «επιστροφή του άστρου στο σημείο της εκκίνησής του», το οποίο συγκεκριμένα ταυτίζουν με την πρώτη εκείνη Διακήρυξη των Δικαιωμάτων που ανάγκασε τον Ιάκωβο Β' σε φυγή και έφερε στην Αγγλία το 1688 τον Γουλιέλμο της Οράγγης.
Ασχέτως της κατάληξης και της συντηρητικής φύσης των προτεσταντικών θέσεων, τότε υπήρξε, σύμφωνα με τους συγγραφείς, μια πρώτη απόπειρα διεκδίκησης στοιχειωδών δικαιωμάτων από τον λαό, προσδίδοντας στις κινήσεις αυτές επαναστατικό χαρακτήρα. Ακολούθησαν, άλλωστε, κι άλλες περιώνυμες διακηρύξεις, όπως η Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας της Αμερικής, που ήταν επίσης εμπνευσμένη από το γνωστό κείμενο του Τζον Λοκ.
Παρ' όλα αυτά, το βιβλίο διατρέχει όλο το φάσμα των επαναστατικών κινήσεων: τη φιλελεύθερη απαρχή των αγγλικών επαναστάσεων, τη σπουδαιότητα του αμερικανικού παραδείγματος –παρότι μιλούν εκτενώς για τον προβληματικό όρο «ατλαντική επανάσταση»–, τον ετερόκλητο χαρακτήρα των διαφορετικών σταδίων της Γαλλικής Επανάστασης, τη σπουδαιότητα της γαλλικής Κομμούνας και τη σύντομη, αλλά πολύ καίρια διάρκεια της Άνοιξης του 1848, με το παγκόσμιο ρεύμα των απανταχού εξεγέρσεων.
Δεν παραλείπει, επίσης, να αναφερθεί και στη δύναμη των προσώπων που ταυτίστηκαν με τις επαναστάσεις, όπως ο Μπολιβάρ στη Λατινική Αμερική ή ο Ζαπάτα στο Μεξικό. Καίριο ρόλο παίζουν και οι υπόλοιποι πρωταγωνιστές που παρελαύνουν από το βιβλίο: από την προσωπικότητα του ιδρυτή των Ουρουγουανών Τουπαμάρος Αμπράαμ Γκιγιέν μέχρι την ανατρεπτική πένα του Χοσέ Μαρτί στην Κούβα και από τις δημοκρατικές θεωρίες του Καστοριάδη, τον οποίο αναφέρουν ως μέντορα της εξέγερσης του Μάη του '68, έως την εμβληματική μορφή της αναρχικής δασκάλας Λουίζ Μισέλ που έπαιξε καθοριστικό ρόλο την περίοδο της Κομμούνας.
Πάντως, από τα πιο όμορφα κεφάλαια του βιβλίου είναι αυτά της πολιτιστικής «παρέκβασης» από τα γεγονότα, όπως η συνολική καταγραφή των σημαιών και των συμβολισμών τους ή η ανάδειξη της καίριας επίδρασης των έργων τέχνης.
Χαρακτηριστικό το παράδειγμα της περιγραφής του εμβληματικού πίνακα του Ντελακρουά: «Σε αντίθεση με τις αναπαραστάσεις της εποχής, οι μαχητές και τα θύματα είναι ζωγραφισμένα με τρόπο ρεαλιστικό, βρόμικοι, γεμάτοι λάσπη, σκόνη, ξεραμένο αίμα. Η Ελευθερία ξαφνιάζει ακόμη περισσότερο. Ο Ντελακρουά παίζει με τους κώδικες της κλασικής τέχνης για να δημιουργήσει ένα παράξενο κράμα Φρύνης, γυναίκας του όχλου και θεάς της Ελευθερίας», όπως σημειώνει ο Χάινριχ Χάινε.
Πράγματι, ενώ το φόρεμα, τα ξυπόλυτα πόδια, το γυμνό στήθος της Ελευθερίας, παραπέμπουν στις αρχαίες αλληγορίες, η μυϊκή της δύναμη, το ηλιοκαμένο δέρμα της και το αδιόρατο τρίχωμα της μασχάλης της αναπαριστούν σίγουρα μια γυναίκα του λαού, όπως αυτές που στέκονταν δίπλα στους μαχητές. Ο φρυγικός σκούφος αποτελεί κλείσιμο ματιού στη Γαλλική Επανάσταση και επιτρέπει να δούμε τον πίνακα ως έναν ύμνο σε όλες τις επαναστάσεις μάλλον και όχι απλώς στις μέρες του Ιούλη του 1830.
σχόλια