Υπήρξε δημιουργός ταινιών και εικόνων λυρικών, παραμυθένιων, γήινων και ταυτόχρονα υπερβατικών. Συνδύασε μοναδικά παράδοση και μοντερνισμό κάνοντας ένα πολύ ιδιαίτερο, εικαστικό και συνάμα ποιητικό σινεμά, απέσπασε βραβεία, κέρδισε εκτίμηση και αναγνώριση σε Ανατολή και Δύση.
Όμως η προσωπική του ζωή όπως και η καριέρα του υπήρξαν δύσκολες και περιπετειώδεις καθώς είχε πολλά τραβήγματα με τις σοβιετικές αρχές εξαιτίας του ανορθόδοξου για τα σοσιαλιστικά ιδεώδη κινηματογράφου του αφενός, της ομοφυλοφιλίας του αφετέρου, την οποία δεν έκρυβε ακόμα κι όταν παντρεύτηκε (έκανε δύο γάμους, απέκτησε μάλιστα και γιο με τη δεύτερη γυναίκα του, με την οποία γρήγορα χώρισε). Εξαιτίας αυτών έμεινε επανειλημμένα δίχως πόρους και υποστήριξη – ήταν το μεγάλο ταλέντο του που τον γλίτωνε κάθε φορά από τα χειρότερα και τον ξανάφερνε στο προσκήνιο.
Ο Σεργκέι Παρατζάνοφ συνελήφθη πρώτη φορά στη Μόσχα το 1948 και καταδικάστηκε για «ομοφυλόφιλες δραστηριότητες» σε πενταετή φυλάκιση για να απελευθερωθεί στο τρίμηνο χάρη σε γενική αμνηστία που έδωσε τότε ο Στάλιν. Ξαναβρέθηκε στη φυλακή με ανάλογη ποινή το 1973, κατηγορούμενος για βιασμό κομματικού στελέχους και διάδοση πορνογραφημάτων, η περιουσία του μάλιστα δημεύθηκε.
Βγήκε εντέλει το '75 χάρη στο διεθνές κίνημα συμπαράστασης που αναπτύχθηκε με τη συμμετοχή κορυφαίων προσωπικοτήτων της τέχνης και των γραμμάτων –ο Νομπελίστας Λουί Αραγκόν μάλιστα πήγε στη Μόσχα και μεσολάβησε προσωπικά στον Μπρέζνιεφ– και παρά το «στίγμα» στάθηκε πάλι στα πόδια του.
Περιλαμβάνει κάπου 1.400 εκθέματα, από εγκαταστάσεις, κολάζ και σχέδια μέχρι έπιπλα και άλλα αντικείμενα από το πατρικό του σκηνοθέτη στην Τιφλίδα της Γεωργίας, κούκλες δικής του κατασκευής και καπέλα.
Το 1982 ο Γεωργιανός σκηνοθέτης οδηγείται ξανά στη φυλακή για ένα εννεάμηνο, με την κατηγορία της δωροδοκίας τη φορά αυτή. Καταφέρνει ωστόσο λίγο αργότερα να εξασφαλίσει εκ νέου επίσημη άδεια για να κάνει ταινίες. Την εποχή εκείνη γυρίζει τον Θρύλο του Κάστρου του Σουράμ (1984) και τον Ασίμπ Κερίμπ (1988) που μαζί με το εξαίσιο Χρώμα του Ροδιού (1968) είναι από τις γνωστότερες δουλειές του στη μεγάλη οθόνη.
Με την κατάρρευση της ΕΣΣΔ αρχίζει να ταξιδεύει στην Ευρώπη, σε κινηματογραφικά φεστιβάλ και γκαλερί όπου εκθέτει έργα τέχνης που έφτιαχνε όντας έγκλειστος, ο καρκίνος όμως που τον είχε ήδη προσβάλει δεν θα τον αφήσει να χαρεί για πολύ την ελευθερία μετακίνησης που πλέον απολάμβανε. Πεθαίνει στις 20/7/1990 στο Γιερεβάν της Αρμενίας, στα 66 του χρόνια.
Δυο χρόνια προτού αποδημήσει, είχε ιδρυθεί εκεί μουσείο αφιερωμένο σε εκείνον και το έργο του, ο ίδιος μάλιστα επέλεξε την τοποθεσία και επέβλεψε τις εργασίες καθώς ήταν πλέον εγκατεστημένος στην αρμενική πρωτεύουσα.
Πρόκειται για το Μουσείο Σεργκέι Παρατζάνοφ, από τα δημοφιλέστερα σήμερα αξιοθέατα του Γιερεβάν, το οποίο άνοιξε εντέλει το 1991 καθώς υπέστη ζημιές στον μεγάλο σεισμό του 1988. Χτισμένο σε ύψωμα πάνω από το φαράγγι Χραζντάν, στα όρια της πόλης, το δίπατο κτίριο που είναι παραδοσιακή κατασκευή λειτουργεί επίσης ως χώρος τέχνης και πολιτιστικό κέντρο, φιλοξενεί επιπλέον εκδηλώσεις του Διεθνούς Κινηματογραφικού Φεστιβάλ του Γιερεβάν.
Περιλαμβάνει κάπου 1.400 εκθέματα, από εγκαταστάσεις, κολάζ και σχέδια μέχρι έπιπλα και άλλα αντικείμενα από το πατρικό του σκηνοθέτη στην Τιφλίδα της Γεωργίας, κούκλες δικής του κατασκευής και καπέλα. Εκτίθενται επίσης αδημοσίευτα σενάριά του, γραπτά, λιμπρέτα και έργα τέχνης, πρωτότυπες αφίσες, φεστιβαλικά βραβεία, επιστολές υπογεγραμμένες από τους Φεντερίκο Φελίνι, Λίλια Βιρκ, Αντρέι Ταρκόφσκι, Μιχαήλ Βαρτάνοφ και Γιούρι Νικουλίν, δώρα διάσημων επισκεπτών όπως του Τονίνο Γκερέρα, του Ρομάν Μπαλαγιάν, σκηνοθέτη της ταινίας «Μια νύχτα στο Μουσείο του Παρατζάνοφ» (1988) αλλά και του Ρώσου προέδρου Βλάντιμιρ Πούτιν, κάτι που ομολογώ δεν περίμενα.
Αν ποτέ βρεθείς στα μέρη του Καυκάσου, αξίζει να το αναζητήσεις.
σχόλια