Ο ΓΑΛΛΙΚΟΣ πνευματικός κόσμος, παρά την παραδοσιακή του ευγένεια, δεν αποφεύγει τις κατά μέτωπον επιθέσεις που ενίοτε προσλαμβάνουν το νόημα αποκεφαλισμού ή ρίψεως στην πυρά. Πενηντάρης περίπου, ο Μισέλ Ονφρέ, με δεκάδες βιβλία στο ενεργητικό του, φαίνεται πως αυτήν τη φορά επέλεξε τον Φρόυντ ως περιπαθή στόχο. Για το γαλλικό και δη για το παρισινό κοινό μια επίθεσηκατά ενός παγκόσμιου μύθου δεν ενοχοποιεί τον λιβελλογράφο, αρκεί βέβαια να επιδεικνύει ανάλογη οξύτητα, να αποκαλύπτει κάποια αποσιωπημένα στοιχεία και να αξιοποιεί τα δεδομένα του βίου του -όπως εδώ το υλικό των επιστολών του- για να πλάσει έναν αποσιωπημένο και επαχθή άνθρωπο. Η θέση του παρόντος βιβλίου, τονίζει ο Ονφρέ, είναι ότι η ψυχανάλυση αποτελεί μιαν επιστήμη ορθή και αληθή μόνο όσον αφορά τον Φρόυντ - και κανέναν άλλον. Έχουμε και λέμε: η κρυπτομνησία, η αυτοανάλυση, η ερμηνεία των ονείρων, η ψυχοπαθολογική έρευνα, το οιδιπόδειο σύμπλεγμα, το οικογενειακό μυθιστόρημα, η πρωτόγονη ορδή, ο φόνος του πατέρα, η αιμομιξία, ο ρόλος της σεξουαλικότητας στην αιτιολογία των νευρώσεων κ.λπ. αποτελούν αμιγώς αυτοβιογραφικά στοιχεία και διόλου μια απόκρυφη βιογραφία της ανθρωπότητας. Άρα;
Ο Ονφρέ προσδίδει ειδικό βάρος στα βιογραφικά στοιχεία του Φρόυντ, καθότι σε κατάλληλο χρόνο θα αξιοποιηθούν ώστε να μεταστοιχειοθετηθούν σε υλικό πανανθρώπινης εμβέλειας. Ήτοι η πνευματική βιογραφία του Φρόυντ συμπίπτει και συγχέεται με την ιστορία της ψυχανάλυσης. Όλα τα δάνεια που έχει υποκλέψει ο τρομερός Εβραίος από τον Νίτσε δεν τα αποσιωπά απλώς, αλλά καταφέρνει να παρουσιάσει τις υποκλοπές του από τον Νίτσε ως πρωθύστερα δάνεια (!) του Γερμανού από αυτόν. Έχουμε και λέμε: σεξουαλική αιτιολογία των νευρώσεων, ο ρόλος της καταστολής των ενστίκτων στη δημιουργία του πολιτισμού, της τέχνης και της ηθικής, η λογική της ψυχοκάθαρσης, οι μηχανισμοί της απώθησης, η άρνηση και ο διχασμός του εγώ, η καταφυγή στην ασθένεια, η ασύνειδη πηγή της συνείδησης και τα λοιπά.
Η ιδεοληψία του Ονφρέ (που περιέργως πώς συχνά αποδεικνύεται εύστοχη) αφορά έναν και μόνο σκοπό: να αποδεικνύει μέσω περίπλοκων οδών (βιογραφικών, κατά κανόνα) ότι όλα του τα προσωπικά παθήματα ο Φρόυντ τα μετέτρεψε εκ των υστέρων σε επιστημολογία. Το «οικογενειακό μυθιστόρημα των νευρωτικών» (1909) αποδεικνύεται εξόχως λειτουργικό (αλλά μόνο για τον Φρόυντ!). Η προσωπική περίπτωση του Εβραίου γιατρού καταλήγει σε πανανθρώπινο κανόνα. Ιδού το κλειδί της φροϋδικής επιστημολογίας - η συναγωγή μιας παγκόσμιας θεωρίας από μια προσωπική περιπέτεια.
Το βιβλίο, με τον αδιαμφισβήτητο πλούτο του, μας δίνει το δικαίωμα να πιστέψουμε ότι ο Φρόυντ πετσόκοψε, για να μην πούμε ότι έριξε στην πυρά, τον νεανικό εαυτό του. Αν λάβουμε υπόψη μας ότι ο ιδρυτής της ψυχανάλυσης ήταν επιστολομανής -έγραφε καθημερινά μια επιστολή-, τότε δικαιολογημένα, όταν πια έφτασε σε κάποια ωριμότητα και παγίωσε τις απόψεις του για την εννοιολογία του, αποφάσισε να καταστρέψει πολλές επιστολές (δικές του και ξένες, ιδιαίτερα του φίλου του Φλις) που θα μπορούσαν να μειώσουν την αξία της θεωρίας. Σήμερα τα αρχεία του
Φρόυντ περιέχουν κείμενα, επιστολές, εξομολογήσεις, συνεντεύξεις, ομολογίες του δασκάλου που δεν μπορούν να δημοσιευτούν πριν από το 2057... Γιατί άραγε; Ο νεαρός Φρόυντ που πίστευε στον αποκρυφισμό, στην αριθμολογία, στη θεωρία των κύκλων και των ρινορραγιών σχετικά με τη σεξουαλική αιτιολογία των νευρώσεων, στα ώριμα χρόνια πιθανότατα να ήθελε παρόμοιες φάσεις της ζωής του να αποσιωπηθούν. Ένα άλλο στοιχείο που γοητεύει τον Ονφρέ αφορά την υποκρισία -την ψευδολογία ακριβέστερα- σχετικά με τις βασικές του έννοιες. Αν μεταξύ δύο και δυόμισι ετών ο Φρόυντ βίωσε τη θεμελιώδη σκηνή, ποιος μπορεί να το επιμαρτυρήσει; Στη διάρκεια ενός ταξιδιού από τη Λειψία στη Βιέννη, ο Ζίγκμουντ είδε γυμνή τη μητέρα του - ακριβέστερα τη matrem nudam. Συνέβη αυτή η σκηνή; Είναι μήπως πλάσμα της φαντασίας του πολύ απαραίτητο στη συνέχεια;
Ως αρνητικός βιογράφος του Φρόυντ, ο Ονφρέ επιμένει ιδιαίτερα στις σχέσεις του Ζίγκμουντ με την αδελφή της γυναίκας του. Δεν επρόκειτο για ένα τυχαίο συμβάν, αλλά για μια σχέση σαράντα ετών με την κουνιάδα του Μίνα Μπερνάους, η οποία μάλιστα θα συμβιώσει μαζί με το ζεύγος κάτω απο την ίδια στέγη επΊ σαράντα έτη!
Πρόκειται για «λεπτομέρεια» που αφάνισαν οι βιογράφοι με τον εμπρόθετο εξαγιασμό τους. Ο Φρόυντ ταξίδεψε μαζί με τη Μίνα στη Φλωρεντία, στη λίμνη Γκάρντα, στην Αυστρία, στη Ρώμη, έκανε μαζί της διακοπές στις Άλπεις, στο Τιρόλο, και πάλι στη Ρώμη, στην Αθήνα το 1904, στη βόρειο Ιταλία, κ.λπ. Γράφει η Μίνα στην αδελφή της και σύζυγο του Ζίγκμουντ: «Είμαστε τόσο χαρούμενοι, ώστε αλλάζουμε κρεβάτι κάθε βράδυ (σικ), κάτι που είναι ιδανικό για τον Ζίγκι (Φρόυντ). Έχει εξαιρετικά υπέροχη διάθεση, είναι χαρούμενος σαν σπίνος και δεν μπορεί
να μείνει σε μια θέση» (1898).
Όσον αφορά τις αιμομικτικές σχέσεις με τις κόρες του -αδιάφορο αν είναι μόνο ονειρικές τα επιχειρήματα βρίθουν και τα σχόλια επίσης. Όταν η κόρη του γίνεται γυναίκα ενός άλλου άνδρα, ο Ζίγκμουντ αυτοαποκαλείται ορφανός πατέρας επειδή η κόρη του ξενοπαντρεύτηκε...
Αν επιτρέπεται μια σύγκριση του Φρόυντ με τον Οιδίποδα, τότε θα πρέπει να αποδεχτούμε τις εξής συστοιχίες: ένας γιος επιθυμεί να σκοτώσει τον πατέρα του (Γιάκομπ/Λάιος), επιποθεί μια σεξουαλική σχέση με τη μητέρα του (Αμάλια/Ιοκάστη), χωρίς να ξεχνάμε τη νευρωτική σχέση με την κόρη του (Άννα/Αντιγόνη), την οποία ο πατέρας της, πιστέψτε το, θα αποκαλέσει μια μέρα... Αντιγόνη! Τραχύ συμπέρασμα: άρα ο Φρόυντ πόθησε τη μητέρα του, ευχήθηκε τον χαμό του πατέρα του;
Έτσι έγινε, έτσι είναι και έτσι θα είναι εις τους αιώνας των αιώνων για όλα τα ανθρώπινα όντα του πλανήτη - ο Φρόυντ το επιβεβαιώνει, χωρίς να το αποδεικνύει. Άρα, η βαθύτερη σκέψη του Ονφρέ δεν είναι ο απλός ψόγος του ιδρυτή της ψυχανάλυσης ούτε η επίδειξη κάποιας ύστερης σοφίας σε βάρος του. Πρόθεση του σχολιαστή είναι μια επίδειξη απόκρυφων βιογραφικών δεδομένων που αφανίστηκαν από τους εντεταλμένους αγιογράφους για να επιτρέψουν το μεσουράνημα της ψυχανάλυσης. Άλλωστε, ποιο είναι το στοιχείο που εξαιρείται από τα πολλά μυθεύματα του Φρόυντ; Ένας βίαιος και ζηλόφθων πατέρας, που κρατά για τον εαυτό του όλα τα θηλυκά και απομακρύνει τους γιους όταν φτάνουν σε ώριμη ηλικία, εξαναγκάζει κάποια μέρα τα αποδιωγμένα αδέλφια να συγκεντρωθούν, να τον σκοτώσουν και να τον κανιβαλίσουν, θέτοντας τέρμα στην πατρική ορδή. Φυσικά, αυτό το επιχείρημα είναι αδύνατο να αποδειχτεί – αλλά θα μπορούσε να είναι αλλιώς, αφού το διατείνεται ο Φρόυντ; Μεταξύ μας, πάντως, η περίπλοκη οικογένεια του Φρόυντ που εμπλέκει τρεις γενιές μέσα στο ίδιο σπίτι και θέτει τον πατέρα μοναδικό κυρίαρχο των θηλυκών έχει κάποια υπόγεια συγγένεια με τη θεωρία.
Ο Ονφρέ απολαμβάνει το κείμενό του «κατσαδιάζοντας» τον Φρόυντ λες και είναι κακομαθημένος θεωρητικός: «Ας ανοίξουμε το περίφημο και αναντικατάστατο Λεξικό της ψυχανάλυσης των Λαπλάς & Πονταλίς στο λήμμα Ασυνείδητο: η λέξη αυτή θα ήταν αναμφίβολα το “ασυνείδητο”. Ορίστε, λοιπόν, το πράγμα ειπώθηκε: το ασυνείδητο συνιστά τον θεμέλιο λίθο της ψυχανάλυσης. Όμως, αυτή η έννοια δεν μπορεί να ειπωθεί, να οριστεί, να προσδιοριστεί, να αποδοθεί με έναν ξεκάθαρο και σαφή ορισμό. Η Ερμηνεία των ονείρων θεωρητικοποιεί μάλιστα αυτή την αδυναμία, αφού, όπως διαβάζουμε εκεί, το ασυνείδητο προσδιορίζει το απωθημένο και, εξ ορισμού, το απωθημένο είναι από τη φύση του αδιόρατο...».
Ο λίβελλος του Ονφρέ δεν συνοψίζεται γιατί πάει του μάκρους, πλην όμως δεν μπορούμε να μην αναφερθούμε στις Πέντε Ψυχαναλύσεις, ήτοι τη Βίβλο του. Άραγε, κάποια από τις πέντε περιπτώσεις που αναλύονται σε αυτό το πολυδιαβασμένο βιβλίο ανταποκρίνονται σε πραγματική ίαση ή έχουμε να κάνουμε με τη γνωστή φροϋδική διπλωματία; Ο Φρόυντ παρατηρούσε:
«Εκπλήσσομαι που οι ιστορίες των ασθενών μου διαβάζονται σαν μυθιστορήματα και δεν φέρουν, ας πούμε, τη σοβαρή σφραγίδα των επιστημονικών κειμένων». Τι ισχύει, λοιπόν, για τις διάσημες περιπτώσεις της Άννας Ο, της Ντόρας, του Μικρού Χανς, του Ανθρώπου με τα ποντίκια και βέβαια του προέδρου Σρεμπέρ;
Ο Ονφρέ είναι κι εδώ κατηγορηματικός. Θεραπεία δεν υπήρξε σε καμιά από τις πέντε περιπτώσεις, απλώς στην κάθε περίπτωση ο Φρόυντ εντόπισε ή έπλασε εκ του μηδενός στοιχεία τα οποία ανέλυσε με τη μέθοδό του. ΜΙΑ ΠΑΡΑΞΕΝΗ συγκυρία αφορά τη στάση του Ονφρέ απέναντι στον έτερο Θεό της ψυχανάλυσης που -στη Γαλλία τουλάχιστον- ακούει στο όνομα του Λακάν. Ο σχολιαστής τον αναφέρει τέσσερις φορές και μόνο άπαξ του αποδίδει χαρακτηρισμό: «... στη δεκαετία του ’70 είχαμε την ανακύκλωση ενός μεγάλου μέρους αριστεριστών στην ψυχανάλυση, που έγινε εναλλακτική θρησκεία με τη μορφή της υποταγής σε έναν καινούργιο δάσκαλο ονόματι Λακάν - έναν αγύρτη επηρεασμένο κατά πολύ από τον... σουρεαλισμό!».
Δυστυχώς, δεν ξέρουμε πώς υποδέχτηκε το βιβλίο η ψυχαναλυτική κριτική στη Γαλλία, ωστόσο ο Έλληνας αναγνώστης -χωρίς να ορκίζεται- μπορεί να απολαύσει το βιβλίο, διότι το νόημα των επιχειρημάτων δεν συνιστά γκιλοτίνα αλλά ένα τερπνό παιχνίδι με καταφάσεις και αρνήσεις γύρω από το έργο ενός ανθρώπου που ταύτισε τη θεωρία του με τον εικοστό αιώνα.
σχόλια