Ο ΜΕΓΑΛΟΣ ΗΘΟΠΟΙΟΣ Γιώργος Μιχαλακόπουλος, που έφυγε από τη ζωή στα 85 χρόνια του, έγινε πλατιά αγαπητός μέσω της τηλεοπτικής σειράς «Εκείνος και... Εκείνος», που προβαλλόταν στο κανάλι του ΕΙΡΤ μεταξύ 19 Ιουνίου 1972 και 9 Φεβρουαρίου 1974.
Φυσικά ο Γ. Μιχαλακόπουλος είχε ήδη μια μεγάλη πορεία στο θέατρο, αλλά θα ήταν το «Εκείνος και... Εκείνος», που θα τον έκανε γνωστό στο πανελλήνιο και στο οποίο θα ανέπτυσσε το ρόλο τού ρακένδυτου Σόλωνα, που φιλοσοφούσε μαζί με τον φίλο του Λουκά (Βασίλης Διαμαντόπουλος) πάνω στα καθέκαστα της ζωής, δίνοντας πνοή στο ακαταμάχητο σενάριο του Κώστα Μουρσελά.
Τα επεισόδια ήταν ασπρόμαυρα, είχαν 15λεπτη διάρκεια και προβάλλονταν, στην αρχή, ημέρα Δευτέρα, αργά για τα δεδομένα της εποχής, στις 23:20 τη νύχτα, στη συνέχεια ημέρα Σάββατο στις 21:15 και στο τέλος Τετάρτη στις 20:30 και πιο μετά στις 21:15 ξανά. Ανάλογα, δηλαδή, με το πώς διαμορφωνόταν η κατάσταση στο πολιτικό επίπεδο, με τις μεταλλαγές της δικτατορίας («φιλελευθεροποίηση», «πραξικόπημα Ιωαννίδη») άλλαζε και η μέρα, και κυρίως η ώρα, μετάδοσης της εκπομπής.
Φυσικά ο Γ. Μιχαλακόπουλος είχε ήδη μια μεγάλη πορεία στο θέατρο, αλλά θα ήταν το «Εκείνος και... Εκείνος», που θα τον έκανε γνωστό στο πανελλήνιο και στο οποίο θα ανέπτυσσε το ρόλο τού ρακένδυτου Σόλωνα, που φιλοσοφούσε μαζί με τον φίλο του Λουκά (Βασίλης Διαμαντόπουλος) πάνω στα καθέκαστα της ζωής
Η σειρά, την οποία σκηνοθετούσαν σταδιακά οι Κωστής Ζώης, Βασίλης Διαμαντόπουλος και Φώτης Λαζαρίδης, είχε δημιουργήσει τεράστια εντύπωση στην εποχή της, για τον τρόπο που άρθρωνε το λόγο της (στη βάση της ήταν κάπως σαν κινηματογραφημένο θέατρο), για τα θέματα που έθιγε, πάντα με ελλειπτικό τρόπο (γιατί ήταν σύντομη) και βεβαίως με την απαραίτητη χρήση του υπονοούμενου, που ήταν πάντα τολμηρό και επίκαιρο, και που προκαλούσε συζητήσεις επί συζητήσεων.
Μπορεί τα επεισόδια, που ήταν 103, να μην σώζονται στο αρχείο της ΕΡΤ, αλλά υπάρχουν τα βιβλία με τα σενάρια του Κώστα Μουρσελά στον Κέδρο (πρώτη έκδοση το 1973), που έχουν διασώσει τον λόγο της εκπομπής – εκπομπή που είχε ως σήμα έναρξής της την εισαγωγή από το “Baba O’Riley” των Who!
Τον Σεπτέμβριο του 1972 οι Γιώργος Μιχαλακόπουλος και Βασίλης Διαμαντόπουλος είχαν δώσει μια συνέντευξη στον Κάρολο Μπρούσαλη στο περιοδικό «Φαντάζιο», με αφορμή το «Εκείνος και... Εκείνος», τα βασικά σημεία της οποίας ήταν τα κάτωθι:
— Πώς αισθάνεστε που βγήκατε στην τηλεόραση κ. Μιχαλακόπουλε;
Το πώς αισθάνομαι εγώ που βγήκα στην τηλεόραση έχει σε σχέση με το πώς και σε ποιο πρόγραμμα με βλέπουν οι άλλοι. Εξηγούμαι: Το πώς εγώ αισθάνομαι δεν είναι τυχαίο. Το ήξερα προτού βγω στην TV. Τώρα αν αισθάνομαι ωραία ή άσχημα στα κομμάτια τού «Εκείνος και... Εκείνος» νομίζω ότι φαίνεται.
— Κι εσείς κ. Διαμαντόπουλε από πότε και γιατί δηλώσατε σκηνοθέτης;
Η πρώτη μου σκηνοθετική δουλειά, χωρίς... δήλωση, ήταν το «Παραμύθι Χωρίς Όνομα», το 1959. Ήταν η καλύτερη παράσταση της τελευταίας δεκαπενταετίας.
— Και ποια είναι η διαφορά στη σκηνοθετική δουλειά, μεταξύ θεάτρου και TV;
Δεν είμαι τηλεσκηνοθέτης. Είμαι σκηνοθέτης της τηλεοράσεως, όσον αφορά την ερμηνεία του έργου. Συνεργάζομαι με τον τηλεσκηνοθέτη, που είναι ο κύριος συντελεστής για την κινηματογράφησή του.
— Κοιτάζουμε τον Γιώργο Μιχαλακόπουλο. Έτσι καθώς στέκεται με το απερίγραπτο κοστούμι, τα δίχρωμα παπούτσια και τα τρύπια μάλλινα γάντια, δεν αντέχουμε στον πειρασμό να τον ρωτήσουμε... Πόση απόσταση χωρίζει κ. Μιχαλακόπουλε το «Θέατρο Τέχνης», από το «Σύγχρονο Ελληνικό Θέατρο» και την τηλεόραση του ΕΙΡΤ;
Όση απόσταση έχει ο αρθρογράφος, ο ρεπόρτερ και ο χρονογράφος, που και οι τρεις έχουν σχέση με την δημοσιογραφία, αλλ’ όμως και οι τρεις χρειάζονται ταλέντο.
— Κοιτάζουμε τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Καθώς φαίνεται να κολυμπά στο δικό του κοστούμι, θυμίζει έντονα... Κατοχή. Και η Κατοχή θυμίζει ένα από τα ελάχιστα ελληνικά κινηματογραφικά έργα μιας κάποιας εποχής, που άξιζαν να λέγονται Τέχνη. Κύριε Διαμαντόπουλε, σε τρεις χαρακτηριστικές συμμετοχές σας, το θεατρικό «Τα Δέντρα Πεθαίνουν Όρθια», το κινηματογραφικό «Ψηλά τα Χέρια Χίτλερ» και το τηλεοπτικό «Εκείνος και... Εκείνος», και παρά το γέλιο, μένει στο τέλος μια γεύση πίκρας. Είναι μόνον απλή σύμπτωση η παρουσία σας και στα τρία έργα;
Η γεύση πικρίας, όπως λέτε, είναι το δραματικό υπόβαθρο κάθε ζωντανού γεγονότος.
— Κύριε Μιχαλακόπουλε έχετε παλιούς δεσμούς με το θέατρο. Μαθητής ακόμη του Ε Γυμνασίου Αρρένων Αθηνών γεμίζατε τις αίθουσες των θεάτρων «Κεντρικό» και «Ιντεάλ», αυτοσχεδιάζοντας πάνω στη σκηνή και κρατώντας μόνος σχεδόν το βάρος παραστάσεων με αυτοδίδακτους μαθητές-ηθοποιούς. Τώρα μάλλον αποφεύγετε να μιλάτε για κείνες τις παιδικές «τρέλες», αλλά όσοι σας είχαν δει τότε μπορούσαν εύκολα να προβλέψουν το λαμπρό σας μέλλον. Ποιος ο ρόλος εκείνων των παραστάσεων στην μετέπειτα καριέρα σας;
Κανένας... γιατί δεν ήμουν στο επάγγελμα. Στο επάγγελμα μπήκα αργότερα.
Ο Γιώργος Μιχαλακόπουλος είχε σπουδάσει στη δραματική σχολή του Καρόλου Κουν, παίζοντας στο Θέατρο Τέχνης στα έργα «Όρνιθες», «Νέα Παιδιά», «Άνοδος του Αρτούρο Ούι» και «Ρινόκερως». Θα ακολουθούσε το Θέατρο Μουσούρη με τα έργα «Τρεις Αδελφές», «Θέμα της Ημέρας», «Φώτο Φίνις» και «Άνθρωπος για Όλες τις Εποχές». Έπειτα θα εμφανιζόταν με την Άννα Συνοδινού στο Λυκαβηττό, στις «Εκκλησιάζουσες» και στην «Αντιγόνη». Στα επόμενα χρόνια θα έπαιζε με το θίασο της Έλλης Λαμπέτη στα έργα «Αγία Ιωάννα» και «Μις Πέπσυ», με την Τζένη Καρέζη στα «Ένας Ιππότης για τη Βασούλα» και «Ζητήστε τη Βίκυ», με τον Δημήτρη Χορν στο «Δον Ζουάν», και με το «Σύγχρονο Ελληνικό Θέατρο» των Στέφανου Ληναίου-Έλλης Φωτίου θα πρωταγωνιστούσε στα έργα «Ε Νοικοκυραίοι», «Επικίνδυνο Φορτίο», «Λεωφορείο» και «Καληνύχτα Μαργαρίτα». Εκείνη την εποχή ο Γ. Μιχαλακόπουλος ήταν ο Σόλων στα θεατρικά κομμάτια τού «Εκείνος και... Εκείνος».
— Τι σημαίνει η λέξη «κωμικός» κ. Μιχαλακόπουλε;
Δεν ξέρω την λέξη «κωμικός», παρά μόνο τη λέξη «ηθοποιός». Και αυτή σημαίνει πολλά.
— Σας προβλημάτισε ο ρόλος του Σόλωνα στην τηλεόραση;
Ναι, γιατί είναι ένας ρόλος γραμμένος από έναν προικισμένο συγγραφέα.
— Κι εσείς κ. Διαμαντόπουλε ποια γνώμη έχετε για την επέμβαση της τηλεοπτικής κάμερας στην απόδοση ενός θεατρικού έργου; Πρέπει να το δίνει σαν απλώς κινηματογραφημένη παράσταση, σαν ελεύθερη κίνηση σε διαρκώς μεταβαλλόμενο σκηνικό, σαν ελεύθερη διασκευή ή σαν απλή βάση, για ένα εντελώς καινούριο έργο;
Είναι η τηλεόραση μια καινούρια τεχνική, δεν θα έλεγα Τέχνη. Πολύ περισσότερο από μένα την ερευνούν οι ειδικοί. Είναι πολύ νωρίς, για να απαντήσει κανείς.
— Δεν φοβάστε μήπως η τηλεόραση βλάψει το θέατρο;
Τίποτε δεν βλάπτει τίποτε, όταν αυτό το «τίποτε» έχει να πει κάτι καλό.
— Εσείς κ. Μιχαλακόπουλε;
Πιστεύω ότι θα κάνει καλό. Κι αυτό τουλάχιστον φαίνεται από τώρα.
— Ποια η γνώμη σας κ. Διαμαντόπουλε για την διαμάχη TV και κινηματογράφου;
Ο κινηματογράφος περνούσε κρίση και πριν από την εξάπλωση της τηλεοράσεως. Η τηλεόραση απλώς «σημάδεψε» αυτή την κρίση.
— Κι εσείς κ. Μιχαλακόπουλε θα παίζατε στον ελληνικό κινηματογράφο τον ρόλο του Οδυσσέα στην Τροία;
Ναι, αν το έργο ήταν σάτιρα με αναγωγές.
— Ποια τα μελλοντικά σας σχέδια κ. Διαμαντόπουλε;
Θα συνεχίσω να κάνω θέατρο.
— Και τα δικά σας κ. Μιχαλακόπουλε;
Ανήκουν στο μέλλον και δεν τα ξέρω.
ΕΚΕΙΝΟΣ ΚΑΙ ....... ΕΚΕΙΝΟΣ «Το αυγό»
Την τηλεοπτική επιτυχία τους οι Βασίλης Διαμαντόπουλος και Γιώργος Μιχαλακόπουλος θα την περνούσαν την ίδια εποχή και στο θέατρο, μέσω του έργου «Ω! Τι Κόσμος Μπαμπά» και πάλι με κείμενα του Κώστα Μουρσελά, που θα ανέβαινε κατά πρώτον στην Θεσσαλονίκη, στις 16 Ιουνίου 1973, στο Θέατρο Κήπου και στη συνέχεια, για την χειμερινή σεζόν 1973-74, στο Θέατρο Σάτιρας (Γ Σεπτεμβρίου 69 και Τρικόρφων 3), εκεί όπου ήταν ο κινηματογράφος «Στούντιο», με μουσική του Βασίλη Δημητρίου, σκηνικά-κοστούμια του Γιάννη Μιγάδη και σκηνοθεσία από τον Βασίλη Διαμαντόπουλο. Έπαιζαν οι ηθοποιοί: Βασίλης Διαμαντόπουλος, Γιώργος Μιχαλακόπουλος, Μαρία Ξενουδάκη, Νίκος Κούρος, Νίκος Κάπιος, Ντίνα Κώνστα, Αθηνά Μιχαλακοπούλου (σύζυγος του Γιώργου Μιχαλακόπουλου), Πάνος Αναστασόπουλος κ.ά.
Όπως έλεγε και ο Κώστας Μουρσελάς: «Είναι ένα ιδιόρρυθμο στη δομή του έργο. Δεν είναι επιθεώρηση, γιατί το είδος αυτό σημαίνει επικαιρότητα. Παίζεται τώρα, τρία χρόνια μετά τη γραφή του, αλλά συμπτωματικά είναι ιδεωδώς επίκαιρο. Είναι ένα έργο που ενδιαφέρει ή θα πρέπει να ενδιαφέρει όλο τον κόσμο. Θα μπορούσα να το έχω κάνει σε πρόζα, αλλά με ένα είδος κολάζ διαφόρων εκφραστικών μέσων εκμεταλλεύομαι σύγχρονα στοιχεία, χωρίς να ξεφεύγω από τον ουσιαστικό σκοπό και τα σημεία που θέλω να θίξω.(...) Ξέρω βέβαια ότι, οπωσδήποτε, δεν ειπώθηκε ό,τι ήθελα να ειπωθεί, κι έτσι, για πολλούς και διάφορους λόγους, υπάρχουν και τα αναγκαία “κενά”».
Η λογοκρισία στο θέατρο πάντα ήταν ένα πρόβλημα εκείνη την εποχή, αλλά οι συγγραφείς προσπαθούσαν με τον δικό τους τρόπο να το αντιμετωπίσουν. Και όπως φαίνεται από τους στίχους των τραγουδιών τού «Ω! Τι Κόσμος Μπαμπά» εκείνα που έπρεπε να ειπωθούν λέγονταν...
Περιττό να πούμε πως στην παράσταση υπήρχαν διάφορα σκετς («Υποψίες», «Ψάχνω», «Ομολογία», «Οι ουδέτεροι», «Σκοτώνω», «Κόκα-κόλα» κ.λπ.) και ανάμεσά τους και ένα υπό τον τίτλο «Εκείνος και... Εκείνος», με πρωταγωνιστές, βεβαίως, τους Βασίλη Διαμαντόπουλο και Γιώργο Μιχαλακόπουλο.
Ω! Τι Κόσμος Μπαμπά