Στα τέλη Σεπτεμβρίου έφυγε από τη ζωή, καθυστέρησε όμως να ανακοινωθεί επίσημα ο θάνατος της επιφανούς Αγγλίδας ποιήτριας και ακτιβίστριας Τζούντιθ Καζαντζή (το γένος Πέικενχαμ), η οποία είχε αρνηθεί να χρησιμοποιεί τον τίτλο «Λαίδη» όπως θα επέβαλλε η αριστοκρατική καταγωγή της. Ήταν 78 ετών.
Η Καζαντζή ήταν το τέταρτο παιδί του Φρανκ Πέικενχαμ, γνωστού εκδότη και Κόμη του Λάνγκφορντ, ο οποίος υπήρξε εξέχον στέλεχος του Εργατικού Κόμματος (είχε χρηματίσει και υπουργός) και της ιστορικού Ελίζαμπεθ Χάρμαν.
Η μικρή Τζούντιθ Ελίζαμπεθ Πέικενχαμ μεγάλωσε σε ένα εύρωστο, προνομιακό αλλά και συγχρόνως έντονα φιλολογικό και πολιτικά προοδευτικό οικογενειακό περιβάλλον. Ανάμεσα στα επτά της αδέλφια περιλαμβάνονται οι ιστορικοί Αντόνια Φρέιζερ (χήρα του μεγάλου θεατρικού συγγραφέα και Νομπελίστα Χάρολντ Πίντερ) και Τόμας Πέικενχαμ, η συγγραφέας Ρέιτσελ Μπίλινγκτον και ο διπλωμάτης καριέρας Μάικλ Πέικινχαμ, ενώ μια άλλη αδελφή της, η Κάθριν, ταλαντούχα αρθρογράφος περιοδικών, σκοτώθηκε σε αυτοκινητιστικό ατύχημα το 1969 σε ηλικία 23 μόλις ετών. «Όλα τα παιδιά μας βγήκαν έξυπνα» είχε δηλώσει η μητέρα τους στο New York Times Magazine το 1984.
Μετά το πέρας των σπουδών της το 1961, ξεκίνησε και η ίδια τη φιλολογική της καριέρα, γράφοντας κριτικές τέχνης για την εφημερίδα Evening Standard. Δύο χρόνια μετά γνώρισε και παντρεύτηκε τον νεαρό δικηγόρο Αλέξανδρο Καζαντζή, γιο Ελλήνων μεταναστών του Λονδίνου, με τον οποίο απέκτησε δύο παιδιά.
Η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο "Minefield" (Ναρκοπέδιο) εκδόθηκε το 1977 φανερώνοντας τις επιρροές από τη Σύλβια Πλαθ και ένα σθεναρό προσωπικό ύφος που υποδήλωνε μια διαρκή αντίσταση σε πάσης φύσεως κοινωνική αδικία αλλά και τις περίεργες δυναμικές που αναπτύσσονται ανάμεσα στην οικιακή ζωή και τη δημόσια σφαίρα.
Ο Καζαντζής, ο οποίος στα φοιτητικά του χρόνια είχε εμφανιστεί ως κομπάρσος σε βρετανικές κωμωδίες, συνήθως στον ρόλο του Ρωμαίου λεγεωνάριου, εργαζόταν ως ειδικός του εμπορικού ναυτικού δικαίου σε ελληνικές ναυτιλιακές εταιρείες αλλά –όπως συνέβαινε και με τη σύζυγό του– το πάθος του ήταν η πολιτική. Έθεσε δύο φορές υποψηφιότητα για βουλευτής του Εργατικού Κόμματος ενώ υπήρξε μέλος του Αυτοδιοικητικού Συμβουλίου του Λονδίνου και ήταν οι δικές του προσπάθειες κυρίως αυτές που εμπόδισαν το γκρέμισμα της ιστορικής Αγοράς του Κόβεν Γκάρντεν στα τέλη της δεκαετίας του '70.
Λίγα χρόνια πριν, η Τζούντιθ Καζαντζή είχε επιστρέψει με πάθος στην πρώτη της φιλολογική αγάπη, την ποίηση, και η πρώτη της ποιητική συλλογή με τίτλο "Minefield" (Ναρκοπέδιο) εκδόθηκε το 1977 φανερώνοντας τις επιρροές από τη Σύλβια Πλαθ και ένα σθεναρό προσωπικό ύφος που υποδήλωνε μια διαρκή αντίσταση σε πάσης φύσεως κοινωνική αδικία αλλά και τις περίεργες δυναμικές που αναπτύσσονται ανάμεσα στην οικιακή ζωή και τη δημόσια σφαίρα.
«Παγιδευμένη» δήλωνε σε ένα από τα πρώτα ποιήματα της που είχε τίτλο "Home" (Σπίτι) ενώ ένα άλλο που λεγόταν «Μία π.μ., Νοέμβρης» απηχεί «το ταμπούρλο του έμπειρου, ζωογόνου πλυντηρίου πιάτων μέσα στη βαθιά νύχτα». «Ουσιαστικά ξεκίνησα να γράφω ως θεραπεία για την απόγνωση μιας αποκλεισμένης στο σπίτι νεαρής μητέρας», θα έλεγε αργότερα.
Ακολούθησαν έντεκα ακόμα ποιητικές συλλογές και μια νουβέλα με τίτλο «Για τον έρωτα και τον τρόμο» (Of Love And Terror, 2002) καθώς και διάφορες μελέτες αρχαιοελληνικού δράματος και μεταφράσεις κεφαλαίων της «Οδύσσειας». Παράλληλα με το συγγραφικό της έργο, όσο περνούσαν τα χρόνια, κλιμακωνόταν η δράση της υπέρ του φεμινιστικού και του αντιπυρηνικού κινήματος αλλά και υπέρ της ριζικής αναμόρφωσης του σωφρονιστικού συστήματος, ενώ η μακρόχρονη (και κληρονομική) σχέση της με το Εργατικό Κόμμα έληξε στα μέσα της δεκαετίας του '90 όταν αποχώρησε σε ένδειξη διαμαρτυρίας για την προέλαση του Τόνι Μπλερ (και ό,τι αυτός εκπροσωπούσε) στην ηγεσία του.
Ο γάμος της με τον Αλέξανδρο Καζαντζή είχε επίσης λήξει το 1982, εκείνη όμως αποφάσισε να διατηρήσει το επώνυμό του. Παντρεύτηκε ξανά το 1998, τον συγγραφέα βιβλίων θρίλερ Ίρβιν Γουάινμαν, ο οποίος πέθανε το 2015, ένα χρόνο μετά τον Καζαντζή.
Προς το τέλος της ζωής της, η Τζούντιθ Καζαντζή, καλούμενη να περιγράψει τον εαυτό της, είχε αυτοπροσδιοριστεί γλαφυρά ως «μια αλογόμυγα ποιήτρια που στρέφεται ενάντια στην αδικία... είτε με πλάγιους τρόπους, αναμοχλεύοντας μύθους μέσω της σάτιρας, είτε πιο άμεσα, μέσα από τα όνειρα και τους καημούς μου».
σχόλια