Η Βίκυ Φλέσσα αφηγείται τη ζωή της

Η Βίκυ Φλέσσα αφηγείται τη ζωή της Facebook Twitter
Φωτό: Freddie F.
4

Μεγάλωσα, ακολουθώντας οικογενειακώς τον πυροσβέστη πατέρα μου στις μεταθέσεις του. Ναύπλιον, Κόρινθος, Άργος, Πειραιάς. Κατέληξα στην Αθήνα.

Ο πατέρας μου υπήρξε πολύ χρήσιμος άνθρωπος. Τόν θυμάμαι να επιστρέφει νύχτα ύστερα από φωτιές ή τροχαία με τσουρουφλισμένα φρύδια και ματωμένα χέρια. Ξυπνούσα και τόν ρωτούσα «Τί έγινε; Και πώς σβήσατε τη φωτιά;», «Έζησαν; Τούς σώσατε;». Στα μάτια μου ήταν ένας ήρωας. Μέ σημάδεψε η δουλειά του όσον αφορά στην εικόνα που χρειάζομαι να έχω για τον εαυτό μου. Να είμαι χρήσιμη θέλω. Όπου κι αν είμαι, ό,τι κι αν κάνω.

Tυχαία ξεκίνησα ως δημοσιογράφος. Έψαχνα για δουλειά σε φροντιστήρια, αναμένοντας τον διορισμό μου ως κλασικής φιλολόγου σε κάποιο γυμνάσιο ή λύκειο. Τότε, το 1989, ίσχυε ακόμη η επετηρίδα και η αναμονή για διορισμό υπερέβαινε τα 10 χρόνια. Πίνοντας καφέ με έναν συμμαθητή μου στην πλατεία Κοραή -αυτός εργαζόταν στον Αθήνα 9.84- μού είπε ότι ψάχνουν ανθρώπους για να στελεχώσουν τον δημοτικό ραδιοφωνικό σταθμό. Βρέθηκα να δουλεύω εκεί στις ειδήσεις. Ακολούθησαν η «Μεσημβρινή», η «Καθημερινή» και ύστερα, από τον Απρίλιο του 2000, η τηλεόραση.

Στη δημοσιογραφία μέ τράβηξε η γραφή, η ψύχωση που είχα από παιδί με το διάβασμα και τη γλώσσα. Στο σχολείο η Έκθεση ήταν το αγαπημένο μου μάθημα. Στα χρόνια που πέρασαν συνειδητοποίησα ότι η έλλειψη ρουτίνας, η διαρκής δράση, οι εναλλαγές των θεμάτων και των προσώπων μέ κράτησαν στη δημοσιογραφία, αν και πάντοτε στο μυαλό μου υπήρχε το παράθυρο διαφυγής: να διδάξω αρχαία ελληνικά στην εκπαίδευση. Αυτή η εναλλακτική οδός μού έδινε σιγουριά και ασφάλεια, ένα αίσθημα πλήρους ελευθερίας. Χαίρομαι που δεν μέ έχει εγκαταλείψει ακόμα.

Το μυστικό μιας καλής συνέντευξης είναι η πολύ καλή προετοιμασία, η αφοσίωση σ' αυτό που κάνεις. Αυτό θεωρώ ότι είναι εν γένει «το μυστικό» σε όλα τα επαγγέλματα και είναι το προαπαιτούμενο. Στην εφημερίδα, σημασία έχει να μπορείς, γράφοντας τη συνέντευξη, να πυκνώνεις τον λόγο και να διαβάζεις κάτω από τις λέξεις του συνεντευξιαζομένου, δίχως να παραποιείς τα λεγόμενά του. Στον γραπτό λόγο η δύναμη του δημοσιογράφου είναι τεράστια. Από αυτόν και μόνον εξαρτάται η παρουσίαση εκείνου που δίνει συνέντευξη. Στην τηλεόραση πρέπει να τά καταφέρνεις έτσι, ώστε ο καλεσμένος σου να ξεχνά την κάμερα, διότι ο φακός ασκεί τρομακτική πίεση. Να παρακολουθείς με προσήλωση ό,τι σού λέει, για να οδηγείς την κουβέντα. «Μεταφράζεις» και εικάζεις κυρίως από τα συνδηλούμενα και τα υποδηλούμενα, γιατί η επιλογή των λέξεων -αυτή η ασύνειδη διαδικασία- αποκαλύπτει τις σκέψεις, το ήθος, τη στάση ζωής και το ψυχικό μας υπόστρωμα. Αποφασίζεις αντανακλαστικά εκείνη τη στιγμή τί πρέπει να ρωτήσεις και τί όχι, όσο κι αν έχεις προετοιμαστεί από πριν. Οφείλεις να συντονιστείς με τον απέναντί σου. Αυτό ούτε εύκολο είναι, ούτε πάντοτε εφικτό. Είναι, δε, εξαντλητικό.

Έχω τρομακτικό τρακ από την προηγούμενη μέρα των γυρισμάτων. Κοιμάμαι με ένα χαρτί δίπλα μου και μες στη νύχτα μπορεί να ξυπνήσω και να σημειώσω κάτι για την εκπομπή. Πριν από το γύρισμα ρωτάω τη σκηνοθέτιδα «Ακούγεται η καρδιά μου από το μικρόφωνο;». Πρέπει να ομολογήσω ότι η αδρεναλίνη μέ βασανίζει για τουλάχιστον 4-5 ώρες ακόμη ,αφ' ότου έχει τελειώσει το γύρισμα.

Δέχομαι διαρκώς διαμαρτυρίες για την ώρα προβολής της εκπομπής.«Μα γιατί τέτοια ώρα;» μέ ρωτάνε. Όμως, δεν περνά από το χέρι μου η αλλαγή στον προγραμματισμό. Ανεβάζουμε στο διαδίκτυο τις συνεντεύξεις για να μπορεί να τίς δει ο κόσμος. Παλιά δε, όταν η εκπομπή προβαλλόταν μόνο Σάββατο και όχι και Παρασκευή, όπως τώρα, μετά τα μεσάνυχτα, ξεκινούσε ακόμα πιο αργά, στις 2:30 συχνά και 3 τα χαράματα.

Η τηλεόραση είναι μία διαδικασία προσομοίωσης. Ως θεατής, όταν παρακολουθείς, τοποθετείσαι και ασυνείδητα απορρίπτεις ή εγκρίνεις τα λεγόμενα, το ύφος και το ήθος όσων «βγαίνουν στο γυαλί», κρίνοντας εξ ιδίων τα αλλότρια. Το μέτρο της συμπάθειας ή της αντιπάθειας προς τα τηλεοπτικά πρόσωπα στό δίνει ο εαυτός σου, ο δικός σου τρόπος σκέψης, η προσωπική σου αισθητική. Ο άλλος, αυτός που βλέπεις στην τηλεόραση, λειτουργεί ως καθρέφτης. Ως εκ τούτου, για κάποιον που «βγαίνει στην τηλεόραση», εκτός από παράλογο -παρότι όλοι θέλουμε να μάς αγαπάνε- θα ήταν και αφελώς ματαιόδοξο να θέλει να αρέσει σε όλους. Η πιο αντικειμενική μας εικόνα έρχεται τις περισσότερες φορές από όσους μάς αντιπαθούν ή μάς κρίνουν αρνητικά. Είμαι, λοιπόν, ικανοποιημένη από το ποιοί είναι αυτοί που μέ αποδέχονται.

Ακόμη περισσότερο, από το ποιοί είναι αυτοί στους οποίους δεν αρέσει o τρόπος που κάνω τη δουλειά μου, ή αυτό που είμαι on air.

Μένω επί της Μιχαήλ Βόδα σε ένα διατηρητέο, καταρρέον νεοκλασικό, σε μία γειτονιά με γαζίες εκατέρωθεν του δρόμου και παλιά σπίτια - θα αποφασίσει άραγε ποτέ κάποιος από τους πολιτικούς να σώσει όλα τα εγκαταλελειμμένα υποτιθέμενα διατηρητέα της Αθήνας από την κατάρρευση; Μού αρέσουν οι ξένοι, που μένουν εδώ, είναι γειτονιά πολυεθνική, περπατάς, βλέπεις και ακούς ανθρώπους που ήρθαν με την ελπίδα μιάς καλύτερης ζωής. Φαίνεται στο βλέμμα τους, το βήμα τους. Τούς παρατηρώ με πολύ ενδιαφέρον

Η Δημουλά είναι το καταφύγιό μου κάθε βράδυ. Μού αρέσει η ομοιοπαθητική στον πόνο. Αν, παραδείγματος χάριν, είμαι χάλια θα επιλέξω να δω την ταινία 21 γραμμάρια. Θέλω να πιάσω πάτο, να αισθανθώ την κάθαρση, και όταν πια τα καταφέρω και δω πόσο πιο δυστυχισμένοι είναι οι άλλοι άνθρωποι για πολύ πιο σοβαρούς λόγους σκέφτομαι «ώρα να πάρεις τα πάνω σου».

Αδυνατώ να συμφιλιωθώ με την ιδέα της απώλειας των ανθρώπων που αγαπώ. Τρέμω τη στιγμή του αποχαιρετισμού. Δεν θέλω να τήν ζήσω. Μετά τα 40 γίνεται αυτό που γράφει η φίλη μου, η Κική Δημουλά: «Μετά το μεσονύκτιο πέφτει διπλή ταρίφα ο χρόνος στο ρολόγι». Αισθάνομαι πλέον ότι βρίσκομαι σε μια παραλία και αποχαιρετώ καράβια που φεύγουν, κι αυτό -επειδή μού αρέσουν για συντροφιά οι μεγάλοι άνθρωποι- μέ διαλύει συναισθηματικά. Είναι σκανδαλώδες ότι δεν θα ακούσεις πλέον τη φωνή του άλλου, ότι δεν μπορείς να τόν ξαναδείς.

Η σκέψη του θανάτου μέ βοηθάει πάρα πολύ. Σκέφτομαι τον θάνατο από παιδί. Τις στιγμές που παραμονεύει μέσα μου η ματαιοδοξία- θέλεις περισσότερα λεφτά, σέ ενοχλεί, γιατί κάποιος τά κατάφερε καλύτερα από σένα ή ακόμα και στον έρωτα, όταν ματαιώνεται- σκέφτομαι «Τί κάνεις έτσι; Τί σημασία έχουν όλα αυτά μπροστά στο μεγάλο υπαρξιακό ερώτημα "τί είμαστε, από πού ήρθαμε και πού πάμε"». Αυτό μέ απογειώνει και μέ προσγειώνει πάντα. Αυτή η ρήση από τη νεκρώσιμο ακολουθία «Πάντα ματαιότης τα ανθρώπινα. Ου παραμένει ο πλούτος, ου συνοδεύει η δόξα» είναι η γείωσή μου.

Οι Αθηναίοι
4

ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Γιώργος Βότσης: «Κάποτε δεν χρειαζόταν να δώσεις ορισμό για το τι εστί αναρχικός»

Οι Αθηναίοι / Γιώργος Βότσης: «Κάποτε δεν χρειαζόταν να δώσεις ορισμό για το τι εστί αναρχικός»

Για τις Αρχές ήταν «τρομοκράτης» και «αρχηγός» της 17Ν, ενώ για την Αριστερά «προβοκάτορας». Σήμερα δηλώνει αντιστασιακός εκ φύσεως και πιστεύει ότι η «Ελευθεροτυπία» της δικής του εποχής δεν μπορεί να ξαναβγεί. Ο θρυλικός δημοσιογράφος αφηγείται την πολυτάραχη ζωή του.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Εβελίνα Παπούλια: «Δεν μου χαρίστηκε τίποτα»

Oι Αθηναίοι / Εβελίνα Παπούλια: «Δεν μου χαρίστηκε τίποτα»

«Μην παίξεις ποτέ κωμωδία», της είχαν πει, αλλά τελικά το ευρύ κοινό τη λάτρεψε ως Μαρίνα Κουντουράτου. Όταν αποφάσισε να ερμηνεύσει τον ρόλο μιας τρανς γυναίκας, της είπαν «θα καταστραφείς». Ήταν πάντα τολμηρή και άφοβη. Και είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
«Η Ελλάδα που πρωτοείδα ήταν βουτηγμένη στη φτώχεια» ή «Γνώρισα/πρόλαβα μια Ελλάδα ανέγγιχτη και αναλλοίωτη». ή «Οι άνθρωποι στα νησιά δεν γνώριζαν καν τι σημαίνει τουρίστας»

Οι Αθηναίοι / «Τώρα η γλώσσα του Οδυσσέα είναι η γλώσσα μου. Και το Αιγαίο είναι η θάλασσά μου»

Γεννημένος στο Σικάγο, η αληθινή αλλαγή στη ζωή του ήρθε όταν ταξίδεψε για πρώτη φορά στα ελληνικά νησιά και την Αθήνα το 1954. Αποτύπωσε φωτογραφικά «τα χρόνια της ελπίδας σε μια Ελλάδα ανέγγιχτη και αναλλοίωτη». Σήμερα, εκφράζει την ανησυχία του για τα όμορφα τοπία της και τις γειτονιές, όπως η Πλάκα, που «είναι γεμάτες από καταστήματα με σουβενίρ». Ο φιλέλληνας φωτογράφος Ρόμπερτ Μακέιμπ είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Οι Αθηναίοι / Βασιλική Δρίβα: «Με προσβάλλει να με χρησιμοποιούν σαν καθρέφτη για την ανωτερότητά τους»

Ανατρέποντας πολλά από τα στερεότυπα που συνοδεύουν τους ανθρώπους με αναπηρία, η Βασιλική Δρίβα περιγράφει τις δυσκολίες που αντιμετώπισε αλλά και τις χαρές, και μπορεί πλέον να δηλώνει, έστω δειλά, πως είναι ηθοποιός. Είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Ειρήνη Φρεζάδου: «Είμαστε οι αρχιτέκτονες της ζωής μας»

Ειρήνη Φρεζάδου / Ειρήνη Φρεζάδου: «Ό,τι κλείνει στο κέντρο, ανοίγει στη θέση του ένα μπαρ ή ένα εστιατόριο»

Αγωνίζεται ενάντια «στην απληστία που ξοδεύει τον αρχιτεκτονικό, φυσικό και πολιτιστικό μας πλούτο». Βγήκε μπροστά για το κτίριο «που ντροπιάζει την Ακρόπολη». Και τώρα, το νέο της σχέδιο είναι η αναβίωση του ιστορικού σιδηροδρομικού δικτύου της Πελοποννήσου. 
ΝΤΙΝΑ ΚΑΡΑΤΖΙΟΥ
Αγορίτσα Οικονόμου

Αγορίτσα Οικονόμου / «Πέφτω να κοιμηθώ και σκέφτομαι ότι κάτι έχω κάνει καλά»

Βρέθηκε να κυνηγάει το όνειρο της υποκριτικής, χωρίς να γνωρίζει τον τρόπο, αλλά με τη βεβαιότητα ότι δεν ήθελε ποτέ να μείνει με την απορία «γιατί δεν το έκανα;». Μέσα από σκληρή δουλειά και πολλούς μικρούς ρόλους, κατάφερε να βρει τον δρόμο της στην τέχνη, στον οποίο προχωρά και αισθάνεται τυχερή. Η Αγορίτσα Οικονόμου είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΑΡΓΥΡΩ ΜΠΟΖΩΝΗ
Τάσος Μαντής: Από τα υδραυλικά στα αστέρια Michelin

Οι Αθηναίοι / Τάσος Μαντής: Από τα υδραυλικά στα αστέρια Michelin

Ένα απρόσμενο Σαββατοκύριακο σε ένα κότερο στάθηκε αρκετό για να αλλάξει τη ζωή του. Από την πρώτη του εμπειρία ως μάγειρας στον στρατό μέχρι τις κουζίνες των κορυφαίων εστιατορίων του κόσμου, κάθε σταθμός διαμόρφωσε τη φιλοσοφία του βραβευμένου σεφ. Σήμερα, μέσα από το αστεράτο Soil, αποδεικνύει πως η μαγειρική δεν είναι απλώς τέχνη, αλλά τρόπος ζωής.
M. HULOT
«Ελάχιστοι άνθρωποι που ασχολήθηκαν με την τέχνη άφησαν παρακαταθήκη»

Οι Αθηναίοι / «Αυτό που λέμε ευτυχισμένη ζωή δεν υπάρχει»

Ο Θέμης Ανδρεάδης γνώρισε τεράστια επιτυχία με το σατιρικό τραγούδι αλλά το ρίσκο να ασχοληθεί με το αγαπημένο του είδος, την μπαλάντα, τον άφησε εκτός μουσικής για σχεδόν είκοσι χρόνια. Η επιστροφή του με ένα δίσκο βινυλίου με συμμετοχές μουσικών από τις νεότερες γενιές ανοίγει ένα νέο, πιο φωτεινό κεφάλαιο στη ζωή του.
M. HULOT
Γιάννης Μπακογιαννόπουλος

Οι Αθηναίοι / Γιάννης Μπακογιαννόπουλος: «Η δημοσιότητα που έχω είναι μεγαλύτερη από την αξία μου»

Τη δεκαετία του '50 έβγαλε το πιο φτηνό εισιτήριο, βρέθηκε στο Παρίσι και κοιμόταν στο πάτωμα, προκειμένου να γνωρίσει το «μαγικό σύμπαν» του κινηματογράφου. Ο Βούλγαρης τον φωνάζει ακόμα «δάσκαλο», ενώ κάποτε του έλεγαν ότι οι κριτικές του έμοιαζαν να απευθύνονται μόνο στους φίλους του. Όμως εκείνος παρέμεινε πιστός στον δικό του δρόμο. Και είναι ο Αθηναίος της εβδομάδας.
ΧΡΗΣΤΟΣ ΠΑΡΙΔΗΣ
Χρήστος Μποκόρος, εικαστικός

Οι Αθηναίοι / Χρήστος Μποκόρος: «Η τέχνη δεν είναι θέαμα, πρέπει να σε αφορά και να σε πονάει»

Όταν βρέθηκε στη Σχολή Καλών Τεχνών, ένιωσε ότι ναυάγησαν όλα του τα όνειρα και οι επιθυμίες. Αν και έχει ζωγραφίσει χιλιάδες κεράκια, ακόμα αισθάνεται αρχάριος, γιατί το καθένα είναι διαφορετικό, όπως και οι άνθρωποι. Για εκείνον, η τέχνη είναι ένα μνημείο, και κάθε φορά με τα έργα του ακουμπά εκεί που πονάει, για να παίρνει δύναμη.
M. HULOT
Μαίρη Κουκουλέ

Οι Αθηναίοι / Μαίρη Κουκουλέ (1939-2025): Η αιρετική λαογράφος που κατέγραψε τη νεοελληνική αθυροστομία

Μοίρασε τη ζωή της ανάμεσα στην Αθήνα και το Παρίσι, υπήρξε σύντροφος ζωής του επίσης αιρετικού Ηλία Πετρόπουλου. Ο Μάης του ’68 ήταν ό,τι συγκλονιστικότερο έζησε. Πέθανε σε ηλικία 86 ετών.
ΘΟΔΩΡΗΣ ΑΝΤΩΝΟΠΟΥΛΟΣ
Θανάσης Σκρουμπέλος, συγγραφέας

Οι Αθηναίοι / «Δεν μπορεί να κερδίζει συνέχεια το δίκιο του ισχυρού»

Στο Λονδίνο, ο Θανάσης Σκρουμπέλος έλεγε ότι είναι «απ’ τον Κολωνό, γείτονας του Σοφοκλή». Έχοντας βγει από τα σπλάχνα της, ο συγγραφέας που έγραψε για την Αθήνα του περιθωρίου, για τη γειτονιά του και τον Ολυμπιακό, πιστεύει ότι η αριστερά που γνώρισε έχει πεθάνει, ενώ το «γελοίο που εκφράζει η ισχυρή άρχουσα τάξη» είναι ο μεγαλύτερός του φόβος.
M. HULOT
«Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Οι Αθηναίοι / «Κάποια στιγμή έμαθα να βάζω στον λόγο μου ένα "ίσως", ένα "ενδεχομένως"»

Στην Α’ Δημοτικού τη μάγεψε η φράση «Η Ντόρα έφερε μπαμπακιές». Διαμορφώθηκε με Προυστ, Βιρτζίνια Γουλφ, Γιώργο Ιωάννου και Κοσμά Πολίτη. Ως συγγραφέα την κινεί η περιέργεια για τις ανθρώπινες σχέσεις. Η Αγγέλα Καστρινάκη είναι η Αθηναία της εβδομάδας.
ΓΙΑΝΝΗΣ ΠΑΝΤΑΖΟΠΟΥΛΟΣ
Τζούλια Τσιακίρη

Οι Αθηναίοι / Τζούλια Τσιακίρη: «Οι ταβερνιάρηδες είναι ευεργέτες του γένους»

Με διαλείμματα στο Παρίσι και τη Νέα Υόρκη, έχει περάσει όλη της τη ζωή στο κέντρο της Αθήνας - το ξέρει σαν την παλάμη της. Έχει συνομιλήσει και συνεργαστεί με την αθηναϊκη ιντελεγκέντσια, είναι άλλωστε κομμάτι της. Εδώ και 60 χρόνια, με τη χειροποίητη, λεπτολόγα δουλειά της στον χώρο του βιβλίου και με τις εκδόσεις «Το Ροδακιό» ήξερε ότι δεν πάει για τα πολλά. Αλλά δεν μετανιώνει για τίποτα απ’ όσα της επιφύλαξε η μοίρα «εις τον ρουν της τρικυμιώδους ζωής της».
ΖΩΗ ΠΑΡΑΣΙΔΗ

σχόλια

4 σχόλια
Ο τρόπος που γράφετε είναι καθαρός, πυκνός, σαφής .... μ' αρέσει ο τρόπος που γράφετε τελικά... περισσότερο από τις τηλεοπτικές σας συνεντεύξεις ... θα έλεγα να γράφετε συχνότερα.... :)
Κυρια Φλεσσα,και το Κυρια το εννοω,ειστε απο τους πολυ λιγους που τιμουν το επαγγελμα του δημοσιογραφου.Θεωρω οτι οι εκπομπες σας συνεισφερουν στην αφυπνιση του βαρεια ντοπαρισμενου ελληνικου λαου.Εξαιρετικη ηταν η τελευταια σας εκπομπη με τους κυριους Παγκαλο και Τσουκα.Ευχομαι να συνεχισετε για πολυ καιρο το θετικο σας εργο.Με μεγαλη εκτιμηση,Στεργιου Χρυσα,απο Σπατα.