ΧΑΖΕΥΟΝΤΑΣ ΧΘΕΣ ΣΤΟ Facebook, εμφανίστηκε μπροστά μου το εξώφυλλο του πρώτου τεύχους του περιοδικού 01 που είχε αναρτήσει ένας άγνωστός μου προσωπικά διαδικτυακός φίλος, με την επικεφαλίδα «30 χρόνια 01». Τι λες τώρα, έκλεισαν ακριβώς τριάντα χρόνια; Ναι, μια βαθύτερη ματιά το επιβεβαιώνει. Τεύχος πρώτο, γράφει με μικρά πράγματα πάνω δεξιά πλάι στον τίτλο, Δεκέμβριος 1993, Δρχ. 800.
Ως αναγνώστης το θυμάμαι εκείνο το παρθενικό τεύχος –που λειτούργησε και ως «ξεπαρθένιασμα» για πολλές ευαίσθητες κι ανέστιες ψυχές– όχι ως μέλος της συντακτικής ομάδας (παρέας, εξωτικής φυλής, ιδανικής λέσχης απροσάρμοστων) στην οποία βρήκα κι εγώ δουλειά (διέξοδο, εστία, καταφύγιο) λίγα τεύχη αργότερα.
Τον Δεκέμβρη του 1993 όμως δεν γνώριζα προσωπικά κανέναν και καμιά από τους ανθρώπους που μερικούς μήνες μετά θα έβλεπα κάθε μέρα –αλλά και κάθε νύχτα, κάποιους εξ αυτών– σ’ εκείνο το αξέχαστο γραφειακό loft πάνω από τη Βαρβάκειο Αγορά και στο κέντρο του υποβαθμισμένου και μακαρίως λησμονημένου downtown, σε μια εποχή που το gentrification δεν είχε ξεκινήσει καλά-καλά ούτε στη Νέα Υόρκη ακόμα.
Το Ο1 πάνω απ’ όλα λειτουργούσε ως ταυτότητα για τον τακτικό αναγνώστη που αποκτούσε σχέση οπαδού με το έντυπο. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη.
Ούτε αυτά τα μέρη τα είχα γνωρίσει ακόμα στην πραγματικότητα όταν είδα στο συνοικιακό ψιλικατζίδικο το πρώτο τεύχος. Το είχε αναγγείλει στους αναγνώστες της στήλης του στην Ελευθεροτυπία ο Στάθης και το περίμενα πώς και πώς. Και η πρώτη εικόνα με την ασπρόμαυρη φωτογραφία του grungy αγοροκόριτσου στο εξώφυλλα όχι μόνο δεν απογοήτευε, αλλά διέθετε όλους τους σωστούς συμβολισμούς.
Επιτέλους κάτι και για εμάς τα ορφανά ψώνια, κάτι εναλλακτικό, κάτι φρέσκο, κάτι καινούργιο, κάτι στυλάτο αλλά και ουσιώδες, κάτι που να υποδηλώνει μια αισθητική προδιάθεση και μια καλλιέργεια, του «δρόμου» έστω, κάτι διαφορετικό.
Κάτι διαφορετικό από τον casual ολοκληρωτισμό του ΚΛΙΚ βασικά, που ήδη είχε συμπληρώσει έξι χρόνια ύπαρξης, είχε εξυπηρετήσει για κάποιο καιρό την ανάγκη για ένα εγχώριο Face ή Actuel, είχε όμως επίσης ήδη πάρει (ή ανοίξει) τον δρόμο του κυνικού ευδαιμονισμού και του μυκονιάτικου νεοπλουτισμού που θα χαρακτήριζε το εγχώριο lifestyle για τη δεκαετία του ’90 κι ακόμα παραπέρα.
Μερικοί τίτλοι θεμάτων μόνο στο μίνιμαλ εξώφυλλο, ελαφρώς αόριστοι και μπλαζέ, σαν διακριτικό αλλά σημαδιακό μειδίαμα, ενδεικτικοί όμως μιας DIY ευαισθησίας και μιας υβριδικής και συμπεριληπτικής αντίληψης. «Καλώς ήρθατε στο μέλλον σας», «Ο Βέλτσος ανοίγει το στόμα του», «Ντύσου σαν έργο τέχνης», «What’s sexy?», «Η μανία με τον Βιτγκενστάιν», «Hello Stranger! Ξένοι στην Αθήνα»...
Το όλον, η συνολική εμπειρία, η ιδέα του περιοδικού ήταν πολύ πιο ισχυρή από τα περιεχόμενα, από τα θέματα και τα σπαράγματα που απλώνονταν γενναιόδωρα και με ευφάνταστους γραφιστικά τρόπους στις σελίδες, όσο δυνατά κι αν ήταν από μόνα τους. Το Ο1 πάνω απ’ όλα λειτουργούσε ως ταυτότητα για τον τακτικό αναγνώστη που αποκτούσε σχέση οπαδού με το έντυπο. Άλλοι καιροί, άλλα ήθη.