EXOYN ΥΠΑΡΞΕΙ ΚΙ ΕΔΩ και αλλού περιπτώσεις γλαφυρής και υπερβατικής «αθλητικογραφίας» είτε από δημοσιογράφους και λογοτέχνες είτε από απλούς οπαδούς σε συγγραφικό οίστρο, τίποτα όμως που να μπορεί να συγκριθεί με το γράψιμο κάποιου σαν τον Ρότζερ Έιντζελ (Roger Angell), ο οποίος πέθανε πριν από λίγες μέρες σε ηλικία 101 ετών.
«Μοιάζει να στέκεται σε λόφο, σαν ηλιοκαμένος αρχαιολόγος στην Κνωσό» είχε χαρακτηριστικά γράψει κάποτε για τον σπουδαίο Κουβανό pitcher (ο παίκτης που ρίχνει με δύναμη την μπάλα στο μπέιζμπολ) των Red Sox της Βοστώνης, Λούις Τιάντ.
Για πάνω από εξήντα χρόνια τα κείμενά του στο «New Yorker» λειτουργούσαν ως η ιδανική έκφραση της φωνής (της ψυχής, του μυαλού, της φαντασίας, της «αρρώστιας») του μέσου οπαδού, αν βέβαια αυτός ο οπαδός μπορούσε να γράφει σαν άγγελος.
Το New Yorker ήταν το «σπίτι» του και πριν ξεκινήσει, γύρω στα σαράντα του, να γράφει για σπορ (βασικά για το μπέιζμπολ) ήταν ένας από τους πιο επιφανείς αρχισυντάκτες / επιμελητές του περιοδικού και είχε συνεργαστεί στενά με κολοσσούς όπως ο Βλαντιμίρ Ναμπόκοφ και ο Τζον Απντάικ.
Για πάνω από εξήντα χρόνια τα κείμενά του στο «New Yorker» λειτουργούσαν ως η ιδανική έκφραση της φωνής (της ψυχής, του μυαλού, της φαντασίας, της «αρρώστιας») του μέσου οπαδού, αν βέβαια αυτός ο οπαδός μπορούσε να γράφει σαν άγγελος.
Τον είχαν αναγορεύσει «επίτιμο ποιητή του μπέιζμπολ», ο ίδιος όμως προτιμούσε να αποκαλεί τον εαυτό του ρεπόρτερ, παρόλο που τα γραπτά του τρέφονταν κυρίως από το καλπάζον φαντασιακό ενός οπαδού και λιγότερο από το σκορ, την εξέλιξη και τα στατιστικά ενός αγώνα.
Και μπορεί, όπως έχει συμβεί και με άλλους Αμερικανούς λογοτέχνες, το πάθος και το πεδίο του να ήταν το εντελώς ακατανόητο σε εμάς μπέιζμπολ, πολλά από τα γραπτά του όμως αφορούν τις χαρές και τους καημούς των οπαδών οποιουδήποτε άλλου δημοφιλούς αθλήματος, οπουδήποτε στον κόσμο. Όπως αυτό που είχε γράψει το 1977:
Μοιάζει, εκ πρώτης όψεως, ανόητη και παιδαριώδης αυτή η σύνδεσή μας με κάτι τόσο εμφανώς στημένο και εμπορικά εκμεταλλεύσιμο όσο μια επαγγελματική αθλητική ομάδα, και είναι κατανοητό το υπεροπτικό μειδίαμα ή ο ψυχρός χλευασμός που απευθύνει ο μη οπαδός στον φανατικό υποστηρικτή μιας ομάδας (το έχω δει άπειρες φορές αυτό το βλέμμα – το ξέρω απέξω κι ανακατωτά). Σχεδόν δεν σηκώνει απάντηση. Σχεδόν. Αυτό που παραλείπεται από την εξίσωση αυτή είναι, κατά τη γνώμη μου, η ιδέα της έγνοιας, το να σε νοιάζει κάτι βαθιά και παθιασμένα, να σε νοιάζει πραγματικά – μια ικανότητα ή ένα συναίσθημα που μοιάζει να έχει χαθεί σχεδόν από την καθημερινή ζωή. Μοιάζει πιθανό λοιπόν να έχουμε φτάσει σε μια εποχή που δεν έχει και τόση σημασία πια το πόσο ευτελές ή ανόητο μπορεί να θεωρηθεί το αντικείμενο αυτής της έγνοιας, από τη στιγμή που μας χαρίζει αυτό το συναίσθημα. Η αφέλεια – ο άκομψος ενθουσιασμός και η παιδαριώδης χαρά που οδηγούν έναν ενήλικα να χορεύει και να πανηγυρίζει ξαφνικά μέσα στη νύχτα για μια μπαλιά είναι ένα πολύ μικρό τίμημα για ένα τόσο πολύτιμο δώρο.
Σ’ ένα άλλο κείμενο του, του 2013, έγραφε με κάποια απόγνωση για το αλύπητο ξεζούμισμα του σύγχρονου φίλαθλου / θεατή με τις ατέλειωτες τηλεοπτικές μεταδόσεις αθλητικών γεγονότων που «ξετυλίγονται διαρκώς μπροστά στα μισοσβησμένα μάτια μας», ενώ τον Νοέμβριο της προηγούμενης χρονιάς είχε γράψει ένα συγκινητικό κομμάτι στο New Yorker με τίτλο «Over the Wall» στο οποίο επιχειρούσε να καταγράψει ή να εξομολογηθεί τον τρόπο που προσπαθούσε να διαχειριστεί το πένθος για την πρόσφατη απώλεια της γυναίκας του:
Αυτά που δεν γνωρίζουν για μας οι νεκροί πληθαίνουν και γίνονται μια στοίβα, παρότι στην αρχή δεν το προσέχουμε. Δεν γνωρίζουν πώς την βγάζουμε χωρίς εκείνους, αντιμέτωποι με τις ώρες και τις μέρες που τώρα συσσωρεύονται τόσο γρήγορα, και δεν γνωρίζουν, εκτός αν με κάποιο τρόπο το είχαν μαντέψει από πριν, ότι δεν έχουμε καμία διάθεση για όλον αυτόν τον ανένδοτο καταιγισμό πρωινών και τηλεφωνημάτων και επισκέψεων στην τράπεζα, όλα αυτά τα βήματα που σέρνουμε καθημερινά, επειδή δεν θέλουμε τίποτα εξωγενές που θα μας αποσπάσει από αυτό που νιώθουμε για εκείνους ή από τον τρόπο με τον οποίο θέλουμε να τους κρατήσουμε στο μυαλό μας.