ΣΕ ΜΙΑ ΕΠΟΧΗ ΣΑΝ ΤΗ ΔΙΚΗ ΜΑΣ που το παρόν απαξιώνεται και η νοσταλγική αποθέωση ενός φαντασιακού συχνά παρελθόντος γεμάτο μύθους, θρύλους και ιερά τέρατα, έχει εξαπλωθεί εδώ και καιρό σαν επιδημία, οι ζωντανοί εκπρόσωποι των ένδοξων καιρών και των ωραίων στιγμών είναι πιο σπάνιοι και πιο πολύτιμοι από ποτέ. Οι άνθρωποι δεν συνωστίζονται για ν’ ακούσουν ζωντανά τη Μαρινέλλα (ή τους ελάχιστους άλλους ερμηνευτές ανάλογου διαμετρήματος που έχουν απομείνει), αλλά για να προλάβουν να δουν –βασικά, να έχουν να λένε ότι είδαν– τη Μαρινέλλα ζωντανή. Όρθια. Τα υπόλοιπα είναι λεπτομέρειες.
Δεν το κρίνω, το κατανοώ απολύτως. Κι εγώ έχω δει ουκ ολίγους ερμηνευτές, Έλληνες και ξένους, καθοδηγούμενος κυρίως από ένα τέτοιο, ψυχαναγκαστικό και μακάβριο εν τέλει, ένστικτο. Οι συμβατικές προσδοκίες αναστέλλονται. Δεν έχει και τόση σημασία η απόδοση του (προχωρημένης ηλικίας πλέον) καλλιτέχνη επί της σκηνής όσο το γεγονός ότι εσύ βρίσκεσαι ενώπιον ενός «ζωντανού θρύλου», όσο ευπαθής και κλονισμένος κι αν φαίνεται σε σχέση με την ακμαία, ιδανική εκδοχή του που μένει πάντα αγκιστρωμένη στο μυαλό. Η παράσταση λειτουργεί ως κειμήλιο και μοιάζει με αγρύπνια για κάποιον που βρίσκεται ακόμα εν ζωή.
Δεν είναι και λίγοι οι επιφανείς ερμηνευτές στην ιστορία που έχουν καταρρεύσει επί σκηνής, κάποιες φορές με μοιραία κατάληξη. Πρόκειται όμως για δυστύχημα, όχι για κάποια μεταφυσική εκπλήρωση ενός ρομαντικού ιδεώδους.
Και καλώς ή κακώς (καλώς θα έλεγα), οι ευκαιρίες για κάτι τέτοιο είναι πολύ περισσότερες από παλιά από τη στιγμή που στις ζωντανές εμφανίσεις πλέον είναι τα λεφτά και η επαφή με το κοινό, δεν είναι στην ημιθανή δισκογραφία – κι αυτό δεν ισχύει μόνο για τους καλλιτέχνες αλλά και για ένα ολόκληρο κύκλωμα ανθρώπων (παραγωγή, επικοινωνία, τεχνικοί, μουσικοί) που βιοπορίζονται από τις συναυλίες.
Η ηλικία πραγματικά δεν έχει σημασία. Στο πρόσφατο ντοκιμαντέρ «Thank You, Goodnight: The Bon Jovi Story», παρακολουθούμε την κοπιώδη έως βασανιστική θεραπεία που ακολουθεί ο Τζον Μπον Τζόβι (ειδικά φάρμακα, εξουθενωτικές θεραπείες, ατέλειωτες ασκήσεις και καθημερινή έκθεση σε ένα «μαγικό» μηχάνημα λέιζερ που υποτίθεται ότι γυρίζει τον χρόνο πίσω για τις ταλαιπωρημένες φωνητικές του χορδές) προκειμένου να ανταποκριθεί στις στοιχειώδεις υποχρεώσεις μιας συναυλίας. Δεν μοιάζει με πάθος όλο αυτό ούτε με αγάπη για την τέχνη του και το κοινό του (ασχέτως αν είναι αυτά τα κύρια κίνητρά του), αλλά με καταναγκαστικά έργα.
Και το χειρότερο είναι ότι ούτε αυτά δεν αρκούν συχνά. Σε μια άλλη σκηνή τον βλέπουμε αμέσως μετά από την συναυλία του στο Νάσβιλ. Όλοι οι συνεργάτες του, του δίνουν συγχαρητήρια και του λένε πόσο φοβερός ήταν μέχρι που φτάνει στο καμαρίνι όπου βρίσκεται η σύζυγός του, η οποία τον πληροφορεί, με όσο πιο εύσχημο τρόπο μπορεί, ότι η εμφάνισή του ήταν επιεικώς τραγική. Και ο Τζον Μπον Τζόβι είναι μόλις 62 ετών. Στην ηλικία του, η Μαρινέλλα όργωνε με την χαρακτηριστική της άνεση και με το υπερκινητικό της μπρίο, τις πίστες και τις σκηνές της επικράτειας.
Υπάρχουν όμως άλλοι και άλλες, ακόμα και στην ηλικία της, ακόμα και μεγαλύτερης ηλικίας, που –όπως και η ίδια άλλωστε μέχρι και το χθεσινό δυσάρεστο συμβάν– όχι μόνο τα βγάζουν πέρα μια χαρά στις συναυλίες τους, αλλά φαίνονται σαν να είναι ακριβώς αυτές οι ζωντανές εμφανίσεις ενώπιον του κοινού που τους τροφοδοτούν με μια μαγική, ζωογόνο ενέργεια που τους δίνει σκοπό και διατηρεί αναμμένη τη σπίθα.
Δεν είναι και λίγοι οι επιφανείς ερμηνευτές στην ιστορία που έχουν καταρρεύσει επί σκηνής, κάποιες φορές με μοιραία κατάληξη. Πρόκειται όμως για δυστύχημα, όχι για κάποια μεταφυσική εκπλήρωση ενός ρομαντικού ιδεώδους. Ούτε και είναι αυτή η δυσανάλογα δραματική υποσημείωση μιας ολόκληρης καριέρας και ζωής αυτή που τους κρατάει στη μνήμη και στις καρδιές των ανθρώπων. Είναι όλα τα υπόλοιπα.