ΤΟ ΣΤΟΡΙ ΤΗΣ ΘΕΑΜΑΤΙΚΗΣ, παραμυθένιας και από το πουθενά προώθησης της «μικρής ταινίας με τη μεγάλη καρδιά» (και την ακόμα μεγαλύτερη κεντρική της ερμηνεία) κυκλοφορούσε εδώ και μέρες στα μέσα.
Έμοιαζε σαν να έχει κινητοποιηθεί ξαφνικά σύσσωμο σχεδόν το σταρ-σίστεμ του Χόλιγουντ για να εξυμνήσει μια ανεξάρτητη ταινία χαμηλού προϋπολογισμού με τίτλο «To Leslie» και ιδιαιτέρως την Άντρεα Ράιζμπορο, την Αγγλίδα ηθοποιό (μια ηθοποιό-ηθοποιό, όχι αστεία) που όλοι κάπου έχουμε δει και θαυμάσει, αλλά δεν θυμόμαστε πού ακριβώς, εδώ όμως, στον ρόλο μιας Τεξανής αλκοολικής, εμφανίζεται να παραδίδει μια σπουδή πάνω στον εθισμό και το τραύμα και μια ερμηνεία για τους αιώνες.
Το «θαύμα» έγινε και η υποψηφιότητα της Ράιζμπορο είναι γεγονός. Το παραμύθι είχε καλό τέλος, όσο κι αν πάνε να το «μαγαρίσουν» ελαφρώς τα διάφορα δημοσιεύματα και οι θεωρίες συνωμοσίας που ξετυλίχτηκαν με άξονα την πιο σύντομη, ανέξοδη και αποτελεσματική καμπάνια όλων των εποχών.
Οι ειδικοί όμως περί τα Όσκαρ και τους μηχανισμούς της Ακαδημίας αναλυτές αμφέβαλαν πολύ ότι θα μπορούσε να έχει το παραμύθι ευτυχισμένο τέλος. Ήταν ήδη πολύ αργά, οι υποψηφιότητες είχαν «παγιωθεί» και επίσης επρόκειτο για μια ταινία που έμοιαζε να μην έχει δει κανείς εκτός από τους σταρ που με τόση θέρμη την υποστήριζαν.
Και πράγματι, παρόλο που η ταινία βρήκε διανομή στις αίθουσες του πλανήτη (και στις δικές μας πριν από μερικούς μήνες με τον αφηρημένα μοιρολατρικό τίτλο «Όσα φέρνει η ζωή»), είτε αγνοήθηκε, παρά τις ευνοϊκές κριτικές και τα θαυμαστικά για το tour de force της πρωταγωνίστριάς της, είτε θεωρήθηκε πολύ σεμνή και ταπεινή για το καρναβάλι των μεγάλων βραβείων. Κι ας ήταν συνδεδεμένη με κάποιο κοινωνικό ζήτημα (issue), κάτι για το οποίο ψοφάνε συνήθως στα Όσκαρ – τον αλκοολισμό εν προκειμένω. Τον τελειωμένο αλκοολισμό. Ζήτημα διαχρονικό και οικουμενικό, αλλά όχι ακριβώς διαταξικό, όπως δείχνει και η ταινία, που λειτουργεί και ως ελεγεία για την αμερικανική εργατική τάξη.
Τελικά όμως το «θαύμα» έγινε και η υποψηφιότητα της Ράιζμπορο είναι γεγονός. Το παραμύθι είχε καλό τέλος, όσο κι αν πάνε να το «μαγαρίσουν» ελαφρώς τα διάφορα δημοσιεύματα και οι θεωρίες συνωμοσίας που ξετυλίχτηκαν με άξονα την πιο σύντομη, ανέξοδη και αποτελεσματική καμπάνια όλων των εποχών. Σίγουρα, πάντως, σύμφωνα με το περιοδικό «New York», βοήθησαν σημαντικά σ’ αυτή την πρωτοφανή κινητοποίηση τα «κονέ» του (επίσης Άγγλου) σκηνοθέτη της ταινίας.
Μπορεί να είναι η πρώτη του κινηματογραφική ταινία, ο Μάικλ Μόρις όμως είναι παλιά καραβάνα στην τηλεόραση και ως παραγωγός αλλά κυρίως ως σκηνοθέτης (Kingdom, Halt and Catch Fire, Preacher, 13 reasons why, House of Cards, Billions, Bloodline και Better call Saul, ανάμεσα σε άλλα). Υπήρξε επίσης ο καλλιτεχνικός διευθυντής ενός βαρυσήμαντου θεσμού όπως το θεατρικό σύστημα του Old Vic στο Λονδίνο, ενώ η σύζυγός του είναι η γνωστή ηθοποιός Μέρι ΜακΚόρμακ.
Όλα αυτά τα στοιχεία σημαίνουν πολλές και επιφανείς γνωριμίες και συμπάθειες, οι οποίες έσπευσαν να ενισχύσουν την ταινία με άμεσο και θεαματικό τρόπο. Η λίστα μιλά από μόνη της: Σαρλίζ Θερόν, Γκουίνεθ Πάλτροου, Τζένιφερ Άνιστον, Έντουαρντ Νόρτον, Κέιτ Γουίνσλετ, Κέιτ Μπλάνσετ, Λόρα Ντερν, Τζέιμι Λι Κέρτις, Τζέιν Φόντα… και δεν συμμαζεύεται. Σημαντικό ρόλο, τέλος, φέρεται να έπαιξε και ο «δαιμόνιος» μάνατζερ της ηθοποιού, Τζέισον Γουάινμπεργκ, ως επιμελητής μιας καμπάνιας που θα αποτελέσει πρότυπο και αντικείμενο μελέτης.