ΣΕ ΜΙΑ ΑΠ' ΑΥΤΕΣ ΤΙΣ νυχτερινές συζητήσεις που χαλαρώνει η θεματολογία και εξορκίζεται επιτέλους η επικαιρότητα, τέθηκε προσφάτως το ζήτημα της πρώτης φοράς που μπορεί να συνέβη στον καθένα από μας μια ξεκάθαρη σεξουαλική διέγερση – εκείνος ο περίεργος και ντροπιαστικός συνήθως ερεθισμός που σε προετοίμαζε για τον ενήλικο κόσμο των ηδονών, του πόνου και των ατέλειωτων μπελάδων. Προσπαθούσα να σκεφτώ από πού μπορεί να είχε προέλθει εκείνο το πρώτο ζεστό και άβολο ερέθισμα στα καλά καθούμενα της παιδικής ηλικίας. Σχεδόν σίγουρα από την τηλεόραση ή από κάποιο περιοδικό (το «Ρομάντσο» της γιαγιάς μου φερ’ ειπείν που είχε και γνωστές Ελληνίδες σταρ με μαγιό τα καλοκαίρια), ποια μπορεί να ήταν όμως το αντικείμενο εκείνου του πρώτου σεξουαλικού σκιρτήματος;
Η Μάρα Θρασυβουλίδου ίσως; Η Τέτη Σχοινάκη; (Αξέχαστες για μένα, άγνωστες για τους νεότερους, μιλάμε για λίγο πριν ανατείλει η εποχή της Βίνας Ασίκη). Θα ήθελα να πιστεύω ότι μπορεί να ήταν η Ρίτα Μορένο που είχα δει σ’ ένα σκετς με τον Animal στο Μάπετ Σόου και με είχε αναστατώσει θυμάμαι, αλλά το πιο πιθανό στατιστικά είναι να συνέβη σε κάποια από τις πολλές και «καυτές» εμφανίσεις της Ραφαέλα Καρά στην ελληνική τηλεόραση από τα μέσα της δεκαετίας του ’70 ως τις αρχές της επόμενης. Άγνωστο αν η επίμαχη «εικόνα» ήταν ασπρόμαυρη ή έγχρωμη (η ελληνική τηλεόραση ξεκίνησε να γίνεται έγχρωμη το 1979, η ιταλική έναν χρόνο πριν μόλις).
Παρότι οι εμφανίσεις της Ιταλίδας σταρ ήταν συχνά στα όρια του «ξέκωλου», εκ των υστέρων αλλά και τότε ήδη, είχε θεωρηθεί επίσης μάλλον «χειραφετητική» η επιρροή της όσον αφορά την εκδήλωση μιας καταπιεσμένης προσωπικότητας / σεξουαλικότητας εκ μέρους των στρατιών από καταπιεσμένες γυναίκες.
Μιλάμε όμως για εποχές που μια αισθητική που τεχνικά θα αποκαλούσαμε ‘σοφτ πορνό’ είχε διεισδύσει παντού στα σόου της τηλεόρασης (τα 70s εξάλλου υπήρξαν η χρυσή και ένδοξος εποχή της high-end και σούπερ εξαγώγιμης ελληνικής σοφτ παραγωγής που ακολουθήθηκε από τις λούμπεν αλλά εξίσου ένδοξες, με τον τρόπο τους, τσόντες των ‘80s). Οι μεγαλύτεροι θα θυμούνται ίσως την πατροπαράδοτη «ακατάλληλη» περιήγηση στα παρισινά καμπαρέ μετά τα μεσάνυχτα της πρωτοχρονιάς, ένα τελετουργικό της ελληνικής τηλεόρασης (της ΥΕΝΕΔ μάλιστα!) που βάστηξε για πολλά χρόνια πριν αντικατασταθεί από τις μεγάλες αθηναϊκές πίστες και τα πολυτελή σκυλάδικα.
Η Ραφαέλα Καρά όμως ήταν το κάτι άλλο – η εκρηκτική και ανέμελη (παρότι προσεκτικά χορογραφημένη) σεξουαλικότητά της έμοιαζε από άλλο πλανήτη αλλά συγχρόνως μπορούσε να σταθεί και ως κάτι οικείο, στη λογική του «ούνα φάτσα ούνα ράτσα». Ήταν δημοφιλής παντού σχεδόν στην Ευρώπη αλλά δεν είναι τυχαίο το γεγονός ότι υπήρξε απίστευτα (πραγματικά απίστευτα για όποιον δεν ήταν εκεί τότε για να το ζήσει) δημοφιλής, πέρα από την Ιταλία, σε χώρες όπως η Ελλάδα, η Ισπανία και η Χιλή. Ήταν επίσης ο ορισμός της «τριπλής απειλής»: τραγούδι, χορός, υποκριτική. Η απόλυτη show woman, το καλούπι για χιλιάδες υβρίδια που θα πλημμύριζαν στις επόμενες δεκαετίες τις τηλεοπτικές οθόνες του πλανήτη.
Ήταν αναμενόμενο ίσως, από την άλλη όμως ήταν πολύ περίεργο να σε διεγείρει μ’ αυτόν τον ακατανόμαστο τότε τρόπο, η «βασίλισσα» των παιδικών πάρτι, εκείνη που προσπαθούσαν να μιμηθούν όλα τα κοριτσάκια στην τάξη. Παρότι οι εμφανίσεις της Ιταλίδας σταρ ήταν συχνά στα όρια του «ξέκωλου», εκ των υστέρων αλλά και τότε ήδη, είχε θεωρηθεί επίσης μάλλον «χειραφετητική» η επιρροή της όσον αφορά την εκδήλωση μιας καταπιεσμένης προσωπικότητας / σεξουαλικότητας εκ μέρους των στρατιών από καταπιεσμένες γυναίκες (ή νοικοκυρές, όπως λέγαμε και λέμε ακόμα υποτιμητικά). Η επίδρασή της όμως στα μικρά κοριτσάκια κυμαινόταν από χαριτωμένη και ευφορική ως ανάρμοστη και κωμικοτραγικά μικρομέγαλη. Το μόνο σίγουρο ήταν ότι η Βουγιουκλάκη είχε τελειώσει ως κοριτσίστικος μπούσουλας.