ΒΛΕΠΩ ΝΑ ΔΙΑΚΙΝΕΙΤΑΙ με αφορμή τα αποκαλυπτήρια για το νεοφιλελεύθερο παρελθόν του Στέφανου Κασσελάκη ως αρθρογράφου του Εθνικού Κήρυκα, μία από τις ρήσεις «μεγάλων ανδρών» που εσφαλμένα αποδίδεται στον Τσόρτσιλ, ενώ πρόκειται για «ορφανό» απόφθεγμα αγνώστου πατρός: «Αν κάποιος δεν είναι σοσιαλιστής στα είκοσι του, δεν έχει καρδιά. Αν δεν είναι συντηρητικός στα σαράντα του, δεν έχει μυαλό».
Εν προκειμένω, βεβαίως, το τσιτάτο ισχύει αντεστραμμένο, παραβιάζοντας την φυσική τάξη των πραγμάτων. Ο Στέφανος Κασσελάκης υπήρξε συντηρητικός –φιλελές έστω, σύμφωνα με μια πιο τρέχουσα ορολογία– και τώρα είναι ηγέτης ενός κόμματος που έχει τον όρο «ριζοσπαστική αριστερά» στον τίτλο του.
Είναι 35 ακόμα, θα παρατηρήσει κανείς ίσως, οπότε έχει μερικά χρόνια μπροστά του για να επανέλθει, όπως λέμε, στις εργοστασιακές του ρυθμίσεις.
Αυτό όμως που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση –με σόκαρε λίγο, θα έλεγα– ήταν η ευκολία με την οποία έσβησε τον ίδιο τον εαυτό του, ή μια νεότερη και «παραπλανημένη» εκδοχή του έστω. «Δεν θυμάμαι αυτά τα άρθρα. Δεν θυμάμαι ποιος ήμουν 24 ετών», δήλωσε. «Δεν θυμάμαι τι έγραφα, ούτε ποιος ήμουν τότε».
Δεν νομίζω πάντως ότι θα επηρέαζε έστω και στο ελάχιστο τη μετεωρική άνοδό του στην προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ ή τα εντυπωσιακά ποσοστά του, η αποκάλυψη των νεανικών του αυτών θέσεων πριν από τις εκλογές στο κόμμα της αξιωματικής αντιπολίτευσης. Και δεν θα ήταν και δίκαιο.
Το ελληνικό κοινοβούλιο, αλλά και το λούνα παρκ του ευρύτερου εγχώριου πολιτικού συστήματος γενικότερα, βρίθει από περιπτώσεις ανθρώπων που έχουν αλλάξει μέσα στα χρόνια ιδεολογική υπόσταση σε σχιζοφρενικό βαθμό. Το επικαλέστηκε και ο ίδιος άλλωστε: «Ο 24χρονος Στέφανος ίσως να μην ψήφιζε για τον 35χρονο Στέφανο. Αλλά ξέρετε κάτι; Είμαι σίγουρος ότι ο 24χρονος Κυριάκος Μητσοτάκης δεν θα ψήφιζε για τον 55χρονο Κυριάκο Μητσοτάκη ο οποίος εξαρτάται από τον Βελόπουλο, τον Βορίδη, τον Γεωργιάδη και τον Πλεύρη. Είμαι σίγουρος γι’ αυτό».
Μπορώ να συμμεριστώ και κάποιες από τις δικαιολογίες που χρησιμοποιεί κατά την απολογία στην οποία εξαναγκάστηκε να προβεί μετά τη δημοσίευση των επίμαχων άρθρων. Και κυρίως ότι έγραφε τα κείμενα αυτά σε μια περίοδο τόσο εύφλεκτη και διχαστική και κρίσιμη όπως ήταν η περίοδος της μεγάλης κρίσης – οικονομικής, πολιτικής, κοινωνικής, υπαρξιακής.
Κι εγώ έχω αλλάξει ιδέες και θέσεις από τότε, και πολλοί άλλοι. Αυτό όμως που μου έκανε ιδιαίτερη εντύπωση –με σόκαρε λίγο, θα έλεγα– ήταν η ευκολία με την οποία έσβησε τον ίδιο τον εαυτό του, ή μια νεότερη και «παραπλανημένη» εκδοχή του έστω. «Δεν θυμάμαι αυτά τα άρθρα. Δεν θυμάμαι ποιος ήμουν 24 ετών», δήλωσε. «Δεν θυμάμαι τι έγραφα, ούτε ποιος ήμουν τότε».
«Έχω ήδη χάσει την επαφή με κάποιους από τους ανθρώπους που ήμουν κάποτε», έγραφε με μια δόση παράπονου η Τζόαν Ντίντιον. «Νομίζω ότι είναι καλό να διατηρούμε σχέσεις –να τους χαιρετάμε με ένα γνέψιμο έστω– με τους ανθρώπους που ήμασταν κάποτε, είτε τους βρίσκουμε ελκυστική παρέα είτε όχι. Διαφορετικά εμφανίζονται απροειδοποίητα και μας ταράζουν, έρχονται και χτυπούν την πόρτα του μυαλού στις 4 τα ξημερώματα μιας κακής νύχτας και απαιτούν να μάθουν ποιος τους εγκατέλειψε, ποιος τους πρόδωσε, ποιος θα επανορθώσει».