ΟΙ ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΟΙ ΑΝΘΡΩΠΟΙ αναγκαστικά δεν υπήρξαν και πολύ δραστήριοι στη διάρκεια της πανδημίας, ο κωμικός Τζον Μαλέινι όμως πέρασε δύο εξαιρετικά επεισοδιακά χρόνια, διάστημα μέσα στο οποίο τίναξε στον αέρα με τον πιο θεαματικό τρόπο την δημόσια εικόνα του «καλού παιδιού» (σ’ ένα κόσμο τοξικών ανδρών), του «ευτυχισμένου συζύγου» (που μάλιστα δεν είχε ανάγκη από παιδιά, όπως ο ίδιος τόνιζε στις εμφανίσεις του), του «παλιομοδίτη» καλλιτέχνη με το γλυκό χαμόγελο, τα ωραία κοστούμια και το υπερκινητικό, θεατρικό στυλ που έμοιαζε να ταιριάζει περισσότερο στο Μπρόντγουεϊ παρά στην εξομολογητική πρόζα της stand up κωμωδίας.
Τον Δεκέμβριο του 2020 εισήχθη (για την ακρίβεια, τον «εισήγαγαν» οι φίλοι του) σε κλινική απεξάρτησης και μόλις πήρε εξιτήριο τρεις μήνες αργότερα, ζήτησε αμέσως διαζύγιο από την γυναίκα του (την οποία εξυμνούσε τακτικά στα social media αλλά και στις παραστάσεις του). Και πριν προλάβουν να χωνέψουν όλες αυτές τις απρόσμενες εξελίξεις οι οπαδοί του, τον Νοέμβριο του 2021 ανακοίνωσε ότι μόλις είχε γεννηθεί ο καρπός του έρωτά του με τη νέα του σύντροφο, την ηθοποιό Ολίβια Μαν. Ακολούθησε ένας κακός χαμός καθώς πολλοί θαυμαστές και κυρίως θαυμάστριές του, δήλωναν προδωμένοι/ες από…τι ακριβώς; Ουσιαστικά, από το γεγονός ότι ο 40χρονος σήμερα αστέρας της σύγχρονης κωμωδίας αποδείχτηκε να έχει κι αυτός αδυναμίες, πάθη και κουσούρια όπως όλος ο κόσμος.
Είναι ό,τι καλύτερο έχω δει εδώ και καιρό. Σαν φρέσκος αέρας ενάντια στον διδακτισμό και την σοβαροφάνεια που μοιάζουν να πνίγουν εσχάτως το είδος.
Αυτή η, σπαρταριστά κωμικοτραγική ενίοτε, ακολουθία εξόχως ανατρεπτικών για την ζωή και την καριέρα του Μαλέινι περιστάσεων, αποτελεί τη μαγιά αυτού του τρίτου stand-up special που έκανε για το Netflix, που έχει ανέβει εδώ και λίγες μέρες στην πλατφόρμα και μαγνητοσκοπήθηκε στις 26 του περασμένου Φλεβάρη στο χλιδάτο Symphony Hall της Βοστόνης. Η ενέργεια που βγάζει είναι πλέον διαφορετική (περισσότερος αυτοσαρκασμός, πιο έντονα θυμόσοφη διάθεση), όμως ο ρυθμός, το στήσιμο και η κίνηση στο εντυπωσιακό σκηνικό (με τους ακόμα πιο εντυπωσιακούς φωτισμούς) παραμένουν αξιοθαύμαστα, ειδικά αν σκεφτείς ότι η παράσταση κρατά ογδόντα ολόκληρα λεπτά, αντί για τα εξήντα σκάρτα που κατά κανόνα διαρκούν αυτά τα special. Είναι ό,τι καλύτερο (και πιο πνευματώδες και πιο αστείο, που είναι και το πιο σημαντικό εν τέλει) έχω δει εδώ και καιρό. Σαν φρέσκος αέρας ενάντια στον διδακτισμό και την σοβαροφάνεια που μοιάζουν να πνίγουν εσχάτως το είδος.
Οι ελεγχόμενοι συνειρμοί του τον πάνε παντού – από τα παιδικά του χρόνια μέχρι τις ποικίλες ναρκισσιστικές παθολογίες του – το μεγαλύτερο κομμάτι όμως αφορά την περιπέτεια της απεξάρτησης που ξεκίνησε εκείνο το βράδυ που γύρισε σπίτι του και είδε να τον περιμένουν σκυθρωποί διάφοροι φίλοι του (γνωστοί κωμικοί επίσης οι περισσότεροι) οι οποίοι είχαν στήσει αυτή την διαδικασία μεσολάβησης για να τον ξεκολλήσουν με το ζόρι από τους εθισμούς του (κόκα κυρίως αλλά και Adderall, Xanax, Klonopin και Percocet επίσης) που είχαν ξεφύγει:
«Μου είχαν πει ότι θα με περίμεναν για να βγούμε μετά. Πήγα με δύο ώρες καθυστέρηση, όποτε ήταν ακόμα πιο έξαλλοι μαζί μου. ‘Γιατί άργησες;’, με ρώτησαν αυστηρά, κι εγώ τους απάντησα, ‘αν με θέλατε στην ώρα μου, μπορούσατε να μου πείτε, Τζον, έχουμε κόκα, έλα. Θα είχα έρθει μισή ώρα νωρίτερα και θα βοηθούσα στο στήσιμο του event… Είχαν όλοι τα χάλια τους από την καραντίνα, γένια, παραπανίσια κιλά κλπ. Λεπτός από την κόκα και με φρέσκο κούρεμα, ήμουν με διαφορά το πιο κομψό άτομο στην ‘διαμεσολάβηση’ μου. Αργότερα τους είπα, ‘ΟΚ, θα κόψω την κόκα αν κόψετε κι εσείς το αλκοόλ και τους μπάφους». Το χειρότερο πλήγμα όμως (για την ματαιοδοξία του) θα ερχόταν την επόμενη μέρα, όπως λέει, όταν θα συνειδητοποιούσε ότι κανείς στην κλινική απεξάρτησης δεν ήξερε ποιος είναι.
Λίγο πριν το τέλος αυτού του θριαμβευτικού comedy special, o Μαλέινι λέει ότι μέχρι και πρόσφατα, τον κατέτρωγε η έγνοια για τη γνώμη που είχαν οι άλλοι για εκείνον. Όχι πια: «Τι μπορεί κανείς να μου κάνει χειρότερο από αυτό που μπορώ να κάνω στον εαυτό μου; Τι μπορούν να κάνουν; Να ακυρώσουν τον Τζον Μαλέινι; Εγώ μπορώ να τον σκοτώσω. Σχεδόν το έκανα!».