ΒΑΡΥΣ ΣΤΟ ΣΤΟΜΑΧΙ και εξοντωτικός για τα νεύρα πέφτει ο τηλεοπτικός εξορκισμός του μαζικού θυσιαστηρίου στα Τέμπη. Έστω και αν παρακολουθεί κανείς μόνο τα διάφορα σπαράγματα που εξακοντίζονται κάθε τόσο στο ίντερνετ είτε από τις «ενημερωτικές» είτε από τις «ψυχαγωγικές» εκπομπές των καναλιών, με τον γνωστό θλιβερό τους θίασο.
Ακόμα και κλειστή, η ελληνική τηλεόραση στοιχειώνει και μολύνει την ατμόσφαιρα. Μια εβδομάδα μετά, το κακό όνειρο συνεχίζεται. Μόνο που δεν είναι εφιάλτης, είναι η πραγματικότητα, η οποία ως γνωστόν είναι αγριότερη από οποιαδήποτε μυθοπλασία.
Ο Κανάκης ρε φίλε. Ο Κανάκης. Που ενσαρκώνει τόσο ιδανικά «την κανονικότητα της λοβοτομής» όσο μια πολύ μικρή και εκλεκτή κάστα τηλεπαρουσιαστών, κι ας νομίζει ότι υπηρετεί την ψυχαγωγία, τη σάτιρα, την αφύπνιση. Που νομίζαμε οι αφελείς ότι θα απαλλαγούμε από αυτόν και την ασουλούπωτη (διανοητικά) παρέα του μετά τα αίσχη του κολλητού τους.
Και κάθε μέρα που περνά, μυρίζοντας αίμα, ζόφο και αγανάκτηση, σπρώχνονται όλο και πιο πολλά βαμπίρ της τηλεθέασης ποιο θα ρουφήξει περισσότερη από τη δίκαιη οργή του κοινού για να του την πετάξουν μετά στα μούτρα με ιερό μένος και προβαρισμένα ξεσπάσματα.
«Κάνουν ό,τι μπορούν όλοι τους για να επιστρέψουμε στην κανονικότητα της λοβοτομής, γιατί βολεύει και τους πολιτικούς αλλά και τα κέρδη, γιατί η στενοχώρια δεν έχει διαφημίσεις, η διαφήμιση θέλει χαρά», είπε απευθυνόμενος στους θεατές ο Κανάκης, χωρίς ίχνος τσίπας ή αυτοσαρκασμού, ντυμένος στα μαύρα και αφού είχε υποβάλει την ατμόσφαιρα με τη σαγηνευτικά πένθιμη υπόκρουση του Comfortably Numb των Pink Floyd (είναι «ροκ» το άτομο, ως γνωστόν).
Ο Κανάκης ρε φίλε. Ο Κανάκης. Που ενσαρκώνει τόσο ιδανικά «την κανονικότητα της λοβοτομής» όσο μια πολύ μικρή και εκλεκτή κάστα τηλεπαρουσιαστών, κι ας νομίζει ότι υπηρετεί την ψυχαγωγία, τη σάτιρα, την αφύπνιση. Που νομίζαμε οι αφελείς ότι θα απαλλαγούμε από αυτόν και την ασουλούπωτη (διανοητικά) παρέα του μετά τα αίσχη του κολλητού τους.
Όμως όχι, αυτός επέστρεψε δυναμικά διεκδικώντας τα κεκτημένα του και απευθύνοντας διάγγελμα. Και το Twitter τον αποθεώνει. Όπως και τον Μουτσινά, τον Λιάγκα, τη Γερμανού και δεν ξέρω ποιον άλλο ή άλλη από αυτόν τον παχυλά αμειβόμενο και κακοφορμισμένο συρφετό τηλε-αστέρων υβριδικής και ασαφούς ιδιότητας που μετά από κάθε τραγωδία ψάχνουν να δουν πού ακριβώς θα κάτσει η μπίλια στη ρουλέτα της δημόσιας συζήτησης και στο κοινό αίσθημα για να την αρπάξουν και να την καπελώσουν με το άγαρμπο και χυδαίο performance τους.
«Αν θες να πεις την αλήθεια στους ανθρώπους κάνε τους να γελάσουν, αλλιώς θα σε φάνε» είχε πει ο Όσκαρ Γουάιλντ, αλλά οι άνθρωποι αυτοί είναι τόσο κραυγαλέα ανάρμοστοι όταν καταγγέλλουν όσο και όταν κάνουν χαβαλέ. Πιο ταιριαστός μάλλον εκείνος είναι ο παλιός στίχος του συμπολίτη του Κανάκη, Γιάννη Αγγελάκα, από τον πρώτο δίσκο που έβγαλαν οι Τρύπες: «Λιώνουν τα μάτια μου στο φως της τηλεόρασης / με νανουρίζει μια στριμμένη μελωδία / όσοι περνούν τη χώρα της απόγνωσης / παθαίνουν αμνησία».