ENA AΠΟ ΤΑ –ψυχρά– ανέκδοτα των ημερών είναι ότι ήρθε ο πόλεμος και τελείωσε την πανδημία, εννοώντας ότι την καθαίρεσε από τις επικεφαλίδες της ενημέρωσης και την εξόρισε στις άκρες των δελτίων ειδήσεων και στο περιθώριο της «δημόσιας συζήτησης».
Θα μπορούσε να πει κανείς μάλιστα ότι το «doom scrolling» στο οποίο έχουμε επιδοθεί τις τελευταίες δύο εβδομάδες επιχειρώντας να ενημερωθούμε για τις εξελίξεις στην Ουκρανία θυμίζει πολύ έντονα την κατάστασή μας κατά την περίοδο του πρώτου, απόκοσμου lockdown.
Όσο κι αν επιθυμούμε να τη σπρώξουμε στο ασυνείδητο, η πανδημική συνθήκη δεν τελείωσε και δεν ξέρουμε για πόσο καιρό ακόμα θα στοιχειώνει τη ζωή και τις διαπροσωπικές σχέσεις μας ούτε και σε ποιο βαθμό ακριβώς τις έχει αμετάκλητα επηρεάσει.
«Ίσως ο έρωτας είναι μπανάλ, αλλά κάποιες φορές το μπανάλ είναι αυτό ακριβώς που χρειαζόμαστε».
Αυτό πραγματεύεται το νέο βιβλίο της διάσημης για την «αιρετική» φεμινιστική της προσέγγιση και για το απολαυστικό, δοκιμιακό, «βιωματικό» και διόλου ακαδημαϊκό της γράψιμο, Laura Kipnis (καθηγήτρια κινηματόγραφου στο Πανεπιστήμιο Northwestern και γκουρού της χαρτογράφησης των ναρκοπεδίων γύρω από τις ερωτικές σχέσεις), που διάβασα απνευστί τις τελευταίες μέρες ως αντιπερισπασμό ή ως διάλειμμα στη διαρκή ενημέρωση για τον πόλεμο στην Ουκρανία.
Τίτλος (χιουμοριστικός) του βιβλίου, «Ο έρωτας στα χρόνια της μετάδοσης: Μια διάγνωση» (Love in the Time of Contagion: A Diagnosis). «Το προσωπικό είναι πολιτικό», μας υπενθυμίζει κι εδώ η συγγραφέας, εν προκειμένω υπό την έννοια ότι η ρομαντική μας ζωή μολύνεται διαρκώς από την περιρρέουσα κουλτούρα, και ότι «οι πληγές του κοινωνικού σώματος ματώνουν πάνω στις ατομικές μας επιθυμίες και αποστροφές».
Όπως γράφει χαρακτηριστικά, στην καλύτερη περίπτωση ένα ζευγάρι δεν είναι παρά «μια συνθήκη νευρωτικής εκεχειρίας» και οι συνθήκες εγκλωβισμού που βίωσαν πολλά ζευγάρια στην πανδημία τα έκανε όλα ακόμα πιο δύσκολα.
«Από εκεί που ήμασταν μαζί τρεις ή τέσσερεις μέρες την εβδομάδα, ξαφνικά βρεθήκαμε να είμαστε μαζί εφτά που έμοιαζαν με δέκα», γράφει η Κίπνις καταθέτοντας την προσωπική της εμπειρία, ενώ για το έτερο της ήμισυ αναφέρει μεταξύ άλλων τα εξής:
«Για εκείνον το αλκοόλ είναι το μαγικό ελιξίριο που προκαλεί, ενισχύει και σβήνει τα συναισθήματα την ίδια στιγμή… Είναι ερωτευμένος με τα φαντάσματά του, σκέφτομαι κάποιες φορές που τα πράγματα δεν πάνε καλά μεταξύ μας, υποθέτω όμως ότι οικειότητα σημαίνει να σε στοιχειώνουν και τα φαντάσματα του άλλου, εκτός από τα δικά σου… Ο έρωτας μάς διατρυπά, συχνά πολύ βαθιά».
Και η ελεύθερη βούληση; «Όσο περισσότερο είσαι ζευγάρι με κάποιον τόσο συνειδητοποιείς ότι αυτή η ιδέα είναι μια μυθοπλασία», γράφει, «στον βαθμό που θα λέγαμε ότι η οικειότητα του ζεύγους σημαίνει ότι ο χάρτης της εσωτερικής ζωής κάποιου άλλου έχει ραφτεί πάνω στον δικό σου, κάτι που φυσικά μπορεί να είναι πολύ ικανοποιητικό – η δύναμη της εγγύτητας, το να τελειώνει ο ένας τις προτάσεις του άλλου – αλλά επίσης και εξαιρετικά αποχαυνωτικό, όσο περισσότερο εξοικειώνεσαι με την μονοτονία των αδιεξόδων του άλλου. Όταν ξέρεις την ακριβή στιγμή που θα ενεργοποιήσει τις άμυνες, την οξυθυμία, την οργή του. Όταν νοιώθεις να τσιτώνεις προληπτικά επειδή το σώμα σου γνωρίζει από πριν πότε θα συμβεί η έκρηξη. Η μακροπρόθεσμη σχέση είναι σα να παρακολουθείς το πιο παρατεταμένο σεμινάριο δυσλειτουργικής συμπεριφοράς στον κόσμο (ή σα να ζεις ίσως στην σωφρονιστική αποικία του Κάφκα, με τη διαφορά ότι σου έχουν σταμπάρει στο δέρμα τα εγκλήματα του συντρόφου σου αντί για τα δικά σου)…».
Ακόμα και η Λόρα Κίπνις όμως, το πιο διάσημο βιβλίο της οποίας είχε τίτλο «Ενάντια στον έρωτα» (Against Love) και, σύμφωνα με την ίδια, αποτελούσε μια ρομαντική διατριβή ενάντια στην επικρατούσα ιδέα ότι οι μονογαμικές σχέσεις είναι το λίκνο της ανθρώπινης διασύνδεσης, παραδέχεται εδώ ότι στο τέλος της μέρας, «έχουμε δει τόσα σκατά όσο είμαστε μαζί, ώστε έχουμε προπονηθεί στο να καλοπιάνουμε ο ένας τον άλλον για να τον τραβάμε από την άκρη του γκρεμού… Ίσως ο έρωτας είναι μπανάλ, αλλά κάποιες φορές το μπανάλ είναι αυτό ακριβώς που χρειαζόμαστε».