ΚΑΚΩΣ ΞΕΣΗΚΩΘΗΚΕ ο κόσμος με τα Τέμπη. Κακώς έγιναν διαδηλώσεις και διαμαρτυρίες. Κακώς έγινε η συναυλία στο Καλλιμάρμαρο. Δεν επιτρέπεται να συμβαίνουν αντικυβερνητικά γεγονότα. Δεν είναι σωστό. Είναι αχαριστία, είναι cringe, είναι λαϊκισμός. Η αμφισβήτηση είναι λαϊκισμός. Η διαμαρτυρία είναι λαϊκισμός. Η επίκληση του θυμικού είναι λαϊκισμός. Τα μνημόσυνα είναι λαϊκισμός. Η αντιπολίτευση είναι λαϊκισμός (ευτυχώς, όλα βαίνουν καλώς: το ΠΑΣΟΚ έκανε μια μεγαλοπρεπή στροφή 360 μοιρών και ο ΣΥΡΙΖΑ πνίγηκε στις τοξικές του αναθυμιάσεις).
Το τραγούδι που σκάρωσε ο Φοίβος Δεληβοριάς είναι λαϊκισμός και πολύ κακώς δεν το έστειλε προηγουμένως για έγκριση σε κάποια αρμόδια κριτική επιτροπή. Εδώ που τα λέμε, όλα τα τραγούδια διαμαρτυρίας είναι λαϊκισμός. Πάρτε για παράδειγμα το τραγούδι του Θεοδωράκη για τον Σωτήρη Πέτρουλα: «Σωτήρη Πέτρουλα, Σωτήρη Πέτρουλα / Αηδόνι και λιοντάρι, βουνό και ξαστεριά / Μάρτυρες ήρωες οδηγούνε / Τα γαλάζια μάτια σου μας καλούνε». Μα είναι τέχνη αυτό; Είναι σοβαροί στίχοι αυτοί; Ίου. Πούρος λαϊκισμός…
Όπως κάποιοι αριστεριστές ή αριστερίζοντες (από millennial και κάτω) μπορεί να χαρακτηρίζουν «φασίστα» όποιον απλά τους τη σπάει, συχνά για μη πολιτικούς λόγους, έτσι και ο όρος «λαϊκισμός» έχει καταντήσει καραμέλα, ξόρκι και μπαμπούλας που μπορεί να περιλαμβάνει οποιαδήποτε αντίληψη δεν υπακούει σε μια όλο και πιο περιορισμένη και αυταρχική νεοφιλελεύθερη ατζέντα.
Λες και υπάρχει πιο χυδαίος και πιο φασίζων λαϊκισμός από την τηλεόραση του Λιάγκα, τη ρητορική του Πορτοσάλτε (ο οποίος χθες αναφερόμενος στα εσωτερικά πάθη του ΣΥΡΙΖΑ δήλωσε ότι «οι αριστεροί ξέρουν να παίρνουν λαιμό, κανονικό λαιμό») τον αγοραίο κυνισμό του Άδωνι Γεωργιάδη ή τις πρωτοφανούς προκλητικότητας, τοξικότητας και εμπάθειας αναρτήσεις της κυρίας Βάνας Νικολαϊδου-Κυριανίδου, η οποία παραμένει στη θέση της Προέδρου του τμήματος Φιλοσοφίας στη Φιλοσοφική Σχολή του ΕΚΠΑ, ενώ σε οποιαδήποτε άλλη «πολιτισμένη» χώρα θα της είχαν τουλάχιστον γίνει αυστηρότατες συστάσεις, αν δεν είχε καρατομηθεί (μεταφορικώς).
Όπως κάποιοι αριστεριστές ή αριστερίζοντες (από millennial και κάτω) μπορεί να χαρακτηρίζουν «φασίστα» όποιον απλά τους τη σπάει, συχνά για μη πολιτικούς λόγους, έτσι και ο όρος «λαϊκισμός» έχει καταντήσει καραμέλα, ξόρκι και μπαμπούλας που μπορεί να περιλαμβάνει οποιαδήποτε αντίληψη δεν υπακούει σε μια όλο και πιο περιορισμένη και αυταρχική νεοφιλελεύθερη ατζέντα. Ο ίδιος ο Ομπάμα είχε προειδοποιήσει για την κατάχρηση του όρου σε μια ομιλία του το 2016, λίγους μήνες πριν παραχωρήσει την προεδρία της χώρας του στον Ντόναλντ Τραμπ:
«Ξέρετε, ο λόγος για τον οποίο έβαλα υποψηφιότητα το 2008, και ο λόγος για τον οποίο έβαλα ξανά υποψηφιότητα, και ο λόγος για τον οποίο ακόμη και όταν αποχωρήσω από αυτό το αξίωμα θα συνεχίσω να εργάζομαι υπό κάποια ιδιότητα σε δημόσιο αξίωμα είναι επειδή νοιάζομαι για τους ανθρώπους και θέλω να βεβαιωθώ ότι κάθε παιδί στην Αμερική έχει τις ίδιες ευκαιρίες που είχα εγώ... Υποθέτω ότι αυτό με κάνει "λαϊκιστή".
Κάποιος άλλος, ο οποίος δεν έχει δείξει ποτέ κανένα σεβασμό για τους εργαζόμενους, δεν έχει αγωνιστεί ποτέ για θέματα κοινωνικής δικαιοσύνης, δεν γίνεται ξαφνικά "λαϊκιστής" επειδή λέει κάτι αμφιλεγόμενο προκειμένου να κερδίσει ψήφους. Δεν είναι αυτό το μέτρο του λαϊκισμού… Θα συμβούλευα όλους να είναι προσεκτικοί όταν αποδίδουν σε όποιον εμφανίζεται σε μια περίοδο ανησυχίας την ετικέτα του "λαϊκιστή"».