ΔΕΝ ΘΑ ΤΟΥ ΑΞΙΖΕ ίσως αλλά θα ήταν πραγματικά η ιδανική εξιλέωση για το Κατάρ και το Μουντιάλ που διοργάνωσε, αν ολοκληρωνόταν το θαύμα και κατακτούσε το βαρύτιμο τρόπαιο η ομάδα του Μαρόκου, που ως σύνολο ξεπέρασε κάθε προσδοκία κι ας ήταν από πριν γνωστή η ποιότητα και η αξία των ποδοσφαιριστών της.
Τα «λιοντάρια του Άτλαντα» θριάμβευσαν επί υπερδυνάμεων (του ποδοσφαίρου αλλά και της αποικιοκρατίας) όπως το Βέλγιο, η Ισπανία και η Πορτογαλία, πριν σκοντάψουν ένα βήμα πριν από τον μεγάλο τελικό, στα πόδια της κραταιής Γαλλίας.
Η ιστορία γράφτηκε όμως και μοιάζει θέμα χρόνου πλέον το πότε θα φτάσει στην πηγή και θα πιει νερό μια ομάδα εκτός των παραδοσιακών μονόλιθων από την Ευρώπη και τη Λατινική Αμερική. Και ειδικότερα, μια εθνική ομάδα από την ποδοσφαιρομάνα Αφρική.
Το ζητά ο υπόλοιπος κόσμος, το θέλει, το έχει ανάγκη, όπως αποδείχτηκε από τις μαζικές προσευχές στην Ινδονησία κι από τις ενθουσιώδεις εκδηλώσεις συμπαράστασης, προσμονής και λαχτάρας στους δρόμους πολλών μεγαλουπόλεων απ' άκρη σ’ άκρη στην Αφρική και στη Μέση Ανατολή, ακόμα και στην Ευρώπη, που συνόδευσαν την πορεία της ομάδας προς το άπιαστο.
Ήταν τα τύμπανα, οι καστανιέτες, τα πολύχρωμα ρούχα, τα τραγούδια και ο φανατισμός ενός κοινού που ζει για το ποδόσφαιρο.
Και δεν ήταν μόνο η αγωνιστική συμπεριφορά μιας ομάδας με το Ο κεφαλαίο, αλλά και διάφορα άλλα συναρπαστικά στοιχεία που έκαναν την εμφατική παρουσία του Μαρόκου στον θεσμό να μοιάζει με τόσο ξεχωριστό event.
Ήταν ο σταρ της ομάδας Χακίμ Ζιγέκ που δεν καταλάβαινε τι τον ρωτούσε ένας δημοσιογράφος αραβικής χώρας και του είπε «αγγλικά, παρακαλώ», δείχνοντας μ’ αυτό τον τρόπο ότι το Μαρόκο είναι και αραβική χώρα, αλλά όχι αποκλειστικά, καθώς πολλοί από τους παίκτες μιλούν βερβερικές διαλέκτους.
Ήταν η εικόνα του αρχηγού Ασράφ Χακίμι να τρέχει να αγκαλιάσει στις κερκίδες τη μάνα του που δούλεψε οικιακή βοηθός στη Μαδρίτη και μεγάλωσε μόνη της τα παιδιά της.
Ήταν η τρικολόρ σημαία των Βερβέρων Αμαζίγ που έχει υιοθετηθεί από τους ακτιβιστές σε πολλές αφρικανικές χώρες από τον βορρά μέχρι τη Μαυριτανία, το Μάλι και την Μπουρκίνα Φάσο, και μπορούσες να τη δεις παντού, μέσα κι έξω από το γήπεδο, σε πλήρη αντιστοιχία με την επίσημη σημαία του Μαρόκου.
Ήταν οι παλαιστινιακές σημαίες σε σημαίνουσα θέση.
Ήταν τα τύμπανα, οι καστανιέτες, τα πολύχρωμα ρούχα, τα τραγούδια και ο φανατισμός ενός κοινού που ζει για το ποδόσφαιρο. Tο κλασικό ντέρμπι ανάμεσα στις ομάδες Ράζα (ή Ράγια όπως την ξέραμε) και Γουιντάντ της Καζαμπλάνκα μπορεί να συγκριθεί σε κλίμακα, ένταση, παλμό, μαζικότητα αλλά και εκτεταμένα επεισόδια μόνο με τα ματς όπως Μπόκα Τζούνιορς-Ρίβερ Πλέιτ ή Σέλτικ-Ρέιντζερς. Συχνά τα τελευταία χρόνια, σε τέτοιες αναμετρήσεις ο εθνικός ύμνος του Μαρόκου αποδοκιμάζεται από οπαδούς και των δύο αιώνιων αντιπάλων.
Ένα από τα τραγούδια των φανατικών οπαδών της Ράζα (της επονομαζόμενης «ομάδας του λαού») μεταφέρθηκε και στα γήπεδα του Κατάρ και έγινε ένα από τα εναλλακτικά σουξέ της αμφιλεγόμενης διοργάνωσης. «Δεν θα σ’ αφήσουμε μόνη σου Γάζα, κι ας είσαι μακριά», λέει.
Δυστυχώς όμως, το Παγκόσμιο Κύπελο σημαδεύτηκε από τον θάνατο ενός επιφανούς αθλητικογράφου και εμπνευστή της πλατφόρμας Football Palestine. Ο Αμερικανός δημοσιογράφος Γκραντ Γουόλ, ίσως ο πιο σοβαρός γνώστης και ο πιο θερμός υποστηρικτής του ποδοσφαίρου στη χώρα του, πέθανε ξαφνικά στα 48 του χρόνια στο Κατάρ πριν από τους ημιτελικούς.
Ο άνθρωπος που είχε φτάσει μέχρι τη Ραμάλα για να καλύψει τις προσπάθειες της παλαιστινιακής ομάδας ποδοσφαίρου πρόλαβε πάντως να σημειώσει με χαρά ότι αυτό ήταν το πρώτο Μουντιάλ που οι αφρικανικές ομάδες είχαν όλες Αφρικανούς προπονητές αντί για τους καλτ Ευρωπαίους γυρολόγους του (πρόσφατου) παρελθόντος.