ΣΕ ΜΙΑ ΚΟΙΝΩΝΙΑ γεμάτη κρυπτογραφημένα μηνύματα που προέκυψαν από τις εκλογές και δεν έχουν ακόμα ερμηνευτεί με επαρκή τρόπο, γιατί είναι εξαιρετικά δύσκολο να συμβεί αυτό, τα μέλη του ΣΥΡΙΖΑ που έχουν δικαίωμα ψήφου καλούνται να επιλέξουν τον καλύτερο για να ηγηθεί του κόμματός τους. Επικεντρώνονται στα χαρακτηριστικά προσώπων τα οποία εκδηλώνουν τη φιλοδοξία να πάρουν τη θέση του προέδρου και στην αξιολογική κρίση αυτών των ψηφοφόρων καθοριστικό λόγο έχουν οι παραστάσεις που είχαν ως τώρα από το αρχηγικό τους κόμμα, που ως προς αυτό δεν διέφερε από τα υπόλοιπα κόμματα εξουσίας.
Έχουν τόσο εθιστεί οι περισσότεροι σε αυτό το μοντέλο ηγεσίας, που ακόμα και όταν αυτή έπαιρνε αποφάσεις οι οποίες αλλοίωναν με τρόπο που έβγαζε μάτι τον ιδεολογικό και πολιτικό χαρακτήρα και την ταυτότητα του κόμματος, τις δέχονταν αδιαμαρτύρητα, δεν τις αμφισβητούσαν −τουλάχιστον δημόσια− και υπέκυπταν στην παράλογη θεώρηση ότι η ηγεσία γνωρίζει καλύτερα από μας. Η πολιτική ώσμωση με τον Καμμένο τούς αλλοίωσε εντελώς την εικόνα.
Ο όποιος δημόσιος διάλογος στον ΣΥΡΙΖΑ −γιατί ουσιαστικός εσωκομματικός δεν έγινε ποτέ – περιορίζεται στην αναζήτηση του χαρισματικού προσώπου που θα τον βγάλει από τα πολλά αδιέξοδα.
Προσπαθώ να θυμηθώ ποιοι και πότε στάθηκαν απέναντι στην ανίερη συνεργασία μαζί του. Δεν βρίσκω πολλούς. Και δεν είναι όλα αυτά περσινά ξινά σταφύλια, είναι τα χρόνια που καθόρισαν τον ΣΥΡΙΖΑ ως κόμμα εξουσίας και χαρακτήρισαν ένα κόμμα το οποίο έλεγε πως δεν είναι σαν τα υπόλοιπα. Πολλοί πίστεψαν ότι αριστερά είναι αυτό που είδαν από εκείνα −και όχι μόνο− τα χρόνια.
Οι συζητήσεις που ακολούθησαν τις δυο πρόσφατες μεγάλες εκλογικές ήττες από την πλευρά στελεχών αλλά και απλών μελών του ΣΥΡΙΖΑ επιβεβαίωσαν ότι υπάρχουν πολλές παρανοήσεις και διαστρεβλώσεις πολιτικών εννοιών, ερμηνεία των γεγονότων με βάση συναισθηματικές και όχι πολιτικές αναφορές, με σταθερές ξένες προς την αριστερά, τουλάχιστον όπως την προσδιόριζαν διαχρονικά οι προκάτοχοι του κ. Τσίπρα, χρησιμοποίηση του πολιτικού μίσους ως εργαλείου ταξικών διαχωρισμών αλλά και ερμηνείας των γεγονότων. Όλα δείχνουν ότι πολλοί ψηφοφόροι με αυτά τα κριτήρια θα επιλέξουν τον νέο πρόεδρό τους.
Ο όποιος δημόσιος διάλογος στον ΣΥΡΙΖΑ −γιατί ουσιαστικός εσωκομματικός δεν έγινε ποτέ – περιορίζεται στην αναζήτηση του χαρισματικού προσώπου που θα τον βγάλει από τα πολλά αδιέξοδα. Το αποτέλεσμα, το μοναδικό που πάντα έχει σημασία στην πολιτική, είναι πως στον ΣΥΡΙΖΑ συζητάνε τώρα πια όχι για νοηματοδότηση πολιτικών και προσδιορισμό του χαρακτήρα του κόμματος που θέλουν αλλά για το αν η Έ. Αχτσιόγλου είναι αρκετά ελκυστική ως προσωπικότητα για να ηγηθεί του κόμματος και να φέρει επαναπατρισμό των χαμένων ψήφων ή αν ο Ευ. Τσακαλώτος μιλάει καλά ελληνικά και είναι ένας μορφωμένος αστός και, ως τέτοιος, αν είναι ικανός να «συγκινήσει» τα πλήθη. Οι όροι της δημόσιας συζήτησης έτσι όπως καταγράφεται από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μην είναι όροι αμιγώς πολιτικού lifestyle, αλλά δεν απέχουν πολύ από αυτό, ιδιαίτερα όταν κινούνται στη λογική αναζήτησης του ικανού ηγέτη που θα λειτουργήσει ως ο αντι-Μητσοτάκης.
Ψάχνουν έναν χαρισματικό ηγέτη, αλλά έχουν ξεχάσει ή αγνοούν ότι χαρισματικοί δεν υπάρχουν στην εποχή μας, έχουν χαθεί εδώ και χρόνια. Ούτε ο πρώην πρόεδρός τους είχε ιδιαίτερα χαρακτηριστικά που θα τον κατέτασσαν σε αυτή την κατηγορία, απλώς ήταν ένας τυχερός, ο ευνοημένος εκείνων των καιρών που οι πολιτικές συγκυρίες ήθελαν ένα κόμμα με αριστερό πρόσημο να απαντήσει στις ανάγκες της εποχής, οι οποίες είχαν φέρει τη χώρα σε πολλαπλά αδιέξοδα που τα είχαν συσσωρεύσει οι πολιτικές των δυο κομμάτων εξουσίας ως τότε.
Παρότι δεν ήταν ποτέ στα ζητούμενα της αριστεράς οι χαρισματικοί ηγέτες, ακόμα και τώρα που βρίσκονται σε βαθιά κρίση τον ψάχνουν γιατί εθίστηκαν στη λογική του φωτισμένου ηγέτη και έχουν την απόλυτη βεβαιότητα, που έχει μετατραπεί σε πολιτική συμπεριφορά, ότι αυτό (αυτός) απουσιάζει από το κόμμα τους. Με τον τρόπο αυτό στρουθοκαμηλίζουν και μεταθέτουν το βασικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ στα πρόσωπα και όχι στην ουσία της πολιτικής του, στην απουσία αυτοκριτικής, στην προβληματική από πολλές πλευρές αδυναμία του να παράγει πολιτική.
Τα πρόσωπα σηματοδοτούν φυσικά πολλά. Η επάρκεια, για παράδειγμα, είναι κυρίαρχο στοιχείο, αλλά όση επάρκεια είχε ο Α. Τσίπρας άλλη τόση και μεγαλύτερη μπορεί να συνάντησει κάποιος στον Ευ. Τσακαλώτο ή στην Έ. Αχτσιόγλου. Δεν είναι όμως αυτό το κυρίαρχο ζητούμενο στην κρίσιμη φάση που βρίσκεται ο ΣΥΡΙΖΑ. Αναζητούνται πολλές δόσεις αυτοκριτικής και μια σαφής, ξεκάθαρη, συγκροτημένη πρόταση απέναντι στη συντηρητική παράταξη, που κέρδισε ιδεολογικά και πολιτικά. Αυτό είναι το ζητούμενο. Ευτυχώς ο Φράνσις Φουκουγιάμα διαψεύστηκε εδώ και χρόνια και υπάρχει ο ζωτικός χώρος για να εκφραστεί μια τέτοια πρόταση…