ΠΡΟΣΦΑΤΑ ΕΓΙΝΕ VIRAL μια ανάρτηση στα social που αναφερόταν στην πολύ κακή σχέση της Μπριζίτ Μπαρντό με τον γιο της.
Η ανάρτηση έγραφε ότι η ηθοποιός είχε δηλώσει: «Απέρριψα το παιδί μου. Ήταν σαν ένας όγκος που τρεφόταν από εμένα και ήμουν αναγκασμένη να τον κουβαλάω στο πρησμένο μου κορμί. Περίμενα πολύ για την ευλογημένη στιγμή που θα μπορούσα να απαλλαγώ απ’ αυτόν». Απ’ ο,τι διάβασα και αλλού, καθώς δεν ήθελε να έχει καμία σχέση με το παιδί της, έδωσε στον πατέρα του την πλήρη κηδεμονία και το παιδί μεγάλωσε με εκείνον και τους γονείς του.
Ένα σημείο του κειμένου ανέφερε μια κεντρική πληροφορία που ωστόσο πέρασε στα ψιλά απ’ τους σχολιαστές που καταδίκαζαν τις δηλώσεις της: η Μπαρντό θέλησε και προσπάθησε να προβεί σε έκτρωση, ωστόσο, πρώτον, η εκτρώση ήταν παράνομη στη Γαλλία, και δεύτερον, λόγω της διασημότητάς της, κανείς απ’ τους γιατρούς που τις έκαναν παράνομα δεν ήθελε να ρισκάρει να έχει επιπλοκές το αγαπημένο κορίτσι της χώρας. Έτσι, γέννησε και εγκατέλειψε ένα παιδί που ποτέ δεν θέλησε.
Ενώ έχουμε μεγαλώσει με παραμύθια και ταινίες οι οποίες ηρωοποιούν τους χαρακτήρες που πάνε κόντρα στην εξουσία και τον νόμο αν αυτό σημαίνει την προσωπική τους απελευθέρωση, η συσχέτιση αυτού του μοτίβου με μια μητέρα που αρνείται το παιδί της απλώς δεν συμβαίνει.
Όταν πέρασε ο νόμος που απαγόρευε την έκτρωση στην Πολωνία, είχα μιλήσει με αρκετές ακτιβίστριες. Κάποια απ’ αυτές με είχε προσκαλέσει σε μια διαδικτυακή συζήτηση μεταξύ ακτιβιστριών από φεμινιστικές οργανώσεις της Ευρώπης, οι οποίες προσπαθούσαν να σκεφτούν όσο το δυνατόν πιο έντονες δράσεις για να αποτρέψουν έναν νόμο που θα περνούσε σε τρεις μέρες. Η συζήτηση κράτησε πάρα πολύ και η μορφή της άλλαξε πολλές φορές. Άλλοτε έμοιαζε με στρατηγικό σχεδιασμό, άλλοτε κυριαρχούσε η ενθάρρυνση προς τις Πολωνές, κάποια στιγμή κυριάρχησε η ιστορική αναδρομή, που κατέληξε στο «ό,τι και να γίνει, θα σας βοηθήσουμε, όπως έκαναν πάντα οι γυναίκες για τις άλλες γυναίκες» και, λίγο πριν βγω, μια Πολωνή, που ήταν εμφανές πως είχε ιδιαίτερο κύρος μεταξύ των ομοεθνών της, σχολίασε «αν το περάσουν, σε λίγα χρόνια η κοινωνία θ’ αποτελείται από ακόμη περισσότερα παιδιά που μεγάλωσαν με μητέρες που τα μισούσαν».
Διαβάζοντας τα περί Μπαρντό, σκεφτόμουν ότι σε μια τέτοια ιστορία, κεντρικό θέμα μπορείς να κάνεις είτε τη μάνα είτε την απουσία αυτοδιάθεσης της μάνας. Μπορείς να εστιάσεις στη σκληρότητά της μετά τη γέννα –και τότε η σκληρότητά της να είναι απάνθρωπη– ή να εστιάσεις στην απουσία της δυνατότητας να ορίσει το αν θα γίνει ή όχι μητέρα – και τότε η σκληρότητά της να μοιάζει με αντιστασιακή άρνηση, από εκείνη που συνήθως σεβόμαστε, καθώς την ταυτίζουμε με την ελευθερία. Ενώ έχουμε μεγαλώσει με παραμύθια και ταινίες που ηρωοποιούν τους χαρακτήρες που πάνε κόντρα στην εξουσία και τον νόμο αν αυτό σημαίνει την προσωπική τους απελευθέρωση, η συσχέτιση αυτού του μοτίβου με μια μητέρα που αρνείται το παιδί της απλώς δεν συμβαίνει. Η μητρότητα είναι ανέγγιχτη. Άσπιλη. Η γέννηση πρέπει να προκαλέσει κάθαρση. Το άγγιγμα του βρέφους στη μητρική σάρκα διαγράφει όποιες αμφιβολίες έχουν προηγηθεί. Και αν δεν τις διαγράφει, δεν σκεφτόμαστε μήπως η μητρότητα δεν κάνει για όλες και μήπως πρέπει ν’ αλλάξουμε το αφήγημα που λέει ότι κάθε γυναίκα θα ολοκληρωθεί μόλις αποκτήσει παιδί. Απλώς αποφαινόμαστε ότι η γυναίκα είναι τέρας. Και ο κανόνας συνεχίζει να ισχύει.
Είναι απορίας άξιο τι είδους κοινωνία θα ήταν αυτή στην οποία η έκτρωση θα ήταν νόμιμη, ασφαλής και άνευ στίγματος. Μια κοινωνία στην οποία κάθε παιδί που θα γεννιόταν θα ήταν ένα παιδί που η μητέρα του είχε επιθυμήσει τη γέννησή του. Ή, έστω, αν όχι ενεργητικά επιθυμήσει, τουλάχιστον είχε τη δυνατότητα να διακόψει την κύηση και δεν φορτώθηκε μια ζωή, μια ευθύνη και μια εξάρτηση που δεν ήθελε. Η χώρα που στέρησε τη δυνατότητα αυτή απ’ την Μπαρντό είναι πια η πρώτη χώρα που κατοχύρωσε συνταγματικά το δικαίωμα των γυναικών στην έκτρωση. Μέσα σε μισό αιώνα, η συνθήκη που οδήγησε την ηθοποιό σε δηλώσεις που την καθιστούν «τέρας», άρθηκε. Να το πω αλλιώς. Αν μπορούσε να κάνει αυτό που ήθελε, δεν θα μπορούσαμε ποτέ να κρίνουμε το πόσο σκληρή είναι με το παιδί της, γιατί το παιδί δεν θα υπήρχε. Ο χαρακτήρας της, όποιος κι αν ήταν, και τα ελαττώματά της, όποια κι αν ήταν, θα αφορούσαν εκείνη και τους ενήλικες στη ζωή της. Όχι ένα εξαρτημένο μέλος που είχε την ατυχία να δει τις δηλώσεις αυτές ενός προσώπου που θα έπρεπε να του παρέχει αγάπη και νοιάξιμο.
Παρακολουθώντας σε παγκόσμιο επίπεδο τη συζήτηση για το θέμα αυτό, ιδίως την αυστηροποίηση των νόμων σε χώρες που είχαν επιτύχει τη νομιμοποίηση, σκέφτομαι το εξής: απαγορεύοντας την έκτρωση, γνωρίζεις ότι θα εξαναγκάσεις κάποιες γυναίκες να γεννήσουν παιδιά που δεν επιθυμούν. Απαγορεύεις τις εκτρώσεις με το επιχείρημα περί της ζωής των παιδιών, και «το δικαίωμα του εμβρύου να γεννηθεί». Είναι δυνατόν να θεωρήσει οποιoσδήποτε σκεπτόμενος άνθρωπος λογικό το να καταδικάζεις παιδιά σε μια ζωή την οποία ξεκινούν ως βαρίδια και «όγκοι πάνω στο κορμί»; Το ζήτημα δεν τελειώνει στην ανεπιθύμητη εγκυμοσύνη. Συνεχίζεται στην ανεπιθύμητη ζωή.