ΥΠΑΡΧΕΙ ΜΙΑ ΠΑΡΑΔΟΞΟΤΗΤΑ και αυτή είναι πως η Νέα Δημοκρατία, η οποία αντικειμενικά αποτελεί το πλέον συγγενικό πολιτικά κόμμα με την ακροδεξιά, επιδιώκει να εμφανίζεται ως ο μεγαλύτερος πολέμιός της. Δεν μοιάζει και τόσο λογικό. Για έναν ανυποψίαστο παρατηρητή αυτό που συνέβη στον δημόσιο διάλογο πολλές ημέρες πριν κλείσει η Βουλή και ψηφιστεί μία ακόμα ‒η τρίτη‒ τροπολογία για το κόμμα Κασιδιάρη ήταν εντυπωσιακό.
Ιδιαίτερα αν άκουγε τα επιχειρήματα κορυφαίων υπουργών και στελεχών της ΝΔ, με τα οποία κατήγγειλαν τα υπόλοιπα κόμματα και ιδιαίτερα τον ΣΥΡΙΖΑ ότι μη συναινώντας στην τροπολογία που η κυβέρνηση θυμήθηκε να φέρει παραμονές εκλογών κλείνουν το μάτι στο νεοναζιστικό μόρφωμα του Κασιδιάρη.
Ο υπουργός Βορίδης, με το βαρύ αρνητικό φορτίο που κουβαλάει από το προσωπικό του πολιτικό παρελθόν, εμφανίστηκε ως διαπρύσιος κήρυκας των δημοκρατικών θεσμών, ενώ άλλοι υπουργοί και στελέχη του κόμματος που παίρνουν μέρος σε τηλεοπτικές εκπομπές, οι οποίες ονομάζονται ενημερωτικές, ακολούθησαν την ίδια λογική επιχειρημάτων.
Όσο κυλάει ο χρόνος και δημιουργούνται εντυπώσεις για μια απειλή ή έναν κίνδυνο για το πολιτικό σκηνικό, τα οποία αντιμετωπίζονται όχι με πολιτικά επιχειρήματα αλλά με απαγορεύσεις, το απεχθές μόρφωμα του Κασιδιάρη κερδίζει πόντους.
Οι δημοσκοπήσεις, όπως και το κλίμα που υπάρχει στην κοινωνία, δείχνουν πως η με κάθε τρόπο προσπάθεια να αποκλειστεί το κόμμα Κασιδιάρη από τις εκλογές λειτουργεί με εντελώς αντίστροφο τρόπο για πολλούς που έχουν μακρινή σχέση με ιστορικά γεγονότα και κουλτούρα δημοκρατίας. Ιδιαίτερα για εκείνους που ερμηνεύουν όσα συμβαίνουν με έναν σχεδόν πρωτόγονο τρόπο που παραπέμπει σε απολίτικες λογικές.
Ο νεοναζιστής καταδικασθείς για τα πιο σοβαρά εγκλήματα που υπάρχουν εμφανίζεται διωκόμενος για τις ιδέες του και αυτό διεγείρει συναισθήματα και αντιδράσεις στο συγκεκριμένο κομμάτι του πληθυσμού. Το ποιες ιδέες εκπροσωπεί αυτός ο οποίος πιστεύουν αποτελεί ένα δευτερεύον θέμα ή, συνήθως, δεν αποτελεί καν θέμα.
Για όλους αυτούς ο Κασιδιάρης, όπως συνέβη τα πρόσφατα χρόνια και με τα μέλη της Χρυσής Αυγής, είναι ένας αντισυστημικός πολιτικός που τα βάζει με όλους και αντιδρά σε ένα σάπιο πολιτικό σύστημα. Η σκέψη τους σταματάει κάπου εκεί, δεν έχει συνέχεια.
Το αποτέλεσμα των τελευταίων κυβερνητικών παλινωδιών, από τις οποίες δεν απουσιάζουν οι κομματικές σκοπιμότητες, το περιέγραψε έμμεσα αλλά αρκετά καλά ένας έμπειρος δημοσκόπος, ο Δ. Μαύρος της MRB. Είπε σε μια συνέντευξή του ότι η πρόθεση ψήφου στο κόμμα Κασιδιάρη αγγίζει το 4-4,5% και με τη σχετική αναγωγή μπορεί να φτάσει ακόμα πιο ψηλά.
Αν συμπεριληφθούν και αυτοί που αρνούνται να εκφράσουν δημόσια τις απεχθείς απόψεις τους, το ποσοστό θα ανέβει πιο ψηλά. Όσο κυλάει ο χρόνος και δημιουργούνται εντυπώσεις για μια απειλή ή έναν κίνδυνο για το πολιτικό σκηνικό, τα οποία αντιμετωπίζονται όχι με πολιτικά επιχειρήματα αλλά με απαγορεύσεις, το απεχθές μόρφωμα του Κασιδιάρη κερδίζει πόντους.
Απ’ όλες τις μετρήσεις σχετικά με τα χαρακτηριστικά αυτών που επιλέγουν πολιτικά τη χειρότερη λύση συνάγεται το συμπέρασμα πως δεν πρόκειται μόνο για συνειδητούς ακροδεξιούς και φασιστές ψηφοφόρους ‒ οι οποίοι δεν λείπουν από τη χώρα αυτή εδώ και πολλές δεκαετίες.
Είναι και οι προαναφερόμενοι «αντισυστημικοί» ψηφοφόροι που μπορεί να αγνοούν τι σημαίνει σύστημα, ποιοι το εκπροσωπούν, πώς αυτό διαπλέκεται και μπορεί να κρύβεται πίσω από τις επιλογές τους, αλλά αυτό δεν τους στερεί το δικαίωμα να σκέφτονται έτσι. Ανήκουν κυρίως στις ηλικίες 30-44 και 17-29 και κατά βάση είναι κοντά στη δεξιά ή και πουθενά.
H κυβέρνηση δεν ενδιαφέρεται να εξαφανίσει το κόμμα Κασιδιάρη επειδή διαθέτει περισσότερες δημοκρατικές ευαισθησίες από τους υπόλοιπους, άλλωστε στην πολιτική που ακολούθησε δεν απουσίασαν ‒το αντίθετο‒ ούτε ο άκρατος λαϊκισμός, που αποτελεί συστατικό χαρακτηριστικό της αποκρουστικής ιδεολογίας, ούτε η ακροδεξιά ατζέντα σε πολλές περιπτώσεις.
Η κυβέρνηση, από τον διακαή πόθο να αποκλείσει το κόμμα Κασιδιάρη από τις εκλογές, έχει δύο προσδοκίες. Η πρώτη είναι να κατευθυνθούν οι δυνάμει ψήφοι αυτού του κόμματος στη δική της πολιτική δεξαμενή ‒ θα είναι ιδιαίτερα χρήσιμοι ψήφοι στη συγκεκριμένη χρονική συγκυρία. Η δεύτερη, και μάλλον πιο βαρύνουσα, ερμηνεύεται βάσει του εκλογικού συστήματος που προβλέπει πως όσο λιγότερα κόμματα μπουν στη Βουλή τόσο αυξάνονται οι πιθανότητες για κυβερνητική αυτοδυναμία στις δεύτερες εκλογές. Ο αποκλεισμός Κασιδιάρη εξυπηρετεί και τις δύο σκοπιμότητες.
Οι προθέσεις της κυβέρνησης θα ήταν ειλικρινείς αν δεν άφηνε ανενόχλητο τον Κασιδιάρη για δυο χρόνια να οργανώνει το κόμμα του μέσα από τις φυλακές και αν δεν υιοθετούσε πολλές πολιτικές πρακτικές που βρίσκονται κοντά σε όσα το κόμμα του εκφράζει. Στη δεύτερη περίπτωση ειδικά, οι ψηφοφόροι τέτοιων λογικών προτιμούν το γνήσιο, που τους εκφράζει συνολικά.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.