Η TΡΟΠΟΛΟΓΙΑ ΓΙΑ ΤΗΝ απαγόρευση του κόμματος του πρωτοδίκως καταδικασμένου νεοναζί Κασιδιάρη ψηφίστηκε μεν από τη Βουλή, ανέδειξε όμως κι αυτή μερικές από τις περίφημες και ακαταμάχητες «παθογένειες» και κυρίως κατέδειξε τις δυσκολίες που υπάρχουν για κάποια στοιχειώδη συμφωνία ανάμεσα στις πολιτικές δυνάμεις όσον αφορά αυτά που θα έπρεπε να θεωρούνται αυτονόητα σε μια δημοκρατία και την απουσία αυτού που ονομάζουν κουλτούρα συνεννόησης.
Η τροπολογία-μπλόκο στην εκλογική κάθοδο του καταδικασμένου για συμμετοχή σε εγκληματική οργάνωση Ηλία Κασιδιάρη στις εκλογές πέρασε με ευρεία πλειοψηφία 178 μελών, καθώς ψηφίστηκε από τους βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας και του ΠΑΣΟΚ. Ο ΣΥΡΙΖΑ όμως απείχε από την ψηφοφορία, ενώ το ΜέΡΑ25, η Ελληνική Λύση και το ΚΚΕ την καταψήφισαν, με τον Δημήτρη Κουτσούμπα να καλεί τον λαό, με τον αγώνα του, να στείλει τους ναζί εγκληματίες στον σκουπιδοτενεκέ της Ιστορίας.
Οι εκπρόσωποι του ΠΑΣΟΚ, παρότι το κόμμα τους είχε θέσει από την αρχή το ζήτημα που βάζει τώρα η δεύτερη τροπολογία και τότε αγνοήθηκε, δήλωσαν ότι, παρά τις όποιες δικές τους αντιρρήσεις, δεν θα ασκήσουν κομματική πολιτική και θα κάνουν τα πάντα ώστε να μην υπάρχει μέσα στη Βουλή εγκληματική οργάνωση με τον μανδύα πολιτικού κόμματος, αναφέροντας ότι ο Τσίπρας «κάνει τον Πόντιο Πιλάτο, ψαρεύοντας στα θολά νερά». Παρόμοια στάση κράτησε και ο Βαγγέλης Βενιζέλος, ο οποίος άφησε αιχμές κριτικής περί κυβερνητικής προχειρότητας, προτάσσει όμως ως μείζον ζήτημα την αντιμετώπιση της εγκληματικής ναζιστικής συμμορίας.
Ο βασικός λόγος που η κυβέρνηση τρέχει με τη μία τροπολογία πίσω από την άλλη είναι επειδή δεν έχει υπάρξει ακόμα τελεσίδικη καταδίκη των εγκληματιών της Χρυσής Αυγής.
Ο Αλέξης Τσίπρας και ο ΣΥΡΙΖΑ κατήγγειλαν την κυβέρνηση ότι χειραγωγεί τη Δικαιοσύνη και οι δύο πλευρές αλληλοκατηγορήθηκαν για το ποιος ευνοεί τους χρυσαυγίτες. Την Τρίτη στη Βουλή ο Μάκης Βορίδης κατηγόρησε τον Αλέξη Τσίπρα ότι υιοθετεί την επιχειρηματολογία των ναζιστών, ενώ ο πρόεδρος του ΣΥΡΙΖΑ κατηγόρησε την κυβέρνηση ότι γίνεται ο καλύτερος χορηγός του Κασιδιάρη.
Το πρόβλημα που αναδεικνύεται όμως είναι ότι οι δημοκρατικές δυνάμεις της Βουλής δεν είναι ενωμένες απέναντι στην απειλή των νεοναζιστών, ενώ υπάρχουν πολιτικές ευθύνες (όπως και από την πλευρά της Δικαιοσύνης) που το πρόβλημα παρέμεινε άλυτο μέχρι το παραπέντε των εθνικών εκλογών, με την κυβέρνηση να σπεύδει τώρα σε εμβαλωματικές λύσεις για να τους αποκλείσει.
Ο βασικός λόγος που η κυβέρνηση τρέχει με τη μία τροπολογία πίσω από την άλλη είναι επειδή δεν έχει υπάρξει ακόμα τελεσίδικη καταδίκη των εγκληματιών της Χρυσής Αυγής. Αν υπήρχε η τελεσίδικη καταδίκη τους, δεν θα μπορούσαν να συμμετέχουν στις εκλογές, καθώς ο νόμος το απαγορεύει. Η καθυστέρηση της Δικαιοσύνης είναι αυτή που τους δίνει τη δυνατότητα σήμερα να επιχειρήσουν να ξαναμπούν στη Βουλή.
Είναι γνωστό, άλλωστε, πόσο είχε καθυστερήσει, για χρόνια, η ολοκλήρωση της πρωτόδικης διαδικασίας. Το 2018 η Ένωση Δικαστών και Εισαγγελέων είχε ανακοινώσει ότι ο λόγος που δεν μπορούσε να περαιωθεί σε εύλογο χρονικό διάστημα η δίκη της Χρυσής Αυγής ήταν ότι δεν υπήρχαν οι αναγκαίες προϋποθέσεις και ότι η δίκη διεξαγόταν μόνο δέκα μέρες τον μήνα ελλείψει αίθουσας.
Οι ακραία αργές διαδικασίες απόδοσης δικαιοσύνης είναι ένα από τα μεγαλύτερα προβλήματα της χώρας που εδώ και πολλά χρόνια οι πολιτικοί υπόσχονται να λύσουν με μια μεγάλη μεταρρύθμιση που διαρκώς εξαγγέλλεται, αλλά ποτέ κανείς δεν ξεκινά. Και έχει καταστεί σαφές ότι υπάρχουν συγκεκριμένα συμφέροντα που δεν θέλουν να αλλάξει η κατάσταση στη Δικαιοσύνη.
Το άλλο που συζητείται εντόνως και με ανησυχία στο πολιτικό παρασκήνιο αυτές τις μέρες, αλλά κανένας πολιτικός δεν λέει δημόσια, είναι ότι, όπως φάνηκε πρόσφατα και με τον συνταξιούχο δικαστικό που συζητά την κοινή εκλογική κάθοδο μαζί τους, οι χρυσαυγίτες διαθέτουν κάποιες «συμπάθειες» στον δικαστικό χώρο.
Ο συνταγματολόγος Αντώνης Μανιτάκης είπε ξεκάθαρα ότι στη Δικαιοσύνη υπάρχουν «ακροδεξιά σταγονίδια» και ότι «δεν πρέπει να εκπλησσόμαστε αν διαπιστώνουμε ότι ακόμα και στον Άρειο Πάγο υπάρχουν φορείς αυτής της ιδεολογίας».
Σε κάθε περίπτωση, αφού η υπόθεση των χρυσαυγιτών δεν έχει τελεσιδικήσει ώστε να αποκλειστεί η συμμετοχή τους στις εκλογές, την απόφαση για την υποψηφιότητα ή μη του κόμματος Κασιδιάρη θα λάβουν οι δικαστές του αρμόδιου τμήματος του Αρείου Πάγου. Και με βάση τη νέα ρύθμιση που μόλις ψηφίστηκε θα τη λάβει το σύνολο των δικαστών του αρμόδιου τμήματος του Αρείου Πάγου και όχι μόνο όσοι θα επέλεγε ο παραιτηθείς πλέον αντιπρόεδρος του τμήματος Χρήστος Τζανερίκος, όπως όριζε ο νόμος πριν από την τροπολογία.
Η προηγούμενη ρύθμιση που ψήφισε η κυβέρνηση προβλέπει τον αποκλεισμό της συμμετοχής στις εκλογές, ακόμα και όταν υπάρχει μόνο πρωτόδικη καταδίκη, όπως συμβαίνει δηλαδή με τους νεοναζί εγκληματίες της Χρυσής Αυγής.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.