«ΚΑΘΙΣΤΕ ΑΝΑΠΑΥΤΙΚΑ ΚΑΙ απολαύστε». Θέατρο, χορός, μουσική και συζητήσεις μέσω YouTube, Facebook και Zoom. Όμως δεν θέλω να κάθομαι αναπαυτικά, ενώ κάποια αφορολόγητη εταιρεία τεχνολογίας κερδοσκοπεί με τα δεδομένα μου και καταγράφει τις κινήσεις μου. Θέλω να κάθομαι ελεύθερη και ανεπιτήρητη μέχρι να πιαστεί η μέση μου σε κάποια εντελώς άβολη θέση απ’ αυτές που έχουν τα θέατρα του κέντρου. Δεν έχω πάντα την ενέργεια να προσποιούμαι ότι είναι φυσικό να βλέπεις χορό online. Δεν είναι. Δεν μιλάω για τις συζητήσεις απ’ τις οποίες δεν θυμάμαι τίποτα και οι οποίες δημιουργούν μια υποψία κοινωνικότητας στα μαντρωμένα υποκείμενα, που μετά τους την παίρνουν πίσω. Της συζήτησης δεν έπεται κάποια αληθινή ευκαιρία αλληλεπίδρασης, όπως συμβαίνει συνήθως στις ζωντανές συζητήσεις, αλλά η μίζερη ησυχία ενός ψόφιου δωματίου που ξαφνικά σιωπά, ενώ πριν είχε, υποτίθεται, «συνδεθεί» με 50 άτομα.
Ομολογώ ότι είδα ένα θέατρο σε live streaming. Το κενό μετά την παράσταση κόντεψε να με ρουφήξει. Μου έλειπε η ιεροτελεστία της μετάβασης σε έναν άλλο τόπο, η είσοδος στο ιερό της τέχνης, το άνοιγμα του εσωτερικού κόσμου στα ερεθίσματα και το κλείσιμό του, με την έξοδο απ’ το θέατρο και τη διαδρομή προς το σπίτι ‒ διαδικασία καθαρτική, που πάντα με αποφόρτιζε απ’ τα έντονα ερεθίσματα της παράστασης. Τώρα τα ερεθίσματα με ακολουθούν, αφού ξεκινάνε, κορυφώνονται και ξεθυμαίνουν στον ίδιο ακριβώς χώρο, το δωμάτιό μου. Τουλάχιστον, με όλο αυτό που μας βρήκε δεν θα ξοδεύομαι σε συζητήσεις με όσους λένε πως μεταβαίνουμε σε κάποια αποκλειστικά online ζωή. Ούτε καν. Κάποια πράγματα θα είναι online και μετά (π.χ. επαγγελματικές συνομιλίες) και άλλα θα είναι offline με μανία. Πιστεύουμε, αλήθεια, πως, όταν τελειώσει η φρίκη, ο κόσμος δεν θα ξεχυθεί στα κλαμπ, στα θέατρα και στα σινεμά; Νομίζω πως θα γλείφουμε τα νάτσος που θα πέφτουν στο πάτωμα.
Είναι άλλο πράγμα, για παράδειγμα, να απολαμβάνει κανείς κλασική ή τέκνο μουσική που παράγεται με υπολογιστές και άλλο να προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του ότι μια συναυλία μέσω YouTube έχει οποιαδήποτε σχέση με το να κάθεσαι στο Μέγαρο Μουσικής και να δονείσαι από τους ήχους της ορχήστρας..
Η τεχνολογία μπορεί να παραγάγει σπουδαία τέχνη. Και η τέχνη μπορεί να μας βοηθήσει να διαχειριστούμε τις ηθικές και κοινωνικές προκλήσεις που θέτει η τεχνολογία. Ωστόσο, αυτά τα κακοσκηνοθετημένα live streamings, σαν βεβιασμένες λύσεις ανάγκης λόγω Covid, σαν συλλογικές ψευδαισθήσεις που σκοπό έχουν να μας καθησυχάσουν δήθεν, σαν υποκατάστατα του αληθινού πράγματος, που όμως παραμένει το ζητούμενο, είναι κάτι άλλο. Είναι άλλο πράγμα, για παράδειγμα, να απολαμβάνει κανείς κλασική ή τέκνο μουσική που παράγεται με υπολογιστές και άλλο να προσπαθεί να πείσει τον εαυτό του ότι μια συναυλία μέσω YouTube έχει οποιαδήποτε σχέση με το να κάθεσαι στο Μέγαρο Μουσικής και να δονείσαι από τους ήχους της ορχήστρας.
Όσο «παρακολουθούσα» το live streaming έπιασα τον εαυτό μου να τσατάρει και να τσεκάρει σχόλια (τα περισσότερα εκ των οποίων ήταν σε στυλ «θέλουμε θέατρο και σινεμά στην επαρχία»). Αποσυντονιζόμουν. Περισσότερο κουραζόμουν, παρά καθάριζα εσωτερικά. Συνειδητοποίησα με ενάργεια την ανάγκη μου να συμμετέχω κι εγώ, σιωπηρά και μυστικιστικά σχεδόν, σε κάτι μαζί με άλλους.
Νομίζω ότι χρειαζόμαστε αυτά που μας λένε τα έργα τέχνης περισσότερο παρά ποτέ. Είναι υποκριτικό και γελοίο να κάνουμε πως μπορούμε χωρίς πνευματικές παρηγοριές. Όπως οι πιστοί κάθε θρησκείας έχουν ανάγκη τον εκκλησιασμό τους για να ζήσουν τη ζωή τους με τρόπο που βγάζει κάποιο στοιχειώδες νόημα, έτσι και όσοι συχνάζουν, με ειλικρίνεια και από ανάγκη, στους χώρους της τέχνης χρειάζονται την προσευχή τους. Και όπως το να παρακολουθεί κανείς τη λειτουργία της εκκλησίας μέσω τηλεόρασης είναι μίζερο και φτωχό, έτσι και το να βλέπει θέατρο έξω απ’ το θέατρο είναι μια αλλόκοτη εμπειρία αποξένωσης.
Στη χώρα που τόσο παινεύεται (και δικαίως) για τον πολιτισμό της, ο πολιτισμός δεν είναι προτεραιότητα. Οι κυβερνώντες θα πρέπει να αναζητήσουν ασφαλείς τρόπους πρόσβασης στον πολιτισμό, εγκαταλείποντας την ψευδαίσθηση ότι όλα γίνονται online. Δεν γίνονται. Και είναι ένα επιπλέον άγχος η μάχη με την ψευδαίσθηση ότι δήθεν γίνονται. Στο μικρό άνοιγμα του καλοκαιριού βρέθηκα στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο. Ήταν όμορφα και γαλήνια. Τηρούνταν οι αποστάσεις. Η κίνηση ελεγχόταν εύκολα. Κανείς δεν μιλούσε σε κανέναν, αλλά πλανιόταν μια μοιρασμένη αίσθηση ότι εκείνη η ώρα, μες στο μουσείο, μας έκανε καλό. Χρειαζόμαστε μια ανανέωση των αντοχών μας, προκειμένου ο κόσμος μετά την πανδημία να μη φαίνεται υπερβολικά τρομαχτικός. Ήδη η απάθεια που δείχνουμε μπροστά στον θάνατο και τον πόνο του υπονοεί το φοβερό, ότι η ευαισθησία μας στεγνώνει.
Το άρθρο δημοσιεύθηκε στην έντυπη LiFO.